Hangover II: Σαν να μην πέρασε μια μέρα

Ο Ζακ Γαλιφιανάκης και η «μεθυσμένη» κινηματογραφική παρέα του επιστρέφει στην μεγάλη οθόνη, σε μια καλοφτιαγμένη, διασκεδαστική εκδοχή του πρώτου Hangover, που ωστόσο χάνει στα… σημεία, καθώς καταλήγει αρκετά προβλέψιμο, χωρίς κωμικές εκπλήξεις.
Hangover II: Σαν να μην πέρασε μια μέρα
του Λουκά Τσουκνίδα

Πριν από δύο χρόνια, ο αγαπημένος Τοντ Φίλιπς έβαλε την κωμωδία και πάλι στο βάθρο των μπλοκμπάστερ με το εξαιρετικό “Hangover”. Απλή κεντρική ιδέα, εξαιρετική αφήγηση, τέλειο καστ κι ένα ξεκαρδιστικό αποτέλεσμα, κάτι που δεν είδαμε π.χ. στο, επίσης φιλόδοξο, “Due Date” που ακολούθησε. Μοιραία, λοιπόν, ο Φίλιπς έβαλε μπρος για το σίκουελ. Το “Hangover II”, όπως ήταν φυσικό, αλλά και αντιληπτό απ' το πολυαναμενόμενο τρέιλερ ακόμη, δεν εξέπληξε κανέναν και το μέγιστο που θα μπορούσε να πετύχει είναι να μείνει στα επίπεδα της πρώτης ταινίας. Με νύχια και με δόντια, θα έλεγα ότι το καταφέρνει, μόνο που το γέλιο δε βγαίνει πια τόσο αβίαστα και τίποτα δε σε ξαφνιάζει, ούτε καν οι φωτό των τίτλων τέλους, που αφηγούνται όσα δεν έδειξε ο σκηνοθέτης.

Η υπόθεση

Όπως και στο πρώτο μέρος, συναντούμε τους ήρωές μας σε εξαθλιωμένη κατάσταση, απελπισμένους, ενώ ο Φιλ (Μπράντλεϊ Κούπερ) μιλά στο τηλέφωνο με μία απ' τις συζύγους για να της πει ότι μάλλον δε θα προλάβουν το γάμο κι αυτό δεν είναι καν το χειρότερο της υπόθεσης. Σ' αυτό το σημείο, ο σκηνοθέτης μας γυρίζει μια εβδομάδα πίσω όταν ο Στου (Εντ Χελμς) έχει ανακοινώσει ότι θα παντρευτεί την αγαπημένη του Λόρεν, στη πατρίδα της την Ταϊλάνδη κι ότι δεν πρόκειται να κάνει κανενός είδους μπάτσελορ.

Καλεσμένοι, φυσικά, είναι ο Φιλ και ο Νταγκ (Τζάστιν Μπάρτα), όχι όμως κι ο Άλαν (Ζακ Γκαλιφιανάκις), τον οποίο θεωρεί τρελό και υπεύθυνο για την προηγούμενη περιπέτειά τους. Ο Νταγκ, πιεζόμενος απ' τη γυναίκα του, αδερφή του Άλαν, ζητά απ' τον Στου να τον καλέσει γιατί εκείνος τον θεωρεί ως τον καλύτερό του φίλο και έχει πέσει σε κατάθλιψη περιμένοντας την πρόσκληση. Ο Στου λυγίζει και οι τέσσερίς τους ξεκινούν για Ταϊλάνδη. Μαζί τους, πετάει και ο αδερφός της Λόρεν, ο 16χρονος Τέντι, τον οποίο ο Άλαν βλέπει σαν παρείσακτο στην αγέλη που έχει οραματιστεί ότι είναι η παρέα τους και του το δείχνει σε κάθε ευκαιρία.

