The Dark Knight Rises: Απολαυστική δράση και “σκοτεινά” κλισέ

Χωρίς να αποφεύγει μερικά κλισέ και ολίγο από διδακτισμό, ο Κρίστοφερ Νόλαν ολοκληρώνει την τριλογία του Μπάτμαν όσο καλά περιμέναμε: με φαντασμαγορική δράση, υπέροχη αφήγηση και καλοδουλεμένους χαρακτήρες. Τα λάθη του τα συγχωρούμε.
The Dark Knight Rises: Απολαυστική δράση και “σκοτεινά” κλισέ
του Λουκά Τσουκνίδα
 
Ήρθε επιτέλους η ώρα η τριλογία του Κρίστοφερ Νόλαν να ολοκληρωθεί και ο “Σκοτεινός Ιππότης” να εγκαταλείψει την ενεργό δράση με τη συνείδησή του ήσυχη. Με το “The Dark Knight Rises” o περιζήτητος δημιουργός κλείνει μια από τις πιο επιτυχημένες τριλογίες στην ιστορία του σινεμά όπως της αξίζει, με τρόπο εντυπωσιακό και καθηλωτικό, στα γνωστά επίπεδα του δεύτερου μέρους, αλλά με τη γνωστή διάρκεια που δοκιμάζει τις αντοχές μας και μερικά ακόμη μειονεκτήματα τα οποία με χαρά μας παραβλέπουμε, ωστόσο δεν παύουν να είναι εκεί.

Η υπόθεση

Βρισκόμαστε μερικά χρόνια μετά το τέλος του δεύτερου μέρους, ο νεκρός πια εισαγγελέας Χάρβεϊ Ντεντ είναι τοπικός ήρωας κι ο μεγιστάνας Μπρους Γουέιν ζει σε πλήρη απόσυρση στο μέγαρό του με μοναδική επαφή αυτή με τον οικονόμο του Άλφρεντ. Εν τω μεταξύ, η εταιρεία του πάει κατά διαόλου, γραμμή για τα δόντια του μεγαλύτερου ανταγωνιστή του και η μόνη που μπορεί και θέλει να τη σώσει είναι η πλούσια οικο-ακτιβίστρια Μιράντα Τέιτ. Σα να μην έφτανε αυτό, ένας ιδιόρρυθμος τραμπούκος με μάσκα υποβοήθησης αναπνοής ονόματι Μπέιν σκάει μύτη στην Γκόθαμ Σίτυ απ' τους υπονόμους της, εκμεταλλεύεται το γενικό αίσθημα δυσαρέσκειας και ζητά να φέρει την επανάσταση γκρεμίζοντας τα πάντα εντός του συστήματος κι έξω απ' αυτό. Φυσικά, αυτή είναι μια δουλειά για τον Μπάτμαν, ο οποίος με τη βοήθεια του αστυνόμου Γκόρντον, του ιδεαλιστή αστυφύλακα Μπλέικ και μιας ανέλπιστης συμμάχου, της σαγηνευτικής απατεώνισας και πορτοφολούς Σελίνα Κάιλ, επιχειρεί να νικήσει ακόμη έναν φαινομενικά ανίκητο εχθρό και να αποκαταστήσει την τάξη στην πόλη του Γκόθαμ...



Η κριτική

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Νόλαν πήρε το είδος της υπερηρωϊκής περιπέτειας δράσης, το μπόλιασε με στοιχεία από όλα τα είδη μυθοπλασίας και μας έδωσε ένα αποτέλεσμα εντυπωσιακό, χορταστικό και, μάλλον, όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένο από πλευράς χαρακτήρων, πλοκής και πολυεπίπεδης αφήγησης. Και στο τρίτο μέρος, λοιπόν, ο νέος αυτός αρχιμάστορας της δράσης μας δίνει όσα “μας έφτιαξαν” στα προηγούμενα, τους χαρακτήρες που αγαπήσαμε συν μερικούς ακόμη, το ίδιο ελκυστικούς και καλοπαιγμένους, αλλά κι έναν κακό αντίστοιχα αμφιλεγόμενο και βασανισμένο με τους προηγούμενους. Ο Μπρους Γουέιν δε, ξεσηκώνεται και πάλι πειστικά απ' την αυτοκαταστροφική του απομόνωση για να ξεσκουριάσει και να αναλάβει δράση, ενώ αυτή τη φορά δε μονοπωλεί την προσοχή μας, αφήνοντας σταδιακά το πεδίο ελεύθερο για νέους ήρωες που θ' ακολουθήσουν το καλό του παράδειγμα...

