Μπορούν οι Έλληνες και χωρίς αντικαταθλιπτικά

Το μικρότερο ποσοστό συγκριτικά με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης κατέχει η Ελλάδα στην χρήση αντικαταθλιπτικών, σύμφωνα με νέα έρευνα του Ινστιτούτου ΙΖΑ της Βόννης και του πανεπιστημίου του Γουόργουικ.
Μπορούν οι Έλληνες και χωρίς αντικαταθλιπτικά
Και όμως, αντέχουμε και χωρίς αντικαταθλιπτικά! Έτσι δείχνει τουλάχιστον πρόσφατη έρευνα που έγινε σε περίπου 30.000 Ευρωπαίους σε 27 χώρες από ερευνητές του Ινστιτούτου ΙΖΑ της Βόννης και του πανεπιστημίου του Γουόργουικ, με επικεφαλής τον David G. Blanchflower και τον καθηγητή Andrew J. Oswald.

Σύμφωνα με την γερμανοβρετανική έρευνα - την οποία μπορείτε να δείτε αναλυτικά εδώ -ένα στους δέκα ενήλικους και ένας στους δεκατρείς μεσήλικους Ευρωπαίους πήρε αντικαταθλιπτικά τους προηγούμενους δώδεκα μήνες.
 
Η χρήση αντικαταθλιπτικών μάλιστα, παρατηρήθηκε σε μεγαλύτερα ποσοστά στην Πορτογαλία (16% των πολιτών), την Λιθουανία (11% των πολιτών), την Γαλλία (9% των πολιτών) και το Ηνωμένο Βασίλειο (9% των πολιτών), σε πληθυσμιακές ομάδες όπως οι μεσήλικες, οι γυναίκες, οι άνεργοι, οι αναλφάβητοι και οι διαζευγμένοι.

Πιο συγκεκριμένα, η κατανάλωσή τους αυξάνεται σταδιακά και φτάνει στο αποκορύφωμά της λίγο πριν την ηλικία των πενήντα, ενώ μετά αρχίζει να υποχωρεί με αργούς ρυθμούς. Ιδιαίτερα μάλιστα οι μεσήλικες έχουν διπλάσια πιθανότητα να καταναλώσουν αντικαταθλιπτικά σε σχέση με όσους είναι κάτω των 25 ή άνω των 65 χρόνων.

Περιέργως πως, στην Ελλάδα δεν έχει πάρει ποτέ αντικαταθλιπτικά το 97% του πληθυσμού, κατά καιρούς παίρνει το 1%, ενώ τακτικά για διάστημα μεγαλύτερο του ενός μηνός μόλις το 1%.

Όπως αναφέρει ένας εκ των δύο επικεφαλής της έρευνας, Andrew Osvald:
«Τα αντικαταθλιπτικά είναι σχετικά νέο προϊόν. Καθώς ζούμε στην πλουσιότερη και ασφαλέστερη εποχή στην ανθρώπινη ιστορία, ίσως πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί ένας στους δέκα Ευρωπαίους πολίτες μέσης ηλικίας χρειάζεται ένα χάπι για να τα βγάλει πέρα με τη ζωή του. Πρόκειται για ένα τρομακτικά μεγάλο αριθμό ανθρώπων που εξαρτιούνται από μια χημική ευτυχία».

Η έρευνα βασίστηκε σε υπολογισμούς των ερευνητών με βάση στοιχεία του Ευρωβαρόμετρου της ΕΕ για την περίοδο Φεβρουάριος-Μάρτιος 2010.

Ν.Γ.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v