Μαργαρίτα Γαριού: «Χωρίς τον κόσμο της Κρήτης η σειρά δεν θα ήταν το ίδιο επιτυχημένη»

Μαργαρίτα Γαριού: «Χωρίς τον κόσμο της Κρήτης η σειρά δεν θα ήταν το ίδιο επιτυχημένη»
Μαργαρίτα Γαριού: «Χωρίς τον κόσμο της Κρήτης η σειρά δεν θα ήταν το ίδιο επιτυχημένη»
Πέρα από τις συγκλονιστικές ερμηνείες των ηθοποιών, η μεγάλη επιτυχία της σειράς «το Νησί» οφείλεται εξίσου -αν όχι περισσότερο- στην «μηχανή» που στήνεται σε κάθε γύρισμα πίσω από τις κάμερες: Σκηνοθέτες, διευθυντές φωτογραφίας, σκηνογράφοι, ενδυματολόγοι, μακιγιέζ και αμέτρητοι άλλοι συντελεστές συμμετέχουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο ώστε να εισπράξουμε εμείς, από τα σπίτια μας το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Από όλους αυτούς, σε μία περίοδο που τα γυρίσματα ακόμα συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς, το In2life κατάφερε να μιλήσει με την Α’ Βοηθό Σκηνοθέτη, κ. Μαργαρίτα Γαριού, την οποία «πέτυχε» κάπου μεταξύ Κρήτης και Αθήνας, για να μας αποκαλύψει όσα δεν γνωρίζουμε σχετικά με την δημιουργία «του Νησιού».

-Σε κάθε επεισόδιο, εμείς βλέπουμε από τις οθόνες μας αυτά που κινηματογραφείτε. Εσείς που βρίσκεστε στο «Νησί» τι νιώθετε να εκπέμπει ο χώρος;

Τον περασμένο χειμώνα το συνεργείο και οι ηθοποιοί ξεκινούσαμε κάθε πρωί στις 7.00, φορτώναμε τον εξοπλισμό μας (κάμερες, φώτα, ρούχα, μακιγιάζ, μακενιστικά κλπ) σε ένα καΐκι, πηγαίναμε από την Πλάκα στην Σπιναλόγκα, κάναμε 10 με 12 ώρες γύρισμα εκεί, με κάθε καιρική συνθήκη, ξαναφορτώναμε τον εξοπλισμό μας στο καΐκι και επιστρέφαμε, νύχτα πια, στην Πλάκα. Αυτά για 5 σχεδόν μήνες μέσα στο καταχείμωνο, με όλες τις καιρικές συνθήκες και πολλές φορές με κίνδυνο της ζωής μας. Δεν έλειψαν και οι μέρες που λόγω δυνατού αέρα αποκλειστήκαμε στο νησί, ευτυχώς για κάποιες ώρες μόνο. Και μιλάμε για ένα νησάκι που δεν έχει καμιά υποδομή, ούτε νερό, ούτε ρεύμα (είναι αρχαιολογικός χώρος που τον χειμώνα παραμένει κλειστός).

Παρόλα αυτά όλοι μας πιστεύουμε ότι άξιζε ο κόπος για να πάρουμε και να δείξουμε σε εσάς τις εικόνες που βλέπετε. Μόνο και μόνο ότι η ιστορία κινηματογραφείται στον αληθινό χώρο που έζησαν αυτοί οι άνθρωποι, δίνει στο έργο μας μεγαλύτερη αξία. Το Νησί είναι ο πραγματικός πρωταγωνιστής της ιστορίας μας.

-Τα γυρίσματα είναι πάντα πολύ απομυθοποιημένα σε σχέση με το τελικό αποτέλεσμα. Σας κάνει εντύπωση το ότι για τους περισσότερους θεατές το «Νησί» λειτουργεί κάπως σαν καθαρτήριο: Κάθε φορά που το βλέπουν κλαίνε με λυγμούς;

Προσωπικά δεν μου κάνει εντύπωση γιατί και εγώ, αλλά και άλλα μέλη του συνεργείου, κλαίμε στο μόνιτορ όταν γυρίζεται κάποια σκηνή. Εγώ, για παράδειγμα, κλαίω πολύ με την ιστορία του δεκάχρονου Δημήτρη που χωρίζει από την οικογένειά του και καταδικάζεται να ζήσει την υπόλοιπη ζωή του μακριά από τους δικούς του. Ίσως αυτή η ιστορία με αφορά περισσότερο γιατί έχω και εγώ ένα μικρό αγοράκι.

