Κατερίνα Κούκα: "Η σιωπή είναι καλή, αν είναι μια μικρή παύση"

Μας έλειψε και επιστρέφει. Η Κατερίνα Κούκα, μετά από έξι σχεδόν χρόνια απουσίας από το ελληνικό τραγούδι, μιλά για τον νέο της δίσκο, τις επικείμενες εμφανίσεις της στα "13 Φεγγάρια" και τους λόγους της "παύσης" της, σε μία συνέντευξη χείμαρρο.
Κατερίνα Κούκα: Η σιωπή είναι καλή, αν είναι μια μικρή παύση
της Φιλουμένας Ζλατάνου

Η Κατερίνα Κούκα είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Την καλοτύχισε η ζωή της να συνεργαστεί με σημαντικούς συνθέτες και ερμηνευτές ξεκινώντας την καριέρα της δίπλα στο Γιώργο Μαρίνο και να συνεχίσει με το Γιάννη Σπανό, το Χρήστο Νικολόπουλο, τη Μαρινέλλα και άλλους πολλούς. Φωνή ξεχωριστή με μπρίο, συναίσθημα, βάθος και ζεστασιά. Εκτός από εξαιρετική ερμηνεύτρια με μακρά ιστορία είναι και μια προσωπικότητα εκρηκτική, ζεστή και γενναιόδωρη με τους ανθρώπους. Χωρίς να φοβάται τα λόγια της, ισορροπημένη και σίγουρη, επιστρέφει μετά από μια μικρή παύση, δυναμικά στη δισκογραφία και στο πάλκο. Μας μίλησε για όλα, για την 6χρονη αγρανάπαυση, για την επιστροφή της, για την έλλειψη επικοινωνίας στις ημέρες μας, τις νέες τεχνολογίες και το κοινό που άλλοτε είναι συνειδητοποιημένο και άλλοτε μασάει ό,τι του σερβίρουν. Μια συνέντευξη χείμαρρος στο In2life.

Να σας πάω πίσω, στην αρχή; Πώς είναι να ξεκινάει κάποιος στη Μέδουσα δίπλα στο Γιώργο Μαρίνο;
-Δύο φορές ήμουν στη Μέδουσα, μία με το Γιώργο Μαρίνο στη χρυσή εποχή του Γιώργου, όποτε το να είσαι νέος ηθοποιός ή τραγουδιστής και να σε διαλέγει ο Μαρίνος σήμαινε αυτόματα ότι έχεις αξία. Ήταν σαν ναός της τέχνης και επειδή εκείνος ήταν μοναδικός αλλά και γιατί όλοι οι καλλιτέχνες που φιλοξενούσε, μουσικοί, ηθοποιοί, τραγουδιστές, όλοι έπρεπε να έχουν αληθινή αξία.

Για μένα ήταν η πρώτη επιβεβαίωση ότι καλά είμαι στο χώρο, ότι αξίζω κάτι για να με πάρει ο Γιώργος μαζί του και βεβαίως αποκόμισα μεγάλη εμπειρία. Πέρασαν τόσα χρόνια και ακόμη αναφέρω ότι ο Γιώργος Μαρίνος ήταν ένας από τους μεγάλους δασκάλους μου, όπως μετέπειτα και η Μαρινέλλα και οι συνθέτες μου. Μιλάω κυρίως για το Γιάννη Σπανό και το Χρήστο Νικολόπουλο. Αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι με διαμόρφωσαν καλλιτεχνικά. Μου έδωσαν πολύ μεγάλη αγάπη και είχαν διάθεση να μου μάθουν πράγματα και βέβαια ήταν από μόνοι τους σχολή. Το να βλέπεις επί επτά μήνες κάθε βράδυ το Γιώργο Μαρίνο επί σκηνής πέρναγες πανεπιστήμιο με τη μία.

-Εκτός από το τραγούδι που σας κέρδισε εντέλει, κάνατε ένα αξιοσημείωτο πέρασμα από τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Πώς δεν το συνεχίσατε να γίνετε ηθοποιός;
-Νομίζω ότι πάντα φλέρταρα με αυτό χωρίς να τολμώ ποτέ να αποκαλέσω τον εαυτό μου ηθοποιό για τον απλούστατο λόγο ότι δεν είμαι ηθοποιός. Είμαι λίγο ψωνάρα με αυτό, το αγαπάω πολύ αλλά ούτε τη γνώση έχω ούτε αποφάσισα ποτέ να πάρω αυτή τη γνώση γιατί θεωρώ ότι ο άνθρωπος που θέλει να λέγεται ηθοποιός, που ποιεί ήθος οφείλει να το σπουδάσει, δεν είναι αυτοσχέδιο μόνο, είναι μια τέχνη υψηλή που πρέπει να την προσεγγίζει κανείς με πολύ μεγάλη ευλάβεια.

