Βραβεία Διαβάζω: Τα «χρυσά» μυθιστορήματα των τελευταίων 15 ετών

Βραβεία Διαβάζω: Τα «χρυσά» μυθιστορήματα των τελευταίων 15 ετών
Χρειάζεται να βραβευθεί ένα βιβλίο για να αναγνωριστεί η αξία του; Αναμφισβήτητα, η αναγνωστική εμπειρία του καθενός μας είναι αυτή που κατατάσσει τις σελίδες ενός μυθιστορήματος στο προσωπικό μας λογοτεχνικό πάνθεον. Ωστόσο, το κύρος των πιο έμπειρων αναγνωστών μιας επιτροπής και η αξιοπιστία ενός περιοδικού, όπως το «ΔΙΑΒΑΖΩ», που συντροφεύει το βιβλιοφάγο κοινό εδώ και χρόνια στην αναζήτηση του καλού αναγνώσματος δεν μπορεί παρά να θέτει τα Βραβεία ΔΙΑΒΑΖΩ στην πρώτη γραμμή της αναγνώρισης του έργου ενός συγγραφέα.

Τα βραβεία του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ επιβραβεύουν κάθε χρόνο τα κορυφαία βιβλία Ελλήνων συγγραφέων που συνεισέφεραν μέσα στο έτος με την συγγραφική τους δεινότητα σε κάθε πτυχή της λογοτεχνίας: Παιδικό βιβλίο (εικονογραφημένο ή λογοτεχνικό), ποίηση, δοκίμιο, νουβέλα και μυθιστόρημα, όλα τα είδη έχουν θέση στον έγκυρο θεσμό.

Για αυτή την χρονιά, τα βραβεία μπαίνουν στην τελική τους ευθεία: Αυτή την Δευτέρα 2 Μαΐου αναμένεται να ανακοινωθούν επίσημα οι μικρές λίστες των βιβλίων που θα διαγωνιστούν για τα Λογοτεχνικά Βραβεία Διαβάζω 2011, καθώς και η ημερομηνία και ο τόπος απονομής των βραβείων. Μέχρι τότε, ας θυμηθούμε μαζί τα βραβευμένα μυθιστορήματα των τελευταίων 15 χρόνων, που κέρδισαν (κάτι παραπάνω από) το κοινό και ας ρίξουμε μια ματιά στα οπισθόφυλλά τους.

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2010
Βασίλης Γκουρογιάννης, Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή, εκδόσεις Μεταίχμιο
[…]Το παλιό λεωφορείο, ένα Βόλβο εικοσαετίας, με αεροπορικό βόμβο και ξερούς τριγμούς, ξεκίνησε για μια σύντομη περιήγηση στην παλαιά Λευκωσία και αποκεί θα κατευθυνόταν προς το ξενοδοχείο Nicosia. Στην ατμόσφαιρά του πλανιόταν η αίσθηση ότι εγκατέλειπαν πίσω στη Μακεδονίτισσα τους νεκρούς συμπολεμιστές, ηττημένοι από το πάθος για μια παγωμένη μπίρα. Έτσι κι αλλιώς, δεν μπορούσαν να τους παρηγορήσουν. Δεν γνωρίζουν αν οι νεκροί χρειάζονται παρηγοριές. Αυτό που έγινε πριν από λίγο ήταν μια βιαστική συνάντηση έπειτα από τριάντα τόσα χρόνια παλαιών φίλων, οι οποίοι δεν είχαν τίποτε πλέον να πουν πέρα από τα τυπικά και ανυπομονούσαν να χωρίσουν με εύσχημο τρόπο. Εξάλλου οι νεκροί ήταν ήδη ενήλικες: ήταν τριάντα τριών ετών νεκροί. Είχαν πια προσαρμοστεί να είναι νεκροί, ενώ ως ζωντανοί βίωσαν μόλις είκοσι πέντε χρόνια, και προφανώς τα είχαν λησμονήσει. […]

Με πρωταγωνιστές μια ομάδα βετεράνων του πολέμου στην Κύπρο το 1974, κατά την εισβολή του Αττίλα, οι οποίοι επιστρέφουν στα πεδία των μαχών τριάντα τόσα χρόνια μετά, ο Βασίλης Γκουρογιάννης στήνει ένα υπαρξιακό μυθιστόρημα για τον αγνοημένο αυτό πόλεμο αλλά και για κάθε πόλεμο. Μεγάλο μέρος του μυθοπλαστικού υλικού του βιβλίου είναι βασισμένο σε μαρτυρίες Ελλήνων και Τούρκων βετεράνων που έλαβαν μέρος στα γεγονότα.

