Τσιμπήματα: Αντιμετωπίστε τους θερινούς εισβολείς

Τα τσιμπήματα από διάφορους... καλοκαιρινούς εισβολείς, όπως είναι οι μέλισσες, οι τσούχτρες και οι σκορπιοί, αποτελούν τη συνηθέστερη αιτία καταστροφής των καλοκαιρινών μας διακοπών. Διαβάστε τα συμπτώματα και τον τρόπο αντιμετώπισής τους, για να είστε κατάλληλα προετοιμασμένοι.
Τσιμπήματα: Αντιμετωπίστε τους θερινούς εισβολείς

του Αναστάσιου Σπαντιδέα (*)

πηγή: Iatronet.gr

Είναι απίστευτο το πόσο εύκολα μπορούν να χαλάσουν οι καλοκαιρινές διακοπές μας από απρόσμενους και απρόσκλητους επισκέπτες οι οποίοι το μόνο που κάνουν είναι να αφήνουν τα σημάδια τους και να φεύγουν.

Μιλάμε βέβαια για τα τσιμπήματα από τσούχτρες, σφήκες, μέλισσες, σκορπιούς και φίδια. Τα τσιμπήματα από τα κουνούπια και τις σκνίπες θεωρούνται πιο αθώα και σπανιότερα δημιουργούν προβλήματα.

Οι τσούχτρες αποτελούν το πρόβλημα της φετινής χρονιάς αφού κατά εκατομμύρια επισκέπτονται τις ελληνικές ακτές δημιουργώντας πανικό στους λουόμενους. Η ιδιαιτερότητα των φετινών κλιματολογικών συνθηκών ευνόησε τον άκρατο πολλαπλασιασμό τους και κυρίως τη μετανάστευση τους προς τις ακτές.

Η επαφή με τις τσούχτρες σπάνια οδηγεί σε σοβαρά προβλήματα και μόνο σε ορισμένα ευαίσθητα και αλλεργικά άτομα. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η περιοχή του σώματος που ήλθε σε επαφή με την τσούχτρα παρουσιάζει μία έντονη κοκκινίλα με ή χωρίς φούσκωμα που συνοδεύεται από έντονο τσούξιμο, πόνο ή φαγούρα. Τα ενοχλήματα αυτά προκαλούνται από μία τοξική ουσία που απελευθερώνεται από τα πλοκάμια της τσούχτρας.

Αν συμβεί λοιπόν να σας τσιμπήσει τσούχτρα κάντε τις εξής απλές ενέργειες. Απομακρύνεται τα τυχόν κολλημένα στο σώμα σας πλοκάμια της τσούχτρας όχι με γυμνά χέρια διότι αυτό θα οδηγήσει σε κόλλημα των πλοκαμιών στα χέρια σας και κατά συνέπεια μεταφορά του ερεθισμού και στα χέρια σας.

Αν δεν υπάρχει καλύτερος και προσφορότερος τρόπος γεμίστε την χούφτα σας με άμμο και τρίψτε το σημείο του σώματος που είναι κολλημένα τα πλοκάμια της τσούχτρας.

Τοποθετείστε στο σημείο του τσιμπήματος πάγο ή κρύες κομπρέσες. Αυτό περιορίζει τα τοπικά φαινόμενα από το δέρμα.

Αλείψτε την πάσχουσα περιοχή με κορτιζονούχο κρέμα. Η κρέμα αυτή περιορίζει την τοπική φλεγμονώδη αντίδραση και ανακουφίζει γρήγορα από το τσούξιμο και την φαγούρα.

Αν δεν υπάρχει τέτοια κρέμα χρησιμοποιείστε κομπρέσες με ξυδόνερο (1 μέρος ξύδι και 3 νερό). Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζετε η φαγούρα και το τσούξιμο.

Πάρτε κάποιο χάπι αντισταμινικό. Με το χάπι αντιμετωπίζονται συστηματικότερα τα συμπτώματα. Η ανάγκη για χάπια τέτοιου είδους είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η έκταση του προσβληθέντος δέρματος.

Τέλος αν τα συμπτώματα είναι έντονα και ιδιαίτερα αν δεν υποχωρούν μετά την εφαρμογή των τοπικών μέτρων ίσως απαιτηθεί η διενέργεια κάποιας ενέσεως κορτιζόνης.

Τα τσιμπήματα από έντομα (μέλισσας ή σφήκας) προκαλούν μία τοπική φλεγμονώδη αντίδραση του δέρματος που είναι αποτέλεσμα του δηλητηρίου που εισχωρεί στον οργανισμό μας με το κεντρί του εντόμου.

Τοπική κοκκινίλα, πρήξιμο, πόνος ή φαγούρα είναι τα κύρια συμπτώματα στο σημείο του τσιμπήματος που μπορούν να διαρκέσουν από αρκετές ώρες μέχρι αρκετές ημέρες.

