Ελληνικά καπνά: Η άλλη πλευρά του φίλτρου

Σε τι κατάσταση βρίσκεται σήμερα ένα από τα πιο προσοδοφόρα προϊόντα της χώρας; Τι αλλαγές θα φέρει η νέα… do it yourself νομοθετική ρύθμιση στη καλλιέργεια και εμπορία του καπνού; Έλληνες καπνοπαραγωγοί σε ένα… χαρμάνι απαντήσεων για το παρόν και το μέλλον των ελληνικών καπνών.
Ελληνικά καπνά: Η άλλη πλευρά του φίλτρου
του Νικόλα Γεωργιακώδη

Μπασμάς, Τσεμπέλια, Μαύρα, Μπέρλι, Βιρτζίνια.
Άγνωστες λέξεις (και δικαιολογημένα) για πολλούς, το μείγμα τους όμως «γεννά» κάτι πολύ γνώριμο σε όλους: τον καπνό που γεμίζει τα βιομηχανικά και «στριφτά» τσιγάρα. Ένα προϊόν που για δεκαετίες αποτελεί ένα από τα πιο προσοδοφόρα της χώρας από τον 16ο αιώνα, όταν και πρώτο… άπλωσε τις ρίζες του στην Ελληνική γη, μέχρι και τον 20ο. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως η καλλιέργεια του καπνού ήταν καθοριστική για την είσοδο της χώρας στην εμπορική και τη βιομηχανική δραστηριότητα.
 
Μάλιστα το 2011 ο κλάδος των προϊόντων καπνού, είχε προ καιρού περάσει τις δόξες του και παρουσιάζοντας εξαγωγές ύψους 345 εκατομμυρίων ευρώ, αντιστοιχούσε στο 1,54% των συνολικών εξαγωγών. Αρκούν όμως τα θετικά νούμερα για να τονώσουν ένα τομέα ο οποίος σήμερα δεν θυμίζει σε τίποτα τα μεγαλεία του παρελθόντος; Πόσο έχει επιβαρύνει η οικονομική κρίση τους Έλληνες καπνοπαραγωγούς; Συνεχίζει να έχει το επάγγελμά τους την λάμψη του παρελθόντος; Οι απόψεις τους διαφέρουν. Όσο και το άρωμα του Μπασμά από το Βιρτζίνια.

Επάγγελμα καπνοπαραγωγός: Κατάρα ή ευλογία;

«Το βλέπω πιο θετικό προϊόν από άλλες καλλιέργειες και χρηματικά είναι πιο ωφέλιμο για μένα», μου λέει ο κ. Ηλίας Θεοδωρίδης, καπνοπαραγωγός από το χωριό Στρυμονικό του Νομού Σερρών, βλέποντας αισιόδοξα το μέλλον του επαγγέλματος που ακολουθεί πιστά εδώ και τριάντα χρόνια. «Είχαμε μια κάμψη πριν από δύο, τρία χρόνια αλλά πλέον έχει πάρει τα πάνω του. Σίγουρα μας επηρέασαν οι φόροι στα καπνά, αλλά παράλληλα αυξήθηκε και η ζήτηση», αναφέρει. Στο 120 στρεμμάτων χωράφι του παράγει αποκλειστικά Μπασμά, τον οποίο και διαθέτει σε καπνοβιομηχανίες μέσω του Αγροτικού Συνεταιρισμού Νομού Σερρών, όπου και υπάγεται μαζί με τους υπόλοιπους καπνοπαραγωγούς του χωριού.

Ο κ. Κωσταντίνος Παπαδόπουλος, προϊστάμενος γραφείου του συνεταιρισμού «Εμμανουήλ Παππάς» μου εξηγεί σε γενικές γραμμές τη διαδικασία: «Είναι αρκετά πολύπλοκη. Όλα τα καπνά πωλούνται από τους συνεταιρισμούς για λογαριασμό των παραγωγών, αφού πρώτα υπογράψουν συμβόλαια καλλιέργειας με τις καπνεμπορικές επιχειρήσεις. Οι επιχειρήσεις επεξεργάζονται τα καπνά, τα μοιράζουν σε μερίδες και τα πωλούν σε πολυεθνικές εταιρείες του εξωτερικού για να γίνουν τσιγάρα».

Τον ρωτάω για την παρούσα κατάσταση του επαγγέλματος και κατά πόσο αυτό έχει «χτυπηθεί» από την κρίση. «Χτυπηθήκαμε από την πλευρά της προμήθειας των εφοδίων. Οι τιμές στα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα έχουν αυξηθεί κατακόρυφα, αλλά οι εμπορικές τιμές έχουν παραμείνει στάσιμες. Ο επιπλέον φόρος στα καπνά δεν μας επηρέασε σε κάτι. Σκεφτείτε ότι το 2001 πουλήσαμε μέση τιμή 4,5 ευρώ το κιλό και τώρα η μέση τιμή εσοδείας του 2011 είναι στα 4,20 ευρώ», μου λέει κάνοντας αναφορά όμως και στην επερχόμενη αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, για την οποία παρουσιάζεται επιφυλακτικός: «Είναι οι βασικές επιδοτήσεις που παίρνουν οι παραγωγοί και εκεί δεν ξέρουμε αν θα επηρεαστούν ή όχι», λέει.
 
