Αρχαιοκαπηλία: Η σύγχρονη πληγή της Αρχαίας Ελλάδας

Πόσοι αρχαίοι θησαυροί περιμένουν υπομονετικά την αρχαιολογική σκαπάνη αλλά αντ’ αυτού καταλήγουν στα χέρια επιτήδειων στην χώρα μας; Οι αρμόδιοι μας δίνουν απαντήσεις για ένα θέμα που αποδεικνύει ότι η Αρχαία Ελλάδα «πουλάει» και –δυστυχώς- πουλιέται.
Αρχαιοκαπηλία: Η σύγχρονη πληγή της Αρχαίας Ελλάδας
του Γιώργου Κόκουβα

Ο μεγάλος «χαρτογράφος» του βυθού Ζακ-Υβ Κουστό καταφθάνει στην χώρα μας για υποθαλάσσιες εξερευνήσεις το 1974. Στα ανοιχτά των Αντικυθήρων, ανασύρει από ένα ναυάγιο τον περίφημο Έφηβο των Αντικυθήρων. Το ναυάγιο αποτελούσε ρωμαϊκό πλοίο που μετέφερε αρχαίους θησαυρούς από την Ιωνία στην Ρώμη τον 2ο αιώνα π.Χ. Δεν υπάρχει αμφιβολία: Η αρχαιοκαπηλία είναι ένα «σπορ» που είχε ξεκινήσει ήδη… από την αρχαιότητα.

Η ίδια πληγή ωστόσο, παραμένει ακόμη και σήμερα ανοιχτή, καθώς στην πλούσια από ιστορικής και αρχαιολογικής άποψης χώρα μας, ο πειρασμός ιδιωτών αλλά και ολόκληρων «επιχειρήσεων» να βάλουν χέρι στην θαμμένη Ιστορία της Ελλάδας μάλλον συνεχίζει να ανθεί.

«Το φαινόμενο παρουσιάζει έξαρση τους τελευταίους μήνες», μας ενημερώνει ο κ. Δήμος Κούζιλος, τμηματάρχης του Τμήματος Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας. «Υποψιαζόμαστε ότι αυτό συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με την οικονομική κρίση», μας λέει, συμπληρώνοντας πως πολλοί βρίσκουν αρχαία αντικείμενα, και γνωρίζοντας ότι έχουν αξία, εμπίπτουν στον πειρασμό να τα πουλήσουν για να καλύψουν τις οικονομικές τους ανάγκες.

Όπως μας ενημερώνει ο κ. Κούζιλος, το 2010 η υπηρεσία ανέλαβε περίπου 60 μεγάλες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας, ενώ μέσα στο 2011 η ροή πληροφοριών για παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων αυξάνεται συνεχώς και επομένως αναμένεται αύξηση των υποθέσεων. «Τα περισσότερα περιστατικά σημειώνονται εκτός Αττικής, κάτι που μας καθιστά... πολυταξιδεμένους», μας λέει ο κ. Κούζιλος, αναφέροντάς μας τα κυριότερα πεδία δράσης των αρχαιοκάπηλων: Η Κόρινθος και η Αργολίδα από την Πελοπόννησο, η Λάρισα, τα Τρίκαλα και άλλες θεσσαλικές πόλεις, η Φθιώτιδα και η περιοχή της Βέροιας είναι τα μέρη όπου «ανθεί το σπόρ».

