Κιτρόμηλο: Η Κύπρος στην Πανόρμου

Σεφταλιές, ταλατούρι, ραβιόλες, κουπέπια και άλλες… άγνωστες λέξεις μεταμορφώνονται σε λαχταριστές νοστιμιές που μας ταξιδεύουν γευστικά από το καλύτερο κυπριακό εστιατόριο της Αθήνας στην πατρίδα του.
Κιτρόμηλο: Η Κύπρος στην Πανόρμου
Σε αντίθεση με άλλες «έθνικ» κουζίνες με τις οποίες η εγχώρια αγορά διατηρεί συναισθηματικούς δεσμούς –όπως ας πούμε εκείνη της Πόλης– η κυπριακή κουζίνα πάσχει από εσωστρέφεια, για να μην πούμε υπο-εκπροσώπηση, στον αθηναϊκό γαστριμαργικό χάρτη. Ή τουλάχιστον, αυτό πιστεύεις μέχρι να ανακαλύψεις το Κιτρόμηλο.

Καθώς ανεβαίνεις τα σκαλάκια του όμορφου νεοκλασικού στην πολύβουη πιάτσα της Πανόρμου, παρασυρμένος από τις μυρωδιές που πλημμυρίζουν ολόκληρο το τετράγωνο, αλλά και με μια σχετική επιφύλαξη προερχόμενη από την προαναφερθείσα διαπίστωση, καθόλου δεν υποψιάζεσαι πως φεύγοντας μερικές ώρες αργότερα θα έχεις αλλάξει γνώμη.

Ανεβαίνεις μερικά σκαλάκια ακόμη από την κεντρική είσοδο, και βρίσκεσαι σε έναν retro chic, ψηλοτάβανο χώρο, με γύψινα σκαλιστά ταβάνια, χτιστά καναπεδάκια, ξύλινα πατώματα, μεγάλους καθρέφτες και μπροκάρ ταπετσαρίες. Μεγάλα παράθυρα, σκουρόχρωμα έπιπλα και μια μικρή μπάρα πίσω από την οποία φιγουράρει ένας σκαλιστός ξύλινος μπουφές ενισχύουν ακόμα περισσότερο την εντύπωση πως αν δεν ήταν εστιατόριο, η σάλα αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να είναι αίθουσα χορού, βγαλμένη από τα διηγήματα για την παλιά Αθήνα –ή τη Λευκωσία, εν προκειμένω.

Η μουσική στην αγαπημένη εκείνη ένταση που δεν καλύπτει τις συνομιλίες, αλλά και δεν χρειάζεται να απλωθεί σιωπή στο τραπέζι για να ακουστεί, κινείται στους μελωδικούς τόνους του ελληνικού έντεχνου και της ροκ μπαλάντας –ακούσαμε από Άλκηστη Πρωτοψάλτη μέχρι Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Το σέρβις, εξυπηρετικό όσο πρέπει και διακριτικό, θα αναλάβει να σας καθοδηγήσει στον χάρτη των κυπριακών γεύσεων, εξηγώντας αναλυτικότατα το κάθε τι.

Το μενού, στρωμένο σαν σουπλά στο τραπέζι σας, περιλαμβάνει σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα, γεύσεις με… ονομασία προέλευσης το Νησί της Αφροδίτης. Από τις σαλάτες και τα ορεκτικά, μέχρι τα κυρίως, τα επιδόρπια και τις αχνιστές κυπριακές πίττες δεν υπάρχει περίπτωση να δοκιμάσετε κάτι που να μην μυρίζει παράδοση.

Οι περισσότεροι την πρώτη φορά παραγγέλνουν την χορταστική ποικιλία δύο ατόμων, που περιλαμβάνει δεκαπέντε πιατάκια –πρώτα, κυρίως πιάτα, σαλάτα κι επιδόρπιο– σε μέγεθος μεζέ, κάπως σαν το menu degustation των gourmet εστιατορίων, αλλά σε τιμή δελεαστικότατη: 25 ευρώ το άτομο, μαζί με το πολύ καλό, χύμα κρασί. Σοφή επιλογή, ειδικά αν δεν είστε γνώστης της κυπριακής κουζίνας, ώστε να ξέρετε ακριβώς ποια από όλες τις επιλογές του μενού θα τιμήσετε δεόντως.