Με λίγα λόγια, το τρίτο μέρος είναι μια καλή κόπια του δεύτερου όσον αφορά την απόδοση σε όλα τα πεδία στα οποία ο Νόλαν έριξε το μεγαλύτερο βάρος, τη φωτογραφία, τη μουσική, το ρυθμό, το μοντάζ, τις αναμετρήσεις και τις εκρήξεις μα πάνω απ' όλα, την αφήγηση της ιστορίας του. Μια αφήγηση εξαιρετικά πειστική, η οποία υπερβαίνει οποιαδήποτε εγγενή ελαττώματα κληρονομεί απ' το είδος το οποίο καλείται να υπηρετήσει εξαρχής, μέχρι τουλάχιστον το σημείο εκείνο που οι σεναριογράφοι καταφεύγουν στη μεγαλύτερη και μοναδική ίσως τόσο εξώφθαλμη ευκολία όλης της τριλογίας. Η νιοστή ανατροπή των 8 περίπου ωρών, που διαρκούν και τα τρία μέρη, έρχεται σε μια στιγμή που φλερτάρουμε με την κούραση και το επικείμενο τέλος αποκτά χαρακτηριστικά λύτρωσης και αντί να μας ξυπνήσει, λειτουργεί μάλλον αρνητικά και προκαλεί την υπομονή και τη νοημοσύνη μας. Στη συνέχεια την καταπίνουμε, αλλά η γεύση έχει ήδη χαλάσει και το τέλος δεν είναι τόσο γλυκό.

Παρ' όλ' αυτά, το “The Dark Knight Rises” μας διασκεδάζει και μας συγκινεί αφού είναι γεμάτο από υπέροχα στιγμιότυπα και εξαιρετικές εικονογραφήσεις ενός φανταστικού σύμπαντος που όμως μοιάζει οικείο και προκαλεί σειρά από παραλληλισμούς. Όσο οι παραλληλισμοί αυτοί λειτουργούν ως κώδικες-κλισέ για να αποκρυπτογραφήσουμε πιο εύκολα αυτό που βλέπουμε και να μπούμε πιο βαθιά στον κόσμο των ηρώων μας το πράγμα δουλεύει. Εκεί που ο Νόλαν και οι συν-σεναριογράφοι του τα θαλασσώνουν, αναπόφευκτα ίσως λόγω των περιορισμών του είδους, είναι όταν προσπαθούν να παραθέσουν μια σειρά από συμβολισμούς σχετικούς με τα τρέχοντα γεγονότα και την παγκόσμια επικαιρότητα ή τουλάχιστον την αμερικάνικη εκδοχή της. Η παιδιάστικη ευκολία και η επιφανειακή προσέγγιση βγάζουν μάτι όσο βομβαρδιζόμαστε από κοινωνικοπολιτικοοικονομικά κλισέ που παίρνουν τη σκέψη μας απ' το χέρι για να την οδηγήσουν στο προδιαγεγραμμένο δίπολο καλό-εναντίον-κακού, ή καλύτερα (ή χειρότερα αν θέλετε) τάξη-εναντίον-χάους.

Το υφέρπον κύρηγμα που στο τέλος γίνεται πιο απλοϊκό και ευθύ, είναι βγαλμένο απ' την πεμπτουσία του υπερηρωϊκού κόμικ, εκείνη που βρίθει διδακτισμού και ηθικολογίας και η συγκεκριμένη σειρά με ήρωα τον Μπάτμαν διατείνεται τόσο υπερφίαλα ότι υπονομεύει και ανατρέπει. Κι όμως, απλώς τη σερβίρει με καλύτερο περιτύλιγμα και πιο γευστική γαρνιτούρα.

Για να τελειώνουμε μια και καλή, το “The Dark Knight Rises” είναι μια πολύ καλή ταινία δράσης και τίποτε παραπάνω. Ας την απολαύσουμε επιτέλους χωρίς ενοχικά σύνδρομα και ας ψάξουμε αλλού το βάθος, την αμφισημία και την ποιότητα.

Βγαίνουν ακόμη:
- Το πραγματικά αστείο μίγμα ρομαντικής κομεντί, ντισνεϊκής οικογενειακής ταινίας και υπερκαφρίλας “Ted” διά χειρός Σεθ Μακφάρλαν, του δημιουργού δηλαδή του διαβόητου “Family Guy”.
- Η πολύ καλή, γαλλική θεατρική κωμωδία δωματίου “Le Prenom”, το συμπαθητικό αλλά υπερστιλιζαρισμένο αισθηματικό δράμα “Take this Waltz” της Σάρα Πόλι και, σε επανέκδοση, το “...And God Created Woman (1956)” του Ροζέ Βαντίμ και το “Shanghai Express (1932)” του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v