Τι θα γίνει ρε παιδιά με την ακρίβεια στο έξω;

Οι τιμές για μια έξοδο στην πόλη αρχίζουν να θυμίζουν άλλες, πανάκριβες ευρωπαϊκές χώρες. Μόνο που εμείς δεν έχουμε μισθούς Ελβετίας.

Τι θα γίνει ρε παιδιά με την ακρίβεια στο έξω;

Η γκρίνια δεν είναι καλό πράγμα, αλλά κάποιες φορές θες να τα βγάλεις από μέσα σου, ακόμα και αν δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι.

Ήταν λοιπόν μια φορά και ένα καιρό, ένα ζευγάρι που κάθε Παρασκευή ή Σάββατο έβγαινε στην πόλη απολαμβάνοντας φαγητό σε προσιτό εστιατόριο και ύστερα ένα ποτάκι στο μπαρ ή και δύο.

Το ίδιο ζευγάρι σήμερα, για να κάνει τα παραπάνω, ή και τα μισά, θα πρέπει να διαθέσει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Αν μάλιστα θέλει να επαναλάβει την έξοδο και την επόμενη ημέρα, τότε ενδεχομένως αυτή να είναι και η τελευταία για τον μήνα. Τα λέμε στον επόμενο ντάρλινγκ!

Πιο πιθανό είναι να κάτσει σπίτι, να μαγειρέψει κοτομπουκιές και να πιεί κρασάκι από τον ασκό.

Τι πήγε λάθος;

Μα φυσικά η εξωφρενική ακρίβεια με την οποία έρχονται αντιμέτωποι οι νυχτοπερπατητές, νυχτοπότες και νυχτοφάγοι της Αθήνας.

Αν θες να φας ένα προσεγμένο γεύμα από ποιοτικές πρώτες ύλες, με το κυρίως σου, τη σαλατούλα σου, άντε και 1-2 ορεκτικά, το ταμείο θα δείξει μείον τουλάχιστον 25 ευρώ, στην καλύτερη περίπτωση. Εκτός και αν πας σε κάποιον χύμα φοιτητικό καφενέ, με μεγάλη παρέα, αλλά ακόμα κι εκεί, οι τιμές δε θυμίζουν σε τίποτα εκείνες του… ένδοξου παρελθόντος.

Και χωρίς αλκοόλ έτσι; Άλλο βάσανο αυτό.

Ακόμα και στα οικονομικά στέκια, το απλό ποτό δύσκολα θα το βρεις κάτω από 7 ευρώ και χαρούμενος να είσαι αν το βρεις στα 7. Όσο για το κοκτέιλ, εκεί τα πράγματα σοβαρεύουν. Τα 9 ευρώ για ένα ταπεινό μοχίτο τείνουν να γίνουν πάγια, ενώ αν θες κατιτίς πιο ψαγμένο, τότε υπολόγιζε παραπάνω από 10 ευρώ.

«Είμαι φοιτητής, ζω στην Αθήνα στου Αμπελόκηπους τα τελευταία τρία χρόνια. Κάθε χρόνο όλα είναι ακριβότερα», λέει ο Θάνος, 24 ετών.  

«Και αυτό δεν είναι κλισέ. Γιατί εκτός από τα 600 ευρώ που μου στέλνουν οι γονείς μου και μετά βίας καλύπτουν το ενοίκιο, τους λογαριασμούς -που μοιράζομαι με δύο συγκάτοικους- και το φαγητό μου, θέλω και πιστεύω έχω δικαίωμα και να βγαίνω. Δουλεύω δυο φορές την εβδομάδα σε εταιρεία με προωθήσεις. Παίρνω 5 ευρώ την ώρα. Έτσι εξασφαλίζω 40 ευρώ για ένα 8ωρο όρθιος. Προχθές βγήκα και για ένα τρίωρο -όρθιος πάλι- αλλά σε μπαρ έδωσα τα 25. Για δυο ποτά. Μετά είχαμε την εκπληκτική ιδέα να φάμε και ένα βρόμικο, στο χέρι. Έδωσα 10 ακόμα. Δεν έχω παράπονο, μου έμειναν 5 για τσιγάρα».

Για να μιλήσουμε και με ποσοστά, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η τιμή της μπύρας αυξήθηκε 7,5% τον Αύγουστο σε σχέση με άνοδο 5,8% πέρυσι και μείωση 0,3% το 2021, ενώ οι τιμές στα οινοπνευματώδη ποτά και λικέρ αυξήθηκαν 6,1% σε σύγκριση με άνοδο 1,2% πέρυσι και αρνητική μεταβολή 0,6% το 2021.

«Αν με ρωτάς, την κόψαμε την έξοδο για (σκέτο) ποτό. Μου φαίνεται τρελό να δίνω 9€ για ένα κοκτέιλ, και 8€ για ένα ρούμι-κόλα, τη στιγμή που μια καλή μερίδα φαγητού κοστίζει λιγότερα», λέει ο Σωτήρης, 40 χρονών.

