Το διπλό βιβλίο: Παράσταση χωρίς κέντρο βάρους στη Στέγη

Η Ομάδα Pequod ανεβάζει στη σκηνή της Στέγης το "Διπλό Βιβλίο" του Δημήτρη Χατζή, αποτυγχάνοντας όμως να μεταφέρει το ουσιώδες περιεχόμενό του στο κοινό, αφού η παράσταση δεν ξεπερνά ποτέ τα στενά όρια του θεατρικού αναλόγιου.
Το διπλό βιβλίο: Παράσταση χωρίς κέντρο βάρους στη Στέγη
της Ιωάννας Κλεφτόγιαννη

Θα μπορούσε να είναι μια παράσταση από αυτές που «σημαδεύουν» τη νεοελληνική σκηνή. Η πρώτη της ύλη προσφέρονταν ιδανικά για αυτό. Διότι φέρνει στο σανίδι σε εποχές πολύ ιδιαίτερες, μεταιχμιακές και ταραγμένες, ένα από τα βιβλία που παραδόξως μιλώντας για την πατρίδα, τον νόστο, την ιδεολογία και τα χαμένα όνειρα, τις περικλείει κι ας έρχεται απ’ το παρελθόν.

Ωστόσο το «Διπλό Βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή, στην παράσταση της ομάδας Pequod στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, δεν καταφέρνει να σπάσει τον στενό κορσέ ενός ανεπτυγμένου ομαδικού, συγχορδισμένου αναλογίου. Δεν κάνει το λογοτεχνικό κείμενο να ανασάνει, αποσυμπιεζόμενο. Παραμένει μια πιστή ανάγνωσή του. Έλλειψη έμπνευσης, από μια ομάδα με σπάνια δείγματα σκηνικής γραφής στο παρελθόν; Σεβασμός στο πρωτότυπο; Μέχρι ποίου σημείου, όμως, αναρωτιέσαι παρακολουθώντας τον μονόχορδο καρπό πολύμηνων προβών και εμβριθούς μελέτης στη μικρή σκηνή της Στέγης. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα –αυτό δεν υπολογίζεται πάντως στα μειονεκτήματα- του theatro povera.

Πέντε ηθοποιοί (η Αγγελική Παπαθεμελή, ο Δημήτρης Ξανθόπουλος, η Νικολίτσα Ντρίζη, ο Γιάννης Κλίνης και η Χριστίνα Μωρόγιαννη) πέντε πάγκοι, τρεις καρέκλες, ένα πιάνο και μια κιθάρα δεν είναι σε θέση να βάλουν σε ένα κείμενο-φωτιά την σπίθα που θα το κάνει να εκτοξευτεί στη σκηνή, όπως συμβαίνει με την πυροδοτημένη φαντασία του αναγνώστη. Γιατί;

Θα έλεγα ότι το πρόβλημα είναι αισθητικό και όχι ιδεολογικό. Το ιδεολογικό σκέλος είναι εξάλλου το μόνο κέρδος της παράστασης, που σε κάνει κοινωνό ενός άκρως πολιτικού κειμένου με σπάνιες όμως ποιότητες του συναισθήματος, ξεχασμένες ως επί το πλείστον στον κυνισμό του σήμερα.

Και η ομάδα το έχει δηλώσει: «Για μας το Διπλό Βιβλίο αποτελεί το ιδανικό έδαφος για να ανοίξουμε μια συζήτηση γύρω από το ρωμαίικο παρελθόν μας, προσπαθώντας να δούμε τις μας έφερε στη σημερινή κατάσταση». Έχει, με άλλα λόγια, πιάσει η Pequod καίρια και το «γράμμα» του βιβλίου και το «σφυγμό» της εποχής. Όμως το αποτέλεσμα δεν έχει ψυχή, όπως είχε συμβεί σε εκείνον τον περίφημο «Γλάρο» τους στην γκαλερί Knot. Eκεί όπου οι ηθοποιοί «γυμνοί» από οτιδήποτε, ντυμένοι απλά και μόνο με τα καθημερινά τους ρούχα, όπως και τώρα στον Χατζή, ζωντάνευαν με μια σπάνια καθαρότητα και ειλικρίνεια το τσεχοφικό δράμα.

