A Blast: Είδαμε τη νέα ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα

Η νέα πολυσυζητημένη ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα είναι μια ακόμα ενδιαφέρουσα ιδέα που πάει στράφι, μην έχοντας τίποτα ενδιαφέρον να πει για την ελληνική κρίση.
A Blast: Είδαμε τη νέα ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Ακόμη μια ταινία για την κρίση; Γιατί όχι. Η κρίση είναι κομμάτι της ζωής μας πια και η τέχνη μπορεί να γίνει εργαλείο κατανόησης των παραγόντων και των μηχανισμών που γεννούν, συντηρούν και διαιωνίζουν τέτοιου είδους καταστάσεις. Η πρώτη προσπάθεια του Σύλλα Τζουμέρκα να μας δώσει ένα τέτοιο εργαλείο, η “Χώρα Προέλευσης”, βρήκε δοκάρι λόγω του υπερφορτωμένου σεναρίου και μιας εμφανούς ανάγκης να “τα πει όλα”. Η δεύτερη, το πολυαναμενόμενο “A Blast”, βγαίνει πολλά μέτρα άουτ και, όποια κι αν ήταν η αρχική πρόθεση, καταλήγει να μη λέει τίποτα.

Η υπόθεση

Μια γυναίκα αναγκάζεται από κάποια επιτακτική ανάγκη ν' αφήσει τα παιδιά της στην αδερφή της και να φύγει φρενήρης προς το άγνωστο. Δεν είναι φυγάς, ούτε τρελή. Είναι η κόρη δυο χρεωκοπημένων ανθρώπων, σύζυγος ενός διαρκώς απόντα ναυτικού, κουνιάδα ενός όψιμου φασιστοειδούς, αδερφή μιας “κατίνας” και μητέρα τριών παιδιών που δεν ξέρει τι θ' απογίνουν σ' αυτόν τον κόσμο που ήρθανε...



Η κριτική

Απ' το ξεκίνημα κιόλας, αντιλαμβανόμαστε ότι το “A Blast” δεν μας επιφυλάσσει μια συμβατική αφήγηση, αλλά ένα ξέφρενο μπρος-πίσω σαν κυνηγητό με το χρόνο ή μια πάλη με το παρελθόν, λίγο πριν την αποσύνδεση. Η κεντρική ηρωίδα, η Μαρία, αν δεν έχει χάσει τα λογικά της, τότε σίγουρα έχει χάσει το κουράγιο της να μείνει πίσω και να παλέψει με όσα της φορτώθηκαν πριν καν το πάρει χαμπάρι: ένα χρεωκοπημένο μαγαζί από μια πικρόχολη μάνα κι έναν παραιτημένο πατέρα και τρία παιδιά από έναν στοργικό, αλλά διαρκώς απόντα, λόγω επαγγέλματος, σύζυγο. Η ζωή στο πατρικό με γονείς, παιδιά, αδερφή και κουνιάδο δεν ήταν αυτό που ονειρεύτηκε όταν παντρευόταν τον Γιάννη. Αλλά αυτό ήταν προ... κρίσης.

Εντάξει, η ζωή πολλών έχει έρθει τούμπα τα τελευταία χρόνια, όπως βέβαια έγινε και σ' άλλες περιόδους της πολύ σύγχρονης ιστορίας μας (βλέπε χρηματιστήριο), ενώ πολλοί άλλοι αναγκαστήκαμε να κάνουμε συμβιβασμούς με τους οποίους κάποτε θα γελούσαμε. Υπάρχουν άνθρωποι που κληρονόμησαν χρέη και άλλοι που δε μπορούν να ξεκινήσουν καν οικογένεια από φόβο μήπως δε μπορούν να τη συντηρήσουν. Και ναι, όταν μια τέτοια βόμβα σκάει και τα θραύσματα πλήττουν τους πολλούς η συζήτηση γίνεται συχνά με όρους γεννεών, ποιος φταίει δηλαδή και ποιος θα την πληρώσει τελικά.

