Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας στο in2life

Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του Γυάλινου μαζί με τον Γιάννη Κότσιρα, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας μιλά στο In2life.
Ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας στο in2life

της Ειρήνης Ορφανίδου

«… Σα να λέμε, μαζευτήκαμε εδώ, είμαστε καλά, γουστάρουμε αυτό που κάνουμε και δεν ξέρουμε πόσο θα τραβήξει. Δεν έχει προσδιοριστεί χρονικά -ότι θα ξεκινήσουμε και θα είναι μία ώρα τραγούδια. Αυτό δεν το ξέρει κανείς… Δεν λέμε να το κάνουμε σαν τους κρητικούς γάμους που παίζουν μέχρι να φύγει ο τελευταίος (γέλια). Ρώτησα μια φορά τον Σκουλά σε έναν γάμο που είχα πάει, τι ώρα τελειώνετε και μου λέει, όταν φύγει η τελευταία παρέα. Μπορεί και δέκα το άλλο πρωί… Δεν είπαμε έτσι… Αλλά θα το παίρνει ο κόσμος και θα το πηγαίνει…»

Το παιδικό απωθημένο, το «μαζί», το «Κυπαρισσάκι αψηλό», ο Στράτος Διονυσίου από τα μεγάφωνου του κινηματογράφου «Ιλίσια» στον Βόλο, το «ήθελα να παίζω στις παρέες και δεν μπορούσα να κουβαλάω το πιάνο», η πίστη ότι «οι Άγγελοι θα ζουν για πάντα στη Μεσόγειο».

Λίγες ημέρες πριν από την έναρξη των εμφανίσεων του με τον Γιάννη Κότσιρα στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο με την «Παραγγελιά!» ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας μιλά στο in2life.

-Γιατί «Παραγγελιά!»;
Επειδή είναι ένα παιδικό, νεανικό απωθημένο που τείνει να γίνει χρόνια ασθένεια…

-Δηλαδή;
… Σίγουρα δικό μου, αλλά θα συμφωνούσε και ο Γιάννης (Κότσιρας)… Απωθημένο από την εποχή που ήμουν πιτσιρικάς με την κιθάρα… Όσοι παίζαμε κιθάρα ήμαστε περιζήτητοι στις παρέες…

-… Και στα κορίτσια, υποθέτω.
Ε, ναι… Είχα λοιπόν, ένα τεράστιο ρεπερτόριο -Νέο Κύμα, Σαββόπουλο, Χατζιδάκι, Χατζή, ό,τι μου ερχόταν- και επειδή ειδικά το καλοκαίρι, στις διακοπές, ήμαστε οι ίδιες παρέες, τα ίδια παιδιά, είχε διαμορφωθεί μια άποψη. Έλεγαν, παίξε μας εκείνο, πάμε το άλλο… Και λειτουργούσε. Ήταν ωραίο. Μετά από τόσους χειμώνες σε μεγάλα μαγαζιά με πολύ κόσμο και προγράμματα γκλαμουριάρικα, είχαμε την ανάγκη να κάνουμε αυτό.

-Την «Παραγγελιά!»
Ακριβώς. Το πρώτο μέρος θα είναι αυτά που θέλουμε εμείς και το δεύτερο μέρος θα είναι αυτά που θέλει ο κόσμος. Έχουμε διαλέξει 150 τραγούδια, από ελαφρά, όπως το «Σου σφυρίζω» και «Να το πάρεις το κορίτσι» μέχρι Μάλαμα και από Poll και Sokrates μέχρι «Εγώ είμαι ένα παλιόπαιδο για σένα δεν αξίζω» και λαϊκά σημερινά. Τελειώνει λοιπόν, το πρώτο μέρος, το πρόγραμμα επί σκηνής, βγαίνουμε μπροστά στον κόσμο και ακουστικά πια, αρχίζουμε… Βεβαίως, έχουμε δώσει από πριν κατάλογο.

-Ωραίο αυτό…
Για να διαλέξουν. Εντάξει, δεν μπορούμε να πούμε 150 τραγούδια, θα παίξουμε 30-40 τραγούδια, αυτά που θα ζητήσουν οι περισσότεροι. Και πάντα με μία ελαστικότητα, του τύπου, άμα σας αρέσει αυτό πάμε κι εκείνο κλπ. Να παίζουμε και να τραγουδάμε με τον κόσμο όπως όταν είμαστε παλιά στις παραλίες. Αυτό θέλουμε να κάνουμε. Έχουμε ανάγκη να είμαστε πολύ κοντά στον κόσμο.