Γενική πάντως διαπίστωση είναι ότι όταν οι ιστορίες είναι αληθινές και γραμμένες με αγάπη για τους ήρωες, σίγουρα αγγίζουν τις καρδιές των θεατών και αντανακλούν τις δικές τους ανάγκες για κλάμα αλλά και για γέλιο. Και αυτό σημαίνει ψυχαγωγία: αγωγή της ψυχής. Φτάνει βέβαια τα κίνητρα να είναι καθαρά και να μην αποσκοπούν στο κέρδος ή την χειραγώγηση του κοινού. Πράγμα που συμβαίνει συχνά πυκνά βέβαια στον χώρο της τηλεόρασης.

-Σκηνοθετικά, ορισμένα πλάνα μοιάζουν να προέρχονται από τον κινηματογράφο. Στέκεται κατά τη γνώμη σας καλλιτεχνικά ο διαχωρισμός κινηματογράφου- τηλεόρασης και τι ρόλο παίζει το budget;

Φυσικά και στέκει ο διαχωρισμός κινηματογράφου – τηλεόρασης. Δεν εννοώ βέβαια τον αμερικάνικο – εμπορικό κινηματογράφο, αλλά τον κινηματογράφο του δημιουργού. Οι τηλεοπτικές σειρές είναι ένα εμπορικό προϊόν με μοναδικό σκοπό το κέρδος του παραγωγού και πρόφαση την ψυχαγωγία. Ο κινηματογράφος του δημιουργού έχει μοναδικό σκοπό την καλλιτεχνική έκφραση. Φυσικά υπάρχουν ομοιότητες, όπως ο τρόπος παραγωγής και το ότι αποσκοπούν στο κοινό, αλλά για διαφορετικούς λόγους: Στην τηλεόραση για τηλεθέαση-«νούμερα»-διαφήμιση- κέρδος και στον κινηματογράφο για επικοινωνία- ψυχαγωγία- καλλιέργεια. Ο σκοπός του κινηματογράφου είναι το πρόσχημα της τηλεόρασης και αυτό που εκμεταλλεύεται για να καταλήξει στο χρηματικό κέρδος.

Σχετικά με το budget: Όλοι δεν έχουμε δει αριστουργήματα low budget και "πατάτες" που στοίχισαν εκατομμύρια; Εκείνο, βέβαια, που σώζει το δικό μας project είναι ότι έχουμε έναν καταπληκτικό σκηνοθέτη, τον Θοδωρή Παπαδουλάκη, με πολύ ταλέντο, βλέμμα, συνέπεια, ήθος, άποψη, που είναι πραγματικά σκηνοθέτης – δημιουργός κι όχι σκηνοθέτης – εκτελεστής όπως συνήθως συμβαίνει στην τηλεόραση. Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος έχει πάρει όλο το project πάνω του και κατάφερε να το κάνει με αξιοπρέπεια, όπως έπρεπε, και όχι «ξεπέτα», όπως συνήθως γίνεται προκειμένου να γίνει γρήγορα και με λιγότερα χρήματα. Ο Παπαδουλάκης παλεύει μέχρι τέλους να μην χάσει η σειρά καθόλου από την ποιότητά της. Αυτό είναι πολύ δύσκολο για όλους μας γιατί σημαίνει επιπλέον χρόνο, δουλειά και χρήμα αλλά μακροχρόνια είναι σίγουρο ότι θα δικαιωθεί.

