Ένας ειδικός λύνει κάθε σου απορία για τον κορωνοϊό

Πώς χτίζουμε ανοσία τελικά; Ποια η διαφορά self test και rapid; Γιατί οι εμβολιασμένοι είναι περισσότερο «έτοιμοι»; Ο ειδικός απαντά.
Ένας ειδικός λύνει κάθε σου απορία για τον κορωνοϊό

του Νικόλα Γεωργιακώδη

Τα δεδομένα για τον κορωνοϊό αλλάζουν συνεχώς και ο πλανήτης συνεχίζει να περιστρέφεται γύρω από τον SARS-COV-2 και τις μεταλλάξεις του. Σε αυτό το περιβάλλον σύγχυσης, τα δεδομένα έρχονται στα μάτια και τα αυτιά μας με ρυθμούς πολυβόλου και είναι λογικό να έχουμε χάσει την μπάλα.

Τι διάολο τελικά προσφέρει η ανοσία και γιατί ξανακολλάμε; Πότε μεταδίδουμε και γιατί; Ποια η διαφορά των rapid test με τα self και πόσο ζωτικής σημασίας είναι ο εμβολιασμός (και) για τα παιδιά μας;

Ο Διαμαντής Κλημεντίδης, Κλινικός Φαρμακοποιός (MClinPharm, MSc), απαντά με ψυχραιμία και… επιστήμη.

Το ότι απέκτησα ανοσία μέσω της νόσησης, σημαίνει ότι ο ιός δεν «περνάει» στον οργανισμό μου, ή ότι δεν εξελίσσεται σε ασθένεια, επειδή τα αντισώματα τον εξουδετερώνουν άπαξ και περάσει;

Και αν η απάντηση είναι το δεύτερο, αυτό δεν με κάνει φορέα (άρα θα μπορούσα να τον μεταδώσω σε κάποιον που δεν έχει αντισώματα);

Η λέξη «ανοσία» στην κυριολεξία σημαίνει «αδυναμία νόσησης». Αυτό υπονοεί ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο της μορφής «όλα ή τίποτα», δηλαδή είτε έχεις ανοσία είτε όχι. Η πραγματικότητα όμως είναι κάπως διαφορετική.

Όταν το ανοσοποιητικό συναντά ένα αντιγόνο (=μια ουσία, συνήθως πρωτεΐνη ή πολυσακχαρίτη, ξένη προς τον οργανισμό), τότε κινητοποιεί μια περίπλοκη βιοχημική διαδικασία αναγνώρισης και αντιμετώπισής της. Στη διαδικασία αυτή συμμετέχουν πολλά διαφορετικά κύτταρα με ποικίλους ρόλους. Το τελικό αποτέλεσμα είναι, μετά το τέλος της νόσησης (κι εφόσον το άτομο έχει επιβιώσει, φυσικά), να υπάρχει κάποιου βαθμού ανοσία που εξαρτάται από τον αριθμό των αντισωμάτων που παρήχθησαν σε πρώτη φάση (και που, στην αρχή, τείνουν είναι λιγότερο αποτελεσματικά) και από το αν -και σε τι βαθμό- δημιουργήθηκαν/εκπαιδεύθηκαν/ωρίμασαν πολλά άλλα κύτταρα, μεταξύ των οποίων είναι και τα Β κύτταρα μνήμης, τα οποία θα είναι σε θέση να παραγάγουν αντισώματα ξανά, σε νέα μελλοντική επαφή του οργανισμού με το αντιγόνο.

