Κώστας Βαρώτσος: "Το σύστημα της τέχνης αποτελείται από πολλούς γελοίους"

Με αφορμή την έκθεση του στην γκαλερί Citronne στον Πόρο, ο Κώστας Βαρώτσος μιλά στο in2life, χωρίς να μετρά τα λόγια του, για όλους και για όλα: για τον Δρομέα, τους τσακωμούς του και το Υπουργείο Πολιτισμού που "είναι δημιούργημα της Χούντας".
Κώστας Βαρώτσος: Το σύστημα της τέχνης αποτελείται από πολλούς γελοίους
Συνέντευξη στον Γιάννη Ασδραχά

Σαν την στιγμή που σπάει ένα πολύτιμο οικογενειακό κειμήλιο. Έτσι ο εικαστικός Κώστας Βαρώτσος παρομοιάζει το άτιτλο έργο του, μία ελληνική σημαία από γυαλί που βρίσκεται θρυμματισμένη πάνω στο λευκό μάρμαρο. Προκλητική εγκατάσταση που θα μπορούσε η εννοιολογική της υπόσταση να φιλοξενείται εντός των ορίων κάποιας διεθνούς μπιενάλε.

Η ανατροπή είναι ότι βρίσκεται στον Πόρο, και στην γκαλερί Citronne. Είναι η πρώτη φορά που ο Κώστας Βαρώτσος, καλλιτέχνης του οποίου το έργο μετρήθηκε αυστηρά εκτός της ελληνικής πραγματικότητας και επικράτειας, αφήνει το κέντρο για την περιφέρεια. Παρουσιάζοντας έργα (έως τις 13 Ιουλίου) που δημιουργήθηκαν ειδικά για τον χώρο της Citronne (σε επιμέλεια Τατιάνας Σπινάρη – Πολλάλη).

«Η έκθεση γεννιέται στη γκαλερί», τονίζει ο ίδιος, δείχνοντας τα δεκατρία in situ έργα που οι διαστάσεις τους ξεκινούν από μερικές δεκάδες εκατοστά και καταλήγουν σε αρκετά μέτρα. Πρόκειται για σχέδια, γλυπτά με μέταλλο και γυαλί, επιτοίχια γλυπτά με μεμβράνες και οπτικές ίνες. «Το έργο του εκφράζει ένα προβληματισμό γύρω από τη "γλώσσα" της τέχνης και τις δυνατότητες της επικοινωνίας της με τον θεατή», σημειώνει η Τατιάνα Σπινάρη -Πολλάλη. «Απορρέει από την αίσθηση της περιρρέουσας ιστορικής ατμόσφαιρας σε μνημειακές εικόνες – σύμβολα, που αναδύονται από το ασυνείδητο και χαρακτηρίζονται από την οικονομία της φόρμας τους», προσθέτει.

Με τον Κώστα Βαρώτσο μιλήσαμε στην εσωτερική αυλή της γκαλερί, με φυσικό σκηνικό τα γλυπτά του. Χωρίς να μετράει τις λέξεις μίλησε «ανοιχτά», αν όχι προκλητικά, ξεφεύγοντας απ’το αποδεκτό «εικαστικό» πλαίσιο, για την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία.

