Ακατόρθωτη μοιάζει η αθανασία σύμφωνα με νέα έρευνα

Δεν είναι τελικά πολύ πιθανό να ανατρέψουμε, ή έστω να καθυστερήσουμε, τη διαδικασία της γήρανσης, σύμφωνα με νέα διεθνή μελέτη.
Ακατόρθωτη μοιάζει η αθανασία σύμφωνα με νέα έρευνα
Μάλλον δεν θα καταφέρουμε τελικά να ζήσουμε για πάντα, διαπιστώνει νέα διεθνής μελέτη που εξέτασε το κατά πόσο είναι εφικτός ο ευσεβής πόθος της ανθρωπότητας από τότε που θυμάται την ύπαρξή της, το να καταφέρει δηλαδή να βάλει φρένο στη διαδικασία της γήρανσης και με αυτόν τον τρόπο νικήσει τον θάνατο.

Οι ελπίδες αναζωπυρώνονται κάθε φορά που ρίχνουμε μια ματιά στα στατιστικά και διαπιστώνουμε πως το προσδόκιμο ζωής συνεχίζει σταθερά να αυξάνεται –με ρυθμούς μάλιστα της τάξης των τριών μηνών ανά χρόνο, από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. «Αν αυτή η αύξηση συνεχιστεί με τους ίδιους ρυθμούς, θα είναι κάποτε λογικό να ζούμε μέχρι τα 500 μας;» γεννάται το εύλογο ερώτημα.

Σαν άλλοι αλχημιστές, επιστήμονες σε όλον τον κόσμο αναζητούν εδώ και χρόνια το ελιξίριο της νεότητας, χρηματοδοτούμενοι από κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και επενδυτές. Το ελιξίριο στην περίπτωσή μας είναι η επιβράδυνση, ή και η αναστροφή ακόμα, της διαδικασίας της γήρανσης, με τη βοήθεια μεταξύ άλλων της γενετικής και της τεχνητής νοημοσύνης. Και δεν μιλάμε για πέντε-δέκα ρομαντικούς έτσι; Αυτή τη στιγμή η συγκεκριμένη βιομηχανία δαπανά 110 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, ποσό που αναμένεται το 2025 να εκτιναχθεί στα 610 δισεκατομμύρια.

Ωστόσο, νέα διεθνής μελέτη που πραγματοποίησαν επιστήμονες από 14 χώρες έρχεται να ρίξει ταφόπλακα στα όνειρά μας, υποστηρίζοντας πως το προσδόκιμο ζωής δεν αυξήθηκε επειδή καθυστερήσαμε την γήρανση, αλλά επειδή σταματήσαμε να πεθαίνουμε νέοι.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Σούζαν Άλμπερτς από το Πανεπιστήμιο Ντιουκ της Βόρειας Καρολίνα, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications.

Για τις ανάγκες της έρευνας, συνέκριναν στοιχεία γεννήσεων και θανάτων από τους ανθρώπους και άλλα πρωτεύοντα είδη, για να διαπιστώσουν ότι υπάρχει ένα γενικό πρότυπο γήρανσης και θνητότητας, κοινό σε όλα τα είδη. «Τα ευρήματα μας υποστηρίζουν τη θεωρία ότι, αντί να επιβραδύνεται ο θάνατος, σήμερα περισσότεροι άνθρωποι ζουν περισσότερο χάρη σε μια μείωση των θανάτων στις νεότερες ηλικίες», εξηγεί ο Χοσέ Μανουέλ Αμπούρτο του Κέντρου Δημογραφικής Επιστήμης Leverhulme του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.

«Αυτό σημαίνει», προσθέτει, «ότι υπάρχουν βιολογικοί μάλλον, παρά περιβαλλοντικοί, παράγοντες που τελικά ελέγχουν την μακροζωία. Αν επιβεβαιωθούν οι στατιστικές, οι άνθρωποι ζουν περισσότερο, όσο η υγεία και οι συνθήκες ζωής τους βελτιώνονται, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η μακροζωία σε ένα ολόκληρο πληθυσμό. Παρόλα αυτά, είναι ξεκάθαρα ορατή σε όλα τα είδη μια απότομη αύξηση των θανάτων, όσο τα χρόνια περνάνε και έρχεται η γήρανση».

Η εικόνα που προκύπτει από τα στοιχεία γεννήσεων και θανάτων είναι λίγο-πολύ ίδια ανάμεσα στον άνθρωπο και τα άλλα είδη ζώων που εξετάστηκαν: Ένας υψηλός κίνδυνος θανάτου στο αρχικό βρεφικό στάδιο της ζωής, ο οποίος μειώνεται γρήγορα στα χρόνια της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας, παραμένει σταθερά σε χαμηλά επίπεδα στην αρχική φάση της ενηλικίωσης και μετά συνεχώς αυξάνει, όσο το άτομο γερνάει.

«Τα ευρήματα μας επιβεβαιώνουν ότι, στους ιστορικούς πληθυσμούς, το προσδόκιμο ζωής ήταν χαμηλό, επειδή οι άνθρωποι πέθαιναν νέοι. Όμως όσο συνεχίζονταν οι ιατρικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές βελτιώσεις, το προσδόκιμο ζωής αυξανόταν. Ολοένα περισσότεροι άνθρωποι ζουν πολύ περισσότερο σήμερα. Όμως η πορεία προς το θάνατο σε μεγάλη ηλικία δεν έχει αλλάξει. Η μελέτη μας δείχνει ότι η εξελικτική βιολογία καθορίζει τελικά τα πάντα και, μέχρι στιγμής, οι ιατρικές εξελίξεις είναι ανίκανες να νικήσουν αυτούς τους βιολογικούς περιορισμούς», καταλήγει ο δρ. Αμπούρτο.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v