Το τελεφερίκ του Λυκαβηττού μας καλεί για… «Ανάταση»

Το τελεφερίκ του Λυκαβηττού οδηγεί τους επισκέπτες του λόφου σε μια απίστευτη θέα, αλλά πλέον προσφέρει «Ανάταση» ακόμη και από την είσοδό του, η οποία απέκτησε ανανεωμένη εικόνα με εικαστικές παρεμβάσεις και δημιουργικές εγκαταστάσεις.
Το τελεφερίκ του Λυκαβηττού μας καλεί για… «Ανάταση»
του Γιάννη Ασδράχα

«Τέλειο, αυτή είναι η λέξις που ταιριάζει στο “Ασανσέρ της Αθήνας” όπως βάπτισαν αμέσως οι Αθηναίοι το Τελεφερίκ του Λυκαβηττού… Από τις 5 το απόγευμα μέχρι και τις 12 τα μεσάνυχτα 2.000 άτομα ανέβηκαν στο Λυκαβηττό και επέστρεψαν με τις καλύτερες εντυπώσεις». Aυτή η εικόνα μας έρχεται από τις 20 Απριλίου του 1965, από το ρεπορτάζ του αθηναϊκού τύπου για την υποδοχή του τελεφερίκ που συνέδεσε τους πρόποδες με την κορυφή του ψηλότερου λόφου της Αθήνας, του Λυκαβηττού.

Το τεχνολογικό επίτευγμα για τα δεδομένα της εποχής έφερνε τους κατοίκους και τους επισκέπτες της πόλης πιο κοντά στην εμπειρία μιας 360 μοιρών εικόνας της Αθήνας. Πρόκειται για θέα, αντίστοιχη με αυτή που δίνει ο Πύργος του Άιφελ στο Παρίσι, ο ουρανοξύστης Empire State στην Νέα Υόρκη και η κορυφή του λόφου Κορκοβάντο στο Ρίο ντε Τζανέιρο, όπου δεσπόζει το άγαλμα του Ιησού.

Όμως στην περίπτωση της Αθήνας αυτή η οπτική επαφή έχει μία μοναδικότητα. Προσφέρει μία απευθείας σύνδεση με ορόσημα της Ιστορίας του δυτικού πολιτισμού. Ο Παρθενώνας, το λαμπρό επίτευγμα της αθηναϊκής δημοκρατίας, το Ηρώδειο, όπου γεννήθηκε το θέατρο, το Καλλιμάρμαρο, όπου αναβίωσαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Και, τέλος, η θάλασσα από το λιμάνι του Πειραιά, από όπου ξεκίνησαν τα καράβια για να μεταφέρουν τον πνεύμα της Αθήνας στα παράλια της Μεσογείου.

Ο προθάλαμος για αυτή την εμπειρία ανόδου στα 277 μέτρα από το έδαφος της πόλης είναι η είσοδος του τελεφερίκ, στην οδό Αριστίππου, που πλέον απέκτησε νέο χαρακτήρα με εικαστική έμπνευση. Συγκεκριμένα, χρειάστηκαν τέσσερις δημιουργοί, μια ομάδα από εβδομήντα άτομα και έξι μήνες συλλογικής δουλειάς για να πάρει η είσοδος του τελεφερίκ την σημερινή νέα της εικόνα.

Μία λέξη με πολλαπλές ερμηνείες ήταν η κεντρική πηγή έμπνευσης, η «Ανάταση» - είτε αυτό σημαίνει την άνοδο από το γκρίζο επίπεδο της πόλης στη κορυφή του λόφου, είτε την αίσθηση που προκαλεί η θέα, είτε το ζητούμενο που πρέπει να μας πλημμυρίσει αυτή την περίοδο.

