Παπαϊωάννου: ”2” ή... ένας έρημος ανδρικός κόσμος

Μεταμοντέρνα προσέγγιση στο χορόδραμα ή ένα ”καθημερινό” σχόλιο για την δυσκολία της ανθρώπινης συνεύρεσης; Η πρώτη εμφάνιση του Δημήτρη Παπαϊωάννου μετά την Ολυμπιάδα, έγινε αφορμή για πλήθος συζητήσεων και αμφισβητήσεων για τυχόν εμπορική στροφή του mr 2004. Το in2life είδε το ”2” και σας μεταφέρει τις εντυπώσεις του.
Παπαϊωάννου: ”2” ή... ένας έρημος ανδρικός κόσμος

Υπάρχουν θεάματα και πρωτοβουλίες που έλκουν την αμφισβήτηση και την κριτική διάθεση (ειδικών και μη) πριν ακόμη βγουν στον ”αέρα”. Η νέα παράσταση του Δημήτρη Παπαιωάννου, η οποία συνεχίζει να παρουσιάζεται στο ανακαινισμένο θέατρο ”Παλλάς” με τον τίτλο ”2” ανήκει σ’αυτή την κατηγορία ”κορυφαίων γεγονότων”, όπου η ιδεολογική προϊδέαση –ασχέτως αφετηρίας- συνοδεύει κάθε θεατή.

Όσοι παρακολουθούσαν την καλλιτεχνική δημιουργία της Ομάδας Εδάφους και του Δ. Παπαιωάννου προ Ολυμπιακής δημοφιλίας είτε γκρινιάζουν για την επιλογή του καλλιτέχνη να απευθυνθεί σε ευρύτερο κοινό, είτε δηλώνουν εκ των προτέρων fans και ”χαμηλώνουν” την κριτική τους στάση.

Όσοι γνώρισαν τον Δ.Παπαιωάννου, ως τελετάρχη της Ολυμπιάδας, είτε σπεύδουν με την προσδοκία να δουν κάτι ανάλογο, είτε ενεργοποιούνται από την περιέργεια τους ή στην χειρότερη περίπτωση, κινητοποιούνται θεωρώντας επιβεβλημένη την παρουσία τους σ’ένα τέτοιο καλλιτεχνικό event.

Στους προκατειλημμένους προστέθηκαν κι εκείνοι οι οποίοι ενοχλήθηκαν (ή ευαρεστήθηκαν) από την απουσία του γυναικείου φύλου στη συγκεκριμένη παράσταση.

Προσπάθησα να παρακολουθήσω την παράσταση απαλλαγμένη από τις παραπάνω σκέψεις. Και να απαντήσω στην αναμενόμενη ερώτηση: Σου άρεσε;

Ναι, λοιπόν, μου άρεσε. Αλλά δεν νομίζω ότι αρκεί μια τέτοια απάντηση ή έστω δεν αρμόζει μια μονολεκτική τοποθέτηση, όταν πρέπει να μιλήσεις για την περιπλοκότητα της δημιουργίας και για την πρόσληψη πολυσήμαντων θεαμάτων. Γιατί έτσι θα αδικούσα, όλα όσα δεν μου άρεσαν στην παράσταση του Παπαϊωάννου (ναι, υπήρξαν και τέτοια σημεία).

Θαύμασα για μια ακόμη φορά τον εικονοκλάστη Παπαιωάννου, έναν μοντέρνο (επιτέλους!) καλλιτέχνη, που δημιούργησε εικόνες ζωντανές και σε αρκετές περιπτώσεις καίριες στο σχολιασμό τους. Είδα μια καλοσυντονισμένη ομάδα χορευτών, οι οποίοι διέθεταν απίστευτη σωματική πειθαρχία αλλά και ποιητική κίνηση, να στροβιλίζεται στους ρυθμούς του ενορχηστρωτή τους, με τρόπο πρωτόφαντο. Υπήρξαν στιγμές που νόμιζες ότι παρακολουθείς video-art, λες και ο Παπαϊωάνου είχε κάνει κινηματογραφικό μοντάζ στη ζωντανή δράση και την παράλληλη κίνηση των χορευτών.

Η μουσική -ακόμη και το λαϊκό σουξέ, η (φανταστική!) διασκευή της Μισιρλού και το μελαγχολικό ”Love me tender” υποστήριζαν όλη τη δράση, και πιστεύω ότι μέρος της δουλειάς του Κωνσταντίνου Βήτα, θα αυτονομηθεί.

Οι φωτισμοί ήταν (ένας ακόμη) θρίαμβος της Ελευθερίας Ντεκώ. Αλλοτε ”ηλέκτριζαν”, άλλοτε υπέθαλπταν και κάποιες στιγμές υποχωρούσαν ως όφειλαν για να δώσουν σε άλλα στοιχεία την πρωτοκαθεδρία.

