Οι νέοι Έλληνες δεν ονειρεύονται σπίτι – Ονειρεύονται (μακρινά) ταξίδια

Κάποτε το όνειρο ήταν ένα σπίτι με αυλή. Τώρα είναι ένα εισιτήριο με ανοιχτή επιστροφή. Τι άλλαξε στο μεταξύ;

Οι νέοι Έλληνες δεν ονειρεύονται σπίτι –  Ονειρεύονται (μακρινά) ταξίδια

Πριν από σαράντα χρόνια, το ελληνικό όνειρο μπορούσε να συνοψιστεί στην χαριτωμένα λαϊκή έκφραση «ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου». Ένα δυάρι στα Πατήσια, ένα σπίτι με κήπο στα προάστια, μια μεζονέτα στο χωριό. Σίγουρα πάντως κάτι δικό σου, κάτι σταθερό, κάτι χτισμένο, που θα κρατούσε για πάντα. Σήμερα, αν ρωτήσεις έναν εικοσιπεντάρη ή μια τριαντάρα τι θέλουν στη ζωή τους, δύσκολα θα σου πει «σπίτι». Πιο πιθανό είναι να σου πει «ένα μεγάλο ταξίδι», «να φύγω έξω», ή απλώς «ελευθερία».

Οι νέοι Έλληνες δεν θέλουν να ριζώσουν, θέλουν να κινηθούν. Δεν τους συγκινεί το να χτίσουμε, τους εμπνέει το να ζήσουμε. Κι αυτό, σε μια χώρα που πάντα ταύτιζε την ασφάλεια με τα ακίνητα, μοιάζει σχεδόν επαναστατικό.

Το σπίτι ως βάρος

Για μια γενιά που μεγάλωσε με κρίση, μνημόνια, πανδημία και ενοίκια που αντιστοιχούν στα δύο τρίτα του μισθού, το σπίτι έπαψε να είναι όνειρο. Έγινε σύμβολο ακινησίας, ευθύνης, ενός βάρους που δεν θέλουν, ή δεν μπορούν να σηκώσουν.

Οι περισσότεροι νοικιάζουν σπίτια που αλλάζουν κάθε δύο χρόνια, δουλεύουν χωρίς σταθερό ωράριο, και βλέπουν την έννοια της ιδιοκτησίας σαν κάτι μακρινό, σχεδόν εξωτικό. Οι γονείς τους μπορεί να πλήρωναν ένα δάνειο επί τριάντα χρόνια. Εκείνοι δεν έχουν καν τη δυνατότητα να κλείσουν ραντεβού στην τράπεζα για να συζητήσουν την πιθανότητα ενός δανείου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, πάνω από το 70% των νέων 25-34 ετών στην Ελλάδα ζουν ακόμα με τους γονείς τους –όχι επειδή το θέλουν, αλλά επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν ενοίκιο. Οι τιμές των ενοικίων έχουν αυξηθεί έως και 40% την τελευταία πενταετία, τη στιγμή που τα εισοδήματα παραμένουν απελπιστικά στάσιμα.

Η Airbnb-οποίηση των πόλεων, ειδικά της Αθήνας, έκανε τα πράγματα χειρότερα: Σπίτια που κάποτε νοικιάζονταν σε φοιτητές ή νέους εργαζομένους μετατράπηκαν σε βραχυχρόνιες μισθώσεις για τουρίστες. Το αποτέλεσμα; Οι νέοι νιώθουν αποκλεισμένοι από την ίδια τους την πόλη.

Το ταξίδι ως ταυτότητα

Αντί για το «νοικοκυριό», η νέα γενιά επενδύει σε εμπειρίες: ταξίδια, φεστιβάλ, εκδρομές, τηλεργασία α λα digital nomad, ένα εισιτήριο για να δουλέψουν από τη Λισαβόνα ή το Βερολίνο.

Το ταξίδι δεν είναι πια πολυτέλεια. Είναι ταυτότητα, και τρόπος ζωής. Είναι τρόπος η δήλωση «είμαι ελεύθερος/η», «δεν ανήκω πουθενά». Κι αν οι προηγούμενες γενιές έβλεπαν στα ταξίδια την εξαίρεση, οι σημερινοί τα βλέπουν ως κανόνα. Δεν περιμένουν το καλοκαίρι, μπορούν να δουλέψουν από παντού, μαζεύουν εμπειρίες αντί για έπιπλα.