Πότε πραγματοποιείτε μία έκθεση; Όταν αισθάνεστε ότι έχετε κάτι να πείτε;
Συνήθως πάντα έχεις κάτι να πεις. Άρα το να κάνεις έκθεση μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή, και έχει σχέση με αυτό που λέμε έρευνα. Δεν παρουσιάζω κάποια έργα που απλά τα μεταφέρουμε κάπου, είναι ένα εργαστήρι. Φέρνω τα υλικά μου και δουλεύω, ας πούμε, σε ένα δημόσιο χώρο. Έτσι ώστε να αφήσω περιθώρια, πάω ένα βήμα πιο μπροστά. Η ουσιώδης διαφορά της έκθεσης από ένα μόνιμο έργο έγκειται στην εφήμερη διάστασή της. Σου δίνει τη δυνατότητα να «παίξεις» με πράγματα που στο δημόσιο χώρο δεν μπορείς να τα πεις. Είναι μία υπόθεση η οποία προκύπτει ανάλογα με τον καλλιτέχνη. Για μένα η γκαλερί και τα μουσεία απευθύνονται περισσότερο σε ανθρώπους που αγαπάνε την τέχνη και είναι "ειδικοί" εντός εισαγωγικών. Είναι μία ομάδα που δεν εκπροσωπεί γενικά τον κόσμο. Δυστυχώς, οι γκαλερί και τα μουσεία έχουν χάσει αυτήν την μαζικότητα. Η έκθεση συντελεί ένα διάλογο με τους ειδικούς: φίλους, καλλιτέχνες, συλλέκτες.

Δηλαδή αφορούν ένα περιορισμένο κοινό «ειδημόνων»;
Είναι σαφώς ένα πιο περιορισμένο κοινό. Η μοντέρνα τέχνη απομακρύνθηκε λίγο από το πλατύ κοινό. Συνέβη για πολλούς λόγους. Επειδή η αυτοαναφορικότητα του μοντερνισμού και της ιδεολογικής του υπόστασης την απομάκρυνε από αυτό που λέγεται κουλτούρα πραγματική. Βασιζόταν στην αναλυτική σκέψη, οπότε δεν την ενδιέφερε το περιβάλλον και το πλαίσιο όπου δρούσε. Οι καλλιτέχνες παρουσίαζαν ένα έργο χωρίς να ενδιαφέρονται πού βρίσκεται. Δηλαδή αν ήταν εσωτερικός χώρος, λαϊκός χώρος ή κάτι άλλο. Το πρόβλημα τους ήταν η άποψη, η έννοια, η εννοιολογικότητα, γεγονός που τους απομάκρυνε από την πραγματικότητα. Κι έτσι άρχισαν να νιώθουν ότι άλλα είδη αισθητικής τους έκλεβαν την παράσταση, όπως η αρχιτεκτονική.

Υπάρχουν κάποια όρια, κάποια στεγανά στο δημόσιο χώρο; Είστε δηλαδή περιορισμένος όταν συνδιαλέγεστε με τον δημόσιο χώρο;
Δεν τίθεται θέμα ελευθερίας. Σε οποιαδήποτε δράση υπάρχουν κανόνες. Δηλαδή και στην φύση υπάρχουν κανόνες, όπως όταν βάζεις το χέρι σου στην φωτιά και καίγεσαι. Απλώς οι κανόνες διαφέρουν. Στον δημόσιο χώρο μιλάμε για πραγματική πολιτισμική υπόσταση. Άρα είναι ένα φυσικό περιβάλλον. Αν υποθέσουμε ότι το ανθρώπινο είδος είναι ένα φυσικό φαινόμενο τότε και το παράγωγό του, η πόλις, διέπεται από τους κανόνες της φύσης. Αυτό το λαμβάνεις υπόψη σου επειδή για να κάνεις μία πρόβλεψη στα φυσικά φαινόμενα χρειάζεσαι εις τη νιοστή δύναμη και πληροφορίες. Είναι απειρικές οι πληροφορίες για να μην κάνεις λάθος.