Το πραγματικό ερώτημα εν προκειμένω λοιπόν είναι: Ποια είναι η «ισορροπία δυνάμεων» τη στιγμή που ο αναρρώσας του παραδείγματος έρχεται σε επαφή με τον ιό; Οι πιθανές εκβάσεις είναι οι παρακάτω (προφανώς η λίστα είναι απλουστευμένη και σε καμία περίπτωση εξαντλητική):

1. Ο αναρρώσας έχει πολύ υψηλό τίτλο αντισωμάτων και έρχεται σε επαφή με χαμηλό ιικό φορτίο (π.χ., επειδή φοράει μάσκα υψηλής προστασίας ή εκτέθηκε σε χώρο με καλό αερισμό κτλ). Σε αυτή την περίπτωση οι πιθανότητες να μην κολλήσει καθόλου είναι υψηλές. Τα αντισώματα έχουν αριθμητικό πλεονέκτημα και εξουδετερώνουν όλα τα ιικά σωματίδια πριν αυτά προλάβουν να εισέλθουν σε κύτταρα και να πολλαπλασιαστούν.

2. Το άτομο του παραδείγματος 1 έρχεται σε επαφή με υψηλό ιικό φορτίο. Αν τα ιικά σωματίδια που εισέρχονται είναι τόσα πολλά που υπερβαίνουν τον φραγμό των κυκλοφορούντων αντισωμάτων (σ.σ. εδώ η υπέρβαση μπορεί να είναι και ποιοτική, π.χ. το Όμικρον θέλει περισσότερα αντισώματα γιατί αυτά που προϋπάρχουν από προηγούμενη νόσηση δεν «κολλάνε» καλά πάνω του) τότε το άτομο θα νοσήσει. Σε αυτή την περίπτωση η πιθανότητα μετάδοσης σε άλλους είναι σημαντικά αυξημένη, ωστόσο περιμένουμε να είναι σημαντικά μειωμένη σε σχέση με την πρώτη νόσηση καθώς και μικρότερης διάρκειας, καθώς το σώμα πολύ γρήγορα θα παραγάγει πολύ περισσότερα αντισώματα μέσω τον Β κυττάρων μνήμης που προαναφέρθηκαν και θα μειώσει την έκταση της λοίμωξης μέσω των άλλων κυττάρων του ανοσοποιητικού.

3. Ο αναρρώσας δεν ανέπτυξε ανοσία μετά τη νόσηση. Παρατηρείται συχνά μετά από ήπια νόσηση. Σε αυτή την περίπτωση η επανανόσηση μπορεί να είναι ακόμα και σοβαρότερη, και φυσικά το άτομο μεταδίδει κανονικά.

Χωρίς να έχω περάσει κορωνοϊό, είχα στενή επαφή με κρούσμα την Δευτέρα. Μπορώ να μεταδώσω την Τρίτη; Πόσο πρέπει να περιμένω για να κάνω μοριακό;

Ο χρόνος επώασης του SARS-COV-2 μπορεί να είναι οπουδήποτε μεταξύ 2 και 14 ημερών. Το peak μεταδοτικότητας πιστεύεται ότι είναι από 24 έως 48 ώρες πριν την εμφάνιση συμπτωμάτων. Επομένως είναι πρακτικά αδύνατο να προβλέψει κανείς πότε κάποιος που έρχεται σε επαφή με κρούσμα θα αρχίσει να γίνεται μεταδοτικός (δεν υπάρχει τρόπος να προεξοφλήσεις πότε θα επωαστεί ο ιός).

Η έλευση της Όμικρον φαίνεται να αλλάζει κάπως τα δεδομένα, καθώς φαίνεται να έχει μικρότερο χρόνο επώασης. Αν κάποιος εμφανίσει συμπτώματα 2 ημέρες μετά την έκθεση, τότε δεν είναι απίθανο να θεωρηθεί ότι μεταδίδει ήδη από την πρώτη ημέρα. Σύμφωνα πάντως με τις πλέον πρόσφατες οδηγίες του ΕΟΔΥ, αν κάποιος ανεμβολίαστος ή εμβολιασμένος χωρίς αναμνηστική δόση έρθει σε επαφή με θετικό κρούσμα, τότε πρέπει:

* Να μπει σε απομόνωση για 5 ημέρες

* Να κάνει rapid test ή PCR την 5η ημέρα

* Να κυκλοφορεί μόνο με μάσκα υψηλής προστασίας (FFP2/KN95 ή ανώτερη) για τις επόμενες 5 ημέρες.