«Υπάρχει έξαρση κυρίως λαθρανασκαφών», επιβεβαιώνει η κ. Ρόζα Προσκυνητοπούλου, προϊστάμενη της Υπηρεσίας Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτισμικών Αγαθών του Υπουργείου Πολιτισμού. «Πάντα υπήρχε το φαινόμενο βέβαια, αλλά πλέον παρουσιάζεται και το πρόβλημα φύλαξης των αρχαιοτήτων», συμπληρώνει. Όπως μας ενημερώνει η κ. Προσκυνητοπούλου, ανέκαθεν υπήρχε πρόβλημα έλλειψης προσωπικού στην υπηρεσία, αλλά με τις πρόσφατες εξελίξεις και περικοπές, τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Ως αποτέλεσμα, η υπηρεσία που είναι υπεύθυνη για την πρόληψη φαινομένων όπως η αρχαιοκαπηλία, μέσω της φύλαξης και του ελέγχου χώρων με αρχαία ή με πιθανότητα ύπαρξης αρχαιοτήτων θαμμένων σε αυτούς, δεν είναι «πάνοπλη».

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και αρκετές επιτυχίες, όπως η πρόσφατη επιστροφή ενός χρυσού στεφανιού και ενός μακεδονικού χάλκινου κρατήρα, που, όπως μας ενημερώνει η υπεύθυνη, βρέθηκαν σε συλλογή του εξωτερικού και τελικά επαναπατρίστηκαν. Ακόμη πιο πρόσφατη είναι η σύλληψη δύο αρχαιοκάπηλων που βρέθηκαν να έχουν στην κατοχή τους μικρά αρχαία αντικείμενα από φυλασσόμενο χώρο στην Ελευσίνα και προσπάθησαν να τα πουλήσουν. Οι άντρες της Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας τους συνέλαβαν, υποδυόμενοι τους υποψήφιους αγοραστές. Ακόμη, μεγάλη υπόθεση που εξιχνιάστηκε ήταν η κατάσχεση κυκλαδικών ειδωλίων της νεολιθικής εποχής των οποίων η αξία, όπως μας ενημερώνει το Τμήμα Δίωξης, είναι διπλάσια αυτής των κούρων.

Τα συχνά περιστατικά, ωστόσο, μας υπενθυμίζουν ότι η αρχαιοκαπηλία δεν είναι μια «παλαιάς κοπής» τακτική, που μπορούσε κανείς να συναντήσει παλιότερα στην Ελλάδα. Ίσως στο άκουσμα της λέξης "αρχαιοκαπηλία" μας έρχονται στο μυαλό εικόνες από ανθρώπους να βγαίνουν στο κυνήγι θησαυρών με ανιχνευτές μετάλλων ή να παραμονεύουν στα σημεία που το έδαφος ακουγόταν κούφιο. Σήμερα, υπάρχουν όχι μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά και οργανωμένες σπείρες. Υπάρχουν αυτοί που σκάβουν ή πιθανώς γνωρίζουν τα «κατατόπια» μιας περιοχής και φυσικά ο «εγκέφαλος», ο έμπορος δηλαδή που συνήθως «εξάγει» παράνομα τα πολιτιστικά αγαθά προς άλλες χώρες.

Ασφαλώς, έχουν γίνει βήματα προς την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του προβλήματος. Η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου μας ενημερώνει πως ο νόμος γίνεται όλο και πιο αυστηρός διεθνώς και δεν μπορεί κάποιος να πουλήσει αρχαιότητες χωρίς να αποδείξει την προέλευσή τους. Ίσως άλλωστε η προέλευση είναι και η έννοια-κλειδί σε αυτή την υπόθεση, καθώς όταν ακούμε για απώλειες «ανυπολόγιστης αξίας», αυτές δεν αφορούν απλώς την χρηματική αξία των ευρημάτων, αλλά και τις πληροφορίες που θα μπορούσαν να δώσουν για την Ιστορία του τόπου.