Ο μοντερνισμός δρούσε ανεξάρτητα από αυτό επειδή πίστευε πως το αντικειμενικά σωστό εφαρμοζόμενο στην πραγματικότητα θα λειτουργήσει. Και βέβαια με μαθηματική ακρίβεια δεν λειτουργούσε. Έτσι είχαμε και στην πολιτική ανάλογα φαινόμενα αποτυχιών: το ναζισμό, τον φασισμό, τον κουμμουνισμό. Ήταν ιδεολογίες που πίστευαν σε αυτό που λέμε αντικειμενικά σωστό. Μιλάω για εξισώσεις που βασίζονταν σε κάποια στοιχεία και σε κάποιες αλήθειες οπωσδήποτε. Όμως δεν ήταν σωστό στη Ρωσία που βάσει κάποιων εξισώσεων υπήρχαν τα Γκούλαγκ. Ακόμα και ο φασισμός είχε μία αντικειμενική σκέψη. Εκείνη την εποχή μπορούσε να σε ξεγελάσει. Ιδίως άμα έβλεπες την πρώτη περίοδο του Μουσολίνι. Κατάφερε να ενώσει την Ιταλία και να κάνει τρομερά έργα.

Σύμφωνα με την θεωρία του χάους, δεν ξέρεις όταν επεμβαίνεις στο φυσικό περιβάλλον τις αντιδράσεις που μπορεί να έχεις. Θα σας φέρω και παραδείγματα πιο απλοϊκά. Βλέπε την πλατεία Ομονοίας. Η πλατεία ως σχέδιο στην οθόνη του υπολογιστή, ήταν εξαιρετικά ωραίο, ενδιαφέρον και σωστό. Εφαρμόστηκε όμως στην πράξη και δεν λειτουργεί. Τα δεδομένα της φύσης, του αστικού περιβάλλοντος είναι διαφορετικά. Δεν ψέγω τους αρχιτέκτονες που τη σχεδίασαν, θέλω ωστόσο να εξηγήσω την προβληματική σχέση που έχουμε με την πραγματικότητα. Αυτό συνέβη και στην πολιτική...

Εσείς πώς χειριστήκατε το δημόσιο χώρο; Πώς συνδυάσατε θεωρία και πράξη;
Γυρίζοντας στο δημόσιο έργο έκανα ακριβώς το αντίθετο, πειραματικά αρχικά. Το ίδιο το έργο μου έδωσε μερικές κατευθυντήριες. Από τις αντιδράσεις του κόσμου κατάλαβα ότι ουσιαστικά υπάρχει μία σχέση του καλλιτέχνη που είναι διαμεσολαβητική προκειμένου να εκφραστεί το πολιτιστικό φαινόμενο. Άρα οι πληροφορίες που πρέπει να πάρεις από τον πραγματικό χώρο είναι στην νιοστή δύναμη. Άρχισα να λειτουργώ πειραματικά στο Τορίνο συνεργαζόμενος με τον Δήμο της πόλης. Συνέχισα με την δουλειά μου στην πλατεία του Ρέντη. Όποτε θα αναλάβω ένα δημόσιο έργο θα κοιτάξω να έχω όσο το δυνατό περισσότερες πληροφορίες για τον χώρο που θα εγκατασταθεί. Για παράδειγμα στην Λουκέρνη, είναι ένα «ελβετικό» έργο. Δηλαδή στην Ελβετία και οπουδήποτε αλλού δεν μπορείς να μην λάβεις υπόψη σου την κουλτούρα της χώρας. Την σημειολογική υπόσταση του τόπου. Δεν μπορείς να πας απλά έτσι να «κοπανήσεις» ένα έργο και να μην σκεφτείς τίποτα. Θα δημιουργηθούν προβλήματα.

Μια και λέμε για την αλληλεπίδραση χώρου και έργου, ο Δρομέας με ποιο σκεπτικό στήθηκε;
Ο Δρομέας ήταν ένα πολιτισμικό σοκ, και αυτό δεν αφορά το ότι ήταν διαφορετικός. Ο κριτικός λόγος της εποχής δεν μπόρεσε να τον αποκωδικοποιήσει. Τον έβλεπαν και αναρωτιόντουσαν: είναι καλό ή κακό έργο; Μερικοί τον αγάπησαν και άλλοι τον μίσησαν. Ένας δημοσιογράφος έγραψε εκείνη την εποχή ότι «έγινε και ο καταπληκτικός δρομέας του γλύπτη Κώστα Βαρότσου πανομοιότυπος των Παρισίων». Τον πήρα τηλέφωνο να τον ρωτήσω τι εννοεί επειδή πίστευα ότι ισχυριζόταν ότι αντέγραφα κάποια ιδέα, κάποιο κίνημα. «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, εγώ το είπα για…  καλό», μου εξήγησε. Καλό θεωρούσε ότι έμοιαζε σαν να ήρθε από το Παρίσι. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι η Ελλαδίτσα είχε βγάλει κάτι πρωτογενές. Έπρεπε κάπου να μοιάζει γιατί αλλιώς δημιουργεί πανικό.