Θα μου πεις τώρα εύλογα, το ίδιο δεν είναι και το τραγούδι; δεν πρέπει να ξέρουμε μουσική; η λαϊκή έκφραση νομίζω ότι απαιτεί τον αυθορμητισμό ενός λαϊκού ανθρώπου και επειδή η φύση των Ελλήνων είναι τέτοια, γεννιόμαστε όλοι και τραγουδάμε, δε θεωρώ απαραίτητη τη γνώση για ένα λαϊκό ερμηνευτή. Μια συμβουλή που μου είχε δώσει κάποτε ο Γιάννης Σπανός όταν του είπα ότι θα πάω να μάθω πιάνο ήταν να μην το κάνω γιατί δεν ήθελε να σκέφτομαι νότες την ώρα που έσκαβα την ψυχή μου για να βρω συναισθήματα.

-Πώς βλέπετε την εποχή του τραγουδιού τώρα σε σύγκριση με όταν ξεκινήσατε που ίσως ήταν πιο αθώα τα πράγματα;
Δεν πιστεύω σε πλαστές εποχές ή φθηνές εποχές. Θεωρώ ότι υπάρχουν φθηνοί και πλαστοί άνθρωποι. Δε μπορώ να δεχτώ ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν αγνών προθέσεων καλλιτέχνες, νέοι άνθρωποι που με αγνές προθέσεις γράφουν ένα τραγούδι ή ζωγραφίζουν ένα πίνακα. Αυτό που συμβαίνει πραγματικά είναι ότι όλη η καταναλωτική κοινωνία πια, και αυτό δεν περιλαμβάνει μόνο κάποιες μορφές τέχνης αλλά όλη μας τη ζωή, έκανε θεότητα την εμπορευματοποίηση όλων των ηθών και των ιδανικών. Εδώ πια, αυτός που θέλει να είναι ο εαυτός του και θέλει να βγάλει την πρωτογενή αθωότητα, καλείται να είναι Δον Κιχώτης, καλείται να πολεμάει ηρωικά. Αυτή είναι η διαφορά. Ίσως παλιά να ευνοούνταν περισσότερο η αλήθεια, γιατί δεν έπαιζε πολύ το χρήμα. Οι άνθρωποι είχαν άλλα ιδανικά και άλλες αξίες πιο ψηλά ανεβασμένες στο βάθρο από τη δόξα, το χρήμα και τη λάμψη. Νομίζω ότι φωτίζεται μια πλευρά, που πάντα υπήρχε βέβαια, απλά τώρα η εποχή και το σύστημα τη φωτίζουν περισσότερο.

-Οι εταιρίες έχουν αλλάξει;
-Πάρα πολύ. Καταρχήν οι εταιρίες είναι επιχειρήσεις εμπορικές. Απλά οι άνθρωποι που τις διοικούσαν παλιά πίστευαν ότι μπορούν να πουλήσουν το καλό και να βγάλουν χρήματα από αυτό. Τώρα αδιαφορεί κανείς αν αυτό που θα πουλήσει θα είναι καλό. Το ζήτημα είναι να πουλήσει. Και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα να θέλει κανείς να πουλήσει, αλλά όταν αυτό αφορά μορφές τέχνης που διαμορφώνουν συνειδήσεις και οι οποίες εντέλει αντικατοπτρίζουν έναν ολόκληρο λαό, το επίπεδο και την κουλτούρα του τότε αυτό ενέχει κινδύνους.

