Καλλιτέχνες εναντίον της μουσικής βιομηχανίας

Καλώς ή κακώς, οι μουσικοί καλλιτέχνες εξαρτώνται από τις δισκογραφικές εταιρίες, που συχνά παρεμβαίνουν στην δουλειά τους. Μερικοί όμως δεν τα ανέχονται αυτά. Όπως οι Rolling Stones, οι Clash και άλλοι τρεις καλλιτέχνες που «εκδικήθηκαν» την μουσική βιομηχανία.
Καλλιτέχνες εναντίον της μουσικής βιομηχανίας
του Γιώργου Κόκουβα

Η μουσική, καλώς ή κακώς, εδώ και πολλές δεκαετίες, έχει δύο όψεις: Την τέχνη και την βιομηχανία. Η πρώτη ασχολείται με νότες (και ενίοτε με σεξ, ναρκωτικά και μυθικά πάρτι) και η δεύτερη με χαρτονομίσματα. Πάντα όμως, οι καλλιτέχνες που δημιουργούν την μουσική αναγκάζονται να συμμορφώνονται στις επιταγές της βιομηχανίας, των εταιριών που τους «κουνούν» το δάχτυλο και τους υποδεικνύουν το κάθε τους βήμα.

Διόρθωση: Σχεδόν πάντα. Γιατί υπάρχουν και οι παρακάτω περιπτώσεις καλλιτεχνών, που, τιμώντας το είδος που υπηρετούν, πήραν την εκδίκησή τους από τους ιδιοκτήτες εταιριών οι οποίοι επεμβαίνουν στον ήχο τους, στις τιμές των albums τους και στην ποιότητα της τέχνης τους. Δείτε ποιοι και πώς κάγχασαν μπροστά στην υπεροψία της μουσικής βιομηχανίας και της έδωσαν ένα καλό μάθημα.

*Οι Rolling Stones και το αθυρόστομο single

Βρισκόμαστε στα ‘60s και οι Rolling Stone κάνουν τα πρώτα γερά βήματα προς την κυριαρχία της rock’n’roll σκηνής. Πρέπει όμως να υπερπηδήσουν ένα μικρό εμπόδιο, για να μπορέσουν να πέσουν στα βαθιά νερά της βιομηχανίας: Να φύγουν από την παλιά τους εταιρία, την μάλλον «άγονη» Decca Records. Έλα όμως που το συμβόλαιό τους, τους επέβαλε να κυκλοφορήσουν άλλο ένα single… 

Η επιμονή της εταιρίας να εκμεταλλευτεί μέχρι τελευταίας ρανίδας το ανερχόμενο όνομα των Rolling Stones δεν άφησε πολλά περιθώρια στη μπάντα: Για να της μπουν στο μάτι, έγραψαν το πιο αντι-εμπορικό τραγούδι της καριέρας τους και το περιέλαβαν στο single. Πρόκειται για το «School boy Blues», που έμεινε στην ιστορία με τον εναλλακτικό, πιο αθυρόστομο τίτλο «Cocksucker Blues», ο οποίος εκφράζει με μεγαλύτερη ακρίβεια το ακόμη πιο αθυρόστομο περιεχόμενο του κομματιού (μπορείτε να το ακούσετε στο παρακάτω video). Η Decca φυσικά δεν ήταν και πολύ ευχαριστημένη με το τραγούδι, γι’ αυτό και δεν το κυκλοφόρησε ποτέ στα ράφια των δισκοπωλείων. 


*Ο Trent Reznor και η… κατάρρευση τιμών
 Ο καλλιτέχνης που κρύβεται πίσω από την industrial rock μπάντα Nine Inch Nails και από soundtracks όπως αυτό του The Social Network και του The Girl with the Dragon Tattoo, είδε προς μεγάλη του έκπληξη το album του «Year Zero» που κυκλοφόρησε το 2007 να πωλείται στην Αυστραλία στην εξωφρενική τιμή των 35 δολαρίων – την ίδια στιγμή που η δουλειά της μεσουρανούσας τότε popstar Avril Lavigne πωλούταν έναντι 22 δολαρίων. 

Το χειρότερο όμως ήταν πως όταν ο καλλιτέχνης ζήτησε εξηγήσεις από την εταιρία του, την Universal, η απάντηση ήταν αποστομωτική: «Είναι γιατί έχεις ένα πολύ φανατικό κοινό που θα πλήρωνε οσαδήποτε για μια νέα κυκλοφορία σου. Αντίθετα, την pop μουσική πρέπει να την βάλουμε σε έκπτωση για να την αγοράσει ο κόσμος». Το ποτήρι ξεχείλισε, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Trent Reznor ήταν τότε ενεργό μέλος καμπάνιας υπέρ της μείωσης των τιμών των CDs. 

Έτσι, αποφάσισε, αντί να μαλώνει με την εταιρία, να περάσει σε δραστικότερα μέτρα: Απηύθυνε μήνυμα στους fans του να «κλέψουν» τα τραγούδια του, κατεβάζοντάς το από το διαδίκτυο. Μάλιστα, για να τους διευκολύνει, τα έκανε upload ο ίδιος. Κάπως έτσι, σηματοδοτήθηκε το τέλος της συνεργασίας του με την Universal, η οποία τον αποδέσμευσε σε μια κίνηση που ήθελε να πει «για να δούμε τώρα πώς θα κυκλοφορήσεις τη μουσική σου». Κι εκείνος απάντησε με άλλο ένα album διαθέσιμο προς κατέβασμα, είτε δωρεάν, είτε με ελεύθερη οικονομική συμβολή. Το αποτέλεσμα ήταν ένα από τα εμπορικότερα διαδικτυακά εγχειρήματα της χρονιάς, με έσοδα άνω του 1,5 εκατομμυρίου δολαρίων. 

