Hell or High Water: Γουέστερν με χιούμορ

Ένα… ηλιοκαμένο γουέστερν με νεύρο, βάθος, χιούμορ και τρεις από τις καλύτερες ερμηνείες της χρονιάς –από τους Κρις Πάιν, Μπεν Φόστερ και Τζεφ Μπρίτζες.
Hell or High Water: Γουέστερν με χιούμορ
του Λουκά Τσουκνίδα

Ο βρετανός Ντέιβιντ Μακένζι του “Starred Up” συμπράττει με τον αμερικάνο Τέιλορ Σέρινταν του “Sicario” για να μας δώσουν ένα υπέροχο, ηλιοκαμένο γουέστερν με νεύρο, χιούμορ, βάθος και τρεις απ' τις πιο αξιομνημόνευτες ερμηνείες της χρονιάς. Το “Hell or High Water”, πέρα από τη φιλοδοξία να ερμηνεύσει καταστάσεις σύγχρονες και επίκαιρες μέσα από μία χιλιοειπωμένη ιστορία, είναι πρωτίστως μία πολύ καλή ταινία, φτιαγμένη έτσι ώστε να την απολαύσουμε απ' το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό της, είτε τσιμπήσουμε με το διάχυτο μήνυμά της είτε το αγνοήσουμε γιατί η διάθεσή μας το προστάζει.

Η υπόθεση

Δύο αδέλφια απ' το Τέξας, ο Τόμπι Χάουαρντ, διαζευγμένος πατέρας, και ο Τάνερ Χάουαρντ, πρώην κατάδικος, επιχειρούν να διασώσουν το ράντσο της μακαρίτισσας της μάνας τους με μια σειρά από “ασήμαντες” ληστείες σε “ακριτικά” υποκαταστήματα τραπεζών. Χάρη στην απρόβλεπτη συμπεριφορά του Τάνερ, όμως, τραβούν την προσοχή του νόμου και, συγκεκριμένα, του Μάρκους Χάμιλτον, ενός παλιομοδίτη “ρέιντζερ” που, μαζί με τον νεότερο συνεργάτη του, ακολουθεί τα ίχνη των δύο ληστών προσπαθώντας να αντιληφθεί τι ακριβώς κάνουν και πως θα τους σταματήσει...



Η κριτική

Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που ένας “κινηματογραφικός μετανάστης”, ο νεοζηλανδός Άντριου Ντόμινικ, χρησιμοποίησε μία ταινία “είδους”, ένα γκανγκστερικό θρίλερ συγκεκριμένα (Killing Them Softly), για να διατυπώσει το προσωπικό του σχόλιο για την κατάσταση που βιώνει η σύγχρονη Αμερική. Ο Ντόμινικ, θολώνοντας το προσκήνιο με μία ακατάληπτη, άνευ επίλυσης πλοκή κι εστιάζοντας στο φόντο για να “χτίσει” νοηματικό πλαίσιο, επιδεικνύει έξυπνα το πως ο κυνισμός προκύπτει ως συνέπεια μιας ακανόνιστης σειράς αδιέξοδων επιλογών. Πέρα από την ερμηνεία και την αξιολόγηση του καθενός, είναι το βλέμμα ενός “αουτσάιντερ” κι έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Το “Hell or High Water” πάλι, είναι η άποψη ενός “ινσάιντερ”, του ηθοποιού, σεναριογράφου και σκηνοθέτη Τέιλορ Σέρινταν, οπτικοποιημένη από έναν “αουτσάιντερ”, τον βρετανό Ντέιβιντ Μακένζι. Είναι ένα σύγχρονο γουέστερν, μία ιστορία με κλέφτες κι αστυνόμους στο ηλιοκαμένο τοπίο του επαρχιακού Τέξας, με κυνηγούς και κυνηγημένους που τρέχουν γύρω-γύρω σε έναν κύκλο που έχει μόνο χαμένους και δεν μπορεί να κλείσει χωρίς ανθρώπινες απώλειες. Δύο αδέρφια, ο ένας χωρισμένος με ένα παιδί που πρέπει να φροντίσει, οικονομικά έστω, για το μέλλον του και ο άλλος κυνικός και απρόβλεπτος, σφυρηλατημένος απ' τη φυλακή κι απ' το γεγονός ότι τα χέρια του είναι βαμμένα με αίμα. Το μόνο που τους δένει είναι η συγγένειά τους και το παρελθόν, το ράντσο στο οποίο μεγάλωσαν, αυτό που “σκότωσε” τη μάνα τους και η τράπεζα θέλει να τους αρπάξει.

