Μ. Θεοφυλακτόπουλος: "Ένας ζωγράφος δεν μπορεί να τα αποδώσει όλα"

Με αφορμή τη μεγάλη αναδρομική έκθεσή του στο Μουσείο Μπενάκη, ο Μάκης Θεοφυλακτόπουλος μιλά στο in2life για το έργο του και για το πώς αντιλαμβάνεται την τέχνη, με τον τρόπο που θα το έκανε ένας καλός αφηγητής.
Μ. Θεοφυλακτόπουλος: Ένας ζωγράφος δεν μπορεί να τα αποδώσει όλα
του Γιάννη Ασδραχά

Δεν είναι η εικόνα αυτή που απασχολεί τον εικαστικό Μάκη Θεοφυλακτόπουλο, αλλά η αύρα που λίγοι έχουν την ικανότητα να διακρίνουν και που μπορούν να την φανερώσουν αποκωδικοποιημένη. Πρόκειται για την αίσθηση που φανερώνεται σε ειδικές καταστάσεις: όπως με τον ίλιγγο που προκαλεί η ταχύτητα της μοτοσυκλέτας, ή ένα περίγραμμα ανθρώπου που η κατάστασή του εμφανίζεται όχι ύστερα από προγραμματισμένες κινήσεις, αλλα υποσυνείδητες.

«Πότε τελειώνει μία ζωγραφιά; Όταν πιά δεν σου επιτρέπεται να την αγγίξεις» σημειώνει ο ίδιος ο καλλιτέχνης και στο «Μουσείο Μπενάκη» της οδού Πειραιώς ανοίγει αυτούς τους ανέγγιχτους κόσμους που δημιούργησε. Μία μεγάλη αναδρομική έκθεση που χαράζει στους χώρους του μουσείου την λεωφόρο της διαδρομής του και που οδηγεί στους κυριότερους σταθμούς μιας περιόδου δημιουργίας πενήντα χρόνων.

Δανειζόμαστε ένα κομμάτι του τεχνοκριτικού Χάρη Καμπουρίδη από τον κατάλογο της έκθεσης για τον Μάκη Θεοφυλακτόπουλο: «από την δεκαετία του 1960 ήδη, ηγετική μορφή του ελληνικού εξπρεσιονισμού, προσωπικότητα έντονη και συχνά εμβληματική για τον εικαστικό καλλιτεχνικό κόσμο αλλά και τις ανησυχίες μίας ολόκληρης γενιάς». Στον ίδιο κατάλογο χαρακτηρίζεται ως «ζωγράφος εξαιρετικών επιδόσεων, με ευρύτατη αποδοχή μεταξύ των φιλότεχνων, των τεχνοκριτικών αλλά και των ομότεχνων του».

Ο ομότεχνός του Χρόνης Μπότσογλου αναφέρει: «μπορούμε να πούμε ότι η φόρμα περιέχει το σχήμα, της γραφής της, το χώρο της. Ας δούμε πώς σχεδιάζονται οι μορφές με περίγραμμα άλλοτε χρωματιστό, άλλοτε ανάγλυφο, άλλοτε οργανωμένο, άλλοτε με διαφορετικούς ρυθμούς της πινελιάς, μέσα και έξω (…). Ανακαλύπτουμε την πολυπλοκότητα αυτής της ασκητικής ζωγραφικής που μας κοινωνεί καινούργιες εμπειρίες».

Συναντήσαμε τον καλλιτέχνη λίγες ώρες πριν ανοίξει η έκθεση του στο αίθριο του μουσείου Μπενάκη. Μας μίλησε τόσο για το έργο του όσο και για το πώς αντιλαμβάνεται την τέχνη. Μας μίλησε χρησιμοποιώντας αρκετές φορές παραδείγματα, όπως ένας καλός αφηγητής που ξέρει την κατάλληλη δόση μαγείας που χρειάζεται η πραγματικότητα για να είναι αληθινή.

