Καταλήψεις: Απαντήσεις εκ των έσω

Ποια είναι η φιλοσοφία πίσω από τις καταλήψεις κτιρίων; Πότε ξεκίνησε το αμφιλεγόμενο αυτό κίνημα στην Ελλάδα και πώς εκφράζεται σήμερα; Τι λένε όσοι συμμετείχαν σε αυτές για την νομιμότητά τους; Αυτοδιαχειριζόμενες απαντήσεις για ένα φλέγον ζήτημα.
Καταλήψεις: Απαντήσεις εκ των έσω
του Νικόλα Γεωργιακώδη

Το κράτος τις χαρακτηρίζει «βίλλες ανομίας» και τον τελευταίο χρόνο έχει βάλει ως στόχο την εξάλειψή τους, μερίδα πολιτών τις θεωρεί «εργαστήρια παραγωγής μολότοφ» και δυσανασχετεί με την ύπαρξή τους στις γειτονιές, ενώ τα δελτία ειδήσεων τάσσονται ανοικτά με την πλευρά της πολιτείας. Θέλοντας να δούμε το πράγμα και από την άλλη πλευρά, επικοινωνήσαμε με ανθρώπους που είτε έζησαν είτε ζουν από μέσα μια κατάληψη.

Θέλοντας να μάθουμε περισσότερα για αυτόν τον θεσμό, ο οποίος τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στο προσκήνιο της επικαιρότητας, τους ζητήσαμε να μας μιλήσουν ανοικτά για την φιλοσοφία πίσω από τις καταλήψεις, τις δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε αυτές, την διαδικασία που ακολουθείται στην λήψη των αποφάσεων αλλά και την άποψή τους πάνω στην αμφισβητούμενη νομιμότητα του όλου εγχειρήματος.

Ένα σύντομο ιστορικό

Οι καταλήψεις εμφανίστηκαν στην Ευρώπη μετά το Μάη του 1968. Επρόκειτο για ένα κοινωνικό και πολιτικό κίνημα το οποίο ξέφευγε από την ατζέντα της εργατικής τάξης, έναν νέο ριζοσπαστισμό, ο οποίος επηρεάστηκε από τις ιδέες του διεθνούς αναρχικού κινήματος. Στο επίκεντρο της προβληματικής είναι, όπως αναφέρει η αντιεξουσιαστική εφημερίδα «Εστία Ανομίας», "η κριτική της καθημερινής ζωής, ο εμπορευματικός πολιτισμός στο σύνολό του, η αλλοτρίωση και η εργασία ως μηχανισμός ελέγχου των σωμάτων". Το ρεύμα αυτών των καταλήψεων βρήκε υποστηρικτές και μαζικοποιήθηκε σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Δανία και η Ιταλία.

Στην Ελλάδα, οι καταλήψεις εξαπλώθηκαν μετά την Δικτατορία, αρχής γενομένης της κατάληψης της Νομικής και ύστερα του Πολυτεχνείου το 1973. Καταλήψεις στέγης γίνονται στην Ελλάδα από μικρές ομάδες ανθρώπων οι οποίες έτσι, όπως αναφέρει η εφημερίδα, «επιλέγουν με αυτόν τον τρόπο στάση ζωής και είναι εμφανώς συνδεδεμένες με την νεανική υποκουλτούρα». Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, τα κατειλημμένα κτίρια στην Ελλάδα είναι στενά συνδεδεμένα με τον αναρχικό, αντιεξουσιαστικό και αυτόνομο χώρο. Από τις πιο παλιές καταλήψεις στέγης στην Αθήνα είναι η “Λέλας Καραγιάννη” στην Κυψέλη και η πρόσφατα εκκενωμένη “Βίλλα Αμαλίας”.

Η φιλοσοφία πίσω από την κατάληψη και τα είδη καταλήψεων

«Οι καταλήψεις αφορούν κτίρια δημόσια και όχι ιδιωτικά. Οι διάφορες ομάδες ανθρώπων που κάνουν αυτό το εγχείρημα θέλουν να προτείνουν έναν άλλο τρόπο ζωής με βασικά χαρακτηριστικά την εμπιστοσύνη, την αλληλεγγύη, την συλλογικότητα και την αυτονομία. Δεν είναι ανάγκη να ανήκουν τα άτομα αυτά απαραίτητα στον αντιεξουσιαστικό χώρο, αν και μέχρι στιγμής δεν το έχουμε δει από αριστερούς, αλλά περισσότερο από άτομα που είναι κοντά στην αντιεξουσιαστική φιλοσοφία», λέει η Κ., η οποία συμμετείχε σε καταλήψεις στην Θεσσαλονίκη.

