Ενας αλλιώτικος Ταρτούφος από το Εθνικό

Ενας αλλιώτικος ”Ταρτούφος” σε μετάφραση που πραγματοποιήθηκε και εκδόθηκε στη Βιέννη το 1815 καθ’ υπόδειξιν του Αδαμάντιου Κοραή ανεβαίνει στην πειραματική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Τολμηρό εγχείρημα η μεγάλη διάρκεια της παράστασης, ενώ η έμμετρη αρχαΐζουσα γλώσσα του κειμένου δυσκολεύει τους ηθοποιούς.
Ενας αλλιώτικος Ταρτούφος από το Εθνικό

”Ταρτούφος” αλά… Κ. Κοκκινάκης από την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού

της Δώρας Μαλανδρινού

Ο ”Ταρτούφος” δεν συγκαταλέγεται απλώς στα κορυφαία έργα της παγκόσμιας δραματουργίας. Είναι γνωστός γιατί αποτελεί το πιο πολυπαιγμένο έργο του Μολιέρου, και κυρίως γιατί έχει γίνει αντικείμενο πολλών συζητήσεων, μελετών και αμφισβητήσεων. Ωστόσο, το προκλητικό και ενδιαφέρον στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι ανεβαίνει από την Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Κοκκινάκη, σε μια παράσταση που κρατάει (μαζί με το διάλειμμα) 2 ώρες και 40 λεπτά!

Προκλητικό και ενδιαφέρον το εγχείρημα, γιατί πρόκειται για μια μετάφραση που πραγματοποιήθηκε και εκδόθηκε στη Βιέννη το 1815 καθ’ υπόδειξιν του Αδαμάντιου Κοραή, ενώ είναι και ιστορικής σημασίας, όχι μόνο γιατί αποτελεί την πρώτη μετάφραση του Μολιέρου στα ελληνικά, αλλά και γιατί είναι έμμετρη, γραμμένη στην καθομιλουμένη της προεπαναστατικής Ελλάδας, σηματοδοτεί την απαρχή της επιρροής του Διαφωτισμού στο νεοελληνικό θέατρο και έρχεται σε μια περίοδο που οι γλωσσικές και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις έχουν φτάσει στο απόγειό τους.

Ο Κοκκινάκης θα τηρήσει πιστά το πλαίσιο του πρωτότυπου, αλλά θα αλλάξει τα γαλλικά ονόματα των ηρώων, εκτός από αυτό του Ταρτούφου, με αρχαία ελληνικά (στην εποχή του υπήρχε έντονη στροφή προς την αρχαιότητα, αφού το αφυπνιζόμενο έθνος είχε ανάγκη να στηριχθεί στην κλασική του κληρονομιά). Έτσι, ο Οργκόν θα μετονομαστεί σε Φίλιππο, η Ελμίρα σε Αγλαΐα, η κυρία Περνέλ σε κυρία Ξανθίππη, η Μαριάννα σε Φαίδρα, ο Βαλέριος σε Χαρίτωνα, η Ντορίνα σε Θήσβη κ.ο.κ.

Το έργο γράφεται το 1664 και προκαλεί τις έντονες αντιδράσεις των θρησκόληπτων της αυλής του Λουδοβίκου ΙΔ΄, με αποτέλεσμα να τεθεί υπό αίρεση η μέχρι τότε εύνοια που είχε ο συγγραφέας από τον βασιλιά. Πέντε χρόνια αργότερα (1669), και ύστερα από αρκετές απαγορεύσεις και περιπέτειες, ο Μολιέρος θα πάρει την άδεια να παρουσιάσει το έργο του χωρίς καμία περικοπή.

Ο Ταρτούφος είναι η ενσάρκωση της θρησκευτικής υποκρισίας, εξ ου και όρος ”ταρτουφισμός” που ισχύει μέχρι σήμερα. Με δόλιο τρόπο θα καταφέρει να εισβάλει στο σπίτι του αφελούς, θρησκόληπτου και εύπιστου Φίλιππου και να επωφεληθεί τα μέγιστα από την εύνοια που του δείχνει ο οικοδεσπότης.

Μάταια ο γιος του, η υπηρέτρια, ο κουνιάδος του προσπαθούν να του ανοίξουν τα μάτια. Έχει τέτοια εμπιστοσύνη στον Ταρτούφο, που θα θελήσει να τον παντρέψει με την κόρη του και να τον κάνει μέλος της οικογένειάς του.