Δυστυχώς, το επαναλαμβάνω, αυτό συνέβη και στην πολιτική και την οικονομία και την παραγωγή στην Ελλάδα. Δημιουργήθηκε ένα σύστημα που έπρεπε να μοιάζει με κάτι. Ένα άλλο πράγμα που συνέβη εδώ είναι ότι απενεργοποιήσαμε τις δημιουργικές δυνάμεις σε όλους τους τομείς από τις πρωτογενείς ιδέες. Η πρωτογενής ιδέα ήταν κατακριτέα, την γελοιοποιούσαν, την κορόιδευαν, την χλεύαζαν. Ο δρομέας χλευάστηκε αλλά προστατεύτηκε από τον ίδιο τον κόσμο. Πολλοί με έχουν ρωτήσει γιατί δεν έσπασαν ποτέ το έργο τόσα χρόνια. Η απάντηση μου είναι επειδή ο δρομέας δεν ανήκει στην εξουσία αλλά στον κόσμο, είναι ένα έργο αυτόνομο από την πολιτική ίντριγκα παρ' όλο που έγινε από ένα Δήμο. Ακόμα προσπάθησαν να πολιτικοποιήσουν κάποιοι γελοίοι το έργο, να το εκμεταλλευτούν. Τότε η Αριστερά είχε σοκαριστεί διότι νόμιζε ότι αυτή έλεγχε τον πολιτισμό. Ξαφνικά τους βγήκε ο Έβερτ με τον «Δρομέα». Άρχισε μια διαμάχη που στην αρχή με τρόμαξε. Αλλά μετά γελούσα.

Πώς ξεκίνησε το project;
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Ξαρχάκος –που ήταν δημοτικός σύμβουλος– με φώναξε στο πνευματικό κέντρο του Δήμου Αθηναίων και μου είπε: θα μας κάνεις ένα εργάκι εδώ στην Αθήνα. Είπα την ιδέα και έτσι ξεκίνησε. Κι έφτασε το MTV στην Ευρώπη να ανοίγει τα πρόγραμμα του με τον δρομέα. Το σύστημα της τέχνης αντέδρασε με ένα ανήκουστο τρόπο. Προσβλήθηκε, σοκαρίστηκε γιατί δεν έλεγξε το πράγμα. Άρχισαν να μου κόβουν καλημέρες και να μην με καλούν σε εγκαίνια. Από το 1988 και τα επόμενα δέκα χρόνια δεν έχω καμία έκθεση στην Ελλάδα. Το σύστημα της τέχνης αποτελείται από πολλούς γελοίους τύπους. Πήρα την βαλίτσα μου και είπα άντε γεια. Κι έκανα καριέρα στο εξωτερικό.

