Ραντεβού στον ήλιο

Όσα είδε (και… ήπιε) η Αγάπη στο Πλωμάρι της Λέσβου, και όλα αυτά που έμαθε για ένα από τα εθνικά μας ποτά: το ούζο.
Ραντεβού στον ήλιο

της Αγάπης Μαργετίδη

Το πρώτο ραντεβού μου με το νησί της Λέσβου δόθηκε 33 χρόνια πριν, όταν με πρωτοκάλεσε η φίλη και κατοπινή μου κουμπάρα στο εξοχικό σπίτι των γονιών της τον Αύγουστο του 1986, τη χρονιά που γεννήθηκε ο μεγάλος της γιος που έγινε αναδεξιμιός μου. Έκτοτε επέστρεψα πολλά καλοκαίρια στη σειρά, όταν όμως συνειδητοποίησα πως από την τελευταία φορά έχουν περάσει κοντά 30 χρόνια, σοκαρίστηκα. Είχαμε γυρίσει πολλά μέρη όλα αυτά τα καλοκαίρια, όμως στο Πλωμάρι δεν έτυχε να πάμε, αν και ήταν το χωριό του παππού μου. Ο παππούς Γιώργος είχε φύγει πολύ νέος από το νησί χωρίς να διατηρήσει κάποιον δεσμό με τον τόπο του.

Μπορείτε λοιπόν να φανταστείτε πώς ένιωσα όταν έλαβα την πρόσκληση από την Ποτοποιία Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου, που φέτος γιορτάζει τα 125α γενέθλιά της, για ένα ταξίδι στο Πλωμάρι και στον κόσμο του ούζου. Και τι δεν μάθαμε στο διήμερο που κράτησε η εκδρομή μας, που ήταν, μεταφορικά και κυριολεκτικά, ένα ραντεβού στον ήλιο. Ας τα πιάσουμε όμως από την αρχή, εν προκειμένω από την ιστορία του ιδιαίτερου αυτού ποτού.



Πολλοί είναι οι θρύλοι και οι εικασίες για το ούζο, την ιστορία και την ονομασία του. Άλλοι λεν πως ένα παρόμοιο ποτό παραγόταν στην αρχαιότητα, άλλοι πως η λέξη ούζο είναι συνυφασμένη με την εξαιρετική ποιότητα των ελληνικών προϊόντων που έφταναν στην Μασσαλία με την επιγραφή επί των κιβωτίων “uso di Massalia”, τουτέστιν «προς χρήση στη Μασσαλία», από την οποία έμεινε μόνο η λέξη “uso” που ελληνοποιήθηκε σε ούζο, κάτι σαν το «μέγκλα» που όλοι ξέρουμε πως σημαίνει “made in England”. Άλλοι πως προέρχεται από την τουρκική λέξη üzüm, που σημαίνει τσαμπί. Όπως και να’ χει, το ούζο είναι ελληνικό ποτό με περγαμηνές και πατρίδα του είναι το Πλωμάρι. Εκεί ξεκίνησε να παράγεται από τον 19ο αιώνα και εκεί παράγεται ακόμα, με τις ίδιες μεθόδους απόσταξης και με απαράλλαχτες οικογενειακές μυστικές συνταγές που κληροδοτούνται από γενιά σε γενιά.

Στην Ποτοποιία Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου που άνοιξε διάπλατα τις πόρτες της, μας υποδέχτηκε αυτοπροσώπως ο … Ισίδωρος Αρβανίτης για να μας διηγηθεί την συναρπαστική διαδρομή του που ξεκίνησε το 1894.



Κι όλα όσα μας είπε εκείνος, τα είδαμε με τα μάτια μας, με ξεναγούς τον σημερινό ιδιοκτήτη και Πρόεδρο της εταιρείας, κ. Νίκο Καλογιάννη, έναν οραματιστή και πραγματιστή συγχρόνως, ο οποίος προεδρεύει και στον ΣΕΑΟΠ (Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων Αλκοολούχων Ποτών) και τους συνεργάτες του, που μας οδήγησαν βήμα βήμα στις εγκαταστάσεις και μας μίλησαν με πάθος, γνώση και αφοσίωση. Είδαμε τους άμβυκες που φτιάχνονται ακόμη και σήμερα από την ίδια ντόπια οικογένεια χαλκουργών, την διαδικασία της διπλής απόσταξης και τα υπόλοιπα στάδια παραγωγής, την εμφιάλωση και τους ποιοτικούς ελέγχους που γίνονται καθημερινά. Οι νέοι άμβυκες έχουν προστεθεί σταδιακά στους παλιούς για την αύξηση της παραγωγής που βαίνει συνεχώς ανοδικά. Μπορούμε να πούμε πως κάθε άμβυκας είναι και ένα μικρό, ολοκληρωμένο αποστακτήριο που συντελεί στην διατήρηση της άριστης ποιότητας του ούζου Πλωμαρίου. Μάθαμε πως η μυστική συνταγή που τηρείται ευλαβικά, χωρίζεται σε δύο μέρη αντίστοιχα των δύο αποστάξεων και πως το κάθε μέρος το γνωρίζει από μνήμης, μόνο ένα άτομο της αποσταγματοποιίας. Η συνταγή φυλάσσεται ολόκληρη στο χρηματοκιβώτιο του αποστακτηρίου.




