Ένα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί: Σουρεάλ Σουηδία

Η βραβευμένη με Χρυσό Λέοντα σουρεαλιστική ταινία του Ρόι Άντερσον είναι ιδιαίτερη όσο και διασκεδαστική.
Ένα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί: Σουρεάλ Σουηδία
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Ο ιδιόρρυθμος Ρόι Άντερσον επιστρέφει μετά από 7 χρόνια με το “A Pigeon Sat on a Branch Reflecting on Existence” για να κλείσει επιτέλους την “Τριλογία του Ανθρώπου” που ξεκίνησε με το “Songs from the Second Floor” του 2000 και συνεχίστηκε το 2007 με το “You, the Living”. Το τρίτο και τελευταίο μέρος, που πήρε και τον Χρυσό Λέοντα στην πρόσφατη Μόστρα της Βενετίας, συνεχίζει αισθητικά στα χνάρια των προηγούμενων, μα νοηματικά πλέει σε πιο ρηχά νερά. Παρ' όλ' αυτά, δεν αποτυγχάνει να μας διασκεδάσει.

Η υπόθεση

Δύο πωλητές παιχνιδιών όπως η ολοκαίνουργια μάσκα του φαφούτη θείου και το πολυαγαπημένο μαξιλαράκι γέλιου, περιφέρονται σε μια εικαστική, σουρεαλιστική Σουηδία προσπαθώντας να πιάσουν πελάτες, αλλά και να πείσουν τον εαυτό τους ότι αυτό που κάνουν δεν είναι μάταιο...



Η κριτική

Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι φαν του σκανδιναβικού χιούμορ κι ο Ρόι Άντερσον είναι ένας γνήσιος σκανδιναβός χιουμορίστας, αποφασισμένος να εκμεταλλευτεί στο έπακρο την “ανθρώπινη κωμωδία” ώστε να αποδώσει με την ιδιαίτερη αισθητική του τη ματαιότητα που φωλιάζει στην καρδιά της ύπαρξης μας. Στην αρχή της ταινίας του κιόλας, ένας άνθρωπος πέφτει ξερός μόλις πληρώνει το γεύμα του στο σελφ-σέρβις εστιατόριο του πλοίου στο οποίο επιβαίνει. Οι υπάλληλοι δεν μπορούν να κάνουν πολλά, ούτε κι ο καπετάνιος που βρίσκεται να κοιτάζει το πτώμα μαζί τους. Η ταμίας τότε ρωτά τι θα γίνει με το δίσκο που έχει πληρωθεί, αλλά δεν καταναλώθηκε ποτέ. Ο καπετάνιος το σκέφτεται λίγο και της λέει ότι δεν είναι δυνατόν να τον πουλήσουν για δεύτερη φορά. Εκείνη φωνάζει προς τους πελάτες ότι το σάντουιτς και η μπίρα χαρίζονται. Ένας γέρος πλησιάζει και παίρνει την μπίρα.

Η συνέχεια δεν αποκλίνει και πολύ από το παραπάνω κόνσεπτ. Ο Σαμ κι ο Γιόναταν, οι δύο πωλητές “καινοτόμων” παιχνιδιών όπως η μασέλα βρυκόλακα με τους έξτρα μακριούς κυνόδοντες, περιφέρονται στα στιγμιότυπα που έχει επιλέξει ο σκηνοθέτης, επαναλαμβάνοντας συχνά το ίδιο βαρετό τροπάρι-παρουσίαση που δεν πείθει κανέναν. Κάποια στιγμή η μιζέρια τους καταβάλει και η “κουμπαριά” πάει στράφι πριν πέσουν οι απαραίτητες συγνώμες και οι δύο, κατά συνθήκην, ήρωες τα ξαναβρούν δημιουργώντας την ψευδαίσθηση ότι βλέπουμε μια κανονική ταινία με δυο κανονικούς χαρακτήρες στους οποίους θα συμβεί κάτι, κάποτε.

Στην πραγματικότητα και με αποκορύφωμα το φλασμπακ-μιούζικαλ σε ένα μπαρ και το πέρασμα του βασιλιά της Σουηδίας Κάρολου του 12ου με τον στρατό του από ένα άλλο μπαρ, προς και από το μέτωπο, αυτό που βλέπουμε είναι μια εξαιρετικά καλοφτιαγμένη συρραφή από σκετσάκια. Τα σκετς αυτά εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό ξανά και ξανά: να δούμε τον παραλογισμό της ζωής μας από ψηλά, σαν ένα περιστέρι που έχει καθίσει σ' ένα κλαδί και να συλλογιστούμε τότε σχετικά με την ύπαρξή μας. Ο Άντερσον δεν είναι εμμονικός μόνο με τα θέματά του, αλλά και με τη συγκεκριμένη αισθητική που εφαρμόζει στις ταινίες του, την οποία φαίνεται εδώ να έχει τελειοποιήσει μέσα απ' την μεγάλη εμπειρία του καθώς και την μακροχρόνια ενασχόλησή του με το διαφημιστικό φιλμ. Η οπτικά απολαυστική, όσο κι εξαιρετικά ακριβής, χρωματική του παλέτα ενώνει το περιβάλλον με τους ανθρώπους που το κατοικούν και το περιηγούνται κι όλα αυτά μαζί, συνδέουν τη ζωντάνια με τη νεκροφάνεια, υπενθυμίζοντας ότι η ζωή είναι απλώς ένα ταξίδι προς το θάνατο, τον μόνο σίγουρο προορισμό.

Το “A Pigeon Sat on a Branch Reflecting on Existence” είναι μια ιδιαίτερη ταινία ενός ιδιαίτερου δημιουργού. Τελικά, είναι ικανή να αποβεί διασκεδαστική, τόσο για τους οπαδούς όσο και για τους αμύητους στο έργο του Άντερσον ή στο σκανδιναβικό σινεμά, θεατές.

Βγαίνουν ακόμη:
Το αμερικάνικο θρίλερ “Kill the Messenger”, το γαλλικό νεανικό δράμα “Respire”, η ταινία φαντασίας “Horns” και η βέλγικη οικογενειακή περιπέτεια “Nono, the Zigzag Kid”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v