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2009
Μαρίνα Καραγάτση, Το ευχαριστημένο ή οι δικοί μου άνθρωποι, εκδόσεις Άγρα
Η Μαρίνα Καραγάτση δανείζεται τα λόγια προσφιλών της προσώπων και τους ξαναδίνει φωνή. Με τρεις παράλληλους μονολόγους μιας ανοιξιάτικης μέρας του 1950 και ένα θεατρικό μονόπρακτο μιας ανοιξιάτικης μέρας του 2006 αναπλάθει βιώματα και ενδόμυχους συλλογισμούς του Καραγάτση, του αντιπροσωπευτικότερου ίσως συγγραφέα της γενιάς του, της Λασκαρώς, καρτερικής και δυνατής υπηρέτριας του σπιτιού, και της γιαγιάς Μίνας, μιας αρχόντισσας της Άνδρου. Σιωπηλή, αλλά διαρκώς παρούσα, η Νίκη Καραγάτση, η ζωγράφος που παραμένει με την ευαισθησία και τους χαμηλούς της τόνους πάντα επίκαιρη. Μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας ξαναζωντανεύει μια ολόκληρη εποχή.

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2008
Γιώργος Παναγιωτίδης, Ερώτων και αοράτων, εκδόσεις Γαβριηλίδης
«Τότε συνέβη μέσα στα αδέλφια να στρεβλωθεί ο κόσμος και να πυρακτωθούν από έρωτα ανεξέλεγκτο που γρήγορα ρίζωσε έως το τρίσβαθο της ψυχής τους, δέντρο θεόρατο, καταπράσινο μα ζωσμένο άσβηστη πυρά. [...] Μα ήταν αλλόκοτος ο έρωτας αυτός γιατί θέριεψε ανάμεσα στ' αδέλφια κι ενάντια σε πλήθος μύθων που θέλουνε μέχρι κι εχθρούς τους δίδυμους, να αντιμάχονται ακόμα και στην κοιλιά της μάνας τους, πριν γεννηθούνε. Έρωτας σαν από θεό σταλμένος αφού δεν μπόρεσαν ούτε για μια στιγμή να του αντισταθούνε κι όλο τους τράβαγε με δύναμη ανίκητη κι όλο τους ζάλιζε μ' ένα βαρύ, γλυκό μεθύσι αγάπης. Θα καθίσω κοντά σου, της είπε η μάνα της, γιατί είσαι μόνη κι εδώ που απέμεινες μόνο τα δέντρα σ' ακουμπούν και μόνο τα σύννεφα χαϊδεύουν τη ψυχούλα σου μικρή μου κόρη, ερειπωμένη μέσα στο μέγα πλήθος του κόσμου τούτου όπου φουσκώνουν οι φαντασμένες πόλεις του κι υψώνουν τα σπίτια τους πάνω από τους ανθρώπους και φεύγουν οι δρόμοι τους πέρα από τους τέσσερις ορίζοντες, τόσοι και τόσοι άνθρωποι, φιάλες αδειανές κι όλοι τους σ' αγνόησαν καλή μου, μονάκριβη μου θυγατέρα. Μα εγώ σε γέννησα να χαίρεσαι, η σάρκα σου είναι σάρκα μου κι οι πόθοι σου παρηγοριά μου...»