Ξεκίνημα, λοιπόν, με εξαιρετικό χούμους, μυρωδάτο ταχίνι για να αλείφετε τις ζεστές πιττούλες και ελιές με χοντρό σουσάμι. Για τη συνέχεια, θεσπέσιο ταλατούρι, ήτοι τζατζίκι με δυόσμο (δοκιμάζοντάς το απλά απορείς γιατί δεν υιοθετήθηκε αυτή η βερσιόν στην ελληνική κουζίνα), χαλούμι ψημένο στη σχάρα και μία από τις καλύτερες λούντζες –καπνιστό χοιρινό– που δοκιμάσατε ποτέ. Η ολόφρεσκη σαλάτα με πράσινα λαχανικά και κόλιαντρο συνοδεύει υπέροχα τα πρώτα ορεκτικά, ενώ το πληγούρι που έρχεται μαζί της σε μικρό πιατάκι αναλαμβάνει να μας υπενθυμίσει την (καθόλου διακριτική) γοητεία των απλών, ακατέργαστων γεύσεων.

Σειρά έχουν τα κυρίως, που στη δική μας περίπτωση ήρθαν επίσης σε πιατάκια μεγέθους μεζέδων, καθώς υποκύψαμε στον πειρασμό της ποικιλίας. Κι εδώ, τι να πρωτοξεχωρίσεις; Στα δικαιωματικά best sellers προφανώς η μοσχομυριστή σεφταλιά, και οι ραβιόλες, ζυμαρικά γεμισμένα με χαλούμι και δυόσμο. Η έκπληξη της βραδιάς ακούει στο όνομα αφέλια, και είναι χοιρινά κομματάκια μαριναρισμένα σε κρασί και κόλιαντρο. Εξαιρετικά ήταν επίσης τα κουπέπια, ντολμαδάκια με ρύζι και κιμά, ενώ οι κούπες, κροκέτες από πληγούρι γεμιστές με κιμά, κρεμμύδι και μπαχαρικά ήταν ίσως το μόνο πιάτο του μενού που επιδεχόταν βελτίωσης, καθώς ήταν λίγο στεγνές.

Βεβαίως, οι επιλογές του μενού δεν εξαντλούνται στο “degustation” της συγκεκριμένης ποικιλίας, αφού περιλαμβάνουν πολλές ακόμα παραδοσιακές νοστιμιές, όπως το περίφημο κολοκάσι, χοιρινό κοκκινιστό με γλυκοπατάτα και λαχανικά, και αρνάκι οφτό, ψημένο στη στάμνα, τις οποίες επιφυλασσόμαστε να δοκιμάσουμε σε μία από τις επόμενες επισκέψεις. Δε λείπουν, όμως, και οι εκτός Κύπρου μεσογειακές εκπλήξεις, όπως η φωλιά τραγανού κανταϊφιού με λευκά τυριά, ο πύργος ψητών λαχανικών με σος πέστο και το κοτόπουλο με δαμάσκηνα και σος κρασιού.

Το κλείσιμο της ποικιλίας, και hit του καταλόγου με τα επιδόρπια, λέγεται «δάχτυλα» και είναι γλυκιά, ξεροψημένη ζύμη βουτηγμένη στο μέλι και πασπαλισμένη με τριμμένο καρύδι, που τρώγεται με τα χέρια, εξ ου και το όνομά της. Εννοείται πως από τα τραπέζια ενός παραδοσιακού κυπριακού εστιατορίου δεν λείπει ποτέ η ζιβανία, κυπριακή ρακή, με την οποία θα ξεκινήσετε, θα τελειώσετε και θα… συνεχίσετε, πολύ αφότου τα πιάτα σας θα έχουν εξαφανιστεί από το τραπέζι.

Μεγάλο πλεονέκτημα του Κιτρόμηλου είναι οι τιμές του, που σε καμία περίπτωση δεν θα ξεπεράσουν τα 20-25 ευρώ το άτομο, ακόμη και αν παραγγείλετε πολλά περισσότερα απ’ όσα αντέχετε, τελικά, να φάτε. Από την άνοιξη μας είπαν ότι θα λειτουργήσει και η ταράτσα, με τις όμορφες γλαστρούλες και τη θέα στην περαντζάδα της Πανόρμου. Τώρα τον χειμώνα, το Κιτρόμηλο σερβίρει καθημερινά, από το μεσημέρι μέχρι αργά το βράδυ, ενώ κάνει και delivery στη γύρω περιοχή. 

Ηρώ Κουνάδη 

Πανόρμου & Αλέξη Παυλή 34, Αμπελόκηποι, τηλ.: 210 6910590
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v