Body Neutrality: Γιατί δεν χρειάζεται να λατρεύεις το σώμα σου για να ζήσεις καλά
Σε έναν κόσμο που μας ζητά να αγαπάμε το σώμα μας με το ζόρι, το Body Neutrality προτείνει κάτι πιο ανθρώπινο: μια ήρεμη, ρεαλιστική σχέση.
Σε έναν κόσμο που μας ζητά να αγαπάμε το σώμα μας με το ζόρι, το Body Neutrality προτείνει κάτι πιο ανθρώπινο: μια ήρεμη, ρεαλιστική σχέση.
Τα τελευταία χρόνια, το Body Positivity κυριαρχεί στον δημόσιο διάλογο μέσα από συνθήματα αυτο-αγάπης και εικόνες σωμάτων που διεκδικούσαν χώρο και αξιοπρέπεια.
Για πολύ κόσμο όμως, το να «αγαπήσουν το σώμα τους όπως είναι» αποδείχθηκε μια προσδοκία που συχνά γεννούσε νέο άγχος. Σε αυτό το κενό ήρθε να απαντήσει το Body Neutrality, μια πιο ρεαλιστική και ήρεμη προσέγγιση, η οποία σύμφωνα με τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα μπορεί να λειτουργήσει ως ένα υγιές μοντέλο σχέσης με το σώμα.
Η μεγάλη ακαδημαϊκή μελέτη των Mulgrew & Hinz (2024) έδειξε ότι το Body Neutrality βασίζεται σε τρεις βασικούς άξονες: μια ουδέτερη, μη επικριτική στάση απέναντι στο σώμα, μια μετατόπιση της προσοχής από την εμφάνιση στη λειτουργικότητα, και μια σαφή αποσύνδεση της αυτοαξίας από το τι δείχνει ο καθρέφτης.
Η ουδετερότητα δεν απαιτεί θετικότητα, ούτε επιβάλλει καθημερινές δηλώσεις αυτο-λατρείας. Είναι περισσότερο μια πρακτική παρατήρησης χωρίς κρίση, μια ήρεμη αποδοχή πως το σώμα υπάρχει, αλλά δεν καθορίζει ποιοι είμαστε.
Οι συμμετέχοντες στη μελέτη περιέγραψαν αυτή την προοπτική ως μια συνειδητή επιλογή να μειώσουν τον χρόνο και την ψυχική ενέργεια που αφιερώνουν στην εμφάνιση. Η ουδετερότητα παρουσιάστηκε ως μορφή ελευθερίας: όχι γιατί το σώμα «αγαπιέται», αλλά γιατί επιτέλους παύει να είναι το κέντρο της καθημερινής αξιολόγησης.
Το Body Positivity ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60 ως πολιτικό και ακτιβιστικό κίνημα υπέρ των μεγαλύτερων σωμάτων και ενάντια στο στιγματισμό. Με την άνοδο των social media, όμως, η αρχική του δυναμική συχνά αλλοιώθηκε.
Το μήνυμα του κινήματος έγινε «αγάπα το σώμα σου όπως είναι», κάτι που για πολλούς έμοιαζε ανέφικτο, ειδικά για όσους κουβαλούσαν τραύματα, χρόνιο πόνο, αναπηρίες ή εμπειρίες παχυφοβίας.
Όμως για αρκετό κόσμο σήμερα, αυτό το κίνημα έπαψε να τους εκπροσωπεί όταν brands και influencers με λεπτά, «αποδεκτά» σώματα μονοπώλησαν το ενδιαφέρον. Παράλληλα, το σώμα έγινε ξανά επίκεντρο, αυτή τη φορά όχι για να κριθεί αρνητικά αλλά να εξυψωθεί θετικά, δημιουργώντας έναν νέο τύπο πίεσης: την υποχρέωση να αγαπάς κάτι που δεν νιώθεις ότι αγαπάς.