Μπήκε και το ίντερνετ στο παιχνίδι, μέσω του οποίου έχει ο άνθρωπος τη δυνατότητα να πατάει ένα κουμπί και να αποκτά ένα δίσκο αντί να δίνει 20 ευρώ και να τον αγοράζει. Αυτό αποδυναμώνει σαφώς τη δημιουργία της μουσικής, διότι πώς θα πληρωθούν όλοι αυτοί οι συντελεστές ενός δίσκου; Το να δημιουργήσουμε μουσική δεν είναι απλό, υπάρχουν οι μουσικοί που πρέπει να παίξουν, υπάρχουν τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών και ούτω καθεξής. Αν δεν πληρωθούν πώς θα ζήσουν, συνεχίζοντας να κάνουν μουσική; Αυτό βέβαια δε θα σταματήσει ποτέ έναν άνθρωπο που καίγεται να εκφραστεί να γράφει ή να τραγουδά, αλλά σίγουρα ακόμα δεν ξέρουμε ποιες θα είναι οι επιπτώσεις αυτού του σοκ, πόσο γρήγορα άλλαξε αυτό το πράγμα.

Το θέμα είναι ότι αν μια εταιρία δεν έχει κίνητρο να εμπιστευτεί ένα νέο καλλιτέχνη, ποια θα είναι η δίοδος επικοινωνίας του με τον κόσμο; Δεν αποκλείω όλο αυτό να λύνει τα χέρια κάποιων ανθρώπων και να επικοινωνούν ευκολότερα. Δεν το γνωρίζω αλλά θα το ευχόμουν.

-Γιατί κάνατε παύση επτά χρόνια;
-Στην πραγματικότητα δεν ήταν παύση παύση. Εμφανίσεις έκανα. Δισκογραφικά είχα μια παρουσία με ένα διπλό δίσκο με δεύτερες εκτελέσεις. Είναι έξι χρόνια μετά την τελευταία μου δισκογραφική δουλειά με το Γιώργο Ζήκα και αυτό γιατί με τρόμαξε όλο αυτό που γίνεται γύρω μου. Δεν ήξερα πώς να αντιμετωπίσω τα πράγματα που τόσο γρήγορα άλλαζαν γύρω μου. Ακόμα και ο τρόπος που εκφράζονται οι άνθρωποι έχει αλλάξει. Χρειάστηκα να φύγω για λίγο, να κοιτάξω λίγο μέσα μου, να μείνω ήσυχα στην Πάρο. Με βοήθησε αυτό να δω τα πράγματα χωρίς να με πονάνε, γιατροπορεύτηκα κοιτάζοντας μέσα μου και κατέληξα ότι η σιωπή είναι καλή αν είναι μια μικρή παύση. Δεν είναι καλή όταν είναι "καταθέτω τα όπλα και φεύγω από τη μάχη". Είναι σαν τις στρατιές που θέλουν να αναδιοργανωθούν μέχρι να ξεκινήσουν πάλι την επίθεση όταν και εφόσον θεωρήσουν ότι υπάρχει λόγος ή υπάρχουν εδάφη προς κατάκτηση.

-Είναι αδηφάγος ο χώρος σας;
-Ένα πράγμα που έμαθα σε αυτή την απομόνωση, γιατί αυτό που διδάσκεται κανείς είναι να εστιάζει στην ουσία των πραγμάτων και να μην αναλώνεται σε ανούσια πράγματα, είναι ότι δε με αφορά ούτε να αναλύσω το χώρο, ούτε να αναλύσω το σύστημα. Δε μπαίνω καν σε τέτοιες ψυχοφθόρες διαδικασίες. Θεωρώ ότι τούτη τη στιγμή μαζευτήκαμε κάποιοι άνθρωποι που κάτι θέλουμε να πούμε, κάτι που γέννησε η ψυχή μας, τα βάλαμε σε ένα σιντάκι και τα αφήσαμε να ταξιδέψουν και όπου τα φυσήξει ο άνεμος ας πάνε. Αυτό είναι το σημαντικό, το ταξιδάκι που θέλουμε να κάνουμε.

-Έχει χαθεί η επικοινωνία στις μέρες μας μεταξύ των ανθρώπων;
-Γίνεται κάτι που το θεωρώ εντελώς αντιφατικό και με αφήνει εμβρόντητη. Σήμερα έχει ο άνθρωπος τη δυνατότητα να πατάει ένα κουμπί και να βλέπεται, να μιλάει με έναν άλλον που μπορεί να είναι στην άλλη άκρη της γης. Κι όμως, ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ένιωθαν τόση απομόνωση και μοναξιά. Είναι δύο τόσο ακραία πράγματα που συμβαίνουν ταυτόχρονα.