Είχατε φύγει όμως ξανά ήδη από το 70 , όταν ακόμα έλεγχαν την Ελλάδα οι συνταγματάρχες.
Είμαι ένας άνθρωπος που όλο φεύγω. Είναι μία εσωτερική υπόθεση. Βεβαίως η Χούντα ήταν μία σπαστική κατάσταση και πολιτικά γελοία. Το ότι έφυγα ήταν φυσιολογικό. Δεν γινόταν διαφορετικά

Τώρα με την κρίση –ό,τι μπορεί να σημαίνει πραγματικά από την πληροφόρηση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης– σας βγαίνει ανάλογη τάση φυγής;
Όχι, εγώ είμαι ένα δέντρο αυτού του βουνού. Δεν μεγαλώνω στα βόρεια κλίματα, θα ξεραθώ. Είμαι αποφασισμένος να ζήσω στην Ελλάδα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και κατάσταση. Δεν θα με διώξουν, ενώ θα μπορούσα να μένω οπουδήποτε. Στην Νέα Υόρκη, στην Ρώμη στο Παρίσι. Τώρα τέλειωσα ένα έργο στη Λουκέρνη, ετοιμάζω ένα στην Μόντενα και έπονται η Ελβετία και η Αμερική. Αποφάσισα να μένω εδώ και θα το διεκδικήσω. Νομίζω ότι σε αυτή την κρίση αυτό που γίνεται λάθος είναι που υπερκτιμάται το αντικειμενικά σωστό. Το Μνημόνιο ήταν κάτι το αντικειμενικά σωστό. Την εποχή του φασισμού, δεκαετία του 1930, αν ήσουν πολίτης της Ιταλίας θα ήσουν φασίστας. Παράδειγμα, οι φουτουριστές που ήταν φασίστες. Όμως ο φασισμός εξελίχθηκε μέσα σε ένα λάθος. Το ίδιο συμβαίνει και με το Μνημόνιο. Το αντικειμενικά σωστό εφαρμοσμένο σε πραγματικά μεγέθη είναι καταδικασμένο να αποτύχει.

Δεν καταλαβαίνουν ότι η οικονομία είναι κάτι που γεννιέται από την πολιτισμική διαστρωμάτωση. Εάν δεν προσδιορίσεις αυτή την λεπτομέρεια της γέννησης της ιδέας η οποία δημιουργεί πολιτισμό αλλά και οικονομία και αν δεν την προστατεύεις αυτήν την ιδέα, δεν θα έχεις ποτέ οικονομία. Εδώ πιστεύουν ότι ένα οποιοδήποτε σύστημα από τεχνοκράτες διεθνούς επιπέδου μπορεί να λύσει το πρόβλημα της Ελλάδας. Λένε «θα κάνουμε αυτό και το άλλο και σε τρία χρόνια θα έχουμε αυτό το αποτέλεσμα». Αυτά είναι γελοία πράγματα, δεν γίνονται. Εντούτοις, νομίζουν οι Αγγλοσάξονες και οι Γερμανοί ότι μπορούν να τα εφαρμόσουν. Όπως την δημοκρατία, για παράδειγμα στο Ιράκ, έτσι ώστε να γίνει Νέα Υόρκη και Παρίσι το Αφγανιστάν. Λένε «εδώ και τώρα θα σας εκδημοκρατίσουμε». Αυτά είναι όχι μόνο αστεία αλλά και ύποπτα πράγματα. Η εφαρμογή των ιδεών είναι μεγάλο λάθος. Πρέπει να αφήσουμε τις ιδέες να γεννιούνται και να τις προστατεύουμε. Για αυτό πιστεύω ότι δεν πρέπει να υπάρχει υπουργείο πολιτισμού.

