Hereafter: Βαρετός Clint Eastwood σε μεταθανάτιες αναζητήσεις

Βαρετό κι επίπεδο, το νέο πόνημα του σκηνοθέτη Κλιντ Ίστγουντ καταπιάνεται με τα μεταθανάτια ερωτήματα, μέσα από τρεις παράλληλες ιστορίες χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις ή αποκαλύψεις. 
Hereafter: Βαρετός Clint Eastwood σε μεταθανάτιες αναζητήσεις
του Λουκά Τσουκνίδα

Αν υπάρχει κάτι που με εκνευρίζει πιο πολύ σ' ένα ρεαλιστικό δραματικό σενάριο, αυτό είναι η κατάχρηση του θανάτου ως μοχλού για να εξελιχθεί η ιστορία ή να ανατραπεί η ισορροπία των πραγμάτων. Είναι ένα γεγονός τόσο οριστικό και συντριπτικό που δεν αφήνει χώρο για ερμηνείες ή κρίσεις, άρα κι ένα άριστο εργαλείο για χειραγώγηση. Στο “Hereafter”, το τελευταίο του πόνημα, ο Κλιντ Ίστγουντ διερευνά την επίδραση του γεγονότος του θανάτου, ή της πιθανότητάς του, στους ανθρώπους, εστιάζοντας στην εμμονή τους με το να ανακαλύψουν τι έρχεται μετά. Ό,τι κι αν είναι αυτό (κι ο εγγυημένος τρόπος να το μάθει κανείς είναι μόνο ένας) ελπίζω να είναι λιγότερο αδρανές και βαρετό απ' αυτήν την ταινία.

Αυτό που παρακολουθούμε είναι οι ιστορίες τριών ανθρώπων, οι οποίες διαδραματίζονται παράλληλα με την υφέρπουσα υπόσχεση να ενωθούν σε κάποιο σημείο της αφήγησης, πέρα απ' την προφανή θεματική τους σύνδεση.

Η πρώτη είναι η ιστορία της Μαρί Λελέ (Σεσίλ ντε Φρανς), μιας Γαλλίδας σελέμπριτι δημοσιογράφου, η οποία πλησιάζει τόσο κοντά στο θάνατο που πλέον βλέπει τη ζωή της με άλλο μάτι. Ως ερευνήτρια, φύσει και θέσει, αποφασίζει να παρατήσει το ιστορικοπολιτικό βιβλίο που έχει αναλάβει να γράψει και ν' ασχοληθεί με το υποτιμημένο και αδικημένο, κατά τη γνώμη της (καθόλου αμερόληπτη θα έλεγα), ζήτημα της μετά θάνατον ζωής και τις μαρτυρίες ανθρώπων που γύρισαν απ' το “λευκό φως”. Στην πορεία, ανακαλύπτει ότι, αν και πιασάρικο, δεν είναι κάτι που το περιβάλλον της το επικροτεί κι αποτελεί ταμπού στον “καλό” εκδοτικό κόσμο...

Η δεύτερη ιστορία είναι εκείνη του Αμερικάνου Τζορτζ Λόνεγκαν (Ματ Ντέιμον), ενός μέντιουμ που το “χάρισμά” του να επικοινωνεί με τους νεκρούς του κατέστρεψε τη ζωή, κι έτσι τώρα κάνει μια συμβατική δουλειά αποφεύγοντας τις πιέσεις του αδερφού του να επανέλθει, αφού ο τελευταίος βλέπει σ' αυτόν ένα χρυσωρυχείο. Μετά από ακόμη μια αποτυχημένη προσπάθεια να συνδεθεί συναισθηματικά με μια όμορφη κοπέλα, η οποία ψάχνει επίσης για μια νέα αρχή (Μπράις Ντάλας Χάουαρντ), ο Τζορτζ αποφασίζει να αλλάξει τον αέρα του και να ταξιδέψει για λίγο στον κόσμο.

