ΠΝΟΕΣ: Οι μονάδες που αλλάζουν την πορεία της ψύχωσης στην Ελλάδα
Η ψύχωση συχνά παρεξηγείται και αργεί να αντιμετωπιστεί. Οι ΠΝΟΕΣ δείχνουν πως η έγκαιρη φροντίδα αλλάζει πραγματικά ζωές.
Η ψύχωση συχνά παρεξηγείται και αργεί να αντιμετωπιστεί. Οι ΠΝΟΕΣ δείχνουν πως η έγκαιρη φροντίδα αλλάζει πραγματικά ζωές.
Η ψύχωση εξακολουθεί να είναι ένας από τους πιο παρεξηγημένους και στιγματισμένους τομείς της ψυχικής υγείας. Παρά τις εξελίξεις, πολλοί νέοι –και οι οικογένειές τους– καθυστερούν δραματικά να ζητήσουν βοήθεια, συχνά επειδή δεν ξέρουν τι βλέπουν, δεν γνωρίζουν πού να απευθυνθούν ή φοβούνται την «ετικέτα».
Εκεί ακριβώς έρχονται οι Μονάδες Έγκαιρης Παρέμβασης στην Ψύχωση ΠΝΟΕΣ σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, δύο δομές που επιχειρούν να αλλάξουν το τοπίο στην Ελλάδα, με έμφαση στην πρόληψη, την κοινοτική ψυχιατρική και την ουσιαστική ανάκαμψη των νέων.
Μιλήσαμε με τον Στέφανο Δημητρακόπουλο, Επιστημονικό Υπεύθυνο της Μονάδας στην Αθήνα, ο οποίος περιγράφει με ακρίβεια τι σημαίνει ψύχωση, γιατί καθυστερεί τόσο πολύ η αναζήτηση βοήθειας και πώς οι ΠΝΟΕΣ αλλάζουν την πραγματικότητα των νέων που ζουν το πρώτο τους επεισόδιο.
Ο ίδιος περιγράφει τι σημαίνει «πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο» για έναν νέο και το περιβάλλον του: «Ο όρος ψύχωση αφορά σε μια ομπρέλα ψυχιατρικών καταστάσεων που χαρακτηρίζεται κυρίως από απώλεια επαφής με την πραγματικότητα ή αλλαγή του τρόπου που γίνεται αντιληπτή και συνοδεύεται συχνά από αποδιοργάνωση των ψυχικών και νοητικών λειτουργιών».
Η πρώτη εμφάνιση μπορεί να περιλαμβάνει «έντονη καχυποψία που φτάνει σε βαθμό παρανοϊκότητας, αίσθηση ότι κάτι περίεργο συμβαίνει που δεν μπορεί να εξηγηθεί ή ότι το οικείο περιβάλλον μοιάζει ξένο, ότι το άτομο βρίσκεται στο επίκεντρο ή υπό παρακολούθηση, την πεποίθηση ότι έχει ειδικές δυνάμεις ή ικανότητες, ότι βρίσκεται υπό τον έλεγχο εξωτερικών δυνάμεων, ακουστικές ή οπτικές ψευδαισθήσεις, αποδιοργάνωση σκέψης, λόγου ή συμπεριφοράς».
Ταυτόχρονα, συχνά εμφανίζονται αλλαγές στην καθημερινότητα: απομάκρυνση από φίλους, αποχή από δραστηριότητες, διαταραχές ύπνου, αυξημένο άγχος, πολλές ώρες μπροστά στην οθόνη, ακόμη και χρήση ουσιών. Η οικογένεια, όπως τονίζει, χρειάζεται να «προσεγγίσει με ενσυναισθητικό τρόπο» το άτομο, ώστε να αντιληφθεί τι βιώνει πραγματικά και να αναζητήσει έγκαιρα βοήθεια.
Παρά την κρισιμότητα της έγκαιρης παρέμβασης, η αναζήτηση βοήθειας καθυστερεί. «Είναι δυστυχώς σύνηθες να υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση», λέει. Διεθνείς μελέτες δείχνουν ότι ο μέσος χρόνος από τα πρώτα συμπτώματα μέχρι την κατάλληλη θεραπεία φτάνει τους δέκα μήνες, όταν σε άλλες παθήσεις όπως ο καρκίνος του μαστού ο αντίστοιχος χρόνος είναι λιγότερος από τρεις. Ο κ. Δημητρακόπουλος εξηγεί ότι το στίγμα, ο φόβος περί «τρέλας», η άρνηση του προβλήματος και η έλλειψη κατάλληλων δομών λειτουργούν ως ισχυρά εμπόδια. «Αντίδοτο είναι η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση της κοινότητας. Η ψύχωση δεν είναι τρέλα, είναι μια ιατρική κατάσταση που μπορεί να συμβεί στον καθένα και όσο πιο γρήγορα αντιμετωπιστεί τόσο καλύτερα».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πρώτη επίσκεψη στις ΠΝΟΕΣ έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να είναι ασφαλής, απλή και ανθρώπινη. «Την πρώτη ημέρα υπάρχει συνάντηση γνωριμίας με κάποιο μέλος της ομάδας, ώστε να γίνει μια πρώτη προσέγγιση σε σχέση με το τι προβληματίζει και ποιες είναι οι δυσκολίες», εξηγεί. Στη συνέχεια συζητιέται αναλυτικά τι προσφέρει η μονάδα και –εφόσον υπάρξει συμφωνία– κανονίζεται το επόμενο ραντεβού.
