Βασίλισσα της ομορφιάς: Η Οικονόμου λάμπει στο Επί Κολωνώ

Μια ακόμη καλή παράσταση από την ομάδα Νάμα, η «Βασίλισσα της ομορφιάς» έχει για (πιο) δυνατό της σημείο την πρωταγωνίστριά της.
Βασίλισσα της ομορφιάς: Η Οικονόμου λάμπει στο Επί Κολωνώ

Τα τελευταία χρόνια η ομάδα Νάμα υπό την σκηνοθετική μπαγκέτα της Ελένης Σκότη προσφέρει την μία καλή δουλειά μετά την άλλη (Άγριος Σπόρος, Λάμψη μιας ασήμαντης νύχτας, Λατζέρηδες). Το φετινό ανέβασμα της «Βασίλισσας της Ομορφιάς» του Μάρτιν ΜακΝτόνα στο θέατρο επί Κολωνώ δικαιώνει αυτό το «σερί», αν και σε χαμηλότερους τόνους.

Γραμμένη στις αρχές της δεκαετίας του 1990 όταν ο Άγγλος συγγραφέας με τις ιρλανδικές επιρροές ήταν περίπου 30 χρονών χρονών, η «Βασίλισσα της ομορφιάς» έχει θέμα της την ασφυκτική και ανήδονη ζωή της πρωταγωνίστριας, Μωρήν, η οποία υποφέρει από τις παραξενιές της ηλικιωμένης και ανήμπορης μητέρας της, καταδικασμένη να την εξυπηρετεί στην μουντή ζωή της ιρλανδικής επαρχίας.

Η φροντίδα της μητέρας είναι βάρος ασήκωτο για την μοναχική Μωρήν, που θα δει στον ερχομό του συγχωριανού της, Πάτο Ντούλυ την τελευταία της ευκαιρία να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Το έργο προτείνει μια διεισδυτική ματιά στην αγριότητα των ανθρώπινων σχέσεων, ενώ κάτω από το πρώτο επίπεδο του δράματος υφέρπουν οι πολιτικές προεκτάσεις. Εμφατικά η πρωταγωνίστρια καταφέρεται κατά του ελέγχου της Ιρλανδίας από την Μεγάλη Βρετανία, η οποία παραπέμπει σχετικά εύκολα στην «γηραιά μητέρα», που αναγκάζει την κόρη της να την φροντίζει.  

Οι ρόλοι γύρω από τον πρωταγωνιστικό υφαίνουν το δράμα που θα ζήσει η Μωρήν, η οποία καλείται να πλοηγηθεί μέσα από ένα πλήθος συναισθημάτων, έχοντας πάντα το ένα της πόδι στο καυστικό και αμφισβητησιακό χιούμορ του συγγραφέα που αναδύεται σε διάφορα σημεία της παράστασης.

Το στοίχημα τέτοιων έργων (που είναι- ουσιαστικά- γραμμένα για έναν ρόλο) έχει να κάνει με το ποιος βρίσκεται στην θέση του πρωταγωνιστή. Στην περίπτωση της «Βασίλισσας» που ανεβαίνει στο Επί Κολωνώ, η συγκυρία είναι ευτυχής και η Αγορίτσα Οικονόμου αποδεικνύεται το πιο δυνατό σημείο της παράστασης: Αποδίδει άψογα τον απαιτητικό χαρακτήρα δίνοντας μια ορμητική και ταυτόχρονα μεστή ερμηνεία που χαρίζει σφρίγος και κλασική αξία στο κείμενο. Πολύ καλοί οι Σοφία Σεϊρλή (μητέρα)  και ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος (Πάτο), όπως και οι Γιώργος Κατσής (Ρέη). 

Η σκηνοθεσία της Ελένης Σκότη είναι εύστοχη, καθώς σέβεται αυτήν ακριβώς την συνθήκη.  Δημιουργεί την «σκηνή» για την Μωρήν, αξιοποιώντας σκηνοθετικά τους δευτερεύοντες ρόλους, χωρίς ούτε να τους εξαφανίζει ούτε όμως να επιτρέπει να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά προς τον βασικό χαρακτήρα.  Ο ρυθμός της παράστασης είναι αμείωτος, ενώ δεν λείπουν οι φρέσκιες σκηνοθετικές ιδέες, όπως το στήσιμο του μονολόγου- επιστολή του Πάτο.     

Η παράσταση τελειώνει και ο θεατής νιώθει ότι διάβασε ένα καλό βιβλίο μέσα σε ενενήντα λεπτά. Μια συμπαγής και προσεγμένη δουλειά.

 

Δημήτρης Γλύστρας 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v