Διαβάσαμε το “Ώσπου οι πέτρες να γίνουν ελαφρύτερες απ’ το νερό”

Η λογοτεχνία μπορεί να δείξει όχι μόνο γεγονότα, αλλά και τρόπους θέασης του κόσμου. Κι αυτό είναι ένα βιβλίο που θα σου δείξει πολλά.
Διαβάσαμε το “Ώσπου οι πέτρες να γίνουν ελαφρύτερες απ’ το νερό”
Η λογοτεχνία μπορεί να δείξει όχι μόνο γεγονότα, αλλά και τρόπους θέασης του κόσμου. Όπως για τον Έλληνα υπάρχουν φλέγοντα θέματα (Εμφύλιος, Κυπριακό κ.ο.κ.), έτσι και για τον Πορτογάλο (εν προκειμένω) είναι η Αγκόλα, που έγινε ανεξάρτητο κράτος το 1975. Το είδαμε στον Ζοζέ Εντουάρντο Αγκουαλούζα στα έργα του “Γενική θεωρία της λήθης” και “Ο πωλητής παρελθόντων”  .

> Ο Αντόνιο Λόμπο Αντούνες γεννήθηκε στη Λισαβόνα (Πορτογαλία) το 1942. Σπούδασε ιατρική και ειδικεύτηκε στην ψυχιατρική. Είναι διδάκτορας του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λισαβόνας και άσκησε το επάγγελμα του ψυχιάτρου σε νοσοκομεία της πόλης. Η εμπειρία από το επάγγελμά του και, συγκεκριμένα, από την άσκησή του ως στρατιωτικού γιατρού στη διάρκεια του Αποικιακού πολέμου στην Αγκόλα, συνιστούν, μαζί με την εμπειρία του έρωτα, το κύριο θεματικό πλαίσιο των μυθιστορημάτων του. Βιβλία του έχουν εκδοθεί στις ΗΠΑ, Καναδά, Μ. Βρετανία, Λατινική Αμερική, Ιταλία, Γερμανία, Δανία, Σουηδία και Φινλανδία. Έχει γράψει περισσότερα από είκοσι μυθιστορήματα που μεταφράστηκαν σε δεκάδες γλώσσες, κερδίζοντας σημαντικές λογοτεχνικές διακρίσεις μεταξύ των οποίων με το "Μέγα Βραβείο Μυθιστορήματος και Νουβέλας" της Πορτογαλικής Ένωσης Συγγραφέων για το έργο του "Auto dos Danados", το 1985. Έχει τιμηθεί με το μεγαλύτερο πορτογαλικό λογοτεχνικό βραβείο, το βραβείο Camoes, το 2007. Επί σειρά ετών προτείνεται από τη χώρα του για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το 2008 του απονεμήθηκε στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Γουαδαλαχάρα (Μεξικό) το λογοτεχνικό βραβείο των λατινογενών γλωσσών. Ύψιστη διάκριση για ζώντα συγγραφέα, το έργο του εντάχθηκε και θα εκδοθεί στη σειρά Bibliotheque de la Pleiade του οίκου Gallimard.

ΕΞΑΡΧΗΣ αντιλαμβάνομαι ότι η πένα του Antunes είναι μαεστρική. Διαβάζω απ’ την πρώτη σελίδα φράσεις όπως “τον ρώτησα για ποιον λόγο ο ξάδερφος είχε επιστρέψει μ’ ένα παιδί ίσως πιο ευτυχισμένο εκεί στη ζούγκλα όπου το είχε βρει, σχεδόν όλοι οι στρατιώτες επέστρεφαν με αναμνηστικά” ή “έμεινε… καπνίζοντας, όταν τελείωσε το τσιγάρο του είχα την εντύπωση ότι απόμεινε ώρα καπνίζοντας τα δάχτυλά του”. Και μαζί θαυμάζω και σαστίζω μπροστά στις συνεχείς εναλλαγές, σε ένα ρευστό παλίμψηστο που συναιρεί παρόν και παρελθόν, φωνές και σκέψεις, πορτογαλική αλλά και αγκολική συνείδηση, ειρήνη και πόλεμο.