- Πόσο αποκλίνατε από το βιβλίο της Hislop; Ποιες ήταν οι αλλαγές που ήταν απαραίτητο να γίνουν και γιατί;

Δεν μπορώ να απαντήσω σε αυτή την ερώτηση γιατί δεν άπτεται των αρμοδιοτήτων μου. Η δουλειά μου ξεκινά με την παράδοση του σεναρίου από την σεναριογράφο.
Το μόνο που μπορώ να πω, είναι ότι υπάρχει απεριόριστος σεβασμός από όλους τους συντελεστές στο βιβλίο της Hislop καθώς και στην ίδια, επειδή είναι μια καταπληκτική κυρία που μας φρόντισε και μας συμπαραστάθηκε σε όλη την διάρκεια των γυρισμάτων. Της ζητώ συγνώμη αν πολλές φορές την εκπλήξαμε με τον ελληνικό τρόπο δουλειάς μας, που φυσικά καμιά σχέση δεν έχει με τον αγγλικό.

-Πώς σας υποδέχτηκε ο κόσμος στην Πλάκα; Σας βοήθησαν στην ακριβέστερη μεταφορά της ατμόσφαιρας;

Αν δεν υπήρχε ο κόσμος της Πλάκας, της Ελούντας, αλλά και όλων των γύρω περιοχών που έγιναν τα γυρίσματα, η σειρά σίγουρα δεν θα ήταν το ίδιο επιτυχημένη καλλιτεχνικά. Το λεπροκομείο της Σπιναλόγκας έκλεισε το 1957, δηλαδή αρκετά πρόσφατα και πολλοί παλαιότεροι έχουν πολλές ιστορίες να μας πουν για την ζωή των Χανσενικών. Και φυσικά ήταν πολύ μεγάλη η επιτυχία των ντόπιων που συμμετείχαν στα γυρίσματα ως βοηθητικοί ηθοποιοί που καμιά φορά είχαν και αρκετά σημαντικό ρόλο και ατάκες. Ο σκηνοθέτης μας πολλές φορές τους έδινε ατάκες πέραν του σεναρίου, ανάλογα με την προσωπικότητα του καθενός.

Έχουμε δημιουργήσει δυο πραγματικά χωριά, της Πλάκας και της Σπιναλόγκας, στα οποία ο καθένας έχει τον ρόλο του (πρόεδρος, παπάς, καφετζής, ζευγάρια, παιδιά, συγγενείς κλπ). Άλλοι είναι με τους καλούς, άλλοι με τους κακούς και ανάλογα με τις καταστάσεις που εξελίσσονται έχουν και τις αντίστοιχες αντιδράσεις, που από ένα σημείο και μετά δεν τους υπαγορεύονται από κάποιο βοηθό σκηνοθέτη αλλά ξέρουν πολύ καλύτερα από μόνοι τους τι να κάνουν. Και φυσικά έχουν πια μάθει όλη την κινηματογραφική ορολογία: cut, pause, moteur, πάμε, break, ρακόρ κλπ.

Αυτοί, λοιπόν, οι αληθινοί άνθρωποι στάθηκαν ισάξια δίπλα σε επαγγελματίες ηθοποιούς και πολλές φορές τους βοήθησαν να αισθανθούν ότι βρίσκονται σε ένα πραγματικό κρητικό χωριό και όχι σε ένα πλατό γυρισμάτων. Και αυτή η ατμόσφαιρα μεταφέρεται στην εικόνα.

-Τι είναι αυτό τελικά που κάνει το «Νησί» τόσο επιτυχημένο;

Η άριστη κινηματογραφική αφήγηση αλλά πάντα με γνώμονα την αγάπη και τον σεβασμό για τους ήρωες, όχι μόνο του μυθιστορήματος και της σειράς, αλλά κυρίως για τους αληθινούς ήρωες που άφησαν τις ζωές τους στο νησί της καταδίκης τους. Για τους ανθρώπους που πάλεψαν μέχρι τέλους για την αξιοπρέπειά τους όταν το αρνητικό κλίμα του στίγματος τους κυνηγούσε από παντού. Η ιστορία τους είναι πολύ σκληρή και πολύ αληθινή. Και σίγουρα μας αφορά και σήμερα. Αυτό καταλαβαίνει ο κόσμος που παρακολουθεί το «Νησί».

Διαβάστε εδώ περισσότερες πληροφορίες για την ασθένεια της λέπρας, η οποία ακόμα και σήμερα δεν έχει εξαλειφθεί.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v