Δηλαδή; Τι να κάνει; Να ελέγχει; Να πατρονάρει;
Στην Ελλάδα το υπουργείο πολιτισμού είναι δημιούργημα της χούντας. Στην Ευρώπη τα πρώτα υπουργεία πολιτισμού καθιερώθηκαν στην Ιταλία από το καθεστώς του Μουσολίνι και στη Γερμανία από τους Εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ. Ο λόγος ήταν ότι ήθελαν να ελέγξουν τον πολιτισμό, επειδή είχαν άποψη. Μάλιστα, κάποιες από τις απόψεις τους ήταν σωστές. Στην Ιταλία για παράδειγμα εκείνη την περίοδο έγιναν καταπληκτικά πράγματα στην αρχιτεκτονική. Έχει έρθει καιρός να αρχίσουμε να το λέμε αυτό. Ωστόσο βλέπουμε ότι ακόμα και σήμερα η λογική των φασιστικών καθεστώτων συνεχίζεται, με το «θα σας εκπαιδεύσουμε». Στην Ελλάδα έρχεται το ΠΑΣΟΚ ή η ΝΔ και έχουν άποψη για τον πολιτισμό. Ο πολιτισμός είναι κάτι αυτοφυές και χωρίς ήλιο ξεραίνεται. Όταν αρχίσει να χρηματοδοτεί το Υπουργείο Πολιτισμού καταστράφηκε το θέμα. Ο πολιτισμός έχασε την πραγματική του υπόσταση, είναι δηλαδή καθοδηγούμενος. Όσο και ανεξάρτητο να σε κάνουν να αισθάνεσαι, από την στιγμή που σου δίνουν χαρτζιλίκι είσαι υποχείριο. Μοιάζει με ένα τύπο 40 χρονών που τον χρηματοδοτεί η μητέρα του. Είναι σαν να του έχουν κόψει τα πόδια. Κάτι που εγώ δεν το δέχομαι και γι' αυτό δεν έχω πάρει ποτέ χρήματα από το ΥΠΠΟ και δεν έχει έρθει ποτέ Υπουργός σε εκδήλωση μου. Δεν έχω σχέση με αυτό το σύστημα. Στη Μπιενάλε είχα σχέση με το υπουργείο και «σκοτωθήκαμε». Έγινε κόλαση.

Ο πολιτισμός για να δουλεύσει χρειάζεται όμως καύσιμο!
Δεν είναι εκεί το θέμα. Τα υπουργεία πολιτισμού είναι προεκλογικά κέντρα του κάθε κόμματος και χρησιμοποιούν τις χρηματοδοτήσεις, τα μικρά πολιτιστικά κέντρα ανά την Ελλάδα για να τροφοδοτούν ψήφους. Κάνουμε λάθος όταν μπερδεύουμε την οικονομία με τον πολιτισμό. Είναι διαφορετικά πράγματα. Μπορεί ο πολιτισμός να δημιουργήσει οικονομία, με την ενέργεια που θα εκπέμψει εκ των υστέρων. Αλλά ο ίδιος ο πολιτισμός δεν έχει καμία σχέση με την οικονομία. Όταν ο Καραμανλής πρότεινε στον Πικιώνη τους πεζόδρομους στην Ακρόπολη, δεν υπήρχε καμία υπόσχεση χρηματοδότησης. Ο Πικιώνης έφτιαξε το δάπεδο μπαίνοντας στη μαγεία του, επιλέγοντας μία μία τις πέτρες, δεν τον ενδιέφερε αν θα του έδινε ο Καραμανλής δέκα ή δεκαπέντε φράγκα παραπάνω. Εγώ όταν έκανα το έργο βουνό στην Ιταλία δεν συζήτησα καν την αμοιβή. Με τον Δρομέα το ίδιο. Δεν πήρα τίποτα, τον δώρισα στην Αθήνα.

Είχαν ειπωθεί διάφορα εκείνη την εποχή για την αμοιβή σας...
Δεν πήρα όμως τίποτα. Πήρα μισό εκατομμύριο δραχμές για τα έξοδα μου -φως, νερό, τηλέφωνο και τα σάντουιτς των εργατών. Για να καταλάβετε, κατέβαιναν οι υπάλληλοι του πνευματικού κέντρου το βράδυ στην Ομόνοια και κολλούσαν τζάμια στο έργο. Και αυτό επειδή δεν είχαμε λεφτά να πληρώσουμε εργάτες. Ερχόντουσαν όμως.

