5 ξεχασμένες ιστορίες από τις αθηναϊκές γειτονιές

Ποιος ήταν ο Μπαρμπα-Γιάννης ο Κανατάς, και πού πάνε οι γειτονιές όταν εξαφανίζονται; Πέντε μικρές αθηναϊκές ιστορίες που σκέπασε η αχλή του χρόνου.
5 ξεχασμένες ιστορίες από τις αθηναϊκές γειτονιές
της Ηρώς Κουνάδη

Ξέρεις ποια γειτονιά λέγαμε Αλίκοκο, και γιατί οι άνθρωποι τον Μεσαίωνα πίστευαν πως οι Στύλοι του Ολυμπίου Διός ήταν στοιχειωμένοι; Τι κάνει ένα φιλικό φάντασμα στην Πλάκα, και γιατί λέμε «χαιρέτα μου τον πλάτανο»; Όλα εξηγούνται, μέσα από πέντε μικρές αλλά ενδιαφέρουσες ιστορίες μιας πόλης που μετρά πάνω από 25 αιώνες ζωής και άλλες τόσες μετεμψυχώσεις.

Το Βρυσάκι το έχεις ακουστά;

Μια ολόκληρη γειτονιά της Αθήνας έπαψε να υπάρχει όταν βγάλαμε στο φως την Αρχαία Αγορά. Μια γειτονιά με 81 σπίτια και 315 κατοίκους, τους οποίους μέτρησε η τελευταία απογραφή που έγινε εκεί το 1824.

Για την ονομασία της υπάρχουν δύο εκδοχές: Η μία λέει από τον Ευρυσάκη, γιο του Αίαντα του Τελαμώνιου, ο οποίος έβαλε τη Σαλαμίνα στη δικαιοδοσία της Αθήνας και ανταμείφθηκε από τους Αθηναίους με τα δικαιώματα του Αθηναίου πολίτη αρχικά, και με τιμές ήρωα αργότερα –στην Αρχαία Αγορά υπάρχει μέχρι σήμερα το ιερό του. Η άλλη, που υποστηρίζει και ο Δημήτρης Καμπούρογλου, λέει πως στο κέντρο της συνοικίας υπήρχε βρύση που εφοδίαζε τους κατοίκους της με νερό, κι αυτό μικρό πράγμα δεν ήταν ποτέ στην Ιστορία της Αθήνας, από την αρχαιότητα ως τον Μεσαίωνα. Από τη γειτονιά σώζεται σήμερα μόνο ένα μικρό δρομάκι, η οδός Βρυσακίου, που ξεκινά ακριβώς απέναντι από τους κάτω Διόσκουρους, και ανηφορίζει στο πλάι της Αρχαίας Αγοράς.

Διαβάστε περισσότερα - Το Βρυσάκι, η εξαφανισμένη γειτονιά της Αθήνας



Το φάντασμα του Αλίκοκου

Ο πεζόδρομος της Κυδαθηναίων στην Πλάκα λεγόταν τον Μεσαίωνα Πλατέα Ρούγα του Αλίκοκου, και ήταν ο κεντρικός δρόμος της ομώνυμης γειτονιάς. Το όνομά της το πήρε από ένα… φάντασμα, το στοιχειό του Αλίκοκου, που προειδοποιούσε τις νύχτες τον κόσμο που έμενε εδώ για επερχόμενες συμφορές –σπάνια περίπτωση φιλεύσπλαχνου φαντάσματος στην αθηναϊκή λαογραφία. Πριν γίνει φάντασμα, ο Αλίκοκος ήταν σύμφωνα με τον μεν Δημήτρη Σισιλιάνο Φράγκος κάτοικος της περιοχής, της γνωστής οικογενείας των Αλίκοκων, σύμφωνα με τον δε Κώστα Μπίρη Αλβανός, επίσης κάτοικος της περιοχής, ο Αλή Κόκος.