Μπορείτε να μας δώσετε μία ερμηνεία του τίτλου; Τι σημαίνει για εσάς η ύλη;
Ένα γνώριμο χαρακτηριστικό σε ένα μεγάλο μέρος στην δουλειά μου είναι η παρουσία μίας έντονης ύλης, η οποία δεν τοποθετείται αλλά προκύπτει μέσα από την διαδικασία και την επεξεργασία μίας εικόνας η οποία σταθερά αλλάζει. Τα στοιχεία της, τα ίχνη της προηγούμενης δουλειάς, άλλες φορές σκεπάζονται εντελώς, και άλλοτε κρατιούνται. Εν τέλει κάνουν ένα διάλογο με τις καινούργιες ιδέες που προκύπτουν αλλά δεν προϋπάρχουν. Τα ίχνη της "καταστροφής", εντός εισαγωγικών, κάποιων επιφανειών μπορεί να δείχνουν και τυχαία γεγονότα. Τα οποία όμως στην συνέχεια επιλέγονται, παύουν, δεν είναι τυχαία. Από την παραπάνω διαδικασία ξεπήδησε ο τίτλος της έκθεσης.

Πώς εκλαμβάνετε αυτή την μεγάλη έκθεση που πραγματοποιείτε επετειακά με την συμπλήρωση 50 χρόνων εικαστικής σας παρουσίας; Ως ορόσημο, αναδρομή, έναρξη νέου κύκλου ή κατάθεση των πεπραγμένων μίας ζωής;
Θέλω να διευκρινίσω πως τα πενήντα χρόνια δεν αφορούν την παρουσία μου στα εικαστικά δρώμενα αλλά την προσωπική μου ενασχόληση με την τέχνη. Την αναδρομική έκθεση την θεωρώ μία ευκαιρία να παρατηρήσω ξανά από μία ασφαλή χρονική απόσταση πράγματα που έχουν γίνει πριν από 30, 40, και 50 χρόνια. Έχω μία περιέργεια για το πώς θα μου φανερωθούν μέσω μίας νέας ματιάς. Πόσο θα αντέξουν δηλαδή κάποια έργα που νόμιζα καλά ή ενδεχομένως κάποια πράγματα που τα είχα προσπεράσει. Επίσης να συγκρίνω αυτές τις δεκαετίες δουλειάς με τα πρόσφατα έργα μου. Εν τέλει μου δίνεται η ευκαιρία να διακρίνω αποστασιοποιημένα και καθαρότερα ποιος είμαι και τι έκανα. Και έτσι έχω και την ελπίδα να συνεχίσω καλύτερα.

Θεωρήστε από τους αντισυμβατικούς καλλιτέχνες. Έχετε μία αυτόνομη πορεία. Εσείς πιστεύετε κάτι τέτοιο;
Ναι αυτό είναι αλήθεια. Όμως πρέπει και να πω, και το εννοώ, αν κάποιοι άλλοι συνάδελφοι, οι οποίοι κάνουν ένα έργο ουσιαστικό, μπορούν και προωθούν και με άλλους τρόπους το έργο τους, δεν έχω καμία αντίρρηση. Είναι θέμα χαρακτήρα. Εφόσον υπάρχει το έργο, καλό είναι να το προστατεύει κανείς και αν έχει το απαιτούμενο ταλέντο να το προωθήσει. Μερικοί έχουν αυτό το «χάρισμα», άλλοι όχι. Δεν σημαίνει ότι είναι "πιο καλλιτέχνες" αυτοί που δεν προσπαθούν για κάθε λόγο να στηρίξουν το έργο τους. Είναι θέμα χαρακτήρα, δεν κρίνεται κανείς από τις προσπάθειες που κάνει για να προωθήσει τη δουλειά του.

Δεν είναι μία μορφή πολιτικής αυτή η προώθηση;
Έχει, αλλά με ποια έννοια: ότι περιέχει το έργο τους και μία άποψη για τον κόσμο. Αντικαθρεπτίζει τις προτεραιότητες του καλλιτέχνη. Μεγάλοι καλλιτέχνες μπορεί να ήταν κοσμικοί, κοντά στην εξουσία, μπορεί να κάνανε «ζαβολιές». Όμως αυτά ξεχνιούνται και μένει το έργο τους. Εκείνο που ενοχλεί είναι όταν με διάφορους τρόπους και κοινοτοπίες παραμερίζουν κάποιοι κάποιους με διάφορα διαπλεκόμενα. Μέσα από πλάγιους τρόπους κερδίζουν ένα κομμάτι από την πίτα που δεν τους αξίζει σε δημοσιότητα και σε άλλα. Αλλά αυτές οι περιπτώσεις γρήγορα σβήνουν. Όμως για λίγο. Ο χρόνος βάζει τα πράγματα σταδιακά στην θέση τους. Και όταν κάτι είναι ουσιαστικό δεν χάνεται. Πιστεύω ότι το καλλιτεχνικό και το μη κρίνεται μέσα από το ίδιο το έργο. Είναι καθαρά θέμα ιδιοσυγκρασίας που περιέχει και ένα ποσοστό ιδεολογίας.

