Hanna: Το κλισέ των ανθρώπων - μηχανών επιστρέφει

Ρεαλιστική ατμόσφαιρα, αριστοτεχνική σκηνοθεσία, φρενήρης ρυθμός. Όλα καλά μέχρι εδώ, για την νέα ταινία του Βρετανού Τζο Ράιτ, η οποία δυστυχώς υστερεί σε σενάριο, χαρακτήρες και ερμηνείες.
Hanna: Το κλισέ των ανθρώπων - μηχανών επιστρέφει
του Λουκά Τσουκνίδα

Ο μύθος της ανθρώπινης μηχανής, του τέλειου εργαστηριακού στρατιώτη που διαθέτει τουμπανιασμένα όλα τα σωστά χαρακτηριστικά και ατροφικά όσα τον κρατούν πίσω, όπως η συμπόνια π.χ., είναι ένα απ' τα πιο χιλιοχρησιμοποιημένα ψυχροπολεμικά αφηγηματικά κατάλοιπα, ειδωμένο από κάθε πλευρά και κινηματογραφημένο με κάθε πιθανό τρόπο, σχεδόν. Κάποιοι, λοιπόν, θεώρησαν ότι η συγκεκριμένη αγελάδα έχει κι άλλο γάλα κι έτσι ανέθεσαν στον βιρτουόζο σκηνοθέτη Τζο Ράιτ να μεταφέρει στις οθόνες μας την ιστορία της “Hanna”, μιας τέτοιας “μηχανής” που έχει ξεμείνει από άλλη εποχή, αλλά πρέπει να επιβιώσει στην τωρινή. Αριστοτεχνική μεν η εκτέλεση του Βρετανού, αλλά δυστυχώς, τα παρωχημένα κλισέ του υποείδους πέφτουν σαν ταφόπλακα σε όποια διορατικότητα ή διαχρονικότητα ήλπιζε να επιτύχει με τη σκηνοθετική δουλειά του.

Η Χάνα (Σίρσα Ρόναν) είναι μια πιτσιρίκα που έχει μεγαλώσει με τον πατέρα της Έρικ Χέλερ (Έρικ Μπάνα) σ' ένα ξύλινο καταφύγιο στο δάσος, στη μέση του πουθενά. Είναι εκπαιδευμένη να επιβιώνει σε όλες τις συνθήκες, φορτωμένη με άπειρες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις και γλωσσομαθής σε βαθμό κακουργήματος, ενώ μπορεί να σκοτώσει με χίλιους τρόπους και διαθέτει τη μυική δύναμη ενός ενήλικου άντρα. Ίσως και περισσότερη.

Σήμερα, στα 16 της, ο πατέρας της της αποκαλύπτει ότι μπορεί να φύγει όποτε εκείνη το θελήσει, γυρνώντας απλώς ένα διακόπτη ο οποίος δίνει ένα σήμα σε κάποιον εξωτερικό δέκτη. Αν το κάνει αυτό, το πλάνο είναι να χωριστούν και να συναντηθούν σε ένα προκαθορισμένο σημείο στο Βερολίνο, αφού υπάρχει κάποια Μαρίσα Βίγκλερ (Κέιτ Μπλάνσετ) που πρόκειται να κυνηγήσει, μέχρι θανάτου, πατέρα και κόρη. Προφανώς, αν ξεμπερδέψουν άμεσα με την διώκτριά τους, θα μπορέσουν να ζήσουν ως κανονικοί άνθρωποι κι όχι ως απομεινάρια ενός παλιομοδίτικου, αιματηρού μη-πολέμου...

[Το trailer της ταινίας]


Ο Ράιτ έχει αποδείξει τι μπορεί να κάνει με την κάμερα κι αυτό που επιχειρεί εδώ είναι μια ρεαλιστική προσέγγιση σε ένα εντελώς μη-ρεαλιστικό στόρι. Γυρίζει σε πραγματικές τοποθεσίες ανά τον κόσμο, προσέχει να είναι συνεπής με τους φωτισμούς και τα σκηνικά του ώστε να μην υπονομεύσει τη ρεαλιστική ατμόσφαιρα, την οποία επιτυγχάνει άριστα, και διαλέγει τρόπους λήψης που μας φέρνουν πολύ κοντά ή και μέσα, σχεδόν, στις σκηνές του. Στην καλύτερη περίπτωση, καθηλώνει το μάτι με τη δεξιοτεχνία του και δίνει στον θεατή μια απολαυστική οφθαλμαπάτη, χωρίς να κουράζει ή να θολώνει τα νερά της αφήγησής του, παρά το φρενήρη ρυθμό, τον οποίο σιγοντάρει άψογα η μουσική συνεισφορά των Chemical Brothers. Όλα καλά, αλλά μέχρι εδώ.

