«Ναι, αλλά για την Ουκρανία δε λέτε»
Για την Ουκρανία μιλήσαμε. Και μιλήσαμε πολύ. Και το πληρώσαμε ακριβά. Και θα το ξανακάναμε, αν χρειαζόταν. Αλλά όχι και δε λέμε, Αντωνάκη. Όχι και δε λέμε.

Για την Ουκρανία μιλήσαμε. Και μιλήσαμε πολύ. Και το πληρώσαμε ακριβά. Και θα το ξανακάναμε, αν χρειαζόταν. Αλλά όχι και δε λέμε, Αντωνάκη. Όχι και δε λέμε.
Για την Ουκρανία δε λέτε. Για την Ουκρανία δεν κάνατε έτσι. Για την Ουκρανία δεν βγήκατε στους δρόμους, υποκριτές και επιλεκτικά ευαίσθητοι. Αν παρακολουθείς τα social τις τελευταίες εβδομάδες, σίγουρα το έχεις πετύχει το επιχείρημα-καραμέλα. Εμφανίζεται κάτω από κάθε ανάρτηση για την Παλαιστίνη, σε κάθε συζήτηση για πορείες, συγκεντρώσεις, διαμαρτυρίες.
Μόνο που… για την Ουκρανία μιλήσαμε. Και μιλήσαμε πολύ. Κόψαμε κάθε σύνδεση και κάθε πτήση από και προς την Ρωσία, ακυρώσαμε όλες τις εμπορικές συμφωνίες, πληρώσαμε το φυσικό αέριο χρυσάφι και το στάρι για ρουμπίνια, είδαμε την αγοραστική δύναμη μιας ολόκληρης ηπείρου να μειώνεται στο μισό και κάτω, και τις φτωχότερες χώρες της να πλήττονται χειρότερα απ’ όλες, ακριβώς επειδή πήραμε –και σωστά– θέση.
Αποκλείσαμε όποιον είχε ρωσικό διαβατήριο από παντού, από αθλητικές, πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, σουρεαλιστικές, πάσης φύσεως εκδηλώσεις. Τσακωθήκαμε ακόμα και για το αν έπρεπε ή όχι να εμφανιστεί ο Θεόδωρος Κουρεντζής στην Επίδαυρο, όχι τότε, τώρα, τρία χρόνια μετά την εισβολή. Ο Κουρεντζής, ο οποίος είναι θυμίζω Έλληνας, που ζει στη Μόσχα.
Κάναμε τα στραβά μάτια ακόμα και για το ακροδεξιό τάγμα του Αζόφ, που εμφανίστηκε σε απευθείας σύνδεση μέσα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ελάχιστους μήνες μετά την ιστορική καταδίκη της εγχώριας ακροδεξιάς, και της τοποθέτησής της εκεί που ανήκει κάθε εγκληματική οργάνωση κάθε μέρους του πλανήτη –στην φυλακή. Στο όνομα της μεγάλης εικόνας, το κατάπιαμε κι αυτό. Ακριβώς όπως η στιγμή που πεθαίνουν παιδιά στην Παλαιστίνη δεν είναι η κατάλληλη να συζητήσουμε τα αίσχη της Χαμάς, με τον ίδιο τρόπο προείχε τότε η στήριξη του ουκρανικού λαού, παρά την ύπαρξη ακροδεξιών ταγμάτων στους κόλπους του ουκρανικού στρατού.
Τρία χρόνια τώρα, το ζήτημα συζητήθηκε μέχρι τελικής πτώσης. Και δεν συζητήθηκε απλώς: Πήραμε θέση, και την πήραμε έμπρακτα –και καθόλου αναίμακτα. Το ότι ήταν μια από τις σπάνιες φορές που το λαϊκό αίσθημα συντάχθηκε με την στάση της κυβέρνησης, εξηγεί το γιατί πορείες και διαμαρτυρίες για το ουκρανικό, έγιναν μεν, δεν είχαν δε την έκταση αυτών που οργανώνονται τώρα για το παλαιστινιακό.
Γιατί κάθε πορεία, συγκέντρωση και διαμαρτυρία είναι πρωτίστως μια έκφραση δυσαρέσκειας προς την κυβέρνηση της χώρας στην οποία διοργανώνεται. Με πιο απλά λόγια, ο σκοπός της διαμαρτυρίας στο λιμάνι του Πειραιά δεν είναι να θορυβηθεί ο Νετανιάχου –να θορυβηθεί ο Μητσοτάκης είναι. Αν η ελληνική κυβέρνηση είχε πάρει την θέση που έπρεπε στο παλαιστινιακό, όπως έκανε στο ουκρανικό, δεν θα χρειαζόταν να κάνουμε τόσο θόρυβο.