-Έχει ιδιαίτερη σημασία πια το «κοντά»…
Πολύ κοντά. Σα να λέμε, μαζευτήκαμε εδώ, είμαστε καλά, γουστάρουμε αυτό που κάνουμε και δεν ξέρουμε πόσο θα τραβήξει. Δεν έχει προσδιοριστεί χρονικά -ότι θα ξεκινήσουμε και θα είναι μία ώρα τραγούδια. Αυτό δεν το ξέρει κανείς… Δεν λέμε να το κάνουμε σαν τους κρητικούς γάμους που παίζουν μέχρι να φύγει ο τελευταίος (γέλια). Ρώτησα μια φορά τον Σκουλά σε έναν γάμο που είχα πάει, τι ώρα τελειώνετε και μου λέει, όταν φύγει η τελευταία παρέα. Μπορεί και δέκα το άλλο πρωί… Δεν είπαμε έτσι… Αλλά θα το παίρνει ο κόσμος και θα το πηγαίνει.

-Οι παιδικές φωτογραφίες στην αφίσα, είναι να υποθέσω δικές σας.
Ναι. Και το κάναμε για να οριοθετήσουμε την αναδρομή στα τραγούδια. Από τότε που είμαστε -τόσο- μικροί έως τώρα. Δηλαδή, όταν ήμουν επτά χρονών (στη φωτογραφία είμαι τριών, τεσσάρων), άκουγα στο ραδιόφωνο το «Κυπαρισσάκι αψηλό»… Τι θυμάμαι τώρα… Ή, μου έκανε εντύπωση το «Ο ταχυδρόμος πέθανε». Έβαζα τα κλάματα και έλεγα στη μάνα μου, μαμά, ο ταχυδρόμος πέθανε… Γιατί πέθανε; Κι ήταν και δεκαοκτώ χρονών… Η γυναίκα μου έκλαιγε με άλλο τραγούδι, το «Στου γιαλού τα βοτσαλάκια».


Αυτά τα τραγούδια άκουγα τις Κυριακές στο ραδιόφωνο. Πήγαινα το καλοκαίρι στον κινηματογράφο «Ιλίσια» στον Βόλο και πριν από την προβολή της ταινίας έβαζαν τραγούδια. Θυμάμαι να ακούγεται «Και τι δεν κάνω την προδομένη σου καρδιά για να γλυκάνω…» -αυτό θα το πούμε οπωσδήποτε…

-Στράτος Διονυσίου, ναι;
Ναι, θυμάμαι που το’ παίζαν τα μεγάφωνα. Αυτό είναι η «Παραγγελιά!», ένα πέρασμα από τα παιδικά μας χρόνια μέχρι σήμερα….

-Ξεκινήσατε να μαθαίνετε πιάνο σε ηλικία έξι ετών, αλλά καταλήξατε στην κιθάρα.
Ξεκίνησα να μαθαίνω πιάνο επειδή ο πατέρας μου ήταν εξαιρετικός πιανίστας. Ήταν μαέστρος, στην Ορχήστρα της ΕΡΤ, πέθανε ωστόσο, πολύ νέος, μόλις 36 χρονών (με είχε κάνει πολύ μικρός, στα 23 του)… Το πιάνο ήταν πολύ κουραστικό. Είμαι και λίγο τεμπελχανάς, λίγο σαν την κόρη μου, ξεκινάω να κάνω κάτι και το αφήνω στη μέση…

-Το πιάνο απαιτεί πειθαρχία.
Δεν είχα. Έκανα λίγο πιάνο, παίζω πιάνο, αλλά…. Ήθελα να παίζω στις παρέες και δεν μπορούσα να… κουβαλάω το πιάνο… Ήθελα να παίζω μουσική για την πάρτη μου και με το πιάνο δεν μπορούσα να παίζω για την πάρτη μου. Οπότε άρχισα να μαθαίνω κιθάρα, πήρα την κιθάρα κι άρχιζα να παίζω δεξιά κι αριστερά. Και μου βγήκε σε καλό. Παντού… Και στον στρατό λούφα και παραλλαγή είχα… Παντού…

-Τα αγαπημένα τραγούδια της μητέρας σας ποια ήταν;
Της άρεσε η Βέμπο, αλλά της άρεσε λόγω νοσταλγίας, δεν ήταν σύγχρονη της Βέμπο. Στο σπίτι έρχονταν φίλοι τραγουδιστές και έκαναν με τον πατέρα μου εκπομπές. Ο Γιάννης Βογιατζής, η Καίτη Χωματά, ο Σώτος Παναγόπουλος που ήταν από τον Βόλο, είμαστε από την ίδια γειτονιά. Αυτή ήταν η αγαπημένη της μουσική. Ο πατέρας μου άκουγε κυρίως κλασική μουσική, αλλά η μάνα μου αυτά άκουγε. Της άρεσε ο Γιάννης Βογιατζής…

