”Καζίνο Ρουαγιάλ”: Είδαμε τoν νέο James Bond!

Η νέα εποχή για τις ταινίες του Μποντ, ξεκινά αρκετά καλά. Ο νέος Τζέιμς Μποντ, Ντάνιελ Γκρεγκ μπορεί να μην έχει gadgets και εμπειρία, έχει όμως αυτοπεποίθηση, μάτι που... πετάει σπίθες, γοητεία που πλησιάζει εκείνη του Σον Κόνερι και δεν είναι ”ατσαλάκωτος”. Είδαμε το ”Καζίνο Ρουαγιάλ” και σας παρουσιάζουμε πρώτοι τις εντυπώσεις μας από την καινούρια ταινία του ισχυρότερου εν ”ζωή” ανδρικού προτύπου.
”Καζίνο Ρουαγιάλ”: Είδαμε τoν νέο James Bond!

Έχω δει όλες τις ταινίες με ήρωα τον φλεγματικό βρετανό υπερπράκτορα χωρίς όμως ποτέ να είμαι αυθεντικός φαν. Δε θυμάμαι ένα προς ένα τα τραγούδια του Τζέιμς Μποντ, ούτε τις εκάστοτε εκθαμβωτικές παρτενέρ του.

Παρ’ όλ’ αυτά, μπορώ να καταλάβω γιατί ο Πιρς Μπρόσναν έφτασε πιο κοντά απ’ όλους στην δημοτικότητα του Σον Κόνερι και για ποιο λόγο γίνεται τέτοιος ντόρος κάθε φορά που επιλέγεται ο διάδοχος για τον πιο στερεότυπο ρόλο στην ιστορία του σινεμά.

Το δύσκολο αυτό τεστ, καλείται αυτή τη φορά να περάσει ο Ντάνιελ Κρεγκ με τη βοήθεια του Μάρτιν Κάμπελ, σκηνοθέτη του ”Golden Eye”, της πρώτης δηλαδή και πιο αγαπητής ταινίας με τον Πιρς Μπρόσναν στο ρόλο.

Και περνάει νομίζω, με ελάχιστες ενστάσεις, όπως τα ξανθά του χαρακτηριστικά και οι υπερβολικά σφιγμένες εκφράσεις του.

Το ”Καζίνο Ρουαγιάλ” είναι το πρώτο βιβλίο του Ίαν Φλέμινγκ με το συγκεκριμένο ήρωα. Ουσιαστικά, τον παρουσιάζει στο κοινό αφού πρόκειται για την πρώτη του αποστολή ως πρόσφατα προαχθείς σε πράκτορα 007.

Με την φρέσκια άδειά του να σκοτώνει υπό μάλης, μαθαίνει τα πρώτα του μαθήματα στην δουλειά: πως πρέπει να χαλιναγωγεί το παραφουσκωμένο εγώ του και πως ένας πράκτορας δε κατεβάζει ποτέ την άμυνά του ”ή δεν έρχεται ποτέ από εκεί που τον περιμένουν”, όπως έλεγε και άλλος κινηματογραφικός ”κατάσκοπος”- Έλλην αυτός.

Αμέσως μετά την εισαγωγή και τους κλασσικού τύπου ”animated” τίτλους, μια απίστευτη σκηνή κυνηγητού μας προδιαθέτει για πολλή δράση και το κυριότερο, δράση που περιλαμβάνει έξτρα κόπο και ταλαιπωρία για τον γνωστό και ως ”ατσαλάκωτο” πράκτορα.

Πράγματι, ο Μποντ του Κρεγκ είναι μονίμως γδαρμένος και ατημέλητος, μας πείθει από την πρώτη στιγμή πως είναι κάποιος που δε θα χρησιμοποιήσει την τσατσάρα του στη μέση ενός γερού ξυλοκοπήματος και θα σκίσει χωρίς ενοχές το καινούργιο του κοστούμι. Δεν έχει τακτ όταν δέρνει και αντί του λονδρέζικου φλέγματος επιδεικνύει– στην αρχή τουλάχιστον– ένα πιο ξερό χιούμορ.

Ο ”Q” δεν υπάρχει ακόμα στη ζωή του κι έτσι δεν έχει στα χέρια του όλα τα γκατζετάκια που θα τον διευκολύνουν παρά μόνο τους κλασικούς κοριούς και το απαραίτητο ιατρικό κιτ.

Ο νέος Τζέιμς Μποντ έχει αυτοπεποίθηση, το μάτι του πετάει σπίθες και η σκληρή του όψη γοητεύει, αλλά... τον προδίδει ο ενθουσιασμός του.

Παρά το ότι δηλώνει ευθαρσώς την προτίμησή του στις παντρεμένες λόγω απέχθειας προς κάθε είδους δέσμευση, την πατάει τελικά και για πρώτη και τελευταία (;) φορά δένεται υπερβολικά με μια γυναίκα. Τη γοητευτική διοικητική υπάλληλο Βέσπερ Λιντ, που η αφεντικίνα του η ”Μ” στέλνει να τον προσέχει στην αποστολή στο Καζίνο Ρουαγιάλ. Στο ρόλο, διαπρέπει η Εύα Γκριν των ”Ονειροπόλων” του Μπερτολούτσι.

Δράση, ηθοποιοί και τοποθεσίες παίρνουν άριστα. Το αυτοαναφορικό χιούμορ επίσης. Η διάρκεια είναι αρκετά μεγάλη αλλά το πιο αδύνατο σημείο της ταινίας είναι το σενάριο. Εχθροί και απειλητικές καταστάσεις εμφανίζονται χωρίς αιτιολογία, με τη λέξη ”τρομοκράτες” να δικαιολογεί τα πάντα και την αόριστη ιδιότητα του ”βρώμικου” παρα-τραπεζίτη να παίρνει τη σκυτάλη στο σύμπαν των ”Τζειμσμποντικών” κακών.

Ο Δανός Μαντς Μίκελσεν του ”Adam’s Apples”, θα έκανε σίγουρα πιο πολλά, αλλά μάλλον δεν τον άφησαν αφού η συγκεκριμένη ταινία δεν είχε χώρο για ένα χαρισματικό ”κακό” που θα μπορούσε να κλέψει την παράσταση. Το τέλος έρχεται βιαστικά, όπως σε πολλές ταινίες τελευταία, που οι δημιουργοί τους θα ήθελαν αλλά φοβούνται να περάσουν το κατώφλι των δυόμισι ωρών.

Η νέα εποχή για τις ταινίες του Μποντ, ξεκίνησε αρκετά καλά όπως είχε ξεκινήσει και η προηγούμενη. Να δούμε τη συνέχεια.

Οι υπόλοιπες

Ο Γούντι Άλεν αψηφά τους διθυράμβους των κριτικών για τη μεταστροφή του με το ”Matchpoint” κι επιστρέφει στα παλιά κι αγαπημένα για μερικούς, με το ”Scoop”.

Βγαίνουν ακόμη το δράμα Sestry, το συμπαθές ”κι αν φύγω... Θα ξανάρθω” της Δώρας Μασκλαβάνου και το ντοκυμαντέρ ”η ζωή του Jose Antonio Gutierrez”.

Λουκάς Τσουκνίδας

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v