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2007
Αντώνης Σουρούνης, Το μονοπάτι στη θάλασσα, εκδόσεις Καστανιώτη
«Ήταν πριν πολλά χρόνια, τότε που οι άνθρωποι δεν είχαν ακόμα χωριστεί σε πλούσιους και φτωχούς κι όλα πάνω στη γη ήταν μικρά, στενά και λίγα. Tα σπίτια μας ήταν μικρά, τα μαγαζιά ήταν μικρά, η οδός Mουσών ήταν στενή, το κρεβάτι μου ήταν στενό, οι εκκλησίες ήταν μικρές, οι φίλοι μου ήταν μικροί. Kαι τα ρούχα μας ήταν στενά και λίγα, αφού ο παπα-Γιώργης που μας τα 'δινε δε μας μετρούσε με τη μεζούρα. O κόσμος ήταν κι αυτός μικρός κι έπιανε από το δάσος του Σέιχ Σου μέχρι τη θάλασσα του Λευκού Πύργου. H ίδια η γη ήταν τόσο μικρή, που όταν πήγα σχολείο και την είδα πάνω στο τραπέζι του δάσκαλου μπόρεσα να την αγκαλιάσω. Tα αυτοκίνητα και τα αεροπλάνα ήταν τόσο λίγα, που όταν έβλεπες ένα χειροκροτούσες και το κοίταζες μέχρι να χαθεί, γιατί θ' αργούσες πολύ να ξαναδείς άλλο. Tηλέφωνο ούτε ακούγαμε ούτε βλέπαμε. Για να το δει κανείς, έπρεπε να φάει ξύλο. Aν ήταν μικρός, στο γραφείο του διευθυντή του σχολείου• αν ήταν μεγάλος, στο γραφείο του διευθυντή της αστυνομίας. Tο φαΐ ήταν τόσο λίγο, που όταν το είχαν οι άνθρωποι μπροστά τους κάνανε το σταυρό τους σαν μπροστά σε εικόνισμα. Kλέφτες δεν υπήρχαν, γιατί οι άνθρωποι δεν είχαν τίποτα να τους κλέψεις. Tο μόνο που έκλεβαν κάθε τόσο τα παλικάρια ήταν καμιά όμορφη κοπέλα, κι αυτό γιατί ο μπαμπάς της τσιγκουνευόταν να τους τη δώσει κι αφού εκείνη προηγουμένως τους είχε κλέψει την καρδιά».

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2004
Τάσος Χατζητάτσης, Σα σπασμένα φτερά, εκδόσεις Πόλις
«...και η χλόη πάλι χλωρή, σπασμός στη γυμνή πατούσα, χάδι που σε οδηγεί, αναδεύοντας φύλλα στη μεθυσμένη πεδιάδα. Ύστερα άρχιζε το χώμα να ανηφορίζει προς τους λόφους, να μαλακώνει. Μαζί ανέβαιναν και οι ελιές σπαρμένες από την πρώτη μέρα. Στις κορυφές το χώμα σκλήρυνε, πέτρωσε, άλως από καστανόχωμα, παιχνίδια στο διάσελο, ξεχασμένα από το καλοκαίρι. Και οι κοιλάδες να ανοίγονται, αποζητώντας τους ασπασμούς. Τα φιλιά. Τα φιλιά μέχρι τα απόκρημνα βράχια. Παράλληλα να σκαρφαλώνουν και οι ελιές μέχρι το πηγάδι. Το φιλιατρό, φαρδύ χαμόγελο, ανασηκωμένο κεραμίδι, κόκκινος πηλός που φτιάχουν το αίμα, τα κόκκινα πτηνά και τις σφυρίχτρες που πετάνε. Πίσω ο όρθιος βράχος και οι χωμάτινες πτυχές, ευθυτενείς, να προστατεύουν από τον αέρα, σα βλέφαρα, τις μαύρες λίμνες. Τα νερά πότιζαν το δάσος και κέρδιζαν τα σύννεφα. Το δάσος κόκκινο τη μέρα, ένα κόκκινο αδιάθετο, και τη νύχτα αδιαπέραστο κατράμι. Μόνον οι φτερούγες των φιλιών θα σε περάσουν στην άλλη άκρη. Να καταποντιστεί το βλέμμα, στη θάλασσα, στο αρυτίδωτο φως και κάτω στις σπηλιές με τα μεσάνυχτα νερά και τις πηγές. [...]»