Τελικά είναι αποτελεσματικά τα rapid test; Και ποια η διαφορά τους από τα self; Σε «πιάνουν» αν δεν είσαι πολύ άρρωστος;

Δεν υπάρχει διαφορά στο “hardware”. Το self-test είναι ουσιαστικά ένα rapid test που κάνει το άτομο μόνο του (ή, αντίστοιχα, ο γονέας/κηδεμόνας στο παιδί). Η διαφορά, που πολλές φορές είναι καθοριστική, βρίσκεται στον τρόπο λήψης του δείγματος. Κατά κανόνα, οι σωστά εκπαιδευμένοι επαγγελματίες υγείας κάνουν καλύτερη λήψη και επομένως αυξάνεται με αυτό τον τρόπο η ευαισθησία του τεστ.

Η αποτελεσματικότητα τους στην ανίχνευση του ιού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, που περιλαμβάνουν και το ίδιο το τεστ (δεν είναι όλα τα τεστ ίδια). Επίσης, όσον αφορά την Όμικρον, υπάρχουν ενδείξεις ότι το ρινικό δείγμα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να δώσει αρνητικό αποτέλεσμα από το φαρυγγικό. Πάντως, εφόσον η λήψη γίνει σωστά, τα rapid tests μπορούν να ανιχνεύσουν τον ιό πριν την εμφάνιση συμπτωμάτων. Ο άτυπος κανόνας είναι ότι αν το τεστ αντιγόνου είναι θετικό, το άτομο μεταδίδει τον ιό (και αντίστοιχα, αν ένα άτομο που βγαίνει τελικά θετικό, είχε τις προηγούμενες ημέρες αρνητικό τεστ αντιγόνου, τότε οι πιθανότητες να μετέδιδε τον ιό είναι μικρές).

Κόλλησα και ανάρρωσα. Μπορώ να ξανακολλήσω σε λιγότερο από έναν μήνα; Και αν κολλήσω θα είναι από το ίδιο στέλεχος ή από άλλο; Π.χ. Όμικρον;

Στην ιατρική (όπως και στη ζωή) δεν υπάρχει 0%, όπως δεν υπάρχει και 100%. Γενικά μιλώντας, είναι πολύ ασυνήθιστη η επαναλοίμωξη σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, δεν είναι όμως αδύνατη. Κάποιοι άνθρωποι αποτυγχάνουν να αναπτύξουν ανοσία μετά τη λοίμωξη για ποικίλους λόγους. Ωστόσο, για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι μάλλον δύσκολο να επαναμολυνθούν πριν περάσει το τρίμηνο από τη νόσησή τους, με την προϋπόθεση φυσικά ότι δεν βρίσκονται σε ανοσοκαταστολή (συγγενή ή επίκτητη/ιατρογενή). Να αναφέρουμε πάντως εδώ ότι με το Όμικρον η πιθανότητα επανανόσησης είναι 5πλάσια σε σχέση με το Δέλτα, ακριβώς λόγω της αυξημένης ανοσοδιαφυγής αυτής της παραλλαγής.

Πώς λειτουργούν τα αντισώματα σε έναν εμβολιασμένο και πώς σε έναν ανεμβολίαστο, με απλά λόγια;

Κατά τον εμβολιασμό, το ανοσοποιητικό αναγνωρίζει το αντιγόνο και κινητοποιεί τους μηχανισμούς που προαναφέρθηκαν (αντισώματα, Β κύτταρα μνήμης, κυτταροτοξικά Τ λεμφοκύτταρα κοκ) χωρίς να υποστεί ο οργανισμός τη νόσηση και τις συνέπειές της. Η αναμνηστική δόση του εμβολίου λίγους μήνες μετά τον πρωταρχικό εμβολιασμό εκμεταλλεύεται ένα φαινόμενο που λέγεται affinity maturation και ουσιαστικά επιτρέπει στον οργανισμό να φτιάξει «καλύτερα» αντισώματα από αυτά που έφτιαξε μετά τις 2 πρώτες δόσεις.

