Πώς το σκρόλινγκ σου διαλύει τον εγκέφαλο
Το σκρολάρισμα δεν είναι αθώο. Μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχολογία σε κάθε ηλικία και να σε βάλει σε έναν φαύλο κύκλο ανταμοιβής.

Το σκρολάρισμα δεν είναι αθώο. Μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχολογία σε κάθε ηλικία και να σε βάλει σε έναν φαύλο κύκλο ανταμοιβής.
Το «ας ρίξω μια ματιά» στο κινητό τελικά δεν είναι τόσο αθώο όσο νομίζουμε. Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης είναι φτιαγμένες για να «καταλαμβάνουν» το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου μας, κρατώντας μας παγιδευμένους μέσα από ατελείωτες δόσεις ντοπαμίνης. Αυτή η συνεχής διέγερση σπάει την προσοχή μας, αλλάζει τη συμπεριφορά μας και μπορεί να οδηγήσει σε εξουθένωση, άγχος και ακόμη και εθισμό – ιδιαίτερα στους αναπτυσσόμενους εγκεφάλους των παιδιών.
Όσο περισσότερο σκρολάρουμε, τόσο πιο πολύ αναζητούμε «γρήγορες δόσεις» καινούργιου, με αποτέλεσμα να δυσκολευόμαστε να αντέξουμε τη βαρεμάρα ή να αφοσιωθούμε σε βαθύτερες, πιο ουσιαστικές δραστηριότητες.
Σε αυτό το άκρως ενδιαφέρον podcast, τρεις ειδικοί φωτίζουν τις σκοτεινές πλευρές της ψηφιακής εποχής: ο κοινωνικός ψυχολόγος και συγγραφέας Jonathan Haidt, ο καθηγητής πληροφορικής και συγγραφέας Cal Newport και ο ερευνητής μέσων Tobias Rose-Stockwell αναλύουν πώς το συνεχές σκρολάρισμα υπονομεύει την προσοχή, φθείρει τη διάθεση και «ξανακαλωδιώνει» τον εγκέφαλο, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τις νεότερες γενιές.
Από το ελεύθερο διαδίκτυο στο αλγοριθμικό κλουβί
Η μεγάλη αλλαγή δεν ήταν η εμφάνιση του διαδικτύου τη δεκαετία του ’90, αλλά η είσοδος των smartphones με μπροστινή κάμερα και η καθιέρωση των κουμπιών «μου αρέσει» και «κοινοποίησης», γύρω στο 2010. Από τότε, η ζωή των εφήβων μετακινήθηκε από το παιχνίδι και τη δια ζώσης παρέα στο «αράζω κρεβάτι με το κινητό στο χέρι». Μέχρι το 2011 οι δείκτες ψυχικής υγείας των νέων ήταν σταθεροί· όμως από το 2012 και μετά παρατηρείται διεθνής επιδείνωση, ιδιαίτερα στα κορίτσια.
Όχι μόνο συσχέτιση αλλά αιτιώδης σχέση
Στο επεισόδιο τονίζεται ότι δεν πρόκειται μόνο για απλή συσχέτιση. Πειραματικές μελέτες δείχνουν ότι όταν φοιτητές μειώνουν ή διακόπτουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για διάστημα μεγαλύτερο της μίας εβδομάδας, εμφανίζουν βελτίωση στη διάθεση και στο άγχος. Αντίθετα, οι «αποχές» μίας ή δύο ημερών δεν έχουν ουσιαστικό αποτέλεσμα, όπως ακριβώς συμβαίνει με κάθε εθιστική συμπεριφορά, το δύσκολο είναι οι πρώτες εβδομάδες.
Γιατί εθιζόμαστε λοιπόν;
Το ατελείωτο σκρολάρισμα και τα μικρά σήματα κοινωνικής αποδοχής (likes, σχόλια, ειδοποιήσεις κ.α.) λειτουργούν σχεδόν όπως οι κουλοχέρηδες: κάθε νέο «πάτημα» και μια πιθανή ανταμοιβή. Οι πλατφόρμες το γνωρίζουν και το αξιοποιούν. Ακόμα και το κόκκινο χρώμα των ειδοποιήσεων επιλέχθηκε γιατί τραβά περισσότερο την προσοχή. Έτσι, η χρήση γίνεται συνήθεια που δύσκολα ελέγχεται, όχι συνειδητή επιλογή.