Σε κάποιο προχωρημένο σημείο της ταινίας, η Μαρία σηκώνεται για να μιλήσει ενώπιον μιας ομάδας θεραπείας για κακοποιημένες γυναίκες. Καδραρισμένη απ' τους δημιουργούς σα ν' απευθύνεται σε μας, δηλώνει ότι δεν έχει κακοποιηθεί ποτέ κι αντιθέτως έχει αγαπηθεί πολύ από σύζυγο και γονείς. Παρ' όλ' αυτά, η ζωή που ζει δεν είναι αυτή που διάλεξε και, εν ολίγοις, δεν είναι πια ευτυχισμένη. Αυτό φυσικά, το τελευταίο, το έχουμε αντιληφθεί από ώρα, μιας και πέρα από λίγες στιγμές ευτυχίας, η Μαρία είναι μονίμως σε ένταση κι η ζωή μοιάζει με μια διαρκή κρίση, ένα μπαράζ επιλογών που δεν καταλήγουν όπως θα ήθελε. Ποιες είναι αυτές; Να αφήσει τις σπουδές της για να παντρευτεί τον άνδρα που αγάπησε, να κάνει τρία παιδιά μαζί του, να ζήσει στο πατρικό της και να αναλάβει το μίνι μάρκετ της μαμάς της. Μπορεί να μην της βγήκαν, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν τις έκανε. Ούτε ότι φταίει το Καστελλόριζο...

Η εικόνα που μας δίνουν οι δημιουργοί δε διαφέρει από πολλές γνώριμες μεσοαστικές οικογένειες με τις καλές, τις αδιάφορες και τις κακές στιγμές τους. Η υστερία που επικρατεί στην οικογένεια της ταινίας δε δικαιολογείται παρά μόνο αν βλέπουμε τη ζωή της Μαρίας μέσα απ' το τωρινό της βλέμμα, αλλά και πάλι δε διαθέτει καμία αληθοφάνεια. Οι διάλογοι και οι σκηνές όπου οι χαρακτήρες αλληλεπιδρούν μοιάζουν ψεύτικοι και παραμορφωμένοι. Η σκηνή στο οικογενειακό τραπέζι είναι μια αδέξια απόπειρα να αναπαρασταθεί η κοινοτοπία και η αναισθησία που κυριαρχεί σε τέτοιου είδους καθημερινές εκδηλώσεις όταν κανείς δε θέλει να είναι πραγματικά εκεί. Οι ηθοποιοί εκτίθενται διαρκώς, μοιάζουν να παρωδούν τους χαρακτήρες τους όταν η ταινία, κάθε άλλο παρά τέτοιο ύφος διαθέτει. Στο τέλος, δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι πήγε λάθος που δεν έχει πάει για όλον τον κόσμο. Εκτός κι αν η γενιά που την πάτησε ήταν τόσο κακομαθημένη.

Όλα αυτά, τα βιώνουμε σαν ένα παζλ που τα κομμάτια του μας έρχονται ένα ένα απ' το χέρι του σκηνοθέτη, σα θραύσματα που πετάγονται ακαθόριστα από την έκρηξη μιας ζωής. Πηγαίνουμε μπρος-πίσω στο χρόνο χωρίς εμφανή μέθοδο, σα ν' ακολουθούμε τις αναμνήσεις της Μαρίας ενώ ζει το ξέφρενο παρόν της, ενώ παλεύει να σκοτώσει το παρελθόν. Η ιδέα είναι καλή, αλλά η αφήγηση άλλοτε δουλεύει κι άλλοτε όχι. Η έκρηξη γίνεται, τη βλέπουμε μπροστά μας, μα δε δικαιολογείται επαρκώς ούτε προσφέρει υλικό για σκέψη και συζήτηση. Είναι μια δουλεμένη άσκηση ύφους, μα το περιεχόμενο της βόμβας δεν έχει ισχύ, δε νιώθουμε τα κομμάτια του να μας χαράζουν.

Το “A Blast” είναι ακόμη μια ενδιαφέρουσα ιδέα που πάει στράφι κι ακόμη μια ταινία για την κρίση που δε λέει τίποτε ενδιαφέρον γι' αυτήν.

Βγαίνουν ακόμη:
Το ιταλικό δράμα “The Wonders”, η γαλλική κωμωδία “Samba”, η αμερικάνικη κωμωδία “Horrible Bosses 2”, η ταινία δράσης “Drive Hard”, η ταινία τρόμου “Ouija”, η ταινία κινουμένων σχεδίων “Penguins of Madagascar”, το ντοκιμαντέρ “Palikari: Ο Λούης Τίκας και η Σφαγή του Λάντλοου”, η “Ηλέκτρα” του Πέτρου Σεβαστίκογλου και ο... “Πρόμαχος”, ένα τουριστικό θρίλερ για την επιστροφή των ελγινείων.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v