Όμως, οι άνθρωποι της Ποτοποιίας Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αβανίτου, έχοντας κολλήσει το μικρόβιο της δημιουργικής ανησυχίας του ιδρυτή της, έχουν προχωρήσει στην παραγωγή δύο ακόμα εξαιρετικών προϊόντων.

Το πρώτο είναι το Ούζο Άδολο, ένα περιορισμένης παραγωγής premium ούζο τριπλής απόσταξης. Η τρίτη αυτή απόσταξη διαρκεί 13 ολόκληρες ώρες, πάνω σε χαμηλή φωτιά από ξύλα ελιάς, μέσα σε έναν σφυρηλατημένο στο χέρι χάλκινο άμβυκα του 1911, ο οποίος είχε κατασκευαστεί κατά παραγγελία για τον Ισίδωρο Αρβανίτη. Πολλοί αποσταγματοποιοί κρατούσαν για τον εαυτό τους και για τους φίλους τους την «καρδιά της καρδιάς» του αποστάγματος, τον πυρήνα δηλαδή της τελικής απόσταξης του ούζου, αυτό που ονόμαζαν αδόλωτο. Ο Ισίδωρος Αρβανίτης, το δικό του αδόλωτο, το έλεγε άδολο. Το Άδολο είναι πιο ξηρό, πιο ντελικάτο, λιγότερο γλυκανισάτο, άρα μπορούμε να πούμε πιο φινετσάτο, ενώ κρατάει όλα τα χαρακτηριστικά του ούζου. Αυτός ο συνδυασμός είναι που δίνει στο Άδολο τον εκλεκτό χαρακτήρα του.



Το δεύτερο νεωτερικό προϊόν, είναι κι αυτό πολύ ξεχωριστό, αφού πρόκειται για το απόσταγμα M Dry Mastiha. Ξεχάστε ό, τι είχατε πιει μέχρι σήμερα. Η Μ Dry Mastiha δεν είναι λικέρ, αλλά απόσταγμα της διάσημης μαστίχας Χίου, που παράγεται και αυτό σε χάλκινους άμβυκες, γεγονός που δίνει ένα σοφιστικέ, εκλεκτό, ξηρό και φίνο ποτό, ένα ποτό του 21ου αιώνα που σέβεται το παρελθόν, ζει στο παρόν και κοιτάζει μπροστά.



Η ξενάγησή μας στο όμορφο, σύγχρονο και φιλόξενο αποστακτήριο είχε και οδηγίες χρήσης, γιατί το ούζο δεν πίνεται όπως κι όπως, το γνωρίζετε αυτό, φαντάζομαι. Πέρα από τους μεζέδες και την καλή παρέα που είναι παραπάνω από απαραίτητα για την απόλαυση του εθνικού μας ποτού, πρέπει να γνωρίζουμε και την ιεροτελεστία του σερβιρίσματος. Κι αν ο άντρας ο πολλά βαρύς καλά κάνει και πίνει τον καφέ του σκέτο, κάνει μεγάλο λάθος που πίνει το ούζο ανέρωτο. Το νερό και ο πάγος – με αυτήν ακριβώς τη σειρά και όχι αντίστροφα – είναι οι δύο προσθήκες που δίνουν στο ούζο πρώτα το όμορφο γαλακτερό του χρώμα και δεύτερον την ιδανική θερμοκρασία, ώστε να απελευθερωθούν σωστά όλα τα αρώματα για να χαρούν η μύτη και ο ουρανίσκος μας.