Οι καταλήψεις στην Ελλάδα μπορούν να πάρουν διάφορες μορφές. Εκτός από την στεγαστική κατάληψη, υπάρχουν τα πολιτικά στέκια, οι αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις και οι διακανονισμοί. Οι διαφορές τους σε σχέση με τις στεγαστικές καταλήψεις είναι ότι τα άτομα που συμμετέχουν σε αυτές δεν μένουν όλη την ημέρα μέσα στο κτίριο, αλλά το συντηρούν και το χρησιμοποιούν για τις εκάστοτε δράσεις τους.

Οι συνελεύσεις και η λήψη αποφάσεων

Πώς ακριβώς γίνεται η λήψη αποφάσεων στις καταλήψεις και ποιοι συμμετέχουν; «Τα πάντα στις καταλήψεις δουλεύουν βάσει συνελεύσεων, δημοκρατικά και οριζόντια. Στις συνελεύσεις μας δεν περνούν οι πλειοψηφίες και μπορεί να κρατήσουν πολλές ώρες μέχρι να βρεθεί μια φόρμουλα μέσα από τις διαφωνίες, μέχρι να βγει μια πρόταση που να καλύπτει όλους. Ακόμα και αν κάποιος δεν συμφωνεί και ασκήσει βέτο επιχειρηματολογώντας, η απόφαση δεν περνάει, βέβαια αυτό είναι κάτι πολύ σπάνιο. Το πιο σύνηθες είναι να γίνει μια συνδιαμόρφωση των διαφορετικών απόψεων και να βγουν πράγματα από εκεί μέσα», λέει η Φ. από ενεργή κατάληψη της Αθήνας. «Δεν υπάρχει η έννοια του ενός που θα γίνει αρχηγός και θα αποφασίσει», τονίζει η Κ., «ακούγονται όλες οι απόψεις και μέσα από αυτές γίνεται μια ζύμωση και ένας διάλογος μέχρι να βρεθούν λύσεις με βάση την ομοφωνία, κάποιος πρέπει να υποχωρήσει».

Οι συνελεύσεις των καταλήψεων είναι ανοικτές προς όλους τους πολίτες, όμως όπως τονίζουν τα άτομα που συμμετέχουν σε αυτές «δεχόμαστε τους πάντες, χωρίς κανέναν φυλετικό διαχωρισμό, όμως δεν δεχόμαστε σε καμία περίπτωση τους φασίστες ή αυτούς που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των φασιστών». Εν ολίγοις, ο καθένας μπορεί να συμμετέχει σε μια κατάληψη και την συνέλευσή της, αρκεί να μην ανήκει στον χώρο της ακροδεξιάς ή να υπηρετεί κομματικά συμφέροντα.

«Η αλήθεια είναι ότι τις καταλήψεις δεν θα τις κάνει ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ γιατί είναι κόμματα θεσμικά. Στόχος τους είναι να αναλάβουν την εξουσία. Όμως μέσα στους αυτοδιαχειριζόμενους χώρους δεν είναι μόνο αναρχικοί, απλά βάζουμε κάποια προτάγματα που ξεκαθαρίζουν ότι δεν θέλουμε κόμματα, ότι συμμετέχουμε σαν πρόσωπα. Λειτουργούμε με βάση τα προτάγματα της ισότητας της αλληλεγύης, της αμεσοδημοκρατίας και της συνδιαμόρφωσης», λέει η Φ., η οποία ανήκε και η ίδια παλιά σε κόμμα και προσθέτει: «Υπάρχουν άτομα που έρχονται στην κατάληψή μας και ξέρουμε ότι συμμετέχουν σε κόμματα, όμως μέσα στην κατάληψη λειτουργούν βάσει αυτών των προταγμάτων». Στις συνελεύσεις των καταλήψεων, πέρα από την ανταλλαγή απόψεων και θέσεων και την λήψη αποφάσεων, γράφονται επίσης κείμενα τα οποία εκτυπώνονται και διαμοιράζονται είτε μέσω έντυπου υλικού (φυλλάδια) είτε μέσω τοιχοκολλημένου (αφίσες).