Θα φθάσει δε στο ακραίο σημείο να διώξει και να αποκληρώσει τον γιο του Πύρρο, κάνοντας δωρεά όλη του την περιουσία. Μονάχα όταν γίνει αυτόπτης μάρτυρας της ερωτικής του εξομολόγησης στη γυναίκα του θα πειστεί για το αχρείο ήθος του άνδρα και θα θελήσει να τον διώξει από το σπίτι.

Δυστυχώς, όμως, θα αντιληφθεί ότι πρέπει να το εγκαταλείψει ο ίδιος, αφού του το έχει κάνει δωρεά. Τη λύση θα δώσει σαν από μηχανής θεός ο βασιλιάς, που θα κλείσει τον Ταρτούφο στη φυλακή απονέμοντας δικαιοσύνη και αποκαθιστώντας τη διασαλευθείσα τάξη.

Η παράσταση που σκηνοθέτησε η Λίλλυ Μελεμέ ξεκινάει με τον Αδαμάντιο Κοραή να προτρέπει ”συνωμοτικά” τον Κ. Κοκκινάκη να μεταφράσει τον ”Ταρτούφο”. Στη συνέχεια όλα τα πρόσωπα του έργου εμφανίζονται επί σκηνής, στην οποία και παραμένουν μέχρι το τέλος. Όταν δεν μιλάνε, στέκουν βουβά σε κάποιο σημείο, ενώ και οι στοιχειώδεις μεταμφιέσεις γίνονται ενώπιον του κοινού.

Πρόκειται για ένα σκηνοθετικό εύρημα που σπάει τις νόρμες μιας ”κανονικής” παράστασης και διευκολύνει τον θεατή να ξεφύγει από την ταύτιση και να λειτουργήσει αποστασιοποιημένα (το ίδιο επισημάναμε στο ”Ντιμπούκ” και ”Το Γάλα”, επίσης παραστάσεις της Πειραματικής Σκηνής).

Το σκηνικό λιτό, με δεσπόζοντα εξαρτήματα κάποιες πολυχρηστικές μεταλλικές κατασκευές που λειτούργησαν ως αυτοτελές φόντο μεμονωμένων σκηνών (μονόλογος Θήσβης για τις γερασμένες θεοσεβούμενες, ερωτικός καβγάς Φαίδρας - Χαρίτωνα, φυλακή για τον Ταρτούφο στο φινάλε του έργου), εξυπηρέτησε το ύφος και την αισθητική της παράστασης.

Όσον αφορά στις ερμηνείες, αν και θα ομολογήσουμε πως είναι εξαιρετικά δύσκολο το εγχείρημα για έναν ηθοποιό να ερμηνεύσει ολόκληρο τον ρόλο του σε έμμετρο λόγο (και μάλιστα άλλης εποχής) χωρίς να παρασυρθεί από τη ρίμα, το αποτέλεσμα δεν ήταν και τόσο ικανοποιητικό, αφού πολλές φορές ο θεατής δεν εισέπραττε τις ατάκες λόγω γλωσσικού ύφους, ενώ πρέπει να επισημάνουμε πως σκηνοθετικά η παράσταση ήταν ”κουρδισμένη” σε υψηλούς τόνους, που έφταναν σε σημείο ενόχλησης.

Παρ’ όλα αυτά, ξεχώρισαν οι Δημήτρης Ήμελλος (Φίλιππος), η εξαιρετική Σοφιάννα Θεοφάνους (Θίσβη), αλλά και ο ”Ταρτούφος” Βασίλης Ανδρέου.

Η ταυτότητα της παράστασης

”Ταρτούφος” του Μολιέρου

Σκηνοθεσία: Λίλλυ Μελεμέ

Σκηνικά - Κοστούμια: Ερωφίλη Πολιτοπούλου

Κίνηση: Ειρήνη Αλεξίου

Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος

Παίζουν: Στράτος Σωπύλης, Δ. Ήμελλος, Β. Ανδρέου, Πέτρος Γιωρκάτζης, Σοφιάννα Θεοφάνους, Νίκος Καρδώνης, Στέλιος Ιακωβίδης, Κανελλίνα Μενούτη, Δ. Μυλωνάς, Ελένη Ρουσσινού, Ναταλία Στυλιανού, Άρης Τρουπάκης και Σοφία Τσινάρη.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v