Ο Τάσος Χατζητάτσης (1945-2008) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου και έζησε. Δούλεψε για χρόνια ως οδοντίατρος. Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1984 με διηγήματα που δημοσίευσε στο περιοδικό "Χάρτης". Το 1998 τιμήθηκε με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου πεζογράφου του περιοδικού "Διαβάζω" για το πρώτο του βιβλίο, και το 2004 με το βραβείο μυθιστορήματος του ίδιου περιοδικού για το "Σα σπασμένα φτερά". Ήταν παντρεμένος με την κεραμίστρια Λίνα Χατζητάτση, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά. Πέθανε στη Θεσσαλονίκη στις 7 Νοεμβρίου 2008, μετά από σύντομη μάχη με τον καρκίνο. Ο εκδότης του περιοδικού "Εντευκτήριο" Γιώργος Κορδομενίδης έγραψε σχετικά στη σελίδα του περιοδικού: "Πέθανε σήμερα το πρωί (Παρασκευή, 7 Νοεμβρίου) ο Τάσος Χατζητάτσης, άνθρωπος σπάνιας ποιότητας, ταλαντούχος συγγραφέας, πολύτιμος συνεργάτης του "Εντευκτηρίου" και καλός φίλος. Όσο κι αν ακούγεται τετριμμένο, ο θάνατός του κάνει την ελληνική λογοτεχνική κοινότητα φτωχότερη και βυθίζει σε βαθιά θλίψη όλους εμάς που τον συναναστραφήκαμε, τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε".

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2003
Μιχάλης Μιχαηλίδης, Η σκύλα και το κουτάβι, εκδόσεις Καστανιώτη
Η Νάντια Παλαιολόγου δείχνει να τα έχει όλα. Είναι γοητευτική, πλούσια και μορφωμένη. Παραμένει όμορφη, διάγει μεγαλοαστικό καλλιτεχνικό βίο και έχει προσφάτως παντρευτεί έναν άντρα που τη λατρεύει. Μετά από ένα παρελθόν γεμάτο διαψεύσεις, αισθάνεται επιτέλους κατασταλαγμένη και έχει αφεθεί στην αυταρέσκεια και την αμεριμνησία. Όμως θα τιμωρηθεί γι' αυτό: πολύ σύντομα ο σύζυγός της θα τη χωρίσει και η Νάντια θα αναγκαστεί να ζήσει μόνη με το τρίχρονο παιδί τους, τη Μαρίνα. Η συνέχεια θα αποδειχτεί χειρότερη: η Νάντια θα υπονομεύσει την αμφιλεγόμενη καριέρα της, θα πέσει στα χέρια ανεκδιήγητων αντρών, θα εξελιχθεί σε μια ανισόρροπη ύπαρξη και θα επιδοθεί σε αναρίθμητα ψυχολογικά βασανιστήρια με θύμα πάντοτε την κόρη της. Πώς θα αντιδράσει η Μαρίνα όταν φτάσει στην εφηβεία; Θα σταματήσει να φέρεται σαν ανυπεράσπιστο κουτάβι; Θα καταφέρει να ξεφύγει από τη σκύλα; Θα θεμελιώσει μια δική της προσωπικότητα ή θα γίνει ένα πιστό αντίγραφο της Νάντιας;

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2001 (εξ ημισείας)
Νίκος Θέμελης, Η ανατροπή, εκδόσεις Κέδρος
Λίγο πριν το γύρισμα του 1900, ενώ η αστική τάξη διευρύνει την ακτινοβολία της και την ισχύ της, οι αυτοκρατορίες που απλώνονται στη χερσονήσου του Αίμου μέχρι ψηλά στη Νότιο Ρωσία, αμφισβητούνται από κάθε λογής κινήματα. Κινήματα απελευθέρωσης από δυνάστες ή κατακτητές, από αλλοεθνείς ή αλλόδοξους, απ' οτιδήποτε κρατάει τον κόσμο δεμένο στο χθες, στο τέλμα, στην υποταγή, πνίγει τις ικανότητές του και κάθε φωνή για ελευθερία και δικαιοσύνη. Στον κόσμο αυτό, μια γυναίκα αποφασίζει το δικό της μακρύ δρόμο για μια ζωή που θέλει η ίδια να ορίζει με τα αισθήματά της, τις ιδέες της και τις επιλογές της. Μια ζωή στην οποία η μία ανατροπή διαδέχεται την άλλη, μαζί με τις ανατροπές που παρασέρνουν έθνη και κοινωνίες. Μια ζωή που υφαίνεται μέσα από τις σχέσεις της με πέντε άνδρες. Πέντε άνδρες είδωλα μιας άλλης εποχής - κάποιοι μπορεί να υπάρχουν και σήμερα ακόμη.