ΜΕ ΠΙΟ ΑΠΛΑ λόγια, ο ανθυπολοχαγός που γυρνά απ’ τον πόλεμο της Αγκόλας φέρνει μαζί του ένα μαύρο παιδί. Σαράντα χρόνια αργότερα, ο βετεράνος αξιωματικός και η γυναίκα του θα κάνουν τη διαδρομή από τη Λισαβόνα ώς το παλιό οικογενειακό σπίτι, σ’ ένα απομονωμένο χωριό στους πρόποδες του βουνού. Σε τρεις μέρες, σύμφωνα με την παράδοση, θα γίνουν τα χοιροσφάγια. Όπως κάθε χρόνο, η κόρη τους, ο υιοθετημένος γιος τους και η γυναίκα του θα έρθουν για να παρευρεθούν στο γεγονός. Όταν όμως φτάσει εκείνη η μέρα, δεν θα είναι μονάχα το ζώο που θα αδειάσει από το αίμα του.

ΕΞΑΡΧΗΣ, μαθαίνουμε ότι ο υιοθετημένος μαύρος γιος, που έφερε μαζί του ο λευκός Πορτογάλος ανθυπολογαχός, τη μέρα των χοιροσφαγίων σκοτώνει με το ίδιο το μαχαίρι τον πατέρα του. Μέσα λοιπόν από τα παραληρήματα τόσο του γιου όσο και του πατέρα, μέσα από τον ρατσισμό που απλώνεται τόσο στον πόλεμο της Αγκόλας όσο και στην Πορτογαλία, όπου οι μαύροι δεν παύουν να θεωρούνται υποδεέστεροι, σκυλάραπες, σχεδόν ζώα…, αναρωτιόμαστε αν τον σκότωσε από εκδίκηση, από οργή, από απωθημένα. Ο παραλληλισμός με τα χοιροσφάγια είναι εύγλωττος όσο και ιδιοφυής. Ο αναγνώστης ξέρει το τέλος και ψάχνει μέσα στον λαβύρινθο της αφήγησης να διερευνήσει τα αίτια αυτής της πατροκτονίας…

ΕΤΣΙ, διαβάζουμε ένα μοντερνιστικό κείμενο, δύσκολο και τεμαχισμένο, καθώς περνάμε σχεδόν αυτόματα απ’ τις αναμνήσεις απ’ τη φρίκη του πολέμου στη ζωή μετά απ’ αυτόν, στο χωριό με τα χοιροσφάγια μέχρι τις δυσκολίες του πατέρα με την κόρη του και του μαύρου υιοθετημένου με τη στριμμένη σύζυγό του, μνήμες και βιώματα, εναλλακτικές φωνές κ.ο.κ. Η αφήγηση παράγει συναισθηματικά αποτελέσματα και δείχνει πώς μια τέτοια γραφή λειτουργεί ως φορέας ιδεών αλλά και συναισθημάτων. Είναι η απέχθεια που γεννά ο πόλεμος
“συμβουλεύει ο ψυχολόγος του νοσοκομείου να κλείσω το μυαλό μου
στο παρελθόν αλλά πώς αν το παρελθόν δεν είναι καν παρελθόν,
εξακολουθεί να συμβαίνει, δεν άλλαξε,
χιλιόμετρα και χιλιόμετρα ζούγκλας κάθε μέρα με το όπλο”
που δεν αφήνει το παρελθόν να θαφτεί στη λήθη, αλλά αυτό έρχεται κι επανέρχεται βασανιστικά.

ΕΓΩ, αν και δεν μου πολυταιριάζει αυτή η πολυφωνική αφήγηση, αυτό το μοντάζ ήχων, σκέψεων και αναμνήσεων, πείθομαι ότι πρόκειται για έναν επιδέξιο μάστορα που μπορεί να εφάπτει λογοτεχνικά το ένα με το άλλο, να τα αρμόζει σαν πλακάκια, σαν τούβλα, να δημιουργεί ένα παλίμψηστο που δεν ξεθωριάζει. Η εναλλαγή της φωνής του πατέρα-ανθυπολοχαγού και του γιου-μαύρου, σε καθεμία από τις οποίες προσαρμόζονται όλα σε στρώματα κοιτασμάτων, είναι από μόνη της εξαιρετική, άξια μίμησης για πολλούς επίδοξους συγγραφείς.

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ τελειώνει με ένα κρεσέντο. Ο νεαρός μαύρος ξεχειλίζει από όσα τον συνέθλιβαν χρόνια τώρα και σκοτώνει τον πατέρα. Η συμβολική αυτή κίνηση είναι η ανατροπή της καταπίεσης των αφρικανικών χωρών προς τους Ευρωπαίους “πατέρες”.

Πάπισσα Ιωάννα


António Lobo Antunes
“Ώσπου οι πέτρες να γίνουν ελαφρύτερες απ’ το νερό”
μετ. Μ. Παπαδήμα
εκδόσεις Πόλις
2020
Σελ. 480
Τιμή: 20,00
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v