*Οι Clash και το single που δεν ήταν single

Βρισκόμαστε στην αρχή της καριέρας του θρυλικού punk rock συγκροτήματος, και η μπάντα ετοιμάζεται να ηχογραφήσει το δεύτερο album της. Η όρεξή τους για μουσική δημιουργία είναι μεγάλη, γι’ αυτό και προτείνουν στην εταιρία τους, την CBS, να ηχογραφήσουν ένα διπλό album. Η εταιρία αρνείται κατηγορηματικά. Το μόνο που καταφέρνουν οι Clash είναι να συμπεριλάβουν ένα δωρεάν single μαζί με το album τους. 

Δεν ήταν, όμως, η πρώτη φορά που η μπάντα υπέφερε από τον παρεμβατισμό της μαμάς εταιρίας. Νωρίτερα, η CBS είχε αρνηθεί να κυκλοφορήσει το ντεμπούτο τους στις ΗΠΑ, κυκλοφόρησε ως singles κομμάτια που οι Clash δεν προόριζαν για τέτοια και τους είχε ζητήσει επανειλημμένα να «διορθώσουν» τον ήχο τους. 

Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω; Οι Clash μπαίνουν στο studio για να ηχογραφήσουν το περιβόητο δωρεάν single και σε αυτό ηχογραφούν «εντελώς τυχαία» πολλά b-sides. Πάρα πολλά – έναν ολόκληρο δίσκο, σα να λέμε. Ή, το «London Calling» σα να λέμε – το οποίο, χάρη στο τέχνασμά τους, πωλήθηκε στην τιμή του ενός δίσκου. 

*Το συγκρότημα που πούλησε δύο φορές τον ίδιο δίσκο στην Warner

Το αμερικανικό alternative rock συγκρότημα Wilco βρισκόταν στην θυγατρική της Warner, Reprise Records, όταν το 2001 άλλαξε χέρια η διεύθυνση της εταιρίας. Το νέο αφεντικό δεν ήταν και μεγάλος φαν της μπάντας, γι’ αυτό και το τέταρτο album των Wilco που μόλις είχε ηχογραφηθεί έμεινε στα ράφια της εταιρίας, που αρνήθηκε να το κυκλοφορήσει. Έτσι, έγινε μια συμφωνία με το συγκρότημα, το οποίο αποδεσμεύτηκε από την Reprise και ως αντάλλαγμα, διατήρησε τα πνευματικά δικαιώματα του ακυκλοφόρητου album.

Το επόμενο επεισόδιο της κωμωδίας που διαδραματίστηκε περιλάμβανε το ανέβασμα του δίσκου στην ιστοσελίδα του συγκροτήματος, καθώς και μερικά εκατομμύρια hits σε αυτήν. Κάπως έτσι, εμφανίστηκαν νέες εταιρίες που ήθελαν να διεκδικήσουν το album. Τελικά, οι Wilco επέλεξαν να το πουλήσουν στην Nonesuch Records. Κατά σύμπτωση όμως, και αυτή η εταιρία ήταν θυγατρική της Warner. Με άλλα λόγια, η εταιρία τελικά όχι μόνο πλήρωσε αρχικά για να ηχογραφηθεί το album, το οποίο παραχωρήθηκε στην μπάντα δωρεάν, αλλά τελικά το αγόρασε εκ νέου για ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Για αυτό το συμβάν, οι κριτικοί είχαν γράψει: «Είναι ενδεικτικό του πόσο σκ**ά είναι η μουσική αγορά στις αρχές του 21ου αιώνα». 

*Ο Mike Oldfield «ξορκίζει» την μουσική βιομηχανία

Ο Mike Oldfield είναι το μουσικό μυαλό που κρύβεται πίσω από το άκρως επιτυχημένο soundtrack του Εξορκιστή στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Μάλιστα, το συγκεκριμένο album σηματοδότησε την πρώτη τεράστια επιτυχία της νεοσύστατης τότε Virgin. Και ενώ όλοι –και περισσότερο το αφεντικό της εταιρίας, ο Richard Branson- περίμεναν την επόμενη κυκλοφορία του, για να επωφεληθούν από την φήμη του μουσικού και να ρεύσει εκ νέου ζεστό χρήμα στην Virgin, ο Oldfield… σιωπούσε επί χρόνια.

Τα περιθώρια σταδιακά στένευαν, τα οικονομικά μεγέθη της Virgin ξεφούσκωναν, και η πίεση προς τον μουσικό αυξήθηκε. Ο Oldfield, που μάλλον δεν την σήκωνε την πολλή πίεση, έδωσε την απάντησή του, συνθέτοντας το Amarok, ένα album 60 λεπτών χωρίς καμία διακοπή, γραμμένο επίτηδες με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην μπορεί να κοπεί σε κανένα μικρότερο κομμάτι που θα μπορούσε να αποτελέσει single ή εμπορική επιτυχία. 

Και όχι μόνο: Ο Oldfield φρόντισε να περιλάβει κάπου μέσα στο Amarok ένα κρυφό μήνυμα προς την εταιρία του, και προκήρυξε και διαγωνισμό για τον πρώτο που θα το εντοπίσει. Το μήνυμα τελικά εντοπίστηκε στο 48ο λεπτό του δίσκου, και είναι «fuck off RB». Η καμπάνα χτυπούσε φυσικά για τον Richard Branson, ο οποίος μετά από αυτό, αποδέσμευσε τον Oldfield από την Virgin. Και ως γνήσιος «πλακατζής», ο τελευταίος στη συνέχεια συνέθεσε και κυκλοφόρησε την συνέχεια του πρώτου εμπορικότατου album του που τόσο πολύ ήθελε η Virgin. 


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v