Οι περιβόητες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας των τελευταίων ετών

*Μάιος 2010: Ένας αγρότης βρίσκει στο χωράφι του στην Τενέα, κοντά στην Κόρινθο, δύο αγάλματα, τα κρύβει στην αποθήκη του και αποπειράται να τα πουλήσει με την βοήθεια δύο ακόμη συντοπιτών του. Ήταν δύο «δίδυμοι» όπως ονομάστηκαν κούροι, που προκάλεσαν το ενδιαφέρον συλλεκτών και ξένων μουσείων. Η αστυνομία «πλειοδότησε» στέλνοντας άνδρες της ως αγοραστές, από τους οποίους ζητήθηκε το ποσό των 10 εκατομμυρίων ευρώ. Τελικά, μετά την σύλληψη δύο εκ των δραστών, τα πολύτιμα αγάλματα κατέληξαν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για μοναδικής ομορφιάς έργα τέχνης από τον 6ο αιώνα π.Χ.

*Δεκέμβριος 2006: Το Υπουργείο Πολιτισμού κερδίζει την μάχη της διεκδίκησης σημαντικών «θησαυρών» που βρέθηκαν στο Μουσείο Γκετί. Ένα πανέμορφο χρυσό στεφάνι που πιθανότατα κατασκευάστηκε στο ίδιο μακεδονικό εργαστήριο με αυτό του Βασιλιά Φίλιππου βγήκε παράνομα από την Ελλάδα το 1992 από Έλληνα μετανάστη και κατέληξε να πωλείται για κάτι παραπάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια στην Ελβετία. Την ίδια τύχη είχε και μία αρχαϊκή κόρη από την Νάξο που το Γκετί θεωρούσε από τα πιο σημαντικά του εκθέματα. Μετά από μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις, το μουσείο αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ελλάδα τα δύο ευρήματα μαζί με μια βοιωτική μαρμάρινη στήλη και μια ανεπίγραφη στήλη από την Θάσο.

*2001: Το Μουσείο Ηρακλείου αποστέλλει αρχαία ευρήματα μετά από αίτημα του Μουσείο της Καρλσρούης να τα εντάξει σε ειδική έκθεση για την αρχαία Ελλάδα. Στην ίδια συλλογή, εμφανίστηκαν τελικά και προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, τα οποία, όντας σε επίσημη έκθεση, νομιμοποιούνται. Μάλιστα, οι αρχαιοκάπηλοι είχαν μέχρι και διαφήμιση στο έντυπο της έκθεσης. Προ ολίγων ημερών, το ίδιο μουσείο ζήτησε από την Ελλάδα άλλο ένα πολιτισμικό δάνειο για προσωρινή έκθεση και η απάντηση ήταν ένα μεγάλο «όχι».

*Απρίλιος 2006: Γίνεται έφοδος στην διαβόητη «βίλα της Σχοινούσας». Οι αρχές εντοπίζουν ρωμαϊκά κιονόκρανα, τον κορμό ενός αγάλματος της θεάς Αφροδίτης, τρεις ρωμαϊκές προτομές, κεραμικά από τουρκικά εδάφη και πολλά ακόμη αντικείμενα αμύθητης ιστορικής αξίας. Και σε αυτή την περίπτωση εμπλέκονται άνθρωποι του Μουσείο Γκετί, που σύμφωνα με μαρτυρίες επισκέπτονταν συχνά την βίλα για… αγορές.

Τι προβλέπει ο νόμος

Σύμφωνα με το ποινικό δίκαιο, όποιος βρει κάποιο αντικείμενο αρχαιολογικής αξίας οφείλει να το δηλώσει. Η δήλωση γίνεται στο Υπουργείο Πολιτισμού. Αν δεν προχωρήσει σε αυτή την πράξη, η ποινή είναι φυλάκιση μέχρι 2 ή 3 έτη, ενώ αν επιχειρήσει να εμπορευτεί το αντικείμενο, να το εξάγει ή να το καταστρέψει, η ποινή φθάνει τα 10 έτη φυλάκισης. Δείτε αναλυτικά τι προβλέπει ο νόμος περί προστασίας αρχαιοτήτων και πολιτισμικής κληρονομιάς, διαβάζοντας το έγγραφο που θα βρείτε πάνω δεξιά, στα σχετικά έγγραφα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v