Στέκει μια συζήτηση για τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων;

Πώς μπορούμε άραγε ακόμη και να σκεφτούμε την αλλαγή συστήματος όταν οι παθογένειες που την επέβαλαν περιμένουν στη γωνία; 

Στέκει μια συζήτηση για τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων;

Η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι ένα ζήτημα που σηκώνει πολλή συζήτηση κατ΄ αρχάς για το… αν σηκώνει πολλή συζήτηση.

Μπορεί να τίθεται από πολλούς ελαφριά τη καρδία και να ενσωματώνει την τσαντίλα τους για την αναποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, την γραφειοκρατία του και τη λειτουργία του ως «αποθήκη βολεμένων».   

Τα αποτελέσματα της πρόσφατης δημοσκόπησης που ήρθε στο φως προ ημερών δεν νομίζω ότι αποτυπώνουν κάτι νέο, αλλά μάλλον κάτι διαχρονικό. Είτε τα χαρακτηριστικά αυτής της εχθρότητας προς τους δημόσιους υπαλλήλους υπαγορεύονται από αισθήματα όπως το «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα», είτε από εκνευρισμό για την σπατάλη του δημόσιου χρήματος σε ένα δυσκίνητο και κοστοβόρο κρατικό μηχανισμό, λίγη σημασία έχει.

Κι αυτό γιατί η μονιμότητα των δημόσιων υπαλλήλων υπηρετεί κάτι σπουδαιότερο για την πολιτεία και για αυτό διατηρείται ακόμη και αν «καίει λάδια» και πρέπει κάθε τόσο να συμπληρώνουμε – και δεν αναφέρομαι (κλείσιμο του ματιού) μόνο στη διαφθορά, αλλά και στον τρόπο λειτουργίας ακόμη και υγιών τμημάτων του δημοσίου.

Θεσμοθετημένη το 1911 η μονιμοποίηση ήρθε τότε για να πατάξει μια διαρκή και ανανεούμενη συναλλαγή ανάμεσα σε ψηφοφόρους και πολιτικούς· μια μόνιμη αλληλοκατηγορία και μια συνεχή εναλλαγή «ημετέρων» στις διάφορες θέσεις, αφού προφανώς η κάθε κυβέρνηση εκκένωνε θέσεις για να τοποθετήσει τους υποστηρικτές της. Οι διορισμοί ήταν και σε μεταπολεμικές δεκαετίες ο προφανής τρόπος ψηφοθηρίας, αν και σήμερα η κλίμακα του φαινομένου έχει μειωθεί.

Η αιτία σχετίζεται προφανώς με την διαχρονική απουσία οποιοδήποτε παραγωγικού μοντέλου για την Ελλάδα- κάτι που σημαίνει ότι η μία από τις σημαντικότερες ευκαιρίες επαγγελματικής αποκατάστασης των ανθρώπων ήταν το δημόσιο και για αρκετούς παραμένει.

Στρέβλωση; Προφανώς και μακάρι να μπορούσε να παταχθεί. Όσο όμως αυτό δεν συμβαίνει η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων εξασφαλίζει ότι η κοινωνία μας δεν θα επιδοθεί σε έναν αγώνα ρουσφετολογικής διασύνδεσης με την πολιτική εξουσία και πρόσδεσης στο άρμα της για να εξασφαλίζει τον μισθό της από τα κρατικά ταμεία. Θα είναι μάλιστα ένας αγώνας στον οποίο θα εμπλέκονταν πολλοί περισσότεροι από τους σημερινούς δημόσιους υπαλλήλους, αφού η προσδοκία θα ήταν κοινή και η ευκαιρία παρούσα σε κάθε κυβερνητική αλλαγή.

Για να έχει η ελληνική πολιτεία την «πολυτέλεια» της μη μονιμότητας θα πρέπει ή να βρει παραγωγικό μοντέλο (που λέγαμε) ή αδιάβλητους μηχανισμούς ελέγχου του τρόπου εισαγωγής στο δημόσιο, όπως ο ΑΣΕΠ που είναι γενικά λειτουργική διαδικασία αλλά αδύνατον να έχει εφαρμογή για την αντικατάσταση του συνόλου του δημόσιου τομέα.

Σε όλα αυτά τα διαδικαστικά δεν έχω προσθέσει ακόμη την πιθανή ανηθικότητα από την οποία η εκάστοτε κυβέρνηση θα πιάσει τον εαυτό της να θέλγεται: Όσοι διαφωνούν με την κυβερνητική γραμμή, όσοι ασκούν κριτική για τον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου τομέα θα μπορούν να αντικαθίστανται εύκολα από πειθήνιους ψηφοφόρους, ενώ ανατριχιαστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο η κάθε διοίκηση θα αναζητούσε να ξεχωρίσει τους «δικούς της» από «τους άλλους».

Η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι εδώ γιατί κουτσά- στραβά βοηθά να κυκλοφορεί το χρήμα σε μια χώρα χωρίς ουσιαστικά παραγωγικό μοντέλο, επιλέγοντας το λιγότερο κακό. Για να μην ισχύουν αυτά θα πρέπει να αλλάξουν πολλά – τόσο πολλά που δεν νομίζω ότι αυτή η γενιά θα προλάβει να τα δει. Η συζήτηση αυτή λοιπόν μπορεί να ξυπνά την μνήμη των θατσερικών, αλλά πρακτικά έχει πολύ δρόμο μπροστά της πριν γίνει καν σοβαρή σκέψη.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v