Η φιλοσοφία των ΠΝΟΕΣ διαφέρει ουσιαστικά από τα κλασικά συστήματα ψυχιατρικής παρακολούθησης. Οι μονάδες έγκαιρης παρέμβασης διεθνώς είναι σημαντικά πιο αποτελεσματικές: μειώνουν υποτροπές και νοσηλείες, αυξάνουν τις πιθανότητες επιστροφής στις σπουδές, την εργασία και την κοινωνική λειτουργία. «Οι ΠΝΟΕΣ λειτουργούν με βάση τη φιλοσοφία της κοινοτικής ψυχιατρικής στοχεύοντας όχι μόνο στην εξάλειψη των συμπτωμάτων αλλά στην ανάκαμψη και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής», τονίζει ο Δημητρακόπουλος.
Το πρόγραμμα υποστήριξης δεν είναι ποτέ ίδιο για όλους. «Η υποστήριξη εξατομικεύεται ανάλογα το ιδιαίτερο προφίλ, το οικογενειακό και πολιτισμικό υπόβαθρο και τις ανάγκες του ατόμου», εξηγεί. Το θεραπευτικό πλάνο μπορεί να περιλαμβάνει ψυχιατρική και φαρμακευτική παρακολούθηση, ατομική ψυχοθεραπεία, οικογενειακή θεραπεία, ψυχοεκπαίδευση, νοητική ενδυνάμωση, ομότιμη συμπαράσταση, ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις και συμβουλευτική για εργασία ή σπουδές. Η οικογένεια αποτελεί βασικό κομμάτι αυτής της προσπάθειας: «Η θετική εμπλοκή της οικογένειας συνδέεται με βελτίωση των συμπτωμάτων, μείωση των υποτροπών και την ανάκαμψη του ατόμου», αναφέρει, σημειώνοντας ότι η πλειοψηφία λαμβάνει οργανωμένες θεραπείες οικογενειακής υποστήριξης.
Ερωτηθείς για τη «συνταγή» της πιο αποτελεσματικής θεραπείας, ο κ. Δημητρακόπουλος αποφεύγει τις απλοποιήσεις: «Δεν υφίσταται μια μαγική συνταγή. Με άξονα την εξατομίκευση και την ολιστική προσέγγιση, οι θεμελιώδεις αρχές είναι η έγκυρη και έγκαιρη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, η βελτίωση της λειτουργικότητας και η διατήρηση καλού θεραπευτικού αποτελέσματος και πρόληψη υποτροπών».
Η ψύχωση επηρεάζει συχνά βαθιά τη σχολική, ακαδημαϊκή ή επαγγελματική πορεία ενός νέου. Για τον ίδιο, η λειτουργική επάνοδος είναι όσο σημαντική όσο και η υποχώρηση των συμπτωμάτων. Η μονάδα προσφέρει εξειδικευμένες παρεμβάσεις για την ανάκτηση δεξιοτήτων, την ανάπτυξη κοινωνικών ρόλων, τη διαχείριση στρες, την υποστήριξη σε σπουδές και την ανεύρεση εργασίας.
Το στίγμα παραμένει ένα από τα ισχυρότερα εμπόδια. «Πολλοί πιστεύουν πως τα άτομα με ψύχωση είναι “τρελά ή επικίνδυνα” ή πως “ποτέ δεν γίνονται καλά”», λέει. «Η αλήθεια είναι πως οι άνθρωποι με ψύχωση βιώνουν φόβο ή σύγχυση και είναι πιο πιθανό να αποτραβηχτούν και να βλάψουν τον εαυτό τους παρά κάποιον άλλον». Το θεωρεί μάλιστα αποτυχία των συστημάτων υγείας ότι ακόμη κυριαρχούν τέτοιες αντιλήψεις.
Σε έναν γονιό που διστάζει να ζητήσει βοήθεια, θα έλεγε ξεκάθαρα ότι η καθυστέρηση επιδεινώνει την κατάσταση: «Ο φόβος συντηρεί το στίγμα και καταδικάζει κάποιον στη νόσο, ενώ η αναζήτηση βοήθειας ανοίγει παράθυρο στη θεραπεία και την ελπίδα».
Όσο για την πιθανότητα πλήρους επανόδου, ο κ. Δημητρακόπουλος είναι κατηγορηματικός: «Είναι εξίσου στιγματιστικό να θεωρούμε πως είναι ανέφικτο». Μάλιστα, «διεθνείς μελέτες αναφέρουν πως πάνω από 30% ανακτούν μια πλήρη λειτουργική επάνοδο, ενώ περίπου 35% έχουν ικανοποιητική λειτουργικότητα».
Αν μπορούσε να αλλάξει κάτι στο σύστημα στην Ελλάδα, θα ήταν η θέσπιση εξειδικευμένων δομών ψυχικής υγείας για νέους. Η χώρα, όπως λέει, παραμένει «νοσοκομειοκεντρική» και δεν δίνει έμφαση στην κοινοτική υποστήριξη. Διεθνώς, το youth psychiatry αποτελεί αυτονόητο μοντέλο.
Από όλες τις ιστορίες που έχει συναντήσει, μία φράση συνοψίζει για εκείνον το νόημα της δουλειάς των ΠΝΟΕΣ: μια μητέρα που είπε ότι το παιδί της «θα είχε καλύτερο μέλλον εάν είχε έρθει νωρίτερα» στη μονάδα.
Κλείνοντας, θέλει κάθε νέο που νιώθει πως «κάτι δεν πάει καλά» να θυμάται το εξής: «Ο καθένας μπορεί να βρει τον εαυτό του, εάν βρει το κατάλληλο μονοπάτι για να τον φροντίσει».
Για περισσότερες πληροφορίες, μπορεί κανείς να επισκεφτεί την ιστοσελίδα www.epapsypnoes.gr.