Special Forces: Γαλλική δράση… χωρίς σενάριο

Μια Γαλλίδα δημοσιογράφος πιάνεται αιχμάλωτη από Ταλιμπάν, ο γαλλικός στρατός σπεύδει να τη σώσει και ο Στεφάν Ριμποζά προσπαθεί να στήσει μια υπερπαραγωγή δράσης με σεναριακές τρύπες που υποτιμούν την νοημοσύνη μας.
Special Forces: Γαλλική δράση… χωρίς σενάριο
του Λουκά Τσουκνίδα 

Οι Γάλλοι έχουν προσπαθήσει πολλές φορές να εισβάλλουν στην αμερικανοκρατούμενη αγορά των ταινιών δράσης με πανάκριβες παραγωγές και υπερφίαλα σενάρια, και ελάχιστα πράγματα έχουν καταφέρει. “Ε, και; Ακόμη μια προσπάθεια δε βλάπτει”, πρέπει να σκέφτηκαν οι εμπνευστές της υπερπαραγωγής του Στεφάν Ριμποζά με τον στεγνό αλλά εύγλωττο τίτλο “Special Forces”, μιας ταινίας που κερδοσκοπεί πάνω στην ανεξάρτητη γαλλική “παρουσία” στο Αφγανιστάν, καθώς και σε όλα τα στερεότυπα που μπορεί κανείς να απαριθμήσει με μια ανάσα, τα σχετικά με τον τόπο και όσα έχουν συμβεί εκεί τα τελευταία 20 χρόνια. Το αποτέλεσμα είναι τουλάχιστον εντυπωσιακό, αλλά δοκιμάζει επικίνδυνα την υπομονή και τη νοημοσύνη μας.

Η υπόθεση

Μια μαχόμενη ιδεαλίστρια δημοσιογράφος, ιδιαιτέρως επικριτική με τις επιλογές του γαλλικού στρατού σε σχέση με το Αφγανιστάν, βρίσκεται όμηρος ενός νεόκοπου και βρετανοθρεμμένου ηγετίσκου μιας ομάδας Ταλιμπάν μαζί με τον διερμηνέα της. Δίχως να χάσουν χρόνο, οι Γάλλοι στέλνουν μία επίλεκτη ομάδα ειδικών αποστολών μέσα στο στόμα του λύκου ώστε να τη φέρει πίσω σώα. Όμως τα πράγματα δεν πηγαίνουν όπως τα έχουν σχεδιάσει κι έτσι βρίσκονται αποκομμένοι, χωρίς μέσα επικοινωνίας, σε εχθρικό έδαφος με τους Ταλιμπάν στο κατόπι τους...



Η κριτική



Εξαρχής μπορεί κανείς να αντιληφθεί τι λείπει απ' την υπερπαραγωγή του Ριμποζά: ένας πραγματικός σταρ. Ο Τζιμόν Χουνσού είναι άψογος στο ρόλο του κι έχει όσα προσόντα χρειάζονται για να είναι πειστικός ως ηγέτης της επίλεκτης ομάδας καταδρομέων, αλλά δεν είναι κράχτης, ενώ κι η Ντάιαν Κρούγκερ δεν έχει πείσει ακόμη κανέναν ότι μπορεί να σηκώσει μια ταινία στις πλάτες της, πόσο μάλλον να δώσει το κάτι παραπάνω σε ένα μέτριο φιλμ. Οπότε, το βάρος πέφτει στις πλάτες όλων και θα έλεγα ότι ο απολογισμός είναι παραπάνω από θετικός αφού επιστρατεύθηκαν καλοί Γάλλοι ηθοποιοί, οι οποίοι υποθέτω πως διασκέδασαν μ' όλη αυτή την αλλαγή σκηνικού (τα γυρίσματα έγιναν στο Τατζικιστάν). Ας πούμε ότι το καστ κάνει ό,τι μπορεί για να κρατήσει το ενδιαφέρον σ' ένα σενάριο που τραβάει αδικαιολόγητα πολύ κι είναι γεμάτο τρύπες και απιθανότητες.