-Οι εμφανίσεις σας με τον Γιάννη Κότσιρα στο Γυάλινο έρχονται λίγο ως συνέχεια των καλοκαιρινών συναυλιών σας.
Είναι διαφορετικό από το πρόγραμμα του καλοκαιριού. Με τον Γιάννη ξεκινήσαμε ανάποδα. Συνήθως, όσοι παίζουν τον χειμώνα πάνε για συναυλίες το καλοκαίρι. Με τον Γιάννη είχαμε έναν πολύ καλό χειμώνα, το 2010, στην Αθήνα, στον «Ζυγό» και μετά στη Θεσσαλονίκη, μαζί με την Αφροδίτη Μάνου και τα Κίτρινα Ποδήλατα. Τότε λοιπόν, κάναμε ακριβώς αυτό το «στιγμιότυπο»: Παίρναμε τις κιθάρες και παίζαμε. Αλλά ήταν πολύ μικρό. Ήταν η καλύτερη μας στιγμή και αυτό που ευχαριστιόμαστε περισσότερο. Και λέμε, γιατί δεν κάνουμε μία παράσταση στημένη πάνω σε αυτό;

-Το συναυλιακό καλοκαίρι με τα capital controls, πώς ήταν;
Η πρώτη μας συναυλία, στα Γιάννενα ήταν Σάββατο. Την ημέρα δηλαδή, που κυκλοφόρησε η φήμη ότι θα επιβληθούν τα capital controls -όπως και έγινε δύο ημέρες μετά, τη Δευτέρα. Φτάνουμε και οι ουρές στα ΑΤΜ ήταν κάτι πρωτοφανές. Αναρωτιόμαστε, θα έρθει ο κόσμος; Είχαμε 800 εισιτήρια προπώληση, αλλά δεν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε την κατάσταση. Γιατί οι συναυλίες μέσω δήμων, τελείωσαν. Συναυλίες κάνεις εσύ και άμα έρθει ο κόσμος, ήρθε. Εάν δεν έρθει, λες, ωραία, τι χρωστάω; Μία, δύο και μετά σπίτι σου… Και είναι και δίκαιο. Και ξαφνικά, λοιπόν, πριν τη συναυλία, βλέπω κάτι ουρές στα ταμεία ατελείωτες. Και το εξαιρετικό είναι ότι, δεν συνέβη μόνο στις δικές μας συναυλίες, αλλά και σε άλλες συναυλίες, στου Μίλτου Πασχαλίδη στον Βύρωνα, στου Χαρούλη, στης Ελεωνόρας…. Τη νύχτα της διαπραγμάτευσης στις Βρυξέλλες, την τραγική εκείνη νύχτα της 13ης Ιουλίου, παίζαμε στην Αριδαία και είχαμε 1500 άτομα… Αυτό το καλοκαίρι που συνέβησαν όλα, πάνω από το 70% των συναυλιών μας ήταν sold out.

-Η εξήγηση που δίνετε;
Η πολύ χαμηλή τιμή του εισιτηρίου -τα εισιτήρια των 20 και 15 ευρώ, τα ξεχάσαμε όλοι- είχαμε 8 ευρώ εισιτήριο και 10 στο ταμείο την ημέρα της συναυλίας. Επίσης, το γεγονός ότι οι άνθρωποι είχαν ανάγκη το «μαζί». Να είναι μαζί με τον άλλον. Δεν μπορείς αυτές τις στιγμές να τις ζεις μόνος σου.

-Πώς είναι η συνεργασία με τον Κότσιρα;
Είναι τόσο τρυφερό και γλυκό παιδί ο Γιάννης… Αυτό που βλέπει ο κόσμος, δεν είναι ψεύτικο, έτσι είναι. Και εκτός αυτού, δένουν πάρα πολύ οι φωνές μας. Έχω τραγουδήσει με πενήντα τραγουδιστές -και μιλώ για εξαιρετικούς τραγουδιστές. Μετά από χρόνια, ξεχώρισα τρεις φωνές -με τις οποίες ταιριάζει η δική μου, αυτό εννοώ. Δηλαδή, ο καλύτερος τραγουδιστής της γενιάς μας είναι ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Με τον Παπακωνσταντίνου πάντα τραγουδάμε ωραία, αλλά δεν μπορώ να πω ότι ταίριαζαν οι φωνές μας όπως ταιριάζουν με τον Γιάννη. Με τον Γιάννη, τον Μπάμπη Στόκα και με τον Θηβαίο, αυτή είναι η τριάδα. Και με τον Τσακνή έπαιξα, δέκα χρόνια, αδελφός μου. Μιλώ για το ταίριασμα στη φωνή, γιατί από άποψη ιδιοσυγκρασίας, είμαστε όλοι μια οικογένεια.