Ιωάννα Καρυστιάνη, Κουστούμι στο χώμα, εκδόσεις Καστανιώτη
Ο Κυριάκος Ρουσιάς πήγε στην Αμερική στα δεκαπέντε του. Στα σαράντα τρία του μένει στο Γκαίηθερσμπεργκ και δουλεύει στο Φρέντερικ, ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας. Δεν πολυμιλάει για το σόι του, δεν πολυμιλάει για τα παλιά. Το καλοκαίρι του '98, απροειδοποίητα, επιστρέφει στο χωριό του για πρώτη φορά. Και πέφτει πάνω στον άλλο Κυριάκο Ρουσιά. Ακούει εκείνη τη φωνή που τρυπούσε το ρόδι και ξεφλούδιζε το πετραμύγδαλο. Ψάχνει κάποια Μάρω με μια ελιά σα δάκρυ στην πίσω μεριά της γάμπας. Αναρωτιέται πώς είναι το βλέμμα του ανθρώπου τη στιγμή που παίρνει μια μοιραία απόφαση.

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 2000
Έρση Σωτηροπούλου, Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές, εκδόσεις Κέδρος
Η Νίνα που επαναστατεί, η Λία που πεθαίνει, ο Σωτήρης που ερωτεύεται, ο Σιντ που ακροβατεί, το μαύρο πουλί που μιλάει. Τα πρόσωπα κινούνται ακτινωτά, αποκλίνουν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Όμως ανεπαίσθητα μπλέκονται. Μέσα από τη λυσσασμένη αναζήτηση της αγάπης, τη διάψευση, την αποδοχή και την προδοσία, τα κομματάκια του παζλ παίρνουν τη θέση τους. Τα όρια σβήνουν, οι ιστορίες γίνονται μία ιστορία συγκλονιστική, ανεπανάληπτη μέσα στην καθημερινότητά της. Ένας κόσμος αστείος και οδυνηρός, βίαιος και τρυφερός, περπατάει "ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές" και χαιρετάει τον αιώνα.

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 1998
Ελιάνα Χουρμουζιάδου, Η ιδιαιτέρα, εκδόσεις Κέδρος
Η Μαρία, ιδιαιτέρα του μεγαλοβιομήχανου Θεόδωρου Κόντη, είναι τριάντα τεσσάρων χρόνων όταν, εντελώς ξαφνικά, χάνει τη μητέρα της, ενώ κάνουν διακοπές σε ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί. Αντί να πενθήσει, περιμένει ότι η ζωή της θα βρει επιτέλους το δρόμο της, σαν ένα ρεύμα που επιστρέφει στην κοίτη του ύστερα από μια μακροχρόνια εκτροπή.

"Πάντα κάτι θέλουν, κάτι περιμένουν από σένα, από την πρώτη μέρα", λέει για τους γονείς. "Στην αρχή να μην κλαίς μέσα στη νύχτα όταν βγάζεις δόντια, μετά να διαβάζεις τα μαθήματά σου χωρίς να τους σκοτίζεις, αργότερα να μην παίρνεις αποβολές και να μην αργείς τα βράδια, ύστερα να τους φέρεις κι ένα πτυχίο για το κάδρο στον τοίχο και να βρεις μια δουλειά της προκοπής, καθώς επίσης και να διαλέξεις ένα καλό ταίρι και να τους κάνεις εγγόνια. Δεν παύουν ποτέ να ζητάνε. Κι εσύ τα κάνεις όλα όπως θέλουν, για να φτάσεις στο τέρμα, όπου θα έχεις τα δικά σου παιδιά για να τους πιεις το αίμα".