Στην Μπανγκόκ, μετά το μεγάλο προγαμήλιο δείπνο, οι άντρες (κι ο Τέντι) κατεβαίνουν στην παραλία για μια αθώα μπίρα. Μετά το τσούγκρισμα, όμως, ο Φιλ ξυπνά σε ένα άθλιο δωμάτιο ξενοδοχείου με ένα τεράστιο κενό. Τι στο διάολο συνέβη το προηγούμενο βράδυ και που στην ευχή είναι ο αδερφός της νύφης;



Η κριτική

Είναι προφανές, ότι ο Φίλιπς δεν άλλαξε τίποτε στη δομή της αφήγησής του κι όλα εξελίσσονται όπως και στην πρώτη ταινία. Δε είναι κακό να επαναλαμβάνεις κάτι που δουλεύει τόσο καλά, μόνο που πλέον ξέραμε ακριβώς τι να περιμένουμε και πότε, κάτι που υπονομεύει τελικά την εμπειρία της θέασης. Κάποια στιγμή, το μόνο που περίμενα ήταν οι φωτογραφίες των τίτλων τέλους, για να δω όσα οι πρωταγωνιστές απλώς περιέγραφαν καθώς ξετύλιγαν το κουβάρι της βραδιάς τους. Περίμενα, δηλαδή, το τέλος.

Σαν μην έφτανε αυτό, οι χαρακτήρες δεν ανακατεύονται καθόλου, και σα να μην έχουν μάθει τίποτε απ' την προηγούμενη περιπέτειά τους έχουν ακριβώς τους ίδιους ρόλους, τις ίδιες αντιδράσεις, κάτι που τους κάνει εξαιρετικά προβλέψιμους και υπονομεύει κι άλλο την εμπειρία, αφού κωμωδία που δε σε ξαφνιάζει δύσκολα σε κάνει να γελάσεις. Ο Στου πέφτει στην ίδια ακριβώς λούμπα, αλλά με περισσότερο πόνο, ο Φιλ είναι αυτός που πρέπει να μείνει ψύχραιμος για να τους βγάλει απ' το λούκι, ο Άλαν είναι ο γνώριμος εκτός τόπου και χρόνου χαζοβιόλης κι ο Νταγκ μένει και πάλι εκτός καφρίλας. Ο Τέντι, το νέο μέλος της παρέας, είναι ένας άχρωμος και προχειρογραμμένος χαρακτήρας, κι ο Μέισον Λι δεν καταφέρνει να τον σώσει και να δώσει νέο ενδιαφέρον στη γενικότερη συνταγή.

Στην πορεία, ξαναβλέπουμε τον μικροκαμωμένο Κινέζο γκάνγκστερ Τσάου (Κεν Ζέονγκ), ο οποίος επίσης δε μας ξαφνιάζει πια, ενώ εισάγονται και κάποιοι δευτερεύοντες χαρακτήρες (το δυνατό σημείο του πρώτου μέρους) που, όμως, περνούν απαρατήρητοι: Ο γκάνγκστερ που τον παίζει ο Πολ Τζιαμάτι, ο αυστηρός πατέρας της Λορέν, ένας μοναχός που έχει δώσει όρκο σιωπής, ένας Αμερικάνος που χτυπά τατουάζ, μια τραβεστί, δύο Ρώσοι κακοποιοί κι ένας Άραβας ντίλερ. Πιο ενδιαφέρουσα και αξιοσημείωτη απ' όλους είναι μια μαϊμού-βαποράκι που καπνίζει. Δεν είμαστε όμως στην εποχή του Τζέρι Λιούις και μια μαϊμού δε μπορεί να απογειώσει μόνη της μια ταινία.

Το “Hangover II” είναι μια καλοφτιαγμένη, επαρκώς διασκεδαστική εκδοχή του εξαιρετικού προκατόχου της, χωρίς εκπλήξεις και χωρίς έξτρα γέλιο.

Βγαίνουν ακόμη:

Η πολύ καλή γαλλική κομεντί “The Names of Love”, το βιογραφικό δράμα “The Amazing Truth About Queen Raquela”, η ταινία τρόμου “The Ward”, το σίκουελ κινουμένων σχεδίων “Kung-Fu Panda 2” και σε επανέκδοση το “Μάθε παιδί μου γράμματα (1981)” του Θόδωρου Μαραγκού.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v