Στην έκθεσή σας στον Πόρο έχετε και έργα που ξαναγυρνούν σε παλαιότερες φόρμες. Είναι μία ανάγκη επιστροφής στο παρελθόν;
Ναι. Έρχεται μία στιγμή στη ζωή των ανθρώπων που είσαι αντιμέτωπος με το παρελθόν που συνήθως είναι γεμάτο λάθη, πίκρες, στεναχώριες και ωραίες στιγμές. Έρχεται η στιγμή της επαλήθευσης. Υπάρχει ένα έργο που μοιάζει με το αρχαϊκό γλυπτό που βρίσκεται στο μουσείο της Ελευσίνας, τη Φεύγουσα Κόρη. Δηλαδή τρέχεις μπροστά αλλά βλέπεις πίσω, ανακαλύπτεις ότι κάτι σε κυνηγάει. Και αυτό δεν είναι μόνο κάτι που αφορά εμένα αλλά την ίδια την χώρα. Κοιτάμε πίσω σαν μία στιγμή της Φεύγουσας Κόρης. Αν μπορούσα να χαρακτηρίσω την στιγμή που ζούμε, είναι της φεύγουσας κόρης.

Ποια είναι η χροιά της ματιάς στο παρελθόν;
Είναι και κριτική, έχει και θετικά στοιχεία επειδή κάποιοι στο παρελθόν είχαν πει και αλήθειες. Κάποιοι είχαν πει ότι οδηγούμεθα στον βράχο. Δυστυχώς, μεταφέραμε στην Ελλάδα την έννοια του αμερικανικού λαϊκισμού. Είναι μία μορφή λαϊκισμού, χωρίς κακό τρόπο, που ισχύει από την ίδρυση του αμερικάνικου κράτους. Βασίζεται στο γεγονός ότι ένα παιδί του λαού χωρίς γνωριμίες και δυνατότητες εν δυνάμει μπορεί να κάτσει στην θέση του Προέδρου της χώρας. Υπόθεση που δεν ισχύει στην Αγγλοσαξονική επικράτεια, που υπάρχει η αριστοκρατία. Αυτόν τον λαϊκισμό τον μεταφέραμε στην Ελλάδα αλλά με μία θεμελιακή διαφορά: μας λείπει η προτεσταντική ηθική.

Δηλαδή στην Αμερική αν για παράδειγμα παρενοχλήσεις μία γυναίκα, πηγαίνεις φυλακή. Όχι γιατί έτσι λέει ο νόμος, αλλά αυτό που έκανες προσβάλει μία ηθική υπόσταση και παραβιάζει την καθημερινή κουλτούρα. Όπως το αν δεν πληρώσεις τους φόρους, δεν είναι μία υπόθεση νόμου, αλλά παραβίαση της ηθικής τάξης. Για αυτό υπάρχουν περιπτώσεις στην Αμερική όπου μεγάλοι βιομήχανοι οδηγούνται σιδηροδέσμιοι στην φυλακή επειδή δεν πλήρωσαν ένα μέρος του φόρου. Εμείς εφαρμόσαμε τον αμερικάνικο λαϊκισμό χωρίς ηθική και έγινε το μπάχαλο. Ο φτωχός για παράδειγμα είπε «γιατί να μην είμαι και εγώ εκατομμυριούχος;» και τότε άρχισε η αγωνία της διαφθοράς χωρίς κανένα ηθικό πλαίσιο, που δημιούργησε τις συνθήκες της καταστροφής.

