A Walk Among the Tombstones: Ο Λίαμ Νίσον σε νουάρ

Ο Λίαμ Νίσον πρωταγωνιστεί (και κλέβει την παράσταση) σε ένα μέτριο αστυνομικό θρίλερ με ωραία ατμόσφαιρα αλλά ανεπαρκή πλοκή.
A Walk Among the Tombstones: Ο Λίαμ Νίσον σε νουάρ
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Υποθέτω ότι έχουμε όλοι χωνέψει τη νέα καριέρα του Λίαμ Νίσον. Είναι πια ένας “σκληρός” του σινεμά, ας το αποδεχτούμε. Κι όσο κι αν είναι κάτι που πονάει τους φανς του ποιοτικού κινηματογράφου, ο ιρλανδός αποδεικνύεται εξαιρετικός στις βίαιες “μπιμουβιές”, πειστικότερος με κάθε αιματοκύλισμα κι επιβλητικότερος με κάθε γροθιά-αστραπή στη μάπα κάποιου “δεύτερου” κακού. Βέβαια, ο δρόμος που έχει πάρει είναι πάντα κατηφορικός, άντε “φλατ” στην καλύτερη, κι οι συμμετοχές σε μετριότατες απόπειρες για νεο-νουάρ όπως το “A Walk Among the Tombstones” δεν αλλάζουν την ωμή πραγματικότητα. Ας είναι. Εκείνος να είναι καλά και να το διασκεδάζει κι εμείς... περισσεύουμε.

Η υπόθεση

Ο Ματ Σκάντερ είναι ένας πρώην μπάτσος με μία τουλάχιστον σκοτεινή στιγμή στο παρελθόν του και νυν ιδιωτικός ντετέκτιβ άνευ αδείας κι αλκοολικός σε αποκατάσταση. Μια μέρα, ένας έμπορος ναρκωτικών τον προσλαμβάνει για να εξιχνιάσει την απαγωγή και τον φόνο της γυναίκας του. Τα ίχνη του αποτρόπαιου εγκλήματος τον οδηγούν σε δύο κατά συρροήν δολοφόνους οι οποίοι δε διστάζουν να το επαναλάβουν. Σύντομα, θα βρεθούν αντιμέτωποι μαζί του...



Η κριτική

Επτά χρόνια μετά το συμπαθητικό “The Lookout”, ο Σκοτ Φρανκ επιλέγει ν' αφηγηθεί μια ιστορία που παραπέμπει σε παλιότερες κινηματογραφικές εποχές και διαδραματίζεται στο μακρινό (από διάφορες απόψεις πέραν του απόλυτου χρόνου) 1999. Η περίπτωση του Ματ Σκάντερ, πρωτότυπου ήρωα του συγγραφέα Λόρενς Μπλοκ, χαρακτηρίζεται από μερικά διαχρονικά κλισέ των αστυνομικών και νουάρ αφηγημάτων, είτε αυτά ξεδιπλώνονται επί χάρτου είτε επί της οθόνης.

Ο ήρωάς μας είναι έκπτωτος και αναβαπτισμένος. Παράτησε το μπατσιλίκι πολλά χρόνια πριν, όχι επειδή είχε σιχαθεί τη διαφθορά και τη βία, αλλά επειδή σε μια αχρείαστη αιματοχυσία, έξω από ένα μπαρ όπου τα 'πινε εν ώρα υπηρεσίας, σκότωσε κατά λάθος ένα μικρό κορίτσι. Τώρα, δουλεύει ως ντετέκτιβ για “δωράκια” και εμφανίζεται τακτικά στις συναντήσεις του με τους άλλους πρώην εξαρτημένους για να δηλώσει το χρόνο που έχει περάσει απ' το τελευταίο ποτηράκι του και να πάρει λίγο επάνω του. Όπως ήταν φυσιολογικό, κάποιος τον συστήνει σε κάποιον άλλον κι έτσι μπλέκει με εμπόρους ναρκωτικών που, αυτή τη φορά, είναι τα θύματα κι όχι οι θύτες. Τα εγκλήματα που καλείται να εξιχνιάσει μοιάζουν ιδιαιτέρως βίαια και παράλογα και μιας και η αστυνομία είναι “εκτός παιχνιδιού”, ίσως είναι ο μόνος που μπορεί βγάλει μιαν άκρη.

Δεν ξέρω αν ο Φρανκ είχε στο μυαλό του τον Λίαμ Νίσον πριν επιλέξει το συγκεκριμένο βιβλίο για να το μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη ή το κάστινγκ του βγήκε στην πορεία, αλλά η ιστορία μοιάζει κομμένη και ραμμένη στη νέα περσόνα του πάλαι πότε οσκαρικού σταρ. Κι όπως ήταν αναμενόμενο, ο Νίσον κάνει περίπατο στα παπούτσια του Ματ Σκάντερ και δίνει ζωή σ' έναν χαρακτήρα που θα μπορούσε να χάσει και τη λίγη αληθοφάνεια που διαθέτει στο χαρτί, αν έπεφτε σε λάθος χέρια. Δίπλα του, δε στέκεται κανένας ισάξιος, ούτε ερμηνευτικά ούτε σεναριακά, έστω κι αν την ώρα που η βία κλιμακώνεται όλα τα άλλα μοιάζουν περιττά. Απ' τον νεαρό άστεγο αφροαμερικάνο που αυτοχρίζεται βοηθός του μέχρι τους δυο φρικαλέους, όσο δεν εμφανίζονται μπροστά μας, δολοφόνους, δεν υπάρχει χαρακτήρας που μπορεί να αποτελέσει αντίβαρο στον σκοτεινό, αλλά κουλ νουάρ ήρωα.

Η ατμόσφαιρα της ταινίας, υποβοηθούμενη θεωρητικά απ' το χρονικό της πλαίσιο το οποίο τοποθετείται σε μια εποχή μεταβατική για ανθρώπους παλαιάς κοπής σαν τον Σκάντερ, είναι αρκούντως μυστηριακή και δεν ξεφεύγει απ' τα προ νάιντιζ μπι-μούβι πρότυπα. Αν τα υπόλοιπα έπη του άξιον-χίροου Νίσον είναι υπερβολικά στυλιζαρισμένα σε πλήρη συχγρονισμό με το ύφος της εποχής μας, η συγκεκριμένη ταινία θυμίζει περισσότερο βιντεοκασέτα με τον Τσαρλς Μπρόνσον, από σκηνοθετική επιλογή παρά από κάποιου είδους οικονομική ανάγκη. Το στιλ δουλεύει τελικά, δυστυχώς όμως, η πλοκή όχι, αφού δεν ακολουθεί την απλότητα εκείνων των παλιών συνταγών και αποτυγχάνει να βάλει τον ήρωα σε μια αντικειμενικά “συγκλονιστική” κατάσταση απ' την οποία θέλουμε πάση θυσία να τον δούμε να βγαίνει αλώβητος.

Το “A Walk Among the Tombstones” είναι ένα μέτριο αστυνομικό θρίλερ, καλό για μια βροχερή βραδιά στο σπίτι και τίποτε παραπάνω.

Βγαίνουν ακόμη:
Η τελευταία ταινία του Αλέν Ρενέ “Aimer, Boire et Chanter”, η περιπέτεια φαντασίας “Seventh Son”, τα παιδικά σίκουελ “Asterix: Le Domaine des Dieux” και “Night at the Museum: Secret of the Tomb”, το βιογραφικό δράμα “Grace of Monaco” και το κουρδικό μελόδραμα “Bekas”.



Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v