Ευτυχώς, στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα τσιμπήματα αυτού του είδους δεν είναι επικίνδυνα και οι περισσότεροι από τους ενήλικες χρειάζονται αρκετές εκατοντάδες τσιμπημάτων τον ίδιο χρόνο για να κινδυνεύσουν. Τσιμπήματα όμως στο στόμα ή στο λαιμό προκαλούν πρήξιμο που δυσκολεύει την αναπνοή και γι΄αυτό θεωρούνται πιο επικίνδυνα.

Η αφαίρεση του κεντριού είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει το άτομο που τσιμπήθηκε από σφήκα ή μέλισσα. Η αφαίρεση μπορεί να γίνει με τα νύχια ή με ένα τσιμπιδάκι.

Προσοχή χρειάζεται να μην γίνει προσπάθεια αφαιρέσεως του κεντριού με πίεση (ζούληγμα) της περιοχής που είναι καρφωμένο με τα δάκτυλα ή με τα νύχια μας διότι μπορεί αντί να βγει το κεντρί προς τα έξω να σπρωχθεί ακόμα πιο βαθιά.

Τοπική εναπόθεση πάγου, ψυχρών επιθεμάτων, κορτιζονούχου αλοιφής ή και η λήψη κάποιου αντισταμινικού χαπιού σίγουρα θα απαιτηθούν για την ανακούφιση από τα συμπτώματα.

Σπάνια υπερευαίσθητα άτομα μπορούν να παρουσιάσουν αναφυλακτική αντίδραση στο τσίμπημα σφήκας ή μέλισσας που εκδηλώνεται με σοβαρή υπόταση, έντονο ιδρώτα, δύσπνοια και μελάνιασμα.

Τα άτομα αυτά απαιτούν άμεση ιατρική βοήθεια και αν γνωρίζουν την υπερευαισθησία τους θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένα να κάνουν μόνοι τους μία ένεση αδρεναλίνης την οποία θα πρέπει να φέρουν πάντοτε μαζί τους.

Επίσης τα άτομα με γνωστή υπερευαισθησία θα πρέπει να φέρουν κάποια σήμανση (ταυτότητα στο χέρι ή στο λαιμό) που να αποκαλύπτει την ευαισθησία τους για την περίπτωση που χάσουν τις αισθήσεις τους και δεν μπορούν να πληροφορήσουν το περιβάλλον τους.

Τα τσιμπήματα από σκορπιούς και τα δαγκώματα από φίδια είναι πιο σπάνια και ευτυχώς για τα ελληνικά δεδομένα σπάνια και αυτά βάζουν σε κίνδυνο την ζωή του ατόμου που δέχθηκε το τσίμπημα ή το δάγκωμα.

Οι τοπικές δερματικές αντιδράσεις είναι οι αυτές με τα τσιμπήματα από μέλισσες και σφήκες με μόνη διαφορά τον εντονότατο τοπικό πόνο που προκαλείται στο μέρος του τσιμπήματος ή του δαγκώματος.

Τα γενικά τοπικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται (πάγος, παγωμένα επιθέματα, αλοιφή) ενώ η χορήγηση του αντιϊσταμινικού χαπιού θα πρέπει να συνοδεύεται και από την χορήγηση κάποιου παυσίπονου για την αντιμετώπιση του ισχυρού πόνου.

Η ανάγκη για ένεση κορτιζόνης στις περιπτώσεις αυτές είναι πιο συχνή ενώ για τα υπερευαίσθητα και αλλεργικά άτομα ισχύει ό,τι έχει λεχθεί και ανωτέρω για τσιμπήματα από σφήκες και μέλισσες (ένεση αδρεναλίνης, ταυτότητα κλπ).

Η χάραξη με ξυραφάκι ή μαχαίρι του μέρους του δέρματος που έχει δαγκωθεί από φίδι με στόχο την αιμορραγία και την απομάκρυνση του δηλητηρίου δεν συνιστάται σήμερα διότι μπορεί να έχει το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή είσοδο μεγαλύτερης ποσότητας δηλητηρίου στην κυκλοφορία.

Το ρούφηγμα επίσης με το στόμα του δηλητηρίου από κάποιο άλλο άτομο θα πρέπει να γίνεται με προσοχή και εφ’ όσον δεν υπάρχουν πληγές στο στόμα του ατόμου που θα το κάνει.

Τέλος για τα φίδια και τους σκορπιούς καλό θα είναι το άτομο να προσφεύγει στο πλησιέστερο οργανωμένο ιατρείο γιατί ίσως απαιτηθεί η διενέργεια ειδικού αντιοφικού ορού.

(*) Ο κ. Σπαντιδέας είναι παθολόγος - διδάκτωρ Πανεπιστημίου

πηγή: Iatronet.gr

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v