Το μυστήριο του Μπαρμπα-Γιάννη του Κανατά

Ναι, εκείνου με το γνωστό τραγούδι. Ποιο είναι το μυστήριο, ρωτάς; Δώσε βάση: Κάτοικος της οδού Υπερείδου στην Πλάκα, ο μπαρμπα-Γιάννης εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1860 με το γαϊδουράκι του φορτωμένο με κανάτια και άρχισε να γυρίζει όλη την Αθήνα. Κανείς δεν ήξερε από πού είχε έρθει, ούτε καν ποιο ήταν το επίθετό του. Τις Κυριακές, μεταμφιεσμένος σε αριστοκράτη, σύχναζε στα καφενεία Η Ωραία Ελλάς και Σολώνειον. Οι εφημερίδες ασχολούνταν συχνά μαζί του, ενώ η ορχήστρα της Φρουράς τον υποδεχόταν με το γνωστό γι’ αυτόν άσμα τα απογεύματα στην Πλατεία Συντάγματος. Στα τέλη της δεκαετίας του 1880, ο μπαρμπα-Γιάννης εξαφανίστηκε μυστηριωδώς, ακριβώς όπως είχε εμφανιστεί, αφήνοντας πίσω του τις φήμες να οργιάζουν.

Γιατί λέμε «Χαιρέτα μου τον Πλάτανο»;

Δεν είναι όπως λέμε «από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα», είναι ένας πλάτανος πολύ συγκεκριμένος: Αυτός που βρισκόταν στην αυλή του Μεντρεσέ, απέναντι από τους Αέρηδες. Αν κοιτάξεις σήμερα προς τα εκεί, θα δεις να σώζεται μόνο η πέτρινη πύλη του, πίσω από την οποία, αν είχες μια χρονομηχανή, θα έβλεπες και τον πλάτανο. Χτισμένος το 1721, ο Μεντρεσές ήταν ιεροσπουδαστήριο των Οθωμανών, που τον 19ο αιώνα μετατράπηκε από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος σε φυλακή, κυρίως για πολιτικούς κρατούμενους, οι οποίοι συχνά εκτελούνται με απαγχονισμό από τα κλαδιά του πλατάνου. Υπάρχει κι ένα δίστιχο που λέει πως «στου Μεντρεσέ τον πλάτανο πουλί δεν πάει να κάτσει, που έχει ξερά τα φύλλα του στη ρίζα του φαρμάτσι».



Τι συνέβαινε στους Στύλους του Ολυμπίου Διός;

Ίσως το έχεις ακουστά, πως οι Αθηναίοι του Μεσαίωνα πίστευαν ότι οι Στύλοι του Ολυμπίου Διός είναι στοιχειωμένοι. Η δοξασία της εποχής πάει ως εξής: «Αν ξυπνήσεις καμιά μαύρη και άγρια νύχτα και αν δεν φοβηθείς, να πας κατά τις Κολώνες. Θα δεις -μακριά από λόγου μας- να πηδάνε τρεις Αραπάδες από κολώνα σε κολώνα. Ξεκαρδίζονται κιόλας στα γέλια! Και το γέλιο τους σαν τι μοιάζει σου φαίνεται; Σαν αστροπελέκι! Αν ξυπνήσεις καμιά μαύρη και άγρια νύχτα και αν δεν φοβηθείς, να πας κατά τις Κολώνες, θα τους δεις!». Κοίτα τώρα να δεις τι συνέβαινε πραγματικά: Οι… Αραπάδες στους οποίους αναφέρεται ο θρύλος δεν ήταν φαντάσματα, αλλά κανονικοί άνθρωποι, Αιθίοπες σκλάβοι των Οθωμανών, τους οποίους μπορούσες να δεις και την ημέρα να κάνουν εδώ τις δεήσεις τους, κυρίως σε περιόδους ανομβρίας.

(*) Με πληροφορίες από τα βιβλία:
- Αθήνα Μια Πόλη Μαγική, Άρτεμις Σκουμπουρδή, Εκδόσεις Ι. Σιδέρης
- Αθήνα: Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία, Θανάσης Γιοχάλας, Τόνια Καφετζάκη, Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v