Οι δράσεις μιας κατάληψης

Ανάλογα με τον χώρο και τις δυνατότητες της κάθε κατάληψης, πέρα από την ανοικτή συνέλευση, πραγματοποιείται μια σειρά πολιτιστικών και συλλογικών δράσεων. «Στις καταλήψεις λειτουργούν ανοικτά καφενεία και μπαρ, συλλογικές κουζίνες, χαριστικά παζάρια, διοργανώνονται θεατρικές παραστάσεις, σεμινάρια και μαθήματα αυτομόρφωσης, τα οποία δεν γίνονται απαραίτητα στα πολιτικά στέκια, αλλά όπου υπάρχει χώρος και όπου υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι γνωρίζουν κάτι και θέλουν να μεταδώσουν την γνώση τους. Επίσης, διοργανώνονται κατά καιρούς συναυλίες, κινηματογραφικές προβολές και λειτουργούν δανειστικές βιβλιοθήκες», λέει η Κ.

Οι δράσεις τις κατάληψης βέβαια, δεν περιορίζονται μέσα στο κτίριο. Όπως μας πληροφορεί η Φ. «στο πάνω μέρος του κτιρίου καλλιεργήσαμε γύρω στα επτακόσια μέτρα γης. Βγάλαμε ντομάτες, φασόλια, καρπούζια, πεπόνια και με αυτά τροφοδοτήσαμε τις συλλογικές κουζίνες των γειτονιών μας, οι οποίες είναι ανοικτές για όλους». Τώρα όσον αφορά στον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτούνται όλες αυτές οι δράσεις, αλλά και οι απαραίτητες εργασίες στα κατά τόπους κατειλημένα κτίρια (επισκευές, συντήρηση, βάψιμο κτλ.) η Κ. μας πληροφορεί ότι υπάρχει ταμείο, στο οποίο όλοι βάζουν ένα ποσό ανάλογα με τις οικονομικές τους δυνατότητες, όποτε και εφ’ όσον μπορούν.

Παρανομία ή όχι;

Νομικά και θεσμικά οι καταλήψεις κτιρίων είναι μια παράνομη πράξη. Ποια είναι όμως, η άποψη των ανθρώπων μέσα από τις καταλήψεις επί του θέματος; «Όταν ένα κτίριο είναι εγκαταλειμμένο από το κράτος δεν είναι παρανομία αυτό; Η εγκατάλειψη δεν είναι παρανομία; Το ότι το κτίριο θα γινόταν εμπορικό κέντρο και ο δήμος μας θα φεσωνόταν, κάτω από σκοτεινές διαδικασίες δεν είναι παρανομία;», αναρωτιέται η Φ. και προσθέτει, «Είναι παρανομία το ότι μπήκαμε μέσα τριάντα άτομα σε έναν χώρο αναξιοποίητο και ρημαγμένο, τον φτιάξαμε και αρχίσαμε να κάνουμε πράγματα και έχει αποκτήσει ζωή και δημιουργία; Εδώ έρχεται κόσμος, όχι απαραίτητα κινηματικός, αφήνει έπιπλα, πίνει τον καφέ του και μας λέει ευτυχώς που το ανοίξατε. Γιατί δηλαδή πρέπει να καθόμαστε και να πιστεύουμε τον κάθε Πρετεντέρη και την κάθε Τρέμη, επειδή το λέει ο Δένδιας ότι είναι άντρα παρανομίας;».

«Αυτή την στιγμή όλες οι καταλήψεις χτυπιούνται από το κράτος, επειδή είναι φωνές αντίστασης, δεν είναι νομικό το θέμα, είναι πολιτικό», λέει η Β., η οποία συμμετέχει σε χώρο κοινωνικής αλληλεγγύης, «Είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, τώρα που η χώρα περνάει την επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα. Όλες οι καταλήψεις χτυπιούνται από τις κυβερνήσεις και από παρακρατικούς μηχανισμούς. Ότι υπάρχει επίθεση στα δικαιώματά μας το βλέπετε παντού, επιστράτευση αγώνων. Όλα αυτά τα μέσα γίνονται ολοένα και σκληρότερα», προσθέτει με αφορμή τις πρόσφατες επιθέσεις φασιστικών οργανώσεων σε καταλήψεις όπως η Κατάληψη Πραποπούλου στο Χαλάνδρι, στον «Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο Ιστός» στο Χαϊδάρι και σε δεκάδες ακόμα καταλήψεις σε όλη την Ελλάδα.

«Το κτίριο έχει ζωή, δεν το αφήσαμε να ερημώσει», λέει η Κ. «πολλοί λένε ότι πρέπει να γυρίσει στο Δημόσιο, αλλά αυτό είναι λίγο ειρωνικό γιατί το κτίριο είναι… δημόσιο. Μπαίνουν μέσα χιλιάδες άτοκα καθημερινά, γίνονται μαθήματα και υπάρχει μια πρόταση ζωής που δεν μπορείς να την βρεις εύκολα σε αυτή την κοινωνία. Δεν θεωρούμε ότι είναι κάτι παράνομο».

