Ομοιοπαθητική: Στο... ιατρείο της φύσης

Βασισμένη στις μεθόδους του Ιπποκράτη και διαρκώς εξελισσόμενη, η ομοιοπαθητική κερδίζει αργά αλλά σταθερά έδαφος ως επιστημονική θεραπευτική μέθοδος. Χρησιμοποιώντας αποκλειστικά φυσικές θεραπευτικές ουσίες, αντιμετωπίζοντας κάθε ασθενή ως μοναδική περίπτωση και στοχεύοντας στη μόνιμη και σε βάθος επίλυση του εκάστοτε προβλήματος, είναι εξαιρετικά αποτελεσματική τόσο σε περιπτώσεις χρόνιων παθήσεων όσο και ως προληπτική ιατρική.
Ομοιοπαθητική: Στο... ιατρείο της φύσης

του Αρίσταρχου Τσασμαλίδη (*)

Πηγή: Iatronet.gr

Η ομοιοπαθητική είναι μια νέα ιατρική μέθοδος για την αντιμετώπιση των ασθενειών, που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη θεραπευτική. Ο Ιπποκράτης ήταν ο πρώτος που διατύπωσε τις βασικές αρχές της, αλλά ο Γερμανός Σαμουήλ Χάνεμαν ήταν αυτός που την ανήγαγε σε επιστήμη. Η ομοιοπαθητική απευθύνεται σε κάθε πάσχοντα οργανισμό, ανεξάρτητα από την πάθηση, αλλά ο τομέας που η προσφορά της είναι μοναδική, είναι οι χρόνιες παθήσεις, που είναι δύσκολο να θεραπευτούν με την κλασσική ιατρική.

Η ομοιοπαθητική αντιμετωπίζει τον άρρωστο ως ένα οργανισμό που έχει διαταραχθεί στο σύνολό του, και όχι μόνο σε ένα ή δύο συγκεκριμένα όργανα. Συνεργάζεται αρμονικά με όλες τις ιατρικές ειδικότητες.

Χρησιμοποιεί φυσικές θεραπευτικές ουσίες που βοηθούν τις αμυντικές διεργασίες του οργανισμού. Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι ακίνδυνα, δεν προκαλούν παρενέργειες και γι’ αυτό δίνονται άφοβα σε βρέφη και παιδιά. Σε όλη την ιστορία της ομοιοπαθητικής (200 χρόνια περίπου), κανένα φάρμακό της δεν έχει αποσυρθεί λόγω παρενεργειών.

Οι αρχές της ομοιοπαθητικής

Οι βασικοί νόμοι της ομοιοπαθητικής είναι:

* Ο νόμος των ομοίων

* Ο νόμος της κατεύθυνσης της θεραπείας

* Ο νόμος του ενός φαρμάκου

* Ο νόμος της ελάχιστης δόσεως

* Ο νόμος των ομοίων

Οι σκέψεις που οδήγησαν τον Χάνεμαν στη διατύπωση αυτού του νόμου, ήταν οι εξής:

Κάθε σύμπτωμα ή σύνολο συμπτωμάτων δεν αντιπροσωπεύει αυτή καθεαυτή την ασθένεια, αλλά είναι η αντίδραση του αμυντικού μηχανισμού που κινητοποιείται για να εξουδετερώσει μια νοσογόνο επίδραση. Ο νοσογόνος αυτός παράγοντας μπορεί να είναι ειδικός, όπως βακτηρίδια, μικρόβια, ιοί, ή μη ειδικός, όπως οι κλιματολογικές αλλαγές, η ρύπανση του περιβάλλοντος, διανοητικά ή ψυχικά στρες, κ.λ.π.

Τα συμπτώματα είναι η καλύτερη δυνατή αντίδραση του οργανισμού και αυτά τα συμπτώματα είναι το μέσο, με το οποίο, ο οργανισμός προσπαθεί να ξαναβρεί την χαμένη του ισορροπία.

Ο γιατρός, προκειμένου να βοηθήσει τον οργανισμό να επανέλθει σε ισορροπία, πρέπει μάλλον να βοηθήσει και να ενδυναμώσει αυτές τις αντιδράσεις, παρά να τις καταπιέσει.

Έτσι ο Χάνεμαν οδηγήθηκε στο συμπέρασμα, ότι, αν έδινε σε ένα ασθενή ένα φάρμακο του οποίου ήξερε τη δράση πάνω στον υγιή οργανισμό, καθώς και ποια συμπτώματα προκαλεί, θα μπορούσε να δυναμώσει τις αντιδραστικές δυνάμεις του ίδιου οργανισμού.