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Ομάδας Καπνού της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ξάνθης κ. Μιχάλης Πασχαλίδης, δεν εμφανίζεται το ίδιο αισιόδοξος για το μέλλον, παρά το γεγονός ότι η Ένωση ασκεί κατά καιρούς πιέσεις στους εμπόρους από τη πλευρά των παραγωγών, για θέματα που αφορούν την τιμή αγοράς του καπνού.

«Αυτός που βάζει καπνά δεν τα βάζει από χόμπι, τα βάζει από ανάγκη. Έχει γίνει πλέον κατάρα να βάζεις καπνά και όποιος θεωρεί πως είναι εύκολη υπόθεση δεν έχει επίγνωση. Προβλήματα δεν υπάρχουν μόνο από τη κρίση, και ας έχει αυξηθεί 300% το κόστος μηχανημάτων και πετρελαίου. Προβλήματα είχαμε ανέκαθεν. Ο Θεός τα βάζει μαζί μας, οι ασθένειες των φυτών τα βάζουν μαζί μας, την ίδια στιγμή που την τελευταία δεκαετία η τιμή των καπνών έχει μηδαμινές αυξήσεις», μου λέει χαρακτηριστικά.

«Τα πράγματα πάνε χειρότερα», λέει ο κ. Βασίλης Σταγόνης, καπνοπαραγωγός με 80 στρέμματα στα Άβδηρα στο Νομό Ξάνθης. «Πουλάμε σε τιμές που πουλούσαμε πριν από είκοσι χρόνια. Δεν υπάρχουν πλέον καλές τιμές και δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε με το κράτος που έχουμε. Δεν υπάρχει καμία μέριμνα και η αγροτική πολιτική είναι τελείως λάθος. Δεν γίνεται να δίνουν επιδοτήσεις και να σου λένε άμα θέλεις σπείρε αν δεν θες μην σπείρεις. Δεν γίνεται εγώ να έχω τα ίδια προνόμια με αυτούς που δεν καλλιεργούν. Έκοψαν το 50% της επιδότησης από αυτούς που δεν καλλιεργούν, το έκοψαν και από μένα. Πώς θα δουλέψει έτσι το πράγμα;», λέει χαρακτηριστικά.

«Η Ξάνθη ήταν οικονομικός πνεύμονας στα καπνά παλαιότερα. Είχε καπνοεργοστάσια. Τώρα τίποτα. Έμεινε μόνο μια ΣΕΚΕ», προσθέτει και θεωρεί το επάγγελμα του καπνοπαραγωγού πεθαμένο. «Όλοι το εγκαταλείπουν. Το χωριό μου είχε διακόσιες άδειες και πλέον έχουν μείνει μόλις τρεις», καταλήγει.

Ο Χασάν, καπνοπαραγωγός εδώ και τέσσερεις δεκαετίες στο χωριό Σήμαντρα στη Ξάνθη, μου περιγράφει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο έχουν αλλάξει τα δεδομένα στο επάγγελμα: «Το 1990 μπορούσα να ‘αγοράσω’ ένα τρακτέρ μαζί με άροτρο με 1210 κιλά καπνά. Για εκείνο το τρακτέρ σήμερα, θέλω δέκα τόνους καπνά για να το πάρω!»


Από καπνοπαραγωγός… έμπορος

«Φτιάξε και συ το δικό σου χαρμάνι και πούλα το. Μπορείς!», μοιάζει να λέει η νέα νομοθετική ρύθμιση όχι μόνο στους καπνοπαραγωγούς αλλά στον… καθένα, επιτρέποντας την άδεια λειτουργίας εργαστηρίων για την παραγωγή και λιανική πώληση προϊόντων καπνού. Χύμα καπνός δηλαδή; Ω, ναι. Σε χαμηλότερες τιμές; Ω, ναι.

Η αλήθεια είναι ότι χρόνια τώρα οποιοσδήποτε ήθελε μπορούσε να βρει χύμα καπνό είτε από κάποιον «γνωστό», είτε από αυτούς που μπαίνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα λαθραία στην χώρα μας και πλασάρονται ως ελληνικοί. Όμως η νέα αυτή νομοθετική ρύθμιση ευελπιστεί να δώσει οικονομική και επιχειρηματική διέξοδο στους καπνοπαραγωγούς, οι οποίοι πλέον μπορούν να αποκτήσουν άδεια σύστασης επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής προϊόντων καπνού, τα οποία στη συνέχεια θα μπορούν να πωλούν στο εμπόριο.