«Πήγαμε ας πούμε προχτές σε bar restaurant στα Εξάρχεια, που δεν είναι και ακριβό μαγαζί, και είχε 10€ το Ζόμπι, και 8€ η μερίδα τα κεφτεδάκια σχάρας. Και αυτή είναι πια η αναλογία παντού. Πάμε πλέον μόνο σε μέρη που έχουν και φαγητό, και το συνδυάζουμε πιο πολύ με κρασιά ή ρακές. Ρούμια πίνω σπίτι μου, με 18€ το μπουκάλι από τον Σκλαβενίτη, και τα φτιάχνω και καλύτερα. Το μπάτζετ πλέον δεν τα σηκώνει και τα δύο, και ποτό και φαγητό».

Για να σε προλάβουμε, ναι, παίζουν ακόμα κάποιες σκόρπιες διευθύνσεις στην πόλη που προσφέρουν ποτά και κοκτέιλ σε χαμηλές – για την εποχή πάντα – τιμές, όμως κι αυτά σιγά σιγά τείνουν να εκλείψουν και τις βρίσκεις μόνο αν γίνεις ντετέκτιβ της νύχτας. Ακόμα και το κόστος για το πάλαι ποτέ comfort food, το παραδοσιακό, το ωραίο το ελληνικό σουβλάκι, έχει πάρει την πάνω βόλτα.

Οι εποχές που για ένα τιμιότατο και χορταστικό πιτόγυρο έδινες περί τα 2 ευρώ έχουν περάσει προ πολλού. Τώρα 2 ευρώ έχει το χοιρινό καλαμάκι – στην καλύτερη. Για το τυλιχτό θα δώσεις στην καλύτερη 3 ευρώ, ενώ κατά πάσα πιθανότητα το μέγεθός του θα θυμίζει μπουκίτσα και δεν παίζει να χορτάσεις μόνο με ένα. Τι θες; Μοσχάρι; Καλό!

«Θες να βγεις έξω; Για φαγητό ή για ένα ποτό; Ναι και εγώ. Αλλά θα σας πω τι συνέβη την τελευταία φορά που βγήκα με τους δυο γιους μου», μας λέει η Μαρία 45 χρονών, μητέρα.

«Σάββατο απόγευμα. Έχουμε δικαίωμα να πάμε μια βόλτα. Έχουμε χρόνο και διάθεση. Όμως μάλλον δεν έπρεπε. Γιατί τώρα δεν έχουμε χρήματα για τίποτα άλλο. Η χαλαρή βόλτα των τριών μας, κόστισε 66 ευρώ!»

Ναι, καλά διαβάζεις, 66 ευρώ. Γιατί;

»Γιατί τολμήσαμε να κάτσουμε να φάμε σουβλάκια και να πάρουμε ένα παγωτό από ζαχαροπλαστείο. Ξεκινήσαμε στις 7, περπατήσαμε στην περιοχή μας δωρεάν, ακόμα. Σταματήσαμε στο περίπτερο πήραμε νερά, αναψυκτικά και τσίχλες με 6 ευρώ. Κατά τις 8 είπαμε να κάτσουμε να φάμε κάπου που δεν θα πληρώναμε με το ένα νεφρό μας. Κάτσαμε για σουβλάκια και πληρώσαμε 45 ευρώ για δύο μερίδες γύρο, δύο τυλιχτά, μια σαλάτα και… νερό. Κάναμε μία ακόμα βόλτα για να το… χωνέψουμε και θελήσαμε παγωτό. Τρία παγωτά στο χέρι, από ζαχαροπλαστείο 15 ευρώ. Ωραία ήταν, δεν λέω, επόμενη διθυραμβική έξοδο σαν αυτή θα επιχειρήσουμε τον Νοέμβριο πάλι. Δεν συζητάω για οτιδήποτε άλλο, προφανώς, πιο οργανωμένο, πιο μακριά, πιο «πολυτελές». Γιατί πλέον πολυτέλεια είναι τα σουβλάκια, το σινεμά και το παγωτό στο χέρι».

Επιστροφή στο ζευγάρι που λέγαμε πιο πάνω, κάμερα σε αυτούς. Γυρίζει σπίτι. Κοιμάται, ξυπνά και λέει να παραγγείλει ένα καφέ απ’ έξω, έτσι για το καλό. Πικρός τους βγαίνει και αυτός, μιας και ο απλός φρέντο εσπρέσο, ο παραδοσιακός, τιμάται πλέον στα 2 ευρώ, ενώ ο φρέντο καπουτσίνο στα 2,40. Από 1,60 που είχε πριν από μερικά χρόνια.

Ε δεν είναι ζωή αυτή.

 

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v