Όταν αυτό το «οπλισμένο» ανοσοποιητικό έρθει σε επαφή με τον ιό, ακόμα κι αν δεν έχει εκείνη τη στιγμή αρκετά αντισώματα να κυκλοφορούν ώστε να αποτρέψει τη μόλυνση (θυμηθείτε ότι τα αντισώματα φθίνουν με το πέρασμα του χρόνου για όλους, ανεξάρτητα από το αν δημιουργήθηκαν μετά από νόσηση ή μετά από εμβολιασμό), θα αντιμετωπίσει την απειλή πολύ καλύτερα: Η κυτταρική ανοσία θα φονεύσει τα κύτταρα που θα μολυνθούν πολύ γρήγορα, περιορίζοντας την έκταση της λοίμωξης (εξ ου και τα ήπια συμπτώματα) ενώ τα Β κύτταρα μνήμης θα ενεργοποιηθούν πολύ γρήγορα εκτοξεύοντας τους τίτλους αντισωμάτων εντός 2-3 ημερών, με αποτέλεσμα το πολύ μικρότερο διάστημα νόσησης αλλά και μετάδοσης.

Αντίθετα, το άτομο που έχει «παρθένο» ανοσοποιητικό σύστημα θα παραγάγει αντισώματα πολύ αργότερα, 2-3 εβδομάδες μετά τη λοίμωξη, που θα κάνει τον πλήρη κύκλο της έτσι κι αλλιώς.

Γιατί σε αρκετούς ασθενείς γίνεται ένα «μπαμ» και υποτροπιάζουν ή καταρρέουν σε διάστημα ενός μήνα; (βλ. long covid);

Δεν είναι γνωστός ο μηχανισμός της long-covid μέχρι στιγμής. Υπάρχουν πολλές υποθέσεις, που περιλαμβάνουν φαινόμενα δυσλειτουργίας του ανοσοποιητικού/αυτοανοσίας αλλά και χρόνιας λοίμωξης με τον ιό που παραμένει στο σώμα επί μήνες.

Έχει νόημα τελικά να εμβολιάσουμε τα πιτσιρίκια 5-11 ετών; Γιατί; Κινδυνεύουν;

Μια από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις σχετικά με την COVID-19 είναι πως είναι κατά κανόνα μια ήπια νόσος για τα παιδιά. Είναι πιο ήπια σε σχέση με τους ενήλικες, αλλά όχι ακίνδυνη.

Για να γίνει καλύτερα κατανοητό αυτό, παραθέτω τον πίνακα από τη συνεδρίαση της ACIP στις 2 Νοεμβρίου 2021, που συγκρίνει την COVID-19 με άλλες ασθένειες για τις οποίες εμβολιάζουμε τα παιδιά στον βασικό εμβολιασμό:


Πηγή 

Υπάρχουν συμπληρώματα που κλινικές έρευνες να δείχνουν ότι βοηθούν στην πρόληψη/θεραπεία από κόβιντ;

Δεν έχω υπόψη μου καμία κλινική έρευνα (=διπλά-τυφλή και ελεγχόμενη με placebo δοκιμή) με θετικά αποτελέσματα. Υπάρχουν ωστόσο μετα-αναλύσεις επιδημιολογικών μελετών που δείχνουν ότι τα άτομα με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D3 έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να νοσήσουν σοβαρά. Εντούτοις, αυτό δεν μεταφράζεται σε οδηγία για λήψη μεγάλων ποσοτήτων D3 κατά τη διάρκεια της νόσησης, κάτι τέτοιο δεν αναμένεται να κάνει καμία διαφορά. Αν θα έπρεπε να ερμηνεύσω κάπως αυτό το εύρημα, θα έλεγα ότι αν κάποιος έχει ανεπάρκεια D3 καλό είναι να την διορθώσει εκ των προτέρων και όχι κατόπιν εορτής.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v