Η έρευνα των Mulgrew & Hinz δείχνει ότι η ουδετερότητα αντιμετωπίζεται όχι ως «μέση λύση» ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος, αλλά ως μια ξεχωριστή συναισθηματική κατάσταση. Οι συμμετέχοντες περιέγραψαν το Body Neutrality ως μια ενεργή πρακτική mindfulness, κατά την οποία ο άνθρωπος παρατηρεί τις σκέψεις του για το σώμα χωρίς να εμπλέκεται συναισθηματικά.
Η ουδετερότητα λειτουργεί ως αυτοπροστασία σε έναν κόσμο που προβάλλει αδιάκοπα πρότυπα εμφάνισης.
Ένα ακόμη σημαντικό εύρημα της μελέτης είναι η ισχυρή ομοιότητα της ουδετερότητας με έννοιες όπως η αποδοχή σώματος, η σωματική λειτουργικότητα και η αυτο-συμπόνια. Πολλοί άνθρωποι δεν είδαν το Body Neutrality ως κάτι εντελώς νέο, αλλά ως μια πιο ρεαλιστική εφαρμογή όσων ήδη γνωρίζουμε από τη βιβλιογραφία της θετικής εικόνας σώματος.
Για πολλούς ανθρώπους το Body Positivity είναι απλώς ανέφικτο. Όσοι πάλεψαν χρόνια με την εικόνα σώματος, με διατροφικές διαταραχές, με στιγματισμό ή με κοινωνική πίεση, ανέφεραν ότι η ιδέα του να «αγαπήσουν το σώμα τους» τούς έκανε να νιώθουν ενοχή όταν δεν τα κατάφερναν.
Αντίθετα, η ουδετερότητα προσφέρει ανακούφιση, γιατί δεν απαιτεί κανένα συναίσθημα – μόνο μια στάση αποδοχής.
Συμμετέχοντες της μελέτης ανέφεραν πως το Body Neutrality τους επέτρεψε να μετατοπίσουν την προσοχή τους σε πτυχές της ταυτότητας που δεν έχουν σχέση με την εμφάνιση. Πολλοί περιέγραψαν μια αίσθηση ελευθερίας και ηρεμίας, επειδή η ζωή τους δεν ήταν πλέον μια διαρκής διαχείριση ατελειών.
Παρότι τα οφέλη είναι εμφανή, υπάρχουν και προκλήσεις. Πρώτον, πολλοί είπαν ότι είναι δύσκολο να απομακρύνεις το μυαλό από την εμφάνιση σε μια κοινωνία που αξιολογεί τα σώματα συνεχώς. Το Body Neutrality απαιτεί ενεργή, συνεχή προσπάθεια.
Δεύτερον, μια μειοψηφία συμμετεχόντων μπέρδεψε την ουδετερότητα με αδιαφορία, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε παρανοήσεις σχετικά με την υγεία και τη φροντίδα του σώματος. Οι ερευνητές τονίζουν ότι το Body Neutrality δεν σημαίνει παραμέληση, αλλά φροντίδα βασισμένη στη λειτουργικότητα – όχι στην εμφάνιση.
Το Body Neutrality δεν υπόσχεται μαγικές λύσεις ούτε απαιτεί συναίσθημα εκεί που δεν υπάρχει. Μας λέει κάτι βαθιά απελευθερωτικό: δεν χρειάζεται να αγαπάμε το σώμα μας για να ζούμε καλά μαζί του.
Μπορούμε να χτίσουμε μια σχέση ήρεμη, λειτουργική, ουδέτερη, χωρίς ενοχές και χωρίς πίεση.
Σε έναν κόσμο που μας προσκαλεί διαρκώς σε συγκρίσεις και αυτοκριτική, η ουδετερότητα δεν είναι ήττα. Είναι ωριμότητα. Και ίσως, για πολλούς από εμάς, είναι ακριβώς η σχέση με το σώμα που αξίζαμε εξαρχής.