Όταν ο άνθρωπος δεν είχε ούτε τηλέφωνο και επικοινωνούσε με γράμματα, συναισθηματικά ήταν πιο κοντά, ίσως να γράφονταν και γράμματα που να ήταν ποίηση. Ο άνθρωπος ήταν πιο συναισθηματικός τότε κι αυτό ίσως είναι το κλειδί του επικοινωνώ ή δεν επικοινωνώ πραγματικά. Ο συναισθηματισμός. Πιο ζεστά και ουσιαστικά επικοινωνούσαν οι νέοι τότε παρά τώρα, οι οποίοι έχουν να αντιμετωπίσουν την απόλυτη μοναξιά. Δυσκολεύονται όταν βρίσκονται ο ένας απέναντι στον άλλο να συνευρεθούν ερωτικά, να κοιτάξει ο ένας τον άλλο και να πουν δυο ερωτικές κουβέντες. Ανοίγονται πιο εύκολα μπροστά σε μια οθόνη πατώντας κουμπιά παρά ερχόμενοι σε πραγματική επαφή.

-Eίναι το τραγούδι λύτρωση;
-Για μένα ήταν πάντα λύτρωση και όταν ήμουν κάτω από τη σκηνή και αφού ανέβηκα στη σκηνή και είναι το βήμα μου πια. Γι΄ αυτό νομίζω ότι ένα στοιχείο το οποίο κάνει έναν τραγουδιστή λαϊκό με την έννοια ότι απευθύνεται στο λαό και επικοινωνεί μαζί του, είναι η λυτρωτική διάθεση που έχει το τραγούδι. Αν χαθεί αυτό, δεν υπάρχει τραγούδι. Επειδή όλοι μας πριν ανεβούμε στη σκηνή ήμασταν από κάτω και περιμέναμε από αυτόν που ήταν επάνω να δονήσει τις ευαίσθητες χορδές μας, και αφού συγκινηθούμε να πούμε αν μας άγγιξε ή όχι, πρέπει να μην το ξεχνάμε όταν ανεβαίνουμε στη σκηνή γιατί αυτό το «σου δίνω μου δίνεις» για μένα είναι η μαγεία και η λύτρωση. Αυτός είναι ο σκοπός του τραγουδιού.

-Πώς βλέπετε το κοινό στις μέρες μας;
Το κοινό που έρχεται και παρακολουθεί εμένα μπορεί να είναι ένα άλλο κοινό από αυτό που παρακολουθεί άλλους καλλιτέχνες αλλά νομίζω ότι η βάση είναι η ίδια. Θα εξαιρέσω μια μεγάλη μερίδα που παρασύρεται από την πολλή φωταψία, που δεν αναζητά δεν ψάχνει αλλά δέχεται μασημένη τροφή, και για αυτό το κοινό δε μπορώ να μιλήσω γιατί δεν ξέρω τι ψάχνει και δε μπορώ να σου πω τι θέλει από αυτόν που πάει να δει. Το κοινό που έρχεται σε μένα πιστεύω ότι ξέρει τι περιμένει και αυτό είναι να πάρει και να δώσει. Αλλά έχει πολλά χρώματα το τοπίο στις μέρες μας.

-Θα μου πείτε κάτι για την τελευταία σας δουλειά;
Ήμουν πάντα πολύ τυχερή. Τραγούδησα μεγάλους συνθέτες και δημιουργούς. Αυτό που χαρακτηρίζει αυτή τη δουλειά είναι το φιλικό επίπεδο που υπήρξε το υπόβαθρο για να μαζευτούν αυτά τα τραγούδια και νομίζω η κοινή ανάγκη όλων μας ήταν να εκφραστούμε και το σημείο αναφοράς ότι θέλαμε με εκφραστούμε με κοινό τρόπο. Ο ένας σκέφτηκε τον άλλον με πολύ γλύκα στην ψυχή με αλήθεια και τιμιότητα. Είναι η πρώτη φορά που πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι μπαίνουν σε μια δουλειά μου. Συνήθως συνεργαζόμουν με ένα συνθέτη, ένα στιχουργό. Αυτό είναι ένα πολύχρωμο παζλ γι’ αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον για μένα. Αλλιώς εκφράζεται ας πούμε ο Γιάννης Νικολάου και αλλιώς ο Βαγγελη Κορακάκης. Αυτή την αντίθεση που καλούμαι να γεφυρώσω ή να χρωματίσω με τη δική μου προσωπικότητα, αυτό είναι η πρόκληση για μένα.

