Είναι το Μια Μάχη Μετά την Άλλη η ταινία της χρονιάς;
Είδαμε την νέα ταινία του Paul Thomas Anderson με τον Leonardo DiCaprio και μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.

Είδαμε την νέα ταινία του Paul Thomas Anderson με τον Leonardo DiCaprio και μεταφέρουμε τις εντυπώσεις μας.
Ο Paul Thomas Anderson του υπέροχου Magnolia και του επικού There Will Be Blood, επιστρέφει με το One Battle After Another, μια ταινία που παντρεύει την αχαλίνωτη φαντασία του συγγραφέα Thomas Pynchon με την κινηματογραφική… μανία του σκηνοθέτη για τις αντιθέσεις ανάμεσα στην οικογένεια, την πολιτική και την παράνοια της μεταπολεμικής Αμερικής.
Ένα αχόρταγο έπος που ισορροπεί ανάμεσα στην παρωδία και το δράμα, το οποίο παρά τη σχεδόν τρίωρη διάρκειά του σε ρουφάει από την αρχή.
Η ιστορία παρακολουθεί τον Bob (ένας εξαιρετικός Leonardo DiCaprio), έναν πρώην επαναστάτη που προσπαθεί να μεγαλώσει μόνος του την κόρη του Willa (Chase Infiniti), μετά την εξαφάνιση της συντρόφου του, της αινιγματικής Perfidia (Teyana Taylor). Η τελευταία έχει μπλεχτεί σε μια νοσηρή σχέση εξουσίας με τον συνταγματάρχη Steven Lockjaw (απολαυστικός ο Sean Penn), έναν στρατιωτικό με σαδιστικές εμμονές.
Χρόνια αργότερα, ο Bob είναι πλέον ράκος από τις καταχρήσεις και την ενοχή, ενώ η κόρη του βρίσκεται στο στόχαστρο του Lockjaw για άγνωστους λόγους. Και τότε θα χρειαστεί να πάρει την κατάσταση στα χέρια του.
Το One Battle After Another είναι ταινία που προκαλεί, αποπροσανατολίζει και τελικά σε μαγνητίζει. Ο Anderson παίζει με την υπερβολή σαν να ήταν δεύτερη φύση του: από τις σουρεαλιστικές σκηνές δράσης μέχρι την εικόνα της έγκυου Perfidia να θερίζει με πολυβόλο, όλα δείχνουν μια σινεφιλική τόλμη που πλέον σπανίζει στο αμερικανικό σινεμά. Την ίδια στιγμή, ο Jonny Greenwood των Radiohead ενισχύει την παράνοια με μια μουσική υπόκρουση που κόβει την ανάσα, και ξεδιπλώνεται υποδειγματικά κρατώντας τον ρυθμό σε όλη τη διάρκεια του φιλμ.
Άξια αναφοράς η επιλογή του Anderson να γυρίσει την ταινία σε VistaVision, το φορμά των ’50s που επιστρέφει τελευταία δυναμικά στο Χόλιγουντ, με σημείο εκκίνησης το εξαιρετικό The Brutalist του Brady Corbet. Όπως το βινύλιο στη μουσική και το φιλμ στη φωτογραφία, έτσι και το VistaVision εκφράζει την ανάγκη για κάτι «χειροποίητο» μέσα σε έναν ψηφιακό κόσμο. Το αποτέλεσμα είναι εικόνες υψηλής ανάλυσης, με βάθος και υφή που κάνουν την ήδη υπερβολική αφήγηση να αποκτά σχεδόν απτή, φυσική ένταση.
Πέρα όμως από το εκκεντρικό της περιτύλιγμα, η ταινία μιλά ξεκάθαρα για τη σύγχρονη Αμερική: τη διάβρωση του αμερικάνικου ονείρου, τον εφιάλτη της κρατικής καταστολής, αλλά και τη δύσκολη μετάβαση από τη γενιά της αμφισβήτησης στη σημερινή νεολαία που καλείται να κουβαλήσει το βάρος της αλλαγής. Ο Anderson παραδίδει μια ιστορία που είναι ταυτόχρονα παραληρηματική σάτιρα και πολιτικό σχόλιο, χωρίς να χάνει το ανθρώπινο στοιχείο, ενσωματώνοντας στοιχεία από τον κινηματογράφο των Αδελφών Κοέν και του Ταραντίνο.
Είναι σαφές πως εδώ έχουμε έναν δημιουργό στο απόγειο του δημιουργικού του ταπεραμέντου. Το Μια Μάχη Μετά την Άλλη δεν είναι για όλους. Τα μοτίβα του δεν είναι εύπεπτα για το mainstream κοινό, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για χολιγουντιανή παραγωγή. Αποδεικνύει όμως για ακόμη μια φορά γιατί ο Anderson θεωρείται ένας από τους κορυφαίους σκηνοθέτες της εποχής του.
Και αν η Ακαδημία του οφείλει ένα Όσκαρ για τα προηγούμενα αριστουργήματά του, τότε αυτό του το πόνημα ίσως είναι η στιγμή να του το ξεπληρώσει.