Πώς μπορεί μια κόρη που μιλάει και σκέφτεται έτσι να εκπληρώσει τελικά τα όνειρα της μητέρας της, ιδίως όταν σε όλη της τη ζωή προσπαθεί για το αντίθετο;
Και ο δρόμος αυτός την οδηγεί στο απόγειο της δόξας για τις απανταχού ιδιαιτέρες ή σε μιαν αναπόδραστη επιστροφή στο οικογενειακό της παρελθόν;

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 1997
Φαίδων Ταμβακάκης, Οι ναυαγοί της Πασιφάης, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Σε αυτό το μαγευτικό μυθιστόρημα, για το οποίο απέσπασε το Bραβείο Mυθιστορήματος του έγκριτου περιοδικού Διαβάζω, ο Tαμβακάκης ζωντανεύει τις περιπέτειες τριών ναυαγών σε ένα νησί της Ωκεανίας. Yιοθετώντας ταξιδιωτικό ύφος και μνημοτεχνικές μεθόδους, φέρνει τους ήρωές του αντιμέτωπους με τη φύση, με τους εαυτούς τους και με μια χαμένη κάστα της Πολυνησίας, που περιέπλεε τον Eιρηνικό οργανώνοντας θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις που κατέληγαν σε ερωτικά όργια. H κάστα αυτή εξαφανίστηκε τον 19ο αιώνα μετά από ανελέητο κυνηγητό των ιεραποστόλων και πήρε μαζί της τη μυθολογία, τη μουσική και την ποίηση όλων των λαών της περιοχής, δηλαδή τη μνήμη. Oι ναυαγοί της Πασιφάης προσπάθησαν να την ξαναβρούν.

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 1996
Αμάντα Μιχαλοπούλου, Γιάντες, εκδόσεις Καστανιώτη
«H ιστορία μας, με δυο λόγια, πάει κάπως έτσι: O πατέρας πέθανε• ο Hλίας έγραψε στα αγγλικά μια νουβέλα με θέμα την οικογένειά μας• μου ζήτησε να τη μεταφράσω• δέχτηκα• συνάντησα μερικούς εκδότες• απέρριψαν όλοι το βιβλίο επειδή ήταν ολιγοσέλιδο• για να αυξηθούν οι σελίδες, αποφάσισα να γράψω και τη δική μου εκδοχή. Eίχαν μεσολαβήσει δραματικά γεγονότα: μια δολοφονία, ένα συντριπτικό κάταγμα μεταξύ θωρακικών και οσφυϊκών σπονδύλων, ένας χωρισμός. Γιατί το κάνω αυτό; Πρώτον, επειδή η περίληψη μιας ιστορίας είναι ο κύριος λόγος που μας σπρώχνει να τη διαβάσουμε. Δεύτερον, θα ήθελα να είμαι τίμια μαζί σας. Kανένα μυθιστόρημα δεν γράφεται μόνο με καλές προθέσεις - αλλά χρειάζονται κι αυτές. Kαι τώρα, αν δεν χτυπάει το τηλέφωνο ή δεν χύνεται ο καφές, μπορείτε ν' αρχίσετε την ανάγνωση».

Βραβείο Μυθιστορήματος ΔΙΑΒΑΖΩ 1995
Γιάννης Κιουρτσάκης, Σαν μυθιστόρημα, εκδόσεις Κέδρος
«Τώρα λοιπόν το έχεις καταλάβει: μόνο αν κάνεις τη ζωή σου μυθιστόρημα, ανιστορώντας όσα έζησες και προσπαθώντας να τα δεις από νέες οπτικές γωνίες -κοιτάζοντας τον άλλο σαν να ήτανε ο εαυτός σου και τον εαυτό σου σαν να ήταν άλλος, κοιτάζοντας το παρελθόν σου σαν να ήτανε παρόν και το παρόν σου σαν να ήταν ακόμα για σένα μέλλον-, μόνο με αυτά και μ' άλλα τέτοια "ψέματα" ανακαλύπτεις κάποτε τη σκληρή αλήθεια της ζωής σου. Ναι είναι παράξενο, μα τώρα πια το ξέρεις: μόνο αν δεις τη ζωή σαν μυθιστόρημα, αγγίζεις τον κρυφό πυρήνα της ζωής».

Το βιβλίο του Γιάννη Κιουρτσάκη Σαν μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 2011 στη Γαλλία με τίτλο Le dicôlon από τις εκδόσεις Verdier, σε μετάφραση του René Bouchet.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v