Ο ενθουσιασμός μου για αυτή τη δουλειά είναι μεγάλος, σαν μικρού παιδιού. Και το αποδίδω και στο χρόνο αποχής μου, που μου έμαθε να χαίρομαι την κάθε στιγμή και να μη με αγχώνει ούτε το παρελθόν ούτε το μέλλον, αλλά να χαίρομαι το παρόν. Λάτρεψα αυτά τα τραγούδια και περιμένω με μεγάλη χαρά να αρχίσει το πρόγραμμα στα «13 Φεγγάρια» για να τα γνωρίσω στον κόσμο.

-Γράφουν οι παρέες ιστορία;
-Μόνο οι παρέες γράφουν ιστορία. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Ποτέ κατά παραγγελία δε γράφτηκε η ιστορία. Την ιστορία τη γεννά μόνο η ανάγκη της ψυχής.

-Όταν κάποιος είναι στο πάλκο ή στο σανίδι εκπέμπει κάτι, και πολλοί τον κάνουν πρότυπο ή ταυτίζονται μαζί του. Πώς το διαχειρίζεστε εσείς;
-Δεν έχω εξοικειωθεί με αυτό τόσα χρόνια που τραγουδάω. Μου φαίνεται πολύ παράξενο ένας άνθρωπος να με θαυμάζει πάρα πολύ ή να ξέρει πολλά για μένα ή όταν περπατάω στο δρόμο και με γνωρίζουν. Από τη μια λες με γνωρίζει ο κόσμος, σημαίνει ότι με αγαπάει και αυτό είναι πολύ ωραίο σαν συναίσθημα αλλά πάντα με αφήνει με μια έκπληξη. Όλοι θέλουμε να αναγνωρίσει ο κόσμος τη δουλειά μας και ονειρευόμαστε να μας γνωρίζει ο κόσμος. Αν όμως το πάρεις στα σοβαρά όλο αυτό χάνεις την ουσία. Πάλευα μια ζωή να μην του δώσω περισσότερη σημασία από όση πρέπει, σκεφτόμουν πάντα ότι αν μας πάρει εμάς η έπαρση τότε ένας παγκοσμίου βεληνεκούς καλλιτέχνης τι πρέπει να κάνει; Θέαμα είναι η δουλειά μας αλλά πρέπει να το χειρίζεται ο καθένας αυτό με ταπεινοφροσύνη και να ξέρει πάντα ποιο είναι το μέτρο και ποια είναι η πραγματική του θέση και να μην κουβαλάει καλάμι γιατί τότε οδηγείται σε ουτοπικούς δρόμους και εκεί δεν υπάρχει ούτε πρόοδος ούτε ωριμότητα. Καταλήγεις να φας το μύθο σου και να μην έχεις πάει κανένα βήμα μπροστά.

-Θα μου μιλήσετε για την παράσταση στα «13 Φεγγάρια»;
-Θα είμαστε με τη Λένα Αλκαίου και θα μας σκηνοθετήσει ο Πέτρος Ζούλιας που έχει πάρει φέτος το πρώτο βραβείο σκηνοθεσίας για την «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου». Ενορχήστρωση θα κάνει ο Σταύρος Καβαλιεράτος, μπουζούκι θα παίζει ο Αστέριος Ρήγας, κιθάρα ο Γιώτης Σαμαράς, ακορντεόν ο Δήμος Πολυμέρης, τύμπανα ο Γιώργος Σαρίκος και πιάνο ο Ανδρέας Βουδούρης. Μπορεί να προστεθεί ακόμα ένας γκεστ.

-Είστε ένας ευτυχισμένος άνθρωπος;
-Μπορώ ειλικρινά να απαντήσω. Θεωρώ και τον εαυτό μου και όσους κάνουν αυτό που πραγματικά θέλουν στη ζωή τους ευτυχισμένους γιατί το 80% της ευτυχίας είναι να ακολουθείς το όνειρό σου. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τον κόσμο της μουσικής αλλά για όλα τα επαγγέλματα. Αν για κάτι αγαπώ και σέβομαι το τραγούδι είναι διότι μέσα από αυτό εγώ βρήκα την ευτυχία μου. Έγινα ένας ισορροπημένος και ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v