Ως υποχρέωση, οι ενδιαφερόμενοι θα έχουν να καταβάλλουν εγγύηση ίση με το 10% του καταβληθέντος, κατά το προηγούμενο έτος, συνολικού ποσού ειδικού φόρου κατανάλωσης, με ελάχιστο όριο το ποσό των 10.000 ευρώ. «Ο νόμος δεν μας καλύπτει 100% σε αυτό που θέλουμε», λέει ο Ηλίας Καλαθάς, παραγωγός βιολογικού καπνού για στριφτά τσιγάρα από το Αρχάνι Φθιώτιδας, που ανήκει στην ομάδα των καπνοπαραγωγών που με τις δικές τους προσπάθειες έγινε πράξη η νομοθετική αυτή ρύθμιση. «Σκοπός μας ήταν να κάνουμε οικοτεχνίες, ώστε να μπορούμε να διαθέτουμε μόνοι μας τον καπνό. Ξεκινήσαμε λοιπόν, έναν αγώνα, ο οποίος επεκτάθηκε σε όλη την Ελλάδα, ώστε να ψηφιστεί ένας σχετικός νόμος», μου λέει.

Ο νόμος ψηφίστηκε, όμως ο κ. Καλαθάς μαζί με τους υπόλοιπους καπνοπαραγωγούς έχουν υποβάλλει συμπληρωματικό αίτημα για κάποιες προσθήκες. «Συγκεκριμένα ζητούμε να μπορούν οι παραγωγοί να πωλούν τον καπνό για τα στριφτά τσιγάρα σαν αγροτικό προϊόν σε καταστήματα αγροτικών παραδοσιακών προϊόντων, σε συγκεκριμένες συσκευασίες 500 γραμμαρίων με ένα ενιαίο σήμα για όλη την Ελλάδα, χωρίς όμως αυτούς τους υπέρογκους φόρους», αναφέρει σχετικά και προσθέτει πως όσοι παραγωγοί καταφέρουν να προχωρήσουν σε αυτή τη διαδικασία και μπορούν να πωλήσουν το προϊόν τους μόνοι τους στην αγορά, θα κερδίσουν την υπεραξία του προϊόντος τους, βάζοντας έτσι τέλος(;) και στη «χασούρα» από το λαθρεμπόριο.

Δεν βλέπουν όμως όλοι οι καπνοπαραγωγοί με καλό μάτι τη νέα αυτή νομοθετική ρύθμιση. «Αυτά δεν είναι για τους Έλληνες. Δεν μπορεί ο καθένας να γίνει έμπορος έτσι εύκολα. Ποιος έχει την οικονομική δύναμη πλέον να βάλει τον καπνό μέσα σε αποθήκες, να τον επεξεργαστεί και να το μεταπουλήσει; Εμείς πουλάμε και αμέσως παίρνουμε τα χρήματα για να ζήσουμε. Αυτός θα πρέπει να βάλει μια ολόκληρη χρονιά τα καπνά του μέσα σε αποθήκη. Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Πασχαλίδης.
«Ξεκινάς να κάνεις κάτι και σε μπουρδουκλώνει ο μηχανισμός, πώς να τους εμπιστευτείς μετά; Δεν προεξοφλώ τίποτα, ακόμα, αλλά δεν βοηθάει καθόλου το υπάρχον σύστημα. Η δημόσια διοίκηση δεν ενημερώνει σωστά και δεν εξυπηρετεί», μου λέει σχετικά ο κ. Σταγόνης.

Κάν’ το(μπάκο) μόνος σου


Αστειευόμενος, τον ρωτάω πόσο θα μου κόστιζε αν ήθελα να παράγω και να εμπορεύομαι δικό μου καπνό. «Αν και δεν συμφωνούμε με το να ‘ανοίξει’ το επάγγελμα για τον οποιονδήποτε, αν κάποιος θελήσει να καλλιεργήσει και να πουλήσει καπνά, τότε θα πρέπει να υπολογίζει έξοδα καλλιέργειας από 1.5 μέχρι 3€ ανά κιλό μέχρι το τελικό προϊόν, που είναι ο ξηρός καπνός σε δεματοποιημένα φύλλα, συμπεριλαμβανομένων εξόδων για ενοίκιο, καλλιέργεια, φυτοφάρμακα, εργατικά χέρια, καύσιμα και βιομηχανικά προϊόντα. Μαζί με τα έξοδα επεξεργασίας και τα μη προβλεπόμενα έξοδα, υπολόγισε περί τα 12 ευρώ ανά κιλό», μου απαντάει. «Αν λάβουμε υπόψη και τον φόρο, για μια συσκευασία των 25 γραμμαρίων που θα βγει στην αγορά, το καθαρό κέρδος ανά κιλό, φτάνει τα 8 ευρώ», καταλήγει και με βάζει σε σκέψεις να αρχίσω να φυτεύω Βιρτζίνια και Μπασμά για να φτιάξω το δικό μου… χαρμάνι.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v