-Θυμόμουν τη συναυλία σας στο Καλλιμάρμαρο, τον Ιούλιο του 2012, που έφερε κοντά από τον Σαββόπουλο, τη Φαραντούρη, τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και την Ελεωνόρα Ζουγανέλη μέχρι τους Angelo Branduardi, Adamo, Christophe… Και εκείνος ο τίτλος «Οι άγγελοι ζουν ακόμη στη Μεσόγειο»…
Μα, εκεί που ζουν οι άγγελοι, εκεί μπουκάρουν και οι σατανάδες όλοι… Εκεί είναι το μέλι… Σε απόγνωση ήμαστε και τότε, αλλά για τα δικά μας. Και η ιστορία ήταν, θα μας τα πάρετε όλα, ρε μπαγάσηδες; Έχετε τα πάντα. Θέλετε να μας πάρετε και τη θάλασσα και τον ήλιο και τις νύχτες μας, ε, δεν σας τα δίνουμε, άι σιχτίρ… Αυτό ήταν οι Άγγελοι. Γιατί εδώ γεννήθηκαν και εδώ θα ζουν. Πάντα. Με αυτή την άποψη έγινε, όχι με κάποια εθνικο-κάτι έπαρση, είχε μέσα το αίσθημα του αδικημένου…

-Η κόρη σας σπουδάζει στην Αγλλία. Πόσο μεγάλη είναι η ανησυχία του πατέρα, εννοώ μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι;
Η κόρη μου τελείωσε, αλλά θα ξαναπάει στην Αγγλία για μάστερ. Είναι στο Μπράιτον και οι παρέες της είναι πολύ-πολιτισμικές… Δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο άγχος, αλλά εάν το δεις να συμβαίνει δίπλα σου, η αλήθεια είναι ότι σοκάρεσαι… Η ιστορία αυτή είναι σαν «το η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα». Οπότε εάν ξεκινήσει κανείς μία τέτοια συζήτηση φτάνει στο προπατορικό αμάρτημα. Πες, υπόθεση εργασίας, ότι η ISIS δηλώνει αύριο ότι, βάζει τέλος, ότι δεν θα κάνει άλλα τρομοκρατικά χτυπήματα. Αλλά, υπό την προϋπόθεση ότι εσείς –η Δύση- θα φύγετε από εδώ, τα μέρη μας. Θέλετε να έρχεστε για τουρισμό επειδή βρίσκετε ότι είμαστε γραφικοί, εξωτικοί και τα λοιπά, ας έρχεστε. Θα δεχόταν η Δύση έναν τέτοιον όρο; Η κόρη μου ήταν να έρθει στην Αθήνα, λίγες ημέρες μετά την επίθεση στο Παρίσι. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν ανοίγεις φιλολογική συζήτηση. Λες τα γνωστά, πρόσεχε στο αεροδρόμιο, μην πας σε πολυσύχναστα σημεία, αλλά δεν μπορείς να πεις κάτι άλλο. Για τα νιάτα μιλάμε. Τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες «βράζουν».

Είναι πολύ ταραγμένη εποχή και κανείς δεν ξέρει τι ξημερώνει… Και ό,τι πεις σήμερα -μιλάμε τώρα εμείς, έτσι;- αύριο είναι ξεπερασμένο. Τα γεγονότα τρέχουν με τόσο τρομακτική ταχύτητα και είναι τόσο αναπάντεχα , που δεν μπορείς να κάνεις καμία εκτίμηση. Εδώ οι ειδικοί, του Παντείου και των πανεπιστημίων, που είναι η δουλειά τους και δεν μπορούν να κάνουν ασφαλή εκτίμηση… Τώρα τελευταία η μόνη εκτίμηση που ακούω είναι τι είχε προβλέψει ο Παΐσιος και ο Κοσμάς ο Αιτωλός (γέλια)… Μέχρι εκεί…



Κότσιρας – Μαχαιρίτσας.
Μαζί τους η Παυλίνα Βουλγαράκη.
Από 18 Δεκεμβρίου, κάθε Παρασκευή και Σάββατο.
Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, www.gialino.gr
Λεωφόρος Συγγρού 143, Ν. Σμύρνη, Τηλ. 210 9315600
Τιμές εισιτηρίων: Φιάλη 140 €, κρασί 70 € ελάχιστη τραπέζι 30 €, μπαρ ποτό 15 €. Δεύτερο : στο τραπέζι 12 € ποτό, 8 μπύρα €, κρασί 7 €
Ώρα έναρξης: 22:30

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v