Το έργο σας είναι χωρισμένο σε περιόδους. Από αυτές ξεχωρίζετε κάποια; Είναι στημένη με συναίσθημα ή έναν απολογισμό των πεπραγμένων;
Καταρχήν σε μία αναδρομική πρέπει να βοηθηθεί ο θεατής, να παρακολουθήσει την πορεία ενός καλλιτέχνη και δεν θα έλεγα αναγκαστικά την εξέλιξη. Τώρα η συγκεκριμένη έκθεση χωρίζεται σε κάποιες χονδρικά δεκαετίες χωρίς να είναι όμως στεγανός αυτός ο διαχωρισμός. Όπως και τα ίδια τα έργα: δεν πρέπει να μπλέκεται μία παλαιότερη δουλειά με την τωρινή. Μπορώ να πω ότι βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να διακρίνω πως τα καλύτερα και πιο ουσιαστικά έργα μου είναι της τελευταίας δεκαετίας. Και αυτό δεν οφείλεται στην επιβεβαίωση κάποιου κανόνα ότι η τελευταία δουλειά του καλλιτέχνη είναι και η σημαντικότερη.

Στην τελευταία σας περίοδο χρησιμοποιείτε μεγάλα ποσοστά χρώματος. Το έργο διαμορφώνεται συνεχώς και το αποτέλεσμα δίνει την αίσθηση «εισβολής» στην τρίτη διάσταση. Είναι επιδίωξη σας ή προκύπτει;
Λόγω χαρακτήρα δεν μπορώ να συλλάβω από την αρχή το τι θα κάνω. Δεν έχω μία ιδέα την οποία θα κάνω ζωγραφική. Συνήθως το μορφοπλαστικό προκύπτει μέσα από τις άπειρες αλλαγές που συσσωρεύονται στο έργο με την χρήση μεγάλης ποσότητας ύλης. Όμως αυτές οι αλλαγές θα μπορούσαν να συντελεστούν με το να αφαιρείς από το έργο την ύλη. Το ότι όμως δεν το κάνω σημαίνει πως δεν μου αρέσει. Τώρα για ποιο λόγο, δεν με ενδιαφέρει και δεν θέλω καν να ξέρω. Δηλαδή δεν έχω κανέναν στόχο στο να προσθέτω ποσότητες χρώματος για αυτόν ή για εκείνον τον λόγο αλλά μου αρέσει να πλατσουρίζω φορτώνοντας το έργο με μεγάλες ποσότητες ύλης. Είναι μία γραφή η οποία με εκφράζει. Μία γραφή που όταν ένας καλλιτέχνης την βρει έχει πιο πολλές πιθανότητες να κάνει το καλύτερο για εκείνον. Και αυτό επειδή θα βρίσκεται πλέον στον χώρο που τον αφορά βαθύτερα.

Έλεγα, όταν ήμουν δάσκαλος στο σχολείο, ότι το να βρεις τον εαυτό σου κυρίως είναι όταν ανακαλύψεις σιγά σιγά τι είναι αυτό που σε αφορά περισσότερο. Τότε μπορείς να το πετύχεις καλύτερα επειδή βρίσκεσαι σε ένα χώρο που σου ταιριάζει, δηλαδή: εάν είσαι άνθρωπος της τάξης θα ψάξεις εσωτερικά να ανακαλύψεις πως λειτουργείς μέσα σε αυτή. Τώρα αν είσαι άτσαλος δεν έχεις κανέναν λόγο να γίνεις τακτικός. Επειδή ως άτσαλος μπορείς να δημιουργείς. Αλλιώς θα αποτύχεις. Το ουσιαστικό λοιπόν είναι αυτό: βρες αυτό που σου ταιριάζει. Για να τεκμηριώσω αυτό: στο ατελιέ του ο Φράνσις Μπέικον δεν άφηνε ούτε την καθαρίστρια να μπει μέσα επειδή λειτουργούσε μέσα σε ένα άτακτο συνονθύλευμα. Εν αντίθεση με τον Ρενέ Μαγκρίτ που το ατελιέ του ήταν σαν σαλόνι που δεν υπήρχε στο πάτωμα ούτε μία σταγόνα χρώματος. Ο Μπέικον προσπάθησε να δουλέψει σε μεγάλες αίθουσες και ξαναγύρισε στην τρύπα και την ακαταστασία. Επειδή μόνο εκεί μπορούσε.