Η γη είναι μεγάλο πράγμα στη μυθολογία των γουέστερν, αλλά και στον αμερικάνικο γενετικό κώδικα, πόσο μάλλον εκείνον του Τέξας. Είναι η μόνη σταθερά για τους αδελφούς Χάουαρντ, για τον έναν τουλάχιστον, το μόνο πράγμα στις τρέχουσες συνθήκες που θα μπορούσε να του εγγυηθεί τον αυτοσεβασμό, την αυτοδιάθεση και την ανεξαρτησία του, το μόνο συμπαγές κληροδότημα που αξίζει να παλέψει για να διατηρήσει στην κατοχή του και να περάσει κάποτε, περήφανος, στον γιο του.

Ο Σέρινταν και ο Μακένζι, αντίθετα με τον Ντόμινικ, μας αφηγούνται με τρόπο ξεκάθαρο, με ίσες δόσεις χιούμορ και σοβαρότητας, μία πολύ συγκεκριμένη ιστορία, ξετυλίγοντας τις διάφορες πτυχές της αργά-αργά μπροστά στα μάτια μας, όπως και σ' εκείνα του ρέιντζερ που κυνηγά τα δύο αδέλφια, από καθήκον, όσο και περιέργεια. Καθώς πηγαίνουν από χωριό σε χωριό, από τράπεζα σε τράπεζα, μικρές λεπτομέρειες στα σκηνικά ή στους διαλόγους αποκαλύπτουν το γενικότερο κλίμα, την παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης σε κάθε μορφής εξουσία, αλλά και την σιωπηλή παραδοχή ότι πλέον, ο καθένας φροντίζει για τον εαυτό του. Όσο για τον παράνομο που επιχειρεί να “χτυπήσει το Σύστημα”, απολαμβάνει την ανοχή και τον θαυμασμό του “κοινού” του, μέχρι να στρέψει το όπλο του σ' εκείνους...

Μεγάλο όπλο της ταινίας είναι οι δύο πρωταγωνιστές της, ο Κρις Πάιν και ο Μπεν Φόστερ, που δίνουν δύο απ' τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας τους και συμπληρώνουν εξαιρετικά ο ένας τον άλλον. Ο Τόμπι και ο Τάνερ είναι δύο χαρακτήρες ολοκληρωμένοι, σημαδεμένοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο απ' το κομβικό γεγονός της ζωής τους, που μοιάζει μοιραίο να επαναληφθεί. Οι δημιουργοί μας δίνουν μία ιστορία προσωπική, με πολλές αποχρώσεις ανάμεσα στο καλό και το κακό, δύο ανθρώπους που δεν σημαδεύτηκαν από τις παρούσες συνθήκες, η αλληλεπίδρασή τους όμως με αυτές ήταν προκαθορισμένη και αναμενόμενη. Έτσι, το οικογενειακό τους δράμα παρέχει τον χάρτη για την αντιμετώπιση της μεγαλύτερης απειλής, μιας σαρωτικής δύναμης που, ότι κι αν γίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση, δε συνηθίζει να χάνει απ' τον απλό άνθρωπο.

Την καταλυτική παρουσία στην οθόνη, ο Μακένζι την κρατά για έναν θρύλο πλέον του παγκόσμιου σινεμά. Ο Τζεφ Μπρίτζες αποδίδει με την γνωστή επιβλητικότητά του τον ρόλο του Μάρκους, του αστυνομικού που κυνηγά τους δύο παράνομους μέχρι τέλους χωρίς να αποκλίνει στο ελάχιστο από αυτό που προστάζει η θέση του παρά τις πιθανές απώλειες. Ο ρέιντζερ, ουδέτερος μπροστά στην άτυπη μάχη πολίτη-τράπεζας και στεγνός μπροστά στο ανθρώπινο δράμα σαν το νόμο που εκπροσωπεί, χαρίζει στην ταινία την πιο διακριτή χιουμοριστική νότα της, αλλά και την αίσθηση πως ο ρόλος της αστυνομίας είναι πλέον, όπως στην πάλαι πότε Άγρια Δύση, κάθε άλλο παρά αποτρεπτικός.

Το “Hell or High Water” είναι μία απολαυστική ταινία, καλογραμμένη και καλογυρισμένη, με καλοδεχούμενο μπόνους το ενδιαφέρον σχόλιό της για την τροπή που παίρνουν τα πράγματα. Στην Αμερική, αλλά και τη Δύση γενικότερα, που όλο και αγριεύει.

Βγαίνουν ακόμη:
Το διεκπεραιωτικό βιογραφικό δράμα “Denial”, το βιογραφικό πολιτικό θρίλερ “The People vs. Fritz Bauer”, το γαλλικό δράμα “As I Open My Eyes”, το σερβικό δράμα “The Good Wife”, το σίκουελ δράσης “XXX: Return of Xander Cage”, το “Έτερος Εγώ” του Σωτήρη Τσαφούλια και η ταινία κινουμένων σχεδίων “Maya the Bee Movie”.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v