Παρατήρησε τότε, ότι ύστερα από μια αρχική επιδείνωση των συμπτωμάτων, οι ασθενείς κατά μεγάλο μέρος θεραπεύονταν. Για να αποφύγει και αυτή την αρχική επιδείνωση, ο Χάνεμαν μείωσε διαδοχικά τις δόσεις, ωσότου παρατήρησε ότι η δόση ήταν αρκετή για να θεραπεύει, χωρίς να προκαλεί την αρχική ενοχλητική αντίδραση. Αυτές οι απειροελάχιστες δόσεις, στις οποίες κατέληξε ο Χάνεμαν ότι ήταν αρκετές για να κινητοποιήσουν τον αντιδραστικό μηχανισμό, υπήρξαν το αντικείμενο σχολίων και αντιθέσεων στην εποχή του.

Σήμερα η ανοσοβιολογία έχει δώσει αυτές τις εξηγήσεις. Τα αλλεργικά άτομα δε χρειάζονται παρά απειροελάχιστες ποσότητες της ουσίας στην οποία είναι ευαίσθητα, για να αντιδράσει ο οργανισμός τους και να προκληθεί μια έντονη συμπτωματολογία. Αλλά το ομοιοπαθητικό φάρμακο, εκλέγεται με την προϋπόθεση ότι έχει σχέση ευαισθησίας με τον ασθενή.

Εδώ υπάρχει και η μεγάλη δυσκολία της ομοιοπαθητικής, γιατί ο γιατρός πρέπει να βρει ακριβώς το φάρμακο στο οποίο είναι πάρα πολύ ευαίσθητος ο οργανισμός. Με άλλα λόγια, ουσίες που σ’ ένα υγιές άτομο προκαλούν ένα σύνολο συμπτωμάτων, είναι δυνατόν να θεραπεύσουν σ’ ένα άρρωστο ένα παρόμοιο σύνολο συμπτωμάτων.

Εξατομίκευση

Εκτός από τους νόμους της, η ομοιοπαθητική αντιμετωπίζει το πρόβλημα της ασθένειας και με ένα άλλο μοναδικό τρόπο: την εξατομίκευση του κάθε ασθενή. Για την ομοιοπαθητική, ο ψυχισμός παίζει μεγάλο ρόλο στην δημιουργία μιας πάθησης και έτσι δεν υπάρχουν ασθένειες αλλά ασθενείς, που\ καθένας αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση. Έτσι, παρόλο που η ασθένεια μπορεί να είναι η ίδια, το ενδεικνυόμενο ομοιοπαθητικό φάρμακο μπορεί να είναι διαφορετικό για κάθε περίπτωση.

Ο ιατρός λαμβάνει υπ’ όψη του το σύνολο των συμπτωμάτων που παρουσιάζει ο ασθενής στο διανοητικό, στο συναισθηματικό και στο σωματικό επίπεδο, για να καταλάβει το μοναδικό και ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο αντιδρά ο αμυντικός μηχανισμός του ασθενή. Κατόπιν ψάχνει να βρει το καταλληλότερο φάρμακο, ώστε να διεγείρει περισσότερο αυτές τις αντιδράσεις.

Στην ομοιοπαθητική, το ενδιαφέρον δεν είναι στραμμένο μόνο στην ανακούφιση των παρόντων συμπτωμάτων του ασθενή, αλλά και στη μόνιμη αποκατάσταση της υγείας του. Τα καλύτερα αποτελέσματα που έχει δώσει ως τώρα είναι στις χρόνιες ασθένειες και, κυρίως, πριν λάβουν χώρα μη αναστρέψιμες παθολογοανατομικές αλλοιώσεις.

Η ομοιοπαθητική έχει τεράστια αξία σε χρόνιες ασθένειες όπως η αρθρίτιδα, το βρογχικό άσθμα, η επιληψία, οι δερματικές παθήσεις, οι αλλεργικές καταστάσεις, οι διανοητικές ή συναισθηματικές διαταραχές, χρόνιες κεφαλαλγίες, το άγχος κ.λ.π. Το τελικό όφελος της ομοιοπαθητικής στον ασθενή είναι, ότι όχι μόνο ανακουφίζει τα παρόντα συμπτώματα, αλλά αποκαθιστά εσωτερική τάξη στα πιο βαθιά επίπεδα, και συνεπώς επιφέρει μια μόνιμη θεραπεία. Η ομοιοπαθητική μπορεί να δράσει, επίσης, ως προληπτική πραγματικά ιατρική, σε προδρομικά στάδια ασθενειών, πριν αυτές εκδηλωθούν με λειτουργικές διαταραχές.

Πηγή: Iatronet.gr

(*) Ο κ. Τσασμαλίδης είναι ιατρός, επίτιμος πρόεδρος της Μακεδονικής Εταιρείας Ομοιοθεραπευτικής.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v