Εκφράζεστε πολιτικά μέσα από το έργο σας;
Ενδεχόμενος να αντικατοπτρίζεται η ευαισθησία μου ως προς τα κοινά και αυτό είναι κάτι που θέλω, αλλά με έμμεσο τρόπο. Όμως δεν πιστεύω ότι η τέχνη χρειάζεται ένα θέμα για να ορίσει μία πολιτική θέση. Όχι ότι δεν θα προκύψει και ένα αριστούργημα με αυτόν τον τρόπο. Αλλά δεν είναι μέσα στα δικά μου ενδιαφέροντα. Δηλαδή ένα άλλο έργο του Πικάσο μπορεί να είναι η σάρκα της Γκουέρνικα. Ο καθένας θα ήθελε να αντικαθρεπτίζεται στο έργο του η ιστορική στιγμή που ζει αλλά δεν ενδιαφέρει να είναι σε πρώτο επίπεδο γιατί πέρα από τις πολιτικές ταραχές υπάρχουν και οι… συμπαντικές ταραχές.

Έχουμε δει τεράστιους καλλιτέχνες που μέσα σε φοβέρες πολιτικές και κοινωνικές ταραχές τα έργα τους έχουν ως θέμα μία γυμνή γυναίκα, παράδειγμα ο Ανρί Ματίς. Κάτι που δεν τους κάνει να υστερούν έναντι αυτών που έχουν διαφορετική θεματολογία. Και αυτό επειδή μέσα σε αυτήν την γυμνή γυναίκα υπάρχει τέτοια αλήθεια ζωής. Το ζητούμενο είναι να σε κινήσει η τέχνη σαν ένα κομμάτι ζωής. Αυτό μπορεί να βγει για παράδειγμα μέσα από ένα βάζο με λουλούδια όπως τα ηλιοτρόπια του Βαν Γκονγκ. Εξίσου και μέσα από την Τζοκόντα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι που υπάρχει μία ολόκληρη εποχή που αντικατοπτρίζεται στο χαμόγελο της.

Η εποχή πάντα υπάρχει στο έργο;
Πάντα υπάρχει, μεγαλοπρεπής. Είναι ένα τρομακτικό γεγονός ζωής που περιέχει μέσα του τα πάντα. Όπως και τα αριστουργήματα πολιτικά στρατευμένης τέχνης επί παραδείγματι «το θωρηκτό Ποτεκμιν» του Αιζεστάιν, που ξεπερνάνε και το ίδιο το θέμα τους. Το φιλμ ξεπερνάει τις συγκρούσεις ανάμεσα σε Μπολσεβίκους και Τσαρικούς και αυτό που αντιμάχεται εν τέλει είναι το σκοτάδι και το φως, το καλό και το κακό.

Στην έκθεση παρουσιάζονται εκτός από τα λάδια και ένας μεγάλος αριθμός σχεδίων. Μιλήστε μας για αυτήν την παράμετρο του έργου σας.
Τα σχέδια προέρχονται από όλες τις καλλιτεχνικές μου φάσεις. Όλες τις δεκαετίες το σχέδιο ήταν δίπλα μου μαζί με τα λάδια. Αλλά πώς; Δεν ήταν το προσχέδιο κάποιου λαδιού που θα έκανα αργότερα. Τα σχέδια τα κάνω γρήγορα και άμεσα. Είναι η γρήγορη αποτύπωση, η άμεση έκρηξη κάποιων πραγμάτων. Αρκετά από αυτά δεν θεώρησα πως έπρεπε να έχουν προορισμό τις σκουπιδοσακούλες -κάτι που δεν κάνω μόνο εγώ αλλά όλοι οι καλλιτέχνες- τα κράτησα.