Στην τέχνη έχει αντανάκλαση η περίοδος που διανύουμε;
Θα δώσω ένα παράδειγμα από το εξωτερικό. Ο Ντεμιάν Χιρστ έκανε δικιά του δημοπρασία και πούλησε ένα έργο με διαμάντια. Δηλαδή ο καλλιτέχνης προσθέτει πολύτιμους λίθους στο έργο με την βεβαιότητα πως αυτό που γοητεύει τον θεατή είναι το κόστος των υλικών και εντέλει πως για αυτό τον λόγο το έργο του αξίζει πραγματικά. Αυτή η μεταστροφή του πολιτιστικού προϊόντος σε πλούτο δημιούργησε μία καταστροφή. Χάθηκε η ηθική υπόσταση, έγινε δηλαδή μπίζνες. Υπάρχουν συλλέκτες που έχουν δημιουργήσει ένα είδος χρηματιστηρίου της τέχνης. Δηλαδή, λένε ο Βαρώτσος πόσα έργα έκανε φέτος; Πέντε. Πόσες δημοσιεύσεις είχε; Εκατό. Με αυτά τα στοιχεία κάνουν γραφήματα για τους καλλιτέχνες, παρόμοια με αυτά των μετοχών στο χρηματιστήριο. Έχουν βάλει άλλες συνιστώσες σε αυτά τα γραφήματα όπως οι εκθέσεις σε μουσεία, οι δημοσιεύσεις σε περιοδικά ειδικευμένα, λέγεται "Art Facts" και στο διαδίκτυο δημοσιεύουν τα πάνω και τα κάτω ενός καλλιτέχνη.

Αυτό δεν έχει σχέση με την τέχνη, είναι υπόθεση κάποιων τρελών. Είναι φαινόμενα των καιρών που οδήγησαν στην απομάκρυνση από ποιότητες όπως είναι η σχέση με τον κόσμο και το τι υπάρχει εντέλει γύρω γύρω. Η τέχνη έγινε μία κατάσταση που θυμίζει αυτούς που παίζουν μπαρμπούτι. Κάποιοι παίζουν στο κέντρο και γύρω τους βρίσκονται ένα σωρό άλλοι. Αλλά κανείς δεν ενδιαφέρεται για αυτούς. Είναι μία υπόθεση άρρωστη.

Το έργο σας με την σπασμένη ελληνική σημαία ερμηνεύει την ελληνική συγκυρία που διανύουμε;
Πρέπει να κοιτάξουμε στο παρελθόν μας και να δούμε γιατί μας έσπασε το βάζο το καλό, το κινέζικο. Οι αστικές οικογένειες είχαν πάντα ένα καλό πράγμα, π.χ. το παράσημο του παππού. Δεν ήταν μόνο οικονομικό το θέμα, ήταν η υπόσταση, η καταγωγή της οικογένειας. Ένα σύμβολο που παρουσίαζε κάποιες αξίες και ποιότητες της οικογένειας, τις οποίες ξαφνικά μετά από ατύχημα τις χάσαμε. Εγώ έτσι νιώθω. Ήταν σαν να έπεσε η σημαία, το πιο πολύτιμο πράγμα. Έσπασε το έμβλημα. Δεν είμαι εθνικιστής, αλλά έχω εθνική συνείδηση. Πιστεύω πως πρέπει να έχουμε και ευρωπαϊκή συνείδηση, αλλά την χάσαμε επειδή μπήκαμε σε μια διαδικασία αντιπαράθεσης. Είναι λοιπόν σαν να κυμάτιζε η σημαία και ξαφνικά να έσπασε. Εκπροσωπώ με το έργο μου τη στιγμή αυτή. Οι καλλιτέχνες πρέπει να λένε την αλήθεια και να εκφράζουν το συναίσθημα του κόσμου. Δεν πρόκειται για μία πολιτική συμπεριφορά αλλά για ποιητική αίσθηση του κόσμου. Είδα ότι ο κόσμος το κατάλαβε, γιατί μου είπε «με ακουμπήσατε».

* Πληροφορίες για την έκθεση του Κώστα Βαρώτσου στην γκαλερί στο τηλ. 22980-22401, κινητό: 6979 989684 ή στην ηλεκτρονική διεύθυνση [email protected]

* Ακολουθεί η ατομική έκθεση του Γιάννη Αδαμάκου, «Shadows», 16 Ιουλίου – 12 Σεπτεμβρίου.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v