Η προσοχή μας «μπάζει» από παντού
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι χάνουμε χρόνο όταν σκρολάρουμε. Είναι και ότι το τσεκάρισμα κάθε λίγα λεπτά αφήνει στον εγκέφαλο ένα «υπόλειμμα προσοχής». Αυτό σημαίνει ότι για αρκετή ώρα μετά αποδίδουμε χειρότερα, κάνουμε περισσότερα λάθη και δυσκολευόμαστε να συγκεντρωθούμε. Το αποτέλεσμα είναι να νιώθουμε ότι δουλεύουμε ασταμάτητα χωρίς να προχωράμε πραγματικά.
Συνδεδεμένοι, αλλά πιο μόνοι
Οι ειδικοί σημειώνουν πως οι μικρές διαδικτυακές επαφές με πραγματικούς φίλους ή συγγενείς μπορούν να δώσουν μια στιγμιαία ανάταση. Όμως, όταν αυτές αντικαθιστούν τις πλούσιες, διαπροσωπικές σχέσεις, η καθαρή επίδραση είναι αρνητική. Ο εγκέφαλος έχει μάθει να αποκωδικοποιεί εκφράσεις, φωνή και κίνηση, όχι απλά σύμβολα όπως το «μου αρέσει».
Η παγίδα της αρνητικότητας
Περισσότεροι από τους μισούς ενήλικες ενημερώνονται πλέον κυρίως από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί, ο αλγόριθμος προωθεί συχνά ειδήσεις αρνητικές, σοκαριστικές ή εξοργιστικές, επειδή κρατούν τον χρήστη περισσότερη ώρα στην οθόνη. Η συνεχής έκθεση σε τέτοια ερεθίσματα γεννά αίσθηση αβοηθησίας και ενισχύει τον διχασμό, καθώς οι άνθρωποι κλείνονται περισσότερο σε ομάδες ταυτότητας και αντιμετωπίζουν τους άλλους ως «αντιπάλους».
Ποιοι πλήττονται περισσότερο
Η μεγαλύτερη επιβάρυνση αφορά τους σημερινούς εφήβους και νέους ενήλικες, όσους δηλαδή γεννήθηκαν μετά το 1996 και μεγάλωσαν με το κινητό στο χέρι. Οι μεγαλύτερες γενιές νιώθουν καταπονημένες από τον καταιγισμό πληροφοριών, αλλά οι δείκτες κατάθλιψης και άγχους δεν εκτοξεύονται στον ίδιο βαθμό.
Τι μπορεί να γίνει
Η λύση δεν βρίσκεται σε ένα «σαββατοκύριακο αποχής», αλλά σε πιο συστηματικές αλλαγές:
Σχολεία χωρίς κινητά κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Καθυστέρηση της χρήσης «έξυπνου» τηλεφώνου μέχρι το λύκειο.
Υπολογιστής στο σαλόνι αντί για κινητό στην τσέπη όλη μέρα.
Περισσότερο ελεύθερο παιχνίδι και δραστηριότητες έξω από το σπίτι.
Για τους ενήλικες, ο Newport προτείνει τον «ψηφιακό μινιμαλισμό»: να χρησιμοποιούμε την τεχνολογία μόνο εκεί που υπηρετεί ξεκάθαρα τις αξίες και τους στόχους μας και να αγνοούμε το περιττό. Ο Haidt τονίζει ότι η επίγνωση είναι το πρώτο βήμα για να ξανακερδίσουμε τον έλεγχο. Και ο Rose-Stockwell υπενθυμίζει ότι η αλλαγή μπορεί να γίνει συλλογικά, μέσα από κανόνες και όρια που βάζουμε ως κοινωνία.