Η γενιά που κάποτε ονομάστηκε «του brain drain» δεν γύρισε ποτέ πραγματικά πίσω. Έμεινε να ζει ανάμεσα σε δύο κόσμους, τον ελληνικό και τον ευρωπαϊκό, τον φυσικό και τον ψηφιακό. Για πολλούς, η ζωή σε άλλη χώρα δεν ήταν απόδραση, ήταν αναγκαιότητα. Και τώρα που η τηλεργασία έγινε καθημερινότητα, η ιδέα του σπιτιού έγινε ακόμα πιο ρευστή: Μπορεί να είναι ένα διαμέρισμα στην Τενερίφη τον χειμώνα και ένα σπιτάκι στα Κατάπολα το καλοκαίρι.

Από το «να στεριώσουμε» στο «να ζήσουμε»

Ο φόβος της δέσμευσης –είτε σε σπίτι είτε σε σχέση είτε σε δουλειά– δεν είναι τυχαίος. Η γενιά των σημερινών τριαντάρηδων έχει δει πόσο εύκολα όλα καταρρέουν: επιχειρήσεις, καριέρες, σχέσεις, χώρες. Έμαθαν να μην παίρνουν τίποτα ως δεδομένο, και να μην κρατούν τίποτα πολύ σφιχτά. Κι έτσι, αντί να στεριώσουν, θέλουν να ζήσουν. Να αλλάζουν πόλεις, δουλειές, να δοκιμάζουν πράγματα. Το σταθερό τους σημείο δεν είναι ο τόπος, είναι η εμπειρία.

Στη θέση του «να βάλω ρίζες», μπήκε το «να μαζέψω στιγμές». Αν οι παλιότεροι κρατούσαν κουρτίνες και δαντέλες, οι σημερινοί κρατούν φωτογραφίες και boarding passes. Και εκεί, κάπου ανάμεσα στο αεροδρόμιο και το κινητό τους, χτίζουν τη δική τους εκδοχή του ανήκειν.

Το νέο όνειρο: Κινητικότητα

Αυτό που κάποτε θεωρούσαμε «ξεριζωμό» τώρα είναι ελευθερία. Το να αλλάζεις χώρα, να δουλεύεις από μακριά, να μη σε δένει τίποτα μοιάζει με πολυτέλεια, αλλά είναι και ανάγκη. Οι νέοι Έλληνες ονειρεύονται μακριά γιατί το κοντά δεν τους χωράει. Θέλουν αέρα, προοπτική και λιγότερες δεσμεύσεις. Η σταθερότητα δεν μπορεί πια να σε προστατεύσει από τίποτα. Η προσαρμοστικότητα είναι το στοιχείο χαρακτήρα που θα σε βοηθήσει να επιβιώσεις.

Πολλοί από αυτούς φτιάχνουν κινητές ζωές: ένα laptop, μια βαλίτσα, ένα εισιτήριο και Wi-Fi. Δεν έχουν σπίτι, αλλά έχουν επιλογές. Δεν έχουν σταθερότητα, αλλά έχουν ιστορίες. Κι αν τους ρωτήσεις αν τους λείπει η ασφάλεια και η σιγουριά, θα σου πουν πως ασφάλεια και σιγουριά είναι το να μπορείς να φύγεις όποτε θέλεις.

Κι αν το σπίτι τελικά είναι αλλού;

Ίσως το σπίτι, για τη νέα γενιά, να μην έχει τοίχους και δάνειο. Ίσως είναι εκεί που ανοίγεις το λάπτοπ, εκεί που σε βρίσκει το επόμενο ταξίδι. Ίσως είναι μια παρέα στην Ταϊλάνδη, ένα καφέ στη Νάπολη, ένα hostel στη Λισαβόνα.

Κι ίσως, τελικά, το όνειρο για σπίτι να μην πέθανε, απλώς να άλλαξε διεύθυνση. Και να μην είναι πια ο τόπος που σε κρατάει, αλλά εκείνος που σε χωράει.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v