Και ναι, μου άρεσε πάρα πολύ ο Άρης Σερβετάλης, ως αδιαχώριστη μονάδα μέσα στο σύνολο της παράστασης.

Δεν αρκεί ωστόσο μόνο το άρτιο τεχνικό μέρος (ή αισθητικό, λέξη που σιχαίνεται ο Παπαϊωάννου) για να ικανοποιηθείς. Ζητάς σε κάθε ενσταντανέ την προσωπική σου ταύτιση, την αναφορά, το ”άγγιγμα” και εν τέλει το νόημα.

Οι σκηνές ”τεστοστερόνης” με το γήπεδο, τη βία, την ανδρική υπερένταση ήταν εύστοχες. Ο αυνανισμός των γιάπηδων στο σύγχρονο γραφείο τους, μου φάνηκε πολύ έξυπνο σχόλιο για την εξοντωμένη δημιουργικότητα στρατιάς ανθρώπων. Επίσης η απεχθής υπερκατανάλωση αισθημάτων, υλικών και σωμάτων στο ”μπουζουκτσίδικο” μέρος της παράστασης. Διασκέδασα στη σκηνή του χαμάμ, όπου η κοκεταρία και η λαγνεία παίρνει ανδρική μορφή.

Μου φάνηκαν ωστόσο άνισα και ”λίγα” τα σχόλια για την πολιτική (στον άμβωνα ο πολιτικός με ”τσιτωμένο” κοινό μια παρέα δημοσιογράφων), τα επαναλαμβανόμενα φαλλοκρατικά επεισόδια (στην κυριολεξία ένα ανδρικό μόριο μας ”μίλησε” κιόλας), τα σχόλια για την τηλεόραση (μάλλον κοινότοπα) και η παρωδία του Love me tender με ένα ερμαφρόδιτο πρωταγωνιστή, μόνο κι έρημο, σχεδόν αξιολύπητο.

Όντας γυναίκα θα έπρεπε να θιχτώ από την απουσία της Εύας, στο πλευρό του Αδάμ της έναρξης ή τη μοναδική αναφορά στη γυναικεία ύπαρξη μόνο μέσω μιας τεράστιας γυμνής Barbie, η οποία ”κύλησε” στη σκηνή, εκεί που την περίμεναν αφιονισμένα αρσενικά. Δεν θίχτηκα.

Αναρωτήθηκα ωστόσο πώς μπορεί να ορισθεί η ανδρική ύπαρξη χωρίς τη γυναικεία. Δεν αναφέρομαι απαραίτητα στην ερωτική της παρουσία. Όπως ένας φίλος μου είπε: ”Ό,τι κάνω, το κάνω για μια γυναίκα. Η μάνα μου καταπιέζει τη μισή μου ζωή και η κόρη μου την άλλη μισή”. Δύσκολα αναγνώριζα επίσης στον ανδρικό κόσμο του Παπαιωάννου, κάποιες όψεις των ανδρών που υπάρχουν. Τον πατρικό ή τον παιδικό άνδρα, ας πούμε.

Είναι σαφώς δικαίωμα του καλλιτέχνη να φωτίσει και να εξαιρέσει ό,τι εκείνος νομίζει, αλλά αισθάνομαι ότι το αποτέλεσμα (ακόμη και αν στόχευε στην απαθανάτιση της gay ψυχολογίας) είναι λειψό και αμήχανο. Αυτή η αναζήτηση του Άλλου, που τον Έναν τον κάνει Δύο, κάποιες στιγμές φαινόταν μάταιη.

Όμως κάπου εκεί ανάμεσα σ’αυτές τις λεπτές ισορροπίες ενός κατά τεκμήριο ανήσυχου έργου, o Παπαιωάννου έδειξε την καλλιτεχνική του ποιότητα με δυο-τρεις ποιητικές σκηνές.

Η σκηνή όπου ο Άνδρας στέκει στην κορυφή της σκηνής και τα απρόσωπα σώματα αποκολλώνται και γλιστρούν μακριά του. Εκείνη, που η βαλίτσα- άχθος κρύβει έναν άνθρωπο, που πρέπει να κουβαλήσουμε.

Ή εκείνη με τους δύο χορευτές, που τρέχουν ο ένας προς τον άλλο, πάνω στον κυλιόμενο διάδρομο (που η φορά του τους απομακρύνει). Αγωνιούν, προσμένουν και όταν συναντιούνται, η φλόγα τους ανάβει. Σκηνή ”σεμιναρίου” όσον αφορά την απόδοση της ανθρώπινης συνεύρεσης. Νομίζω ότι αυτή και μόνο η στιγμή αξίζει τον κόπο να δει κανείς την παράσταση, να σκεφτεί και να συζητήσει, ακόμη και να γράψει αυτές τις λέξεις.

Πέννυ Κούτρα

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v