Μάνο Χατζηδάκι, ήσουν υπέροχος

Είκοσι έξι χρόνια χωρίς τα λόγια και της σκέψεις μιας παγκόσμιας μουσικής ιδιοφυΐας. Μάνο Χατζηδάκι, μας λείπεις.
Μάνο Χατζηδάκι, ήσουν υπέροχος

Ακούραστος, εφυής και «αιρετικός», ο Μάνος Χατζηδάκις έφυγε μια μέρα σαν κι αυτή το 1994. Ο Μάνος ήταν υπέροχος και λείπει σήμερα περισσότερο από ποτέ από το πολιτισμικό και πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας. Ο Μάνος Χατζηδάκις ήταν μοναδικός.

Αναρωτιέστε γιατί;

Για τη Μουσική του

Πάντρεψε αρμονικά το ελαφρολαϊκό και το ρεμπέτικο με το κλασικό και το λόγιο. Ο Χατζιδάκις ήταν μια μουσική ιδιοφυϊα και τα τραγούδια του μας συντροφεύουν ακόμα, αγέραστα στο πέρασμα του χρόνου. Ο Μάνος φρόντισε να συνθέσει το soundtrack των ονείρων μας, των αναμνήσεων, του έρωτα, και της συγκίνησης: «Ο Κύκλος με την Κιμωλία» (1956), «Παραμύθι χωρίς Όνομα» (1959), «Πασχαλιές μέσα απ' τη νεκρή γη» (1961), «Δεκαπέντε Εσπερινοί» (1964), «Τo χαμόγελο της Τζοκόντα» (1964), «Μυθολογία» (1965), «Καπετάν Μιχάλης» (1966) και «Τα Λειτουργικά» (1971) είναι μερικά μόνο από τα αριστουργήματά του.



Για το πώς «έντυσε» θεατρικές παραστάσεις

Το ελληνικό θέατρο χάρη στον Μάνο απέκτησε τη μουσική που του άξιζε, μιας και ο χαρισματικός συνθέτης έντυσε με τα υπέροχα τραγούδια του έργα της παγκόσμιας και εγχώριας σκηνής, θαρρείς και αυτά ήταν εξ’ αρχής γραμμένα για να τα συνοδεύσουν. Το  «Παραμύθι χωρίς όνομα», το «Λεωφορείο ο πόθος», ο «Ματωμένος γάμος», η «Οδός ονείρων», η «Πορνογραφία» και η «Μαγική πόλη», είναι μερικά μόνο παραδείγματα.



Για το Όσκαρ που κέρδισε…

Βρισκόμαστε στις αρχές του ’60 και  Χατζιδάκις συνθέτει τα «Παιδιά του Πειραιά» ως soundtrack του «Ποτέ την Κυριακή» του Ζυλ Ντασέν. Στην απονομή των Όσκαρ, του δίνεται το χρυσό αγαλματάκι.



… και πέταξε στα σκουπίδια

«Και το επίσημο κράτος με γιόρτασε για το Oscar που πήρα ερήμην μου και έξω απ' τα δικά μου σχέδια. Πάλεψα χρόνια για ν' αφαιρέσω αυτό τον "τίτλο τιμής" από την πλάτη μου...», φέρεται είχε δηλώσει τότε, ενώ σύμφωνα με την «παρασκηνιακή ιστορία» που κυκλοφόρησε, προσπάθησε να πετάξει το Όσκαρ στο… καλάθι των αχρήστων. Λέγεται ότι αποκαλούσε το εν λόγω τραγούδι «χαζομάρα» και εκνευριζόταν αφάνταστα όταν το άκουγε.

Γιατί το Τρίτο Πρόγραμμα ήταν λόγος να ακούς ραδιόφωνο

Ο Χατζηδάκις ανέλαβε το Τρίτο Πρόγραμμα και το μετέτρεψε σε ένα μέσο πολιτικό, όπου η ομιλία, οι απόψεις, και ο πολιτισμός είχαν τον πρώτο λόγο έναντι της μουσικής. Αρκετές δεκαετίες μετά, η στρατηγική του, δυστυχώς, έχει μετατραπεί για την πλειοψηφία των ραδιοφώνων σε «βασίλειο» του playlist. Η παρουσία του στο Τρίτο Πρόγραμμα εξακολουθεί να αποτελεί μέχρι σήμερα σημείο αναφοράς και πιθανότατα την ποιοτικότερη περίοδο του ραδιοσταθμού.



Γιατί έβγαλε από το περιθώριο το ρεμπέτικο

Στην μεταπολεμική Ελλάδα, τη στιγμή που μουσικά διαμάντια παραμένουν περιθωριοποιημένα, ο Μάνος Χατζιδάκις, είναι ο πρώτος που μιλά για το ρεμπέτικο, τη στιγμή που όλα τα «φωτισμένα μυαλά» το περιφρονούν ως κατώτερο είδος: «Eπιτρέψατέ μου τώρα να σάς παρουσιάσω δύο από τους πιο γνήσιους και πιο δημοφιλείς εκπροσώπους της σύγχρονης ελλnνικής λαϊκής μουσικής - τον Μάρκο Bαμβακάρη και τη Σωτηρία Μπέλλου με το συγκρότημά της».



Και τα έχωσε όπως πρέπει στους «δημοσιογράφους»

Παραθέτουμε χωρίς περιττά σχόλια αυτό: «Η παραδημοσιογραφία είναι κάτι σαν παρακρατική οργάνωση, αλλά δεν έχει σχέση με το κράτος. Αντίθετα, πολλές φορές το πολεμάει. Ανθεί σε περιόδους παρακμής και με την επιπόλαιη ανοχή της επισήμου δημοσιογραφίας. Κύριος σκοπός της είναι ο εκφοβισμός, υπηρετώντας σκοτεινά ή ευτελή συμφέροντα. Οι σοβαροί δημοσιογράφοι γνωρίζουν την ύπαρξή της, την περιφρονούν, τη συνηθίζουν, αλλά και δεν πιστεύουν στην κάποια, όποια σημασία της παρουσίας της. Η παραδημοσιογραφία όμως υπάρχει, λειτουργεί κι επιβάλλεται. Ανεύθυνη και αντιπαθητική».

Γιατί μίλησε ενάντια στον φασισμό

Σε συνέντευξή του τη δεκαετία του 70, είχε ερωτηθεί: «τι φοβάστε περισσότερο;». Χαμογελώντας απάντησε αφοπλιστικά: «Θα σου πω για να το ξέρεις αλλά μην το γράψεις έτσι ακριβώς… γράψ’το λίγο πιο ‘μαλακά’… ξέρεις εσύ. Τον φασισμό και τους φασίστες. Τον έζησα μικρός και, κρίνοντας από διάφορες συμπεριφορές, τον βλέπω να ξανάρχεται. Παγκοσμίως… Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι να συνηθίσουμε τη φρίκη και να μας τρομάζει η ομορφιά».

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v