Είδαμε το Poor Things του Γιώργου Λάνθιμου

Αλλόκοτο, σαγηνευτικό, γκόθικ, πολυεπίπεδο, το νέο δημιούργημα του Γιώργου Λάνθιμου είναι η ταινία που θα συζητάμε το 2024.

Είδαμε το Poor Things του Γιώργου Λάνθιμου

Διανύοντας μια πορεία «παράξενη» και ονειρεμένη από βίντεο κλιπ του Σάκη και Κυνόδοντες μέχρι Αστακούς, Ελάφια και Ευνοούμενες, ο Γιώργος Λάνθιμος με την νέα του ταινία αποδεικνύει πως δεν ήρθε στο διεθνές σινεμά και για να πει ένα γεια και να υπηρετήσει το hype.

Ήρθε για να μείνει.

Στη δεύτερη συνεργασία του με τον (συν)σεναριογράφο της «Ευνοούμενης», Τόνι ΜακΝαμάρα και έχοντας από πίσω του την πλήρη πλέον στήριξη ενός χολιγουντιανού στούντιο φτιάχνει ένα γοτθικό παραμύθι με έντονο φεμινιστικό πρόσημο, μια ταινία χάρμα οφθαλμών βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Άλασντερ Γκρέι

Στο επίκεντρο η Μπέλα Μπάξτερ (Έμα Στόουν), μια γυναίκα η οποία σώζεται και παίρνει νέα ζωή χάρη στον αντισυμβατικό επιστήμονα Δρ. Γκόντγουιν Μπάξτερ (Γουίλεμ Νταφό), έναν δόκτορα Φρανκεστάιν που μεταμοσχεύει τον εγκέφαλο ενός μωρού στο κεφάλι της για να της κάνει ένα ωραιότατο restart.

Υπό την προστασία του, η Μπέλα ανυπομονεί να μάθει τα πάντα για τη ζωή. Πώς να κινείται, πώς να αγαπά, πώς να κάνει έρωτα. Διψασμένη από την εμπειρία που στερείται, το σκάει με τον Ντάνκαν (Μαρκ Ράφαλο), έναν ικανό και με αμβλυμμένη ηθική δικηγόρο, σε μια περιπέτεια περιπλάνησης σε όλες τις ηπείρους. Απελευθερωμένη από τις προκαταλήψεις και τα στεγανά της εποχής της, επιδιώκει να δώσει τη δική της μάχη της για την ισότητα και την ελευθερία. Με τι τίμημα όμως;

Μέσα σε σχεδόν δυόμιση ώρες ταινίας, ο Λάνθιμος φτιάχνει ένα αριστουργηματικό σύμπαν, εντυπωσιακό και στυλιζαρισμένο, όμως βαθιά «λανθιμικό», έχοντας πλέον μαζί του τη βοήθεια των ειδικών εφέ ενός μεγάλου στούντιο.

Τα χρησιμοποιεί όμως λελογισμένα, για να φτιάξει έναν κόσμο επηρεασμένο από τα έργα του Γκαουντί, με αλλόκοτους χαρακτήρες που θα ζήλευαν ο Ντέιβιντ Λυντς και ο Τιμ Μπάρτον, κάδρα φόρο τιμής στον Κιούμπρικ και χρώματα που σαγηνεύουν το βλέμμα. Παίζει με φακούς και γωνίες, για να φτιάξει μια εντυπωσιακή παλέτα χρωμάτων και σχημάτων χάρη στη βοήθεια του διευθυντή φωτογραφίας Ρόμπι Ράιαν και μπολιάζει τις σκηνές με ανοίκειους τσιριγμούς εγχόρδων δια χειρός Τζέρσκιν Φέντριξ.

Μέσα σε αυτό το σύμπαν τοποθετεί την μούσα του Έμα Στόουν, μια Μπέλα όνομα και πράγμα, η οποία όσο προχωρά η ταινία μεταμορφώνεται από άκαμπτο και άβουλο βρέφος σε γυναίκα, κόντρα σε καιρούς, τοξικούς άντρες και παλιακές πεποιθήσεις, με όπλο της το μυαλό και το κορμί της και με μοναδικό σκοπό να ανακαλύψει τον κόσμο, αλλά και τον εαυτό της.

Η μετάβαση αυτή γίνεται τόσο ομαλά, αλλά και ανώμαλα, υπό το πρίσμα του Λάνθιμου, ο οποίος εμφυσά μέσα στον χαρακτήρα της πρωταγωνίστριάς του όλα όσα αγαπάς (ή μισείς, εξαρτάται), από την παλαιότερη φιλμογραφία του. Η Μπέλα, ας πούμε, θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί συνέχεια της Μεγάλης Κόρης του Κυνόδοντα, αν σε ένα φαντασιακό σύμπαν κατάφερνε να ξεφύγει από την οικογένειά της.

Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να δώσει στην ταινία του αέρα βαθιά φεμινιστικό και απελευθερωτικό, αλλά και σύγχρονο, χωρίς περιττές τυμπανοκρουσίες και χωρίς να πέσει στην εύκολη λύση του διδακτισμού.

Το Poor Things είναι κωμωδία, όχι όμως με την στενή έννοια του όρου. Θα σε κάνει να γελάσεις, να νιώσεις άβολα. Θα σε προβληματίσει και θα σε ιντριγκάρει, θα ανοίξει το μυαλό σου στο λανθιμικό σύμπαν, ένα σύμπαν καμωμένο με όλα όσα θέλουμε να βλέπουμε στην μεγάλη οθόνη, χωρίς ανιαρές βεβαιότητες και ξεπατικώματα.

Ένα σύμπαν που, ταινία με την ταινία, ο Γιώργος Λάνθιμος τελειοποιεί, επιδεικνύοντας και τελειοποιώντας το στυλ που τον έχει κάνει αν όχι από τους κορυφαίους, τότε σίγουρα από τους πλέον ιδιαίτερους και ταλαντούχους δημιουργούς της γενιάς του.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v