Και το Διπλό Βιβλίο ως σκηνικό γεγονός διακρίνεται για την ίδια καθαρότητα και εντιμότητα. Όμως υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά. Του λείπει ένα κέντρο βάρους πάνω στο οποίο έπρεπε ως θεατρικό δρώμενο να στηριχθεί για να εξελιχθεί. Χωρίς αυτό το κέντρο, το βιβλίο έμεινε καθηλωμένο στο επίπεδο ενός μετα-αναλογίου. Έπρεπε να εφευρεθεί, δηλαδή, η συνθήκη που θα μετέτρεπε τη λογοτεχνία που σπαρταρά σε ζωντανό υλικό σκηνής και όχι στη ροή μικρών αναλογίων.

Αν και η Pequod έχει ξεκαθαρίσει ότι «Δουλεύοντας πάνω σε ένα μυθιστόρημα αντί για θεατρικό μας δόθηκε η ευκαιρία να επικεντρωθούμε στην αφήγηση, πράγμα πολύ σημαντικό για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το θέατρο. Αυτή είναι η βάση της παράστασής μας. Δεν αντιμετωπίζουμε το βιβλίο σαν την ιστορία ενός ανθρώπου, αλλά ολόκληρης της δικής μας γενιάς. Σαν ηθοποιοί δεν αντιλαμβανόμαστε ρόλους αλλά μοιραζόμαστε από κοινού την ιστορία του βιβλίου». Αυτά συμβαίνουν στην πιο συλλογική μέχρι στιγμής δουλειά τους, όπου όλοι μοιράστηκαν το ρόλο του σκηνοθέτη.

Με αυτό τον τρόπο, όμως, το συναισθηματικά και ιδεολογικά πυκνό γράμμα του Χατζή, που περιγράφει την ελληνική περιπέτεια διαχρονικά, ένα βαρύ φορτίο που αποφάσισαν να μεταφέρουν και στο θέατρο, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες, παρέμεινε εν πολλοίς παραστασιολογικά -και μόνον, το ξεκαθαρίζω- ανεπίδοτο στο σύγχρονο κοινό. Κρίμα. Γιατί είναι η πρώτη φορά που ακούμε (διαβάζουμε κανονικά) σε ελληνικό κείμενο φράσεις τόσο σημερινές, όπως «Είμαι καταναλωτής σημαίνει πως υπάρχω» και «Δεν την έχω την πατρίδα μου στην πατρίδα. Ξένοι γινήκαμε όλοι. Κι εγώ, ένας άνθρωπος χωρίς ταυτότητα, χωρίς τίποτα, ούτε παρελθόν ούτε πατρίδα».

Info:
Μικρή Σκηνή
Ώρα έναρξης: 21:00

Συντελεστές:
Κείμενο: Δημήτρης Χατζής
Σκηνοθεσία & Δραματουργική επεξεργασία: Pequod
Βοηθός σκηνοθέτη: Δημήτρης Γεωργαλάς
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Ερμηνεύουν: Γιάννης Κλίνης, Χριστίνα Μωρόγιαννη, Νικολίτσα Ντρίζη, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Αγγελική Παπαθεμελή
Συμπαραγωγή: Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών / Θεατρική Oμάδα Pequod

Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Λεωφ. Συγγρού 107-109, Νέος Κόσμος
Τηλ.: 2109005800. Παραστάσεις: Τετ.-Κυρ. 9 μ.μ.
Διάρκεια: Μέχρι 6 Μαΐου.
Εισιτήρια: € 18, φοιτ.: € 10.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v