Παρόλο που ξεκίνησα αυτό το κείμενο από τη δεύτερη μέρα της εκδρομής μας, δεν μπορώ να μη σας πω και λίγα λόγια για όλη την εμπειρία που μας χάρισε η φιλόξενη ομάδα της Ποτοποιίας Ούζο Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου. Όταν την πρώτη μέρα φτάσαμε στον μυθικό Μόλυβο, αν και ήταν ήδη απόγευμα, ο ήλιος ήταν πιστός στο ραντεβού που μας είχε δώσει. Στο ξενοδοχείο μας περίμενε το παραδοσιακό υποβρύχιο, φτιαγμένο κατά παραγγελία και κατ’ αποκλειστικότητα για την εταιρεία, αρωματισμένο με ούζο, ένα καλωσόρισμα που έδειχνε με τον καλύτερο τρόπο την εξέλιξη του διημέρου. Αφού θαυμάσαμε το φαντασμαγορικό ηλιοβασίλεμα στο κάστρο και δειπνήσαμε σε μία εξαιρετική ταβέρνα, η βραδιά συνεχίστηκε εύθυμα σε ένα διάσημο μπαρ του Μολύβου, με ιδιαίτερα cocktails που φτιάχνονται με ελληνικά αποστάγματα. Το Ούζο Άδολο και η M Dry Mastiha πρωταγωνίστησαν με μεγάλη φαντασία σε δύο cocktails αλά ελληνικά, εμπνευσμένα από την ομάδα του «The Local Spirit Project», ένα κίνημα, το οποίο, ακολουθώντας τη διεθνή τάση στο bartending του “think global, act local”, έδωσε στα ελληνικά αποστάγματα τη θέση που τους αξίζει στον παγκόσμιο χάρτη των bars.



Τη δεύτερη μέρα, που μας βρήκε κι αυτή ηλιόλουστη, όπως άλλωστε μας το είχε υποσχεθεί, μετά την ξενάγηση στο αποστακτήριο, ξαναβγήκαμε στον ήλιο, στο Πλωμάρι βέβαια, όπου σε μια παραθαλάσσια ταβέρνα, απολαύσαμε όλους τους νόστιμους μεζέδες που κάνουν την Λέσβο μοναδική, με αρχηγό αδιαμφισβήτητο τις περίφημες παπαλίνες, δηλαδή τις σαρδέλες Καλλονής, που τρώγονται αποκλειστικά εκεί και μόνο για λίγους μήνες, όσο δηλαδή τα ψάρια υπάρχουν στη θάλασσα πριν την επόμενη χρονιά αναπαραγωγής τους. Παστωμένες επί τόπου σε ντόπιο χοντρό αλάτι για λίγες ώρες μόνο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ψάρια που παστώνονται για δυο και τρία εικοσιτετράωρα, οι παπαλίνες παρομοιάζονται με ελληνικό σούσι, και όχι αδίκως, γιατί η σάρκα τους μένει αφράτη και το θαλασσινό τους άρωμα άθικτο. Δεν φαντάζομαι να αναρωτιέστε τι ήπιαμε στο Πλωμάρι!



Ο δρόμος της επιστροφής μάς έφερε στη Μυτιλήνη με την σπουδαία ιστορία και πλούσια αρχιτεκτονική, η οποία, παρόλο που σήμερα δεν στέκει ατόφια, έχοντας υποστεί την καταστροφική δόμηση των νεότερων ετών που έχει αλλοιώσει όλη την Ελλάδα, έχει τουλάχιστον να δείξει αρκετά άθικτα, απίστευτης ομορφιάς κτήρια, δημόσια και ιδιωτικά, που εξιστορούν το παρελθόν της πόλης. Το παρήγορο είναι πως πολλά σπίτια είναι κατοικημένα και άψογα διατηρημένα, αποδεικνύοντας πως οι νεότερες γενιές έχουν μάθει από τα σφάλματα του παρελθόντος και εκτιμούν αυτά που βρήκαν από τους προγόνους τους.



Επιστρέψαμε στην Αθήνα μετά τις δύο πυκνές μέρες που περάσαμε στη Λέσβο, μέρες γεμάτες Ιστορία και ιστορίες, γεύσεις και αρώματα, μέρες γεμάτες ήλιο και φως, έχοντας κρατήσει στο μυαλό και την καρδιά μας την απόδειξη πως οι άνθρωποι μεγαλουργούν όταν έχουν γνώση, αφοσίωση και προσήλωση σε έναν στόχο, πίστη στις δυνάμεις τους και ολίγον … ρομαντισμό.

Σημ. Το in2life και εγώ προσωπικά, ευχαριστούμε θερμά όλους αυτούς που έκαναν την περιήγηση στον κόσμο του Ούζου Πλωμαρίου τόσο συναρπαστική και εν τέλει, αξέχαστη. Για μένα δε, εξόχως συγκινητική, αφού αξιώθηκα να δω την πατρίδα του παππού μου, τον οποίον δεν γνώρισα ποτέ, αφού πέθανε λίγους μόλις μήνες πριν τη γέννησή μου. Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον κ. Ν. Καλογιάννη και τους συνεργάτες του στην Ποτοποιία Ούζο Πλωμαρίου, στην κ. Ν. Φίλια και τον κ. Β. Λόλα της In-Touch Communication, καθώς και στην ακούραστη και ενθουσιώδη ξεναγό μας κ. Εύα Γιαννίκου.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v