Η ιδέα της δημιουργικής εγκατάστασης (που περιλαμβάνει διάφορα μέσα και τεχνικές βίντεο, κολάζ, ζωγραφική, φωτιστικά εφέ κ.α.) ανήκει στην εταιρεία «Μetaxa» και την υλοποίησε ο Γάλλος σχεδιαστής Jeff van Dyck, διάσημο έργο του οποίου είναι ο σχεδιασμός του κτιρίου της Peugeot στην κεντρική παρισινή λεωφόρο «La Grande Armée». Την αναμόρφωση την πραγματοποίησε η νεαρή εικαστικός Κατερίνα Βάγια, το βίντεο ο Τάσος Μπουλμέτης, ενώ την φωτογράφιση του έργου πραγματοποίησε η Ηώ Πάσχου.

«Στόχος μας εδώ δεν είναι “να κάνουμε τέχνη”, αλλά η δημιουργική παρέμβαση σε ένα χώρο του οποίου αλλάζουμε τον ρόλο, προσδίδοντάς του νόημα με κάποια λιτά και ευανάγνωστα στοιχεία, ώστε να τον μεταμορφώσουμε από απλή διαδρομή σε ταξίδι και από άνοδο σε ανάταση. Επίσης μία δημιουργική παρέμβαση μέσα στο πλαίσιο μιας πόλης που βιώνει βαθιά την κρίση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο σχεδιαστής που θεωρεί τον Λυκαβηττό ως κομβικό χώρο της πόλης, επειδή «δεν τοποθετεί τον άνθρωπο στη θέση του θεατή ή του ακροατή, αλλά τον δέχεται μέσα της. Μιλά σε πολλές αισθήσεις του, όχι μόνο σε μία».

Κεντρική ιδέα της μελέτης, όπως σημειώνει, ήταν «προσδίδοντάς νόημα με λιτά και ευανάγνωστα στοιχεία, να μεταμορφώσουμε την απλή διαδρομή της ανόδου σε ταξίδι στην ανάταση». Όσο για το πώς διαισθάνεται τον Λυκαβηττό, απαντά ότι τον θεωρεί ως ένα από τα σημεία του πλανήτη μας που «έχει κάτι μαγικό, μπροστά σου έχεις κάτι που καμία άλλη θέα δεν προσφέρει» διευκρινίζοντας ότι μπροστά του ο επισκέπτης «έχει το πέρασμα των αιώνων και τα ίχνη τους, τη συνέχεια του πολιτισμού μας μέσα από μια πόλη πολύχρωμη, μπερδεμένη, σήμερα σε κρίση. Και στο βάθος έχεις τη θάλασσα, σαν ανάσα και άνοιγμα στον ορίζοντα, σαν άλλη υπόσχεση για το μέλλον».

Κάτι που βρίσκεται σε αντίθεση με όποιον βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου, πνιγμένος μέσα στην μπερδεμένη πόλη. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο σχεδιαστής «δεν μπορείς καν να φανταστείς τι υπάρχει στην κορυφή. Μπορεί η φυσική απόσταση να είναι μικρή, η διαφορά όμως τεράστια. Για να συνδεθούν αυτά τα δύο άκρα, χρειάζεται ένας φυσικός κρίκος και ένας νοηματικός σύνδεσμος. Η άνοδος είναι ο φυσικός κρίκος και ο συμβολισμός και η αίσθηση της ανάτασης είναι ο νοηματικός σύνδεσμος».



Όσον αφορά την σχέση του έργου με την κρίση που σφυροκοπά την χώρα, δήλωσε: «Τι καλύτερο από ένα έργο ελπίδας στη χώρα που είναι σήμερα στην κορυφή του παγόβουνου της κρίσης; Ένα έργο που γεννιέται εκεί όπου ο κόσμος όλος έχει στραμμένο το ενδιαφέρον του και που ενδεχομένως να βοηθά να δούμε τα πράγματα λίγο διαφορετικά». Για την εμπειρία του με τα μέλη της καλλιτεχνικής ομάδας αλλά και την χημεία μεταξύ τους αναφέρει: «Πρόκειται κατ’ αρχάς για καταπληκτικούς ανθρώπους, με τους οποίους μοιραζόμαστε την ίδια ευαισθησία για το μήνυμα της ανάτασης».