Για τον πρόσφατο χαμό που έγινε με τα άδεια μπουκάλια μπύρας που βρέθηκαν σε καταλήψεις, η Β. σχολιάζει: «Είναι λογικό να μαζεύεις μπουκάλια για να τα δώσεις πίσω. Λειτουργεί μια παράνοια γύρω από αυτό το θέμα. Με το που βλέπουν μπουκάλια, θεωρούν ότι εδώ έχουμε ένα εργαστήριο με μολότοφ».

«Γνώρισε μια κατάληψη από μέσα»

Αν και οι καταλήψεις είναι ανοικτές στον καθένα, τους τελευταίους μήνες γίνεται μια έντονη προσπάθεια ενημέρωσης των πολιτών για αυτές μέσα από ανοιχτά καλέσματα. Μία από αυτές τις καταλήψεις, η κατάληψη Πραποπούλου, έκανε πρόσφατα το δικό της κάλεσμα προς πάσα κατεύθυνση.

«Μην πιστεύεις τα δελτία ειδήσεων, γνώρισε μια κατάληψη από μέσα» έγραφαν οι αφίσες που είχαν γεμίσει τους κεντρικούς δρόμους του Χαλανδρίου. Σάββατο μεσημέρι, στην κατάληψη του κτήματος Πραπόπουλου, είναι μαζεμένος πολύς κόσμος. Γονείς με τα πιτσιρίκια τους που παίζουν στον κήπο, κόσμος που φέρνει ταψιά με φαγητό για τον μπουφέ, παρέες που λιάζονται με μπύρες και τσιγάρα στο μπαλκόνι. Ένα όμορφο άλογο τους κοιτάζει όλους αμέριμνο, από τον κήπο. «Ήταν άλογο ιπποδρομιών, θα το έστελναν στην Ιταλία να γίνει ζαμπόν όταν γέρασε» μας λέει ο Κ., που αυτοχρήστηκε ξεναγός μας. «Ήρθε και ζήτησε ένα χώρο για να μείνει». Ο ιδιοκτήτης του. Όχι το άλογο. Το υποκείμενο, όμως, απουσιάζει από την πρόταση.

Η κατάληψη του από χρόνια εγκαταλελειμμένου κτήματος Πραπόπουλου δεν είναι κατάληψη στέγης. Στο αρχοντικό στο κέντρο του κτήματος που χρονολογείται από τον 19ο αιώνα δεν μένει κανείς μόνιμα. Είναι, όμως, σημείο συνάντησης και οργάνωσης δράσεων όπως συναυλίες και θεατρικές παραστάσεις, χοροθεατρικά δρώμενα, ανοιχτές συζητήσεις και συναντήσεις σχολικών ομάδων. Ένα ανταλλακτικό παζάρι ρούχων λειτουργεί σε μόνιμη βάση στον επάνω όροφο του κτιρίου, ενώ στο διπλανό δωμάτιο η δανειστική βιβλιοθήκη είναι ανοιχτή και προσβάσιμη σε όλους. Στα ράφια της συναντάμε τα πάντα, από παιδικά παραμύθια μέχρι τα τελευταία βιβλία του Μάικλ Μουρ, και από επαναστατικά μανιφέστα μέχρι συνταγές μαγειρικής.

«Είχαμε πολύ μεγαλύτερη βιβλιοθήκη, αλλά καταστράφηκε στην πυρκαγιά πριν από μερικά χρόνια» μας λέει ο Κώστας, δείχνοντάς μας το διπλανό, μπαρουτοκαπνισμένο δωμάτιο. Τον κοιτάμε απορημένοι. Ποια πυρκαγιά; «Ήρθαν ένα βράδυ, κι έβαλαν φωτιά. Δεν ξέρουμε ποιος –είτε οι φασίστες (που είχαν κάψει και μια άλλη κατάληψη στο Μαρούσι, και το είχαν πει, ότι «εμείς το κάναμε», είτε ο Δήμος, που θέλει να απαλλοτριώσει το κτήμα». Αποτέλεσμα της φωτιάς ήταν να πέσει η οροφή του κτιρίου –η οποία ξαναφτιάχτηκε από τα παιδιά της κατάληψης– και να καούν εκατοντάδες βιβλία στη βιβλιοθήκη.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v