Λες και κάποιος είδε το αρχικό σενάριο, του φάνηκε πολύ αμερικάνικο –υποθέτω ότι ένας νεκρός κι ένας βαριά τραυματίας θα ήταν ο απολογισμός μιας αμερικάνικης εκδοχής της ίδιας ιστορίας— και ζήτησε κάτι πιο ρεαλιστικό, έτσι ώστε καταλήξαμε με μια εξουθενωτική και αχρείαστη οδύσσεια όπου οποιοσδήποτε μπορεί να πεθάνει ανά πάσα στιγμή, με κάθε τρόπο, με αργή ή γρήγορη κίνηση... εκτός φυσικά απ' τη δημοσιογράφο. Αυτή αποδεικνύεται δυνατότερη του δυνατότερου και πιο ψημένου καταδρομέα, ενώ κι οι Ταλιμπάν που τρέχουν με σανδάλια και ρόμπες, είναι πάντα ένα βήμα μπροστά απ' τους υπερφαντάρους των γαλλικών ειδικών δυνάμεων, αλλά κι απ' τα Σούπερ-Πούμα που υποτίθεται ότι τους ψάχνουν στις φαλακρές κορφές της βραχώδους γης στα σύνορα Αφγανιστάν με Πακιστάν.

Κι όμως, όλ' αυτά μπορεί να τα δεχτεί οποιοσδήποτε έχει δει οικειοθελώς μερικές ώρες Στίβεν Σιγκάλ ή τις ταινίες εκείνες που σκηνοθέτησε με περίσσιο μεράκι ο ίδιος ο Ντολφ Λούντγκρεν. Αυτό που δεν καταπίνεται με τίποτα είναι η πορεία πάνω στην κορυφογραμμή ενός χιονισμένου όρους για μέρες ολόκληρες, ώστε μόλις πατήσουν και πάλι ζεστό βραχώδες έδαφος, αποδεκατισμένοι και ημιθανείς, να συναντήσουν τους ίδιους Ταλιμπάν που είχαν αφήσει πίσω τους στην άλλη άκρη, σαν τον Ντρούπι που τη μια στιγμή ήταν εδώ και την επόμενη έβγαινε απ' το συρτάρι.

Και μάλιστα σε μια ταινία χωρίς ίχνος αυτοσαρκασμού, εμποτισμένη με ψευτοϊδεώδη, συναισθηματισμό του καναπέ και χαρακτήρες εντυπωσιακά άμεμπτους, πλην του δυτικότροπου Ταλιμπάν κακού που δεν έχει καν ιδανικά σαν τους ανώτερούς του, παρά μόνο φιλοδοξία και δίψα για εξουσία, ελαττώματα που τιμωρούνται υπό τους ήχους χειροκροτημάτων σε κάθε κουλτούρα και σε κάθε φιλμικό σύμπαν. Εντάξει, ο Ριμποζά κάνει καλή δουλειά με την κάμερα και το μοντάζ, δείχνει ότι “το έχει” και μια μέρα θα γυρίσει μια βαρβάτη ταινία δράσης. Απλώς, εδώ το κουράζει πολύ χωρίς λόγο, τόσο που στο τέλος εύχεσαι να πεθάνουν όλοι απ' το κρύο μπας και τελειώνει η υπόθεση.

Το “Special Forces” είναι μια ταινία που δε θα έλειπε από κανέναν. Παρ' όλ' αυτά, η δράση απουσιάζει τέτοιον καιρό απ' τις αίθουσες κι έτσι γεμίζει ένα κενό μέχρι την πολυαναμενόμενη επάνοδο των “Αναλώσιμων” του Σταλόνε.

Βγαίνουν ακόμη:

- Η ρομαντική κομεντί “Seeking a Friend for the End of the World”, το δραματικό “Darling Companion”, η ιταλική σεξοκωμωδία “Men Against Women” και, σε επανέκδοση, το “Niagara (1953)” του Χένρι Χάθαγουεϊ.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v