Εν τω μεταξύ, στην τρίτη ιστορία μας, ο μικρός βρετανός Μάρκους χάνει σε ένα δυστύχημα τον δίδυμο αδελφό του Τζέισον, εκείνον που είχε το δυναμισμό ν' αναλάβει χρέη κηδεμόνα γι' αυτόν και για την εθισμένη μάνα τους. Η απώλεια και η αδυναμία να επιδείξει την ίδια αποφασιστικότητα τον συντρίβουν και τον οδηγούν στο δρόμο του μεταφυσικού, στα χνάρια του Τζορτζ...
 
[Το trailer της ταινίας]


Πίσω απ' το σενάριο που ο Κλιντ Ίστγουντ αποφάσισε να μεταφέρει στην οθόνη, βρίσκεται ο Πίτερ Μόργκαν, ο οποίος μέχρι τώρα είχε καταπιαστεί με πραγματικούς ανθρώπους κυρίως, άλλοτε επιτυχώς (The Damned United, Frost/Nixon) κι άλλοτε όχι (The Queen). Εδώ, αποφασίζει να πλάσει ο ίδιος τους χαρακτήρες του και καταφέρνει, εν μέρει και με τη συμβολή του σκηνοθέτη φυσικά, να μας τους γνωρίσει σε βάθος, να καταλάβουμε από πού έρχονται και γιατί πηγαίνουν εκεί που πηγαίνουν. Ο Τζορτζ επικοινωνεί υποτίθεται με τον άλλο κόσμο, αλλά δεν έχει πάει ποτέ, η Μαρί πήγε και γύρισε, αλλά δεν μπορεί να ξαναπάει για να βρει τα στοιχεία που θα πείσουν τους ανθρώπους γύρω της, κι ο Μάρκους δεν ήταν έτοιμος να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του και της μάνας του, μετά την ξαφνική μετάβαση του αδελφού του εκεί πέρα.

Το ερώτημα που μένει μετέωρο είναι τι επιδιώκουν αυτοί οι άνθρωποι και γιατί εμείς να νοιαστούμε γι' αυτό. Τι θ' αποκομίσουμε απ' τις ιστορίες τους και τον συνδυασμό τους;

Είναι η αίσθηση της ματαιότητας της αναζήτησής τους; Ο τρόπος με τον οποίο ο θάνατος αλλάζει τις εξελίξεις και στη ζωή, όπως και σε μια αφήγηση; Η αδυναμία του Τζορτζ να χρησιμοποιήσει το χάρισμά του για κάτι περισσότερο από μια ψευδαίσθηση επαφής; Η άγονη προσπάθεια της ερευνήτριας να φέρει στα μέτρα της και να εκλογικεύσει αυτό που μοιάζει παράλογο; Οι χαρακτήρες περνούν ο καθένας το δράμα του, κάτι που γίνεται εύκολα κατανοητό αφού είναι σχετικά απλό (έως απλοϊκό), όμως ποτέ όλα αυτά δεν συνδράμουν μαζί σε μία μεγαλύτερη διαπίστωση, ούτε ενώνονται σε μια πλοκή που μπορεί να ικανοποιήσει όποιον είχε την υπομονή να συμπάσχει.

Το αποτέλεσμα που λέγεται “Hereafter” είναι απλώς βαρετό κι επίπεδο χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις και χωρίς καμία αποκάλυψη, πέραν του προφανούς ότι η εμμονή με το “μετά” συνδέεται άμεσα με τις απώλειες ή τα κενά του “τώρα”.

Βγαίνουν ακόμη:
- Το ιταλικό δράμα του Πάολο Σορεντίνο “The Consequences of Love”, η βιογραφία του Ίαν Ντιούρι, “Sex & Drugs & Rock & Roll”, διά χειρός Ματ Γουάιτκρος, το αμερικάνικο ριμέικ του σουηδικού “Let Me In”, η θλιβερή ρομαντική κομεντί “Love and Other Drugs”, η ταινία κινουμένων σχεδίων “Tangled” και το πολυαναμενόμενο και πραγματικά απαραίτητο ριμέικ του θρυλικού “Ρόδα Τσάντα και Κοπάνα”.

Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v