Δυστυχώς, κάποια σεναριακά στερεότυπα έχουν εξαντλήσει όσα είχαν να δώσουν (εκτός κι αν βρεθεί κάποιος να βγάλει πραγματικό “γάλα” και μας αιφνιδιάσει ευχάριστα) κι έχουν εξαντληθεί ως προς τον τρόπο που μπορεί κάποιος να τα αφηγηθεί χωρίς να εισπράξει χασμουρητά. Ένα κορίτσι που γεννήθηκε σε ένα εργαστήριο, πιο δυνατό απ' τον μέσο άνθρωπο, μεγάλωσε στα κρυφά από έναν θετό γονιό ικανό να της δώσει τα απαραίτητα εφόδια για να επιβιώσει, και για να διεκδικήσει το δικαίωμα να ζήσει πρέπει να περάσει τις δοκιμασίες που της βάζουν οι δημιουργοί της: Θυμίζει ίσως λίγο τον αρχετυπικό μύθο του Ηρακλή, αλλά πάνω απ' όλα, διαθέτει ένα κάρο περιορισμούς που αφαιρούν επιλογές απ' τους χαρακτήρες και προκαλούν ένα μάτσο σεναριακές τρύπες που είναι αδύνατο να γεμίσουν.

Ως αποτέλεσμα, βλέπουμε μια καλογυρισμένη ιστορία, με μια κεντρική ηρωίδα που η ικανότητά της να δέρνει και να σκοτώνει μεγαλύτερους αντιπάλους παύει γρήγορα να εκπλήσσει, η αδυναμία της να αντιληφθεί τι συμβαίνει στον κόσμο γύρω της δεν είναι αστεία κι η οποία περιστοιχίζεται από καρικατούρες κακών και καλών με ελάχιστη συνεισφορά προς μια πιο πολύπλοκη και απρόβλεπτη εξέλιξη.

Η Σίρσα Ρόναν, ταλαντούχα και πολύπλευρη, κάνει το καλύτερο και μπαίνει στο πετσί του ρόλου με τον πιο πειστικό τρόπο που θα μπορούσε να το κάνει ένα αδύνατο, ξανθό κοριτσάκι όπως αυτή. Η Κέιτ Μπλάνσετ παίζει στον αυτόματο πιλότο για το τσεκ, ο Τομ Χολάντερ παίζει, χωρίς λόγο, έναν Γερμανό γκέι σαδιστή που μοιάζει να βγήκε από σκετς των Μόντι Πάιθον κι ο Έρικ Μπάνα προσπαθεί, μα ούτε καν αγγίζει όσα κατάφερε στο “Munich” του Σπίλμπεργκ.

Το “Hanna” είναι ένα κόσμημα για το βιογραφικό του σκηνοθέτη του, αλλά παραμένει κατώτερο των προσδοκιών, ρηχό, στερεοτυπικό με εύκολο χιούμορ, στείρα βία και καμία έκπληξη.

Βγαίνουν ακόμη:
- Το πολύ καλό κι επίκαιρο μεταναστευτικό δράμα “Illegal” του βέλγου Ολιβιέ Μασέ-Ντεπάς, το απαράδεκτο “Sucker Punch” του Ζακ Σνάιντερ, το “Potiche” του Φρανσουά Οζόν που μου θύμισε ταινία με τη Ρένα Βλαχοπούλου χωρίς τα τραγούδια, το “Turin Horse” του ούγγρου αρτίστα Μπέλα Ταρ, ο “Κόκκινος Ουρανός” της Λάγιας Γιούργου, η ταινία κινουμένων σχεδίων “Rio” και το ντοκιμαντέρ του Νίκου Μεγγρέλη “Πεθαίνοντας για την αλήθεια”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v