Γιατί μυρίζει ο ιδρώτας σου;
Γιατί αν δεν βάλουμε αποσμητικό βρωμάνε οι μασχάλες μας; Μια βιοχημική ερμηνεία της δυσάρεστης μυρωδιάς που αναδύουν οι μασχάλες – και όχι μόνο.

Γιατί αν δεν βάλουμε αποσμητικό βρωμάνε οι μασχάλες μας; Μια βιοχημική ερμηνεία της δυσάρεστης μυρωδιάς που αναδύουν οι μασχάλες – και όχι μόνο.
Ζέστη, ιδρώτας, μασχαλίλα. Ένα κλασικό ελληνικό καλοκαίρι. Αν αναρωτιέσαι γιατί μυρίζει τόσο άσχημα ο ιδρώτας, τότε υπάρχει εξήγηση και βρίσκεται στη βιοχημεία.
Κάθε άνθρωπος αναδίδει μια σειρά από μυρωδιές, οι οποίες δεν είναι όλες ευχάριστες, βλ. μυρωδιά μασχάλης ή ποδιών.
Γιατί όμως; Πάμε να το δούμε επιστημονικά.
Το ανθρώπινο σώμα έχει 3 τύπους ιδρωτοποιών αδένων: τους αποκρινείς, τους εκκρινείς και τους σμηγματογόνους. Αν και οι εκκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες υπάρχουν σε όλους τους τύπους δέρματος στο σώμα, οι αποκρινείς και σμηγματογόνοι αδένες περιορίζονται σε ορισμένα σημεία.
Η οσμή του σώματος προκαλείται κυρίως από τους αποκρινείς ιδρωτοποιούς αδένες που ενεργοποιούνται κατά την εφηβεία.
Αυτοί οι ιδρωτοποιοί αδένες αναπτύσσονται σε τριχωτές περιοχές όπως οι μασχάλες, τα γεννητικά όργανα και το τριχωτό της κεφαλής, όπου εκκρίνουν ένα λιπαρό υγρό που αποτελείται από πρωτεΐνες, λιπίδια και στεροειδή.
Σε αντίθεση με τη δημοφιλή πεποίθηση, αυτό το παχύρρευστο υγρό (ιδρώτας) είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου άοσμο. Μόνο η μικροχλωρίδα του δέρματος το μεταβολίζει παράγονται τα δύσοσμα υποπροϊόντα, στα οποία οφείλεται η «ιδρωτίλα».
Στους ανθρώπους, οι μασχάλες προσφέρουν ένα υγρό, ζεστό περιβάλλον όπου τα μικρόβια μπορούν να ευδοκιμήσουν, καθιστώντας τα ένα μικροβιακό μπαράκι ή καφέ αν θέλεις, στο οποίο τους αρέσει να αράζουν με τις ώρες.
Η σύνθεση αυτής της μικροχλωρίδας του δέρματος ποικίλλει από το ένα άτομο στο άλλο αλλά και μεταξύ θέσεων στον ίδιο ξενιστή. Μερικές φορές, ακόμη και η αριστερή μασχάλη μπορεί να έχει πολύ διαφορετική χλωρίδα σε σύγκριση με τη δεξιά. Ωστόσο, οι κύριοι βακτηριακοί παράγοντες που αποικίζουν το δέρμα και παράγουν την μυρωδιά του ιδρώτα είναι παρόμοιοι. Μερικά τέτοια βακτήρια του δέρματος περιλαμβάνουν μέλη των γενών Corynebacterium, Staphylococcus και Cutibacterium.
Η βιοχημεία πίσω από τη μικροβιακή αυτή μετατροπή του ιδρώτα σε κάτι δύσοσμο δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητή. Ωστόσο, η οσμή μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή πτητικών οργανικών ενώσεων (VOCs), συμπεριλαμβανομένων των πτητικών λιπαρών οξέων και των θειοαλκοολών.
Αυτά τα "περίεργα" αρώματα παράγονται από ορισμένα μέλη του Corynebacterium, συμπεριλαμβανομένων των Corynebacterium striatum, Corynebacterium jeikeium και Corynebacterium bovis.
Αν μυρίζουν περίεργα τα πόδια σου, πιθανότατα οφείλεται στο ότι ο Staphylococcus epidermis έχει υποβαθμίσει τη λευκίνη στον ιδρώτα σε ισοβαλερικό οξύ, μια ένωση που αναδύει μια όχι και τόσο ευχάριστη μυρωδιά τυριού.
Οι θειοαλκοόλες από την άλλη οφείλουν τη δυσοσμία τους στο θείο και, παρόλο που υπάρχουν σε μικρές ποσότητες, είναι αρκετά έντονες. Η 3-μεθυλ-3-σουλφανυλεξαν-1-όλη (3M3SH) είναι μια θειοαλκοόλη, που παράγεται από τον Staphylococcus hominis, και κάνει τις μασχάλες να μυρίζουν σαν «σάπιο κρεμμύδι» ή σαν κρέας.
Διάφοροι παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του φύλου, το γονιδίων, της ηλικίας και της διατροφής μπορούν να επηρεάσουν τον τύπο της μυρωδιάς που εκπέμπει ένα άτομο. Αρκετοί υποστηρίζουν την άποψη πως όπως και με ένα δακτυλικό αποτύπωμα, η μυρωδιά του σώματος κάθε ατόμου είναι μοναδική και μπορεί να καθορίζεται εν μέρει από τα γονίδια.
Οι άνδρες έχουν μεγαλύτερους ιδρωτοποιούς αδένες και γενικά παράγουν περισσότερο ιδρώτα από τις γυναίκες. Αυτό συνήθως οδηγεί σε μεγαλύτερους πληθυσμούς βακτηρίων Corynebacterium spp. και άρα μεγαλύτερα ποσοστά μυρωδιάς που μοιάζει με τυρί, λόγω της παραγωγής υψηλότερων ποσοτήτων πτητικών λιπαρών οξέων.
Η μυρωδιά της μασχάλης συνδέεται με ένα γονίδιο που ονομάζεται ABCC11, το οποίο κωδικοποιεί μια πρωτεΐνη που μεταφέρει μόρια στις κυτταρικές μεμβράνες, συμπεριλαμβανομένων των μορίων στον ιδρώτα.
Εάν το γονίδιο ABCC11 είναι μη λειτουργικό, τα μόρια του ιδρώτα δεν μπορούν να διασχίσουν το φράγμα της μεμβράνης για να φτάσουν στη μασχάλη. Αυτό εξαφανίζει τα βακτήρια στην άλλη πλευρά της επιφάνειας του δέρματος, καθώς δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση ή να μεταβολίσουν τις οργανικές ενώσεις στον ιδρώτα.
Ως αποτέλεσμα, δεν παράγονται αρωματικές ουσίες. Η απώλεια λειτουργίας της μετάλλαξης ABCC11 είναι αρκετά συχνή στους πληθυσμούς της Ανατολικής Ασίας (80-95%).
Η χημική φύση της οσμής του σώματος φαίνεται επίσης ότι αλλάζει με την ηλικία. Η χαρακτηριστική «οσμή του γηροκομείου» των ηλικιωμένων πιστεύεται ότι σχετίζεται με την παρουσία μιας ακόρεστης αλδεΰδης, της 2-nonenal.
Αυτή η ένωση έχει μια δυσάρεστη λιπαρή και χλοώδη οσμή και παράγεται κατά την οξειδωτική αποικοδόμηση των ω7 ακόρεστων λιπαρών οξέων στα λιπίδια της επιφάνειας του δέρματος.
Με πληροφορίες από asm.org