Ξεχωρίζετε κάποια έργα;
Πιστεύω ότι υπάρχουν έργα που ξεχωρίζω σε όλες τις δεκαετίες. Πρόκειται για κορυφαία δείγματα, όχι της ζωγραφικής, αλλά της δουλειάς του καλλιτέχνη. Μπορώ να πω από το 1970 ξεχωρίζω τρεις φιγούρες με μηχανές. Και το 1980 πάνω κάτω τα ίδια έργα.

Με τις μοτοσυκλέτες και την φιλοσοφία του αναβάτη έχετε σχέση αγάπης;
Είχα. Το πρώτο μου οπτικό ερέθισμα σε σχέση με αυτό το θέμα ήταν ο καβαλάρης τροχονόμος. Το σκέφτηκα όμως πιο ενδόμυχα. Και είπα γιατί ο καβαλάρης; Η εξήγηση ήταν πως όταν ήμουν πολύ μικρός, τα χρόνια που το μυαλό αποτυπώνει εικόνες σαν σφουγγάρι, κοιτούσα με δέος τους έφιππους άγιους που βαστούν το κοντάρι. Μάλιστα αργότερα όταν παρατήρησα τις στολές των μοτοσικλετιστών πρόσεξα πως φορούν πράγματα που μοιάζουν λίγο με της στολές των συγκεκριμένων αγίων. Πιστεύω πως αυτό ήταν το αρχικό οπτικό ερέθισμα που με επηρέασε. Όπως και η αίσθηση που βίωσα στην συνέχεια, ο ίδιος πάνω στην μηχανή. Ένιωσα πώς είναι να «πετάς» με δύο ρόδες, οδηγώντας σε νησιά με αέρηδες και βουνά. Αυτή η βιωμένη κατάσταση με προέτρεψε την ώρα που ζωγράφιζα να άλλαζα αυτό που ονομάζουμε "ρεαλιστικό", προκειμένου να εκφραστεί λίγο αυτή η αίσθηση της κίνησης και του ιλίγγου όπως ήταν αποτυπωμένη στο μυαλό μου. Δεν θέλησα ποτέ να ζωγραφίζω επιμέρους στοιχεία της μοτοσυκλέτας όπως τα φανάρια, τα νίκελα κ.α.

Μετά την περίοδο των «μηχανών» ποια ήταν η συνέχεια της έμπνευσης σας;
Όταν τελείωσε η περίοδος της μηχανής έμεινε πως ότι και να κάνω είμαι ένας άνθρωπος που κάποιες φορές μπορεί να καβαλάει μοτοσυκλέτα ή γυναίκα -με τις φροϋδικές προεκτάσεις αυτών τον καβαλημάτων- αλλά ουσιαστικά γίνονταν αλλαγές προκειμένου να κάνω μία καλύτερη ζωγραφική, πιο αληθινή ουσιαστική και πολυδιάστατη.

Ο καλλιτέχνης πρέπει να θέσει στο έργο του τις προτεραιότητες του. Ένας ζωγράφος μπορεί να έχει ηρεμία στην δουλειά του ή να έχει ως προτεραιότητα την ένταση. Δεν μπορεί όμως να τα αποδώσει όλα, αλλά πρέπει να διαλέξει αυτά που τον αφορούν περισσότερο κάνοντας έναν προσωπικό διακανονισμό. Αφήνοντας ένα μέρος έξω από το έργο του που ενδεχομένως να το κάνει ένας άλλος. Παράδειγμα πώς θα φαινόταν αν η Γκέρνικα είχε και στοιχεία από τα κορυφαία έργα του Ματίς;

Η αίσθηση είναι αυτή που καθορίζει το περιεχόμενο του έργου σας;
Το περιεχόμενό μου διαφέρει από αυτό που πηγάζει μέσα από την ίδια την εικόνα αλλά όχι το θεματικό μέρος. Αυτό είναι το βαθύτερο νόημα μου. Παράδειγμα μία βυζαντινή και μία αναγεννησιακή εικόνα της Παναγίας με το θείο βρέφος, άλλο κόσμο εκπροσωπεί η μία και άλλο η άλλη. Όμως αυτό που προκύπτει από το περιεχόμενο είναι η ουσία που ορίζει τελικά το θέμα και μας επηρεάζει για να προσλάβουμε καλύτερα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v