Την επιμέλεια των γραφικών είχε η σχεδιάστρια Alice Pesché, η οποία και αναφέρει ότι το τούνελ του Λυκαβηττού προσδίδει μια «διάσταση μυστηριώδη και μυστηριακή στο ταξίδι προς τα πάνω. Δεν ξέρεις που θα βγεις και πώς – μόνο κάποιες φωτεινές έννοιες έρχονται να δώσουν ελπίδα μέσα από τη λογική, ενώ η κιναίσθηση της ανόδου με το τελεφερίκ δρα υποσυνείδητα για να φουντώσει την ελπίδα – ανεβαίνουμε σταθερά, άρα πάμε καλά».

Η Κατερίνα Βάγια ανέλαβε την «αναμόρφωση», μια τεχνική της προοπτικής που αποκαλύπτει το θέμα από ένα και μόνο σημείο παρατήρησης στο χώρο. Όπως εξηγεί για την δουλειά της, «η αναμόρφωση είναι μια τεχνική της προοπτικής που αποκαλύπτει το θέμα σε ολόκληρη την ομορφιά του από ένα και μόνο σημείο παρατήρησης στο χώρο. Από οπουδήποτε αλλού, ο θεατής έχει μερική αντίληψη μόνο. Μπορεί βέβαια ο θεατής να «νομίζει» ότι βλέπει όλο το θέμα και από αλλού, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχει παρά μια ατελή εικόνα».

Ο σκηνοθέτης Τάσος Μπουλμέτης που μας χάρισε την ταινία ορόσημο, την «Πολίτικη Κουζίνα», υπογράφει το οπτικοακουστικό υλικό. Ο ίδιος σημειώνει σχετικά: «Το μικρό φιλμ που έφτιαξα για την εγκατάσταση το δούλεψα με απλότητα, σαν μια εσωτερική βιωματική διαδρομή από το παρελθόν στο μέλλον, από το βυθό μέχρι την κορυφή». Την πραγματοποίηση του έργου ανέλαβε η αμιγώς ελληνική εταιρεία «Πράξις». Ο μηχανικός Σπύρος Κωνσταντάκης, Project Manager του έργου σημειώνει για την εμπειρία του: «Η συνεργασία με δημιουργικούς ανθρώπους με διαφορετικές καταβολές ήταν μια πρόκληση που τελικά λειτούργησε θετικά, και το αποτέλεσμα της το βλέπουμε σήμερα αποτυπωμένο στον Λυκαβηττό».

Info:
Το Τελεφερίκ λειτουργεί 365 μέρες τον χρόνο.
Το μήκος της γραμμής είναι 210 μέτρα. Το βαγόνι έχει χωρητικότητα 34 ατόμων.
Τα δρομολόγια εκτελούνται ανά 30 λεπτά. Τις ώρες αιχμής η συχνότητα μπορεί να φτάσει τα 10 λεπτά. Ο χρόνος της διαδρομής είναι 3 λεπτά.
Η τιμή του εισιτηρίου (για ανάβαση και κατάβαση είναι 7 ευρώ.
Ωρες λειτουργίας: 9:00 π.μ. έως τις 2:30 π.μ.
Τηλέφωνο πληροφοριών: 210 7210 701

Η πρόσβαση στο Θέατρο του Λυκαβηττού είναι εφικτή από το τέρμα του Τελεφερίκ μέσω μονοπατιού που κατέρχεται προς το θέατρο. Έξω από το θέατρο υπάρχει χώρος στάθμευσης σε πλάτωμα. Η ανάβαση μέχρι εκεί με αυτοκίνητο είναι εφικτή από τη βόρεια πλευρά του λόφου (περιοχή Νεάπολης).
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v