The Expendables: Play it again, Sly!

Εκρήξεις, πιστολίδια, ξύλο, κακές ατάκες και μπόλικο... μπότοξ συνθέτουν το προφίλ της πολυαναμενόμενης action movie του Σταλόνε, η οποία δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από το όνομά της: αναλώσιμη.
The Expendables: Play it again, Sly!
του Λουκά Τσουκνίδα

Η δεκαετία του '80 ήταν ίσως η χρυσή δεκαετία των ταινιών δράσης. Στις ταινίες εκείνες, η δράση ήταν ότι και το σεξ για το πορνό ή η φρίκη για τις ταινίες τρόμου: Αυτοσκοπός. Ο ήρωας ήταν καταδικασμένος να δείρει για να μη δαρθεί και να σκοτώσει για να μη σκοτωθεί και συχνά έμοιαζε σα να τον κινεί ένα αόρατο χέρι σε μια προκαθορισμένη πορεία πριν καταλήξει στην απαραίτητη αναμέτρηση με τον "μεγάλο κακό". Σα χαρακτήρας βίντεο γκέιμ δηλαδή, αλλά σε demo mode. Το τελευταίο πόνημα του 64χρονου πια Σιλβέστερ Σταλόνε με τον πικρό τίτλο “The Expendables” δεν είναι παρά μια ταινία δράσης όπως τις έκαναν τα παλιά καλά χρόνια.

Οι “Αναλώσιμοι” είναι η ομάδα μισθοφόρων της οποίας ηγείται ο Μπάρνι Ρος (Σιλβέστερ Σταλόνε) και αποτελείται απ' τους Λι Κρίσμας (Τζέισον Στέιθαμ), Γκούναρ Τζένσεν (Ντολφ Λούντγκρεν), Γιν Γιανγκ (Τζετ Λι), Τολ Ρόουντ (Ράντι Κουτίρ) και Χέιλ Σίζαρ (Τέρι Κρουζ). Αρχηγείο τους είναι το τατουαζάδικο ενός παλιού τους μέλους, του Τουλ (Μίκι Ρουρκ), που αποσύρθηκε και πλέον κάνει τον άτυπο μάνατζέρ τους. Αυτός είναι που τους βάζει σε μια καινούργια δουλειά που έχει να κάνει με την ανατροπή ενός δικτάτορα σ' ένα μικρό νησιωτικό κρατίδιο της Λατινικής Αμερικής. Ο Μπάρνι συναντιέται με τον Μίστερ Τσερτς (Μπρους Γουίλις), παίρνει όλες τις πληροφορίες και μαζί με τον Λι ξεκινούν για αναγνωριστικό ταξίδι στο νησί.

Όσα βλέπουν εκεί συνηγορούν σε κάποιου είδους βρωμοδουλειά κι ο Μπάρνι προτείνει να την αφήσουν για κανέναν άλλον. Το λογύδριο του Τουλ για τα χρόνια του στην κόλαση της Βοσνίας τον πείθει ότι ίσως πρέπει να γυρίσει πίσω για να βοηθήσει τους νησιώτες που είναι έρμαια μεταξύ του στρατηγού Γκάρζα και του πρώην πράκτορα της CIA Τζέιμς Μονρό (Έρικ Ρόμπερτς), ενός αδίστακτου (τι άλλο;) τυχοδιώκτη που θέλει να εκμεταλλευτεί τις ντόπιες καλλιέργειες κοκαΐνης. Οι υπόλοιποι μαζεύουν δυνάμεις και όπλα και ακολουθούν τον Μπάρνι στην επικίνδυνη αποστολή που ανέλαβε. Εντωμεταξύ, ο Γκούναρ έχει γίνει το μαύρο πρόβατο της ομάδας και ο Μπάρνι τον αποβάλλει με βαριά καρδιά. Όταν φτάνουν στο νησί, εκτός από τους κακούς θα πρέπει να αντιμετωπίσουν κι έναν παλιόφιλο...
 


Όπως έδειξε και στις προηγούμενες απόπειρές του, ο Σιλβέστερ Σταλόνε έχει μάθει πια τα βασικά της σκηνοθεσίας κι έτσι δε δυσκολεύεται να αφηγηθεί την απλοϊκή, ούτως ή άλλως, ιστορία του με συνοχή, ρυθμό και πολλές εκρήξεις. Το μεγάλο στοίχημα εδώ ήταν το πώς θα μπορέσει να μεταθέσει το βάρος απ' τον εαυτό του και να το μοιράσει ισόποσα στους υπόλοιπους συμπρωταγωνιστές του που έχουν συνηθίσει να βρίσκονται πάντα στο επίκεντρο της δράσης. Νομίζω ότι τα καταφέρνει περίφημα και στο τέλος της ταινίας όλοι οι Action-Heroes έχουν δείξει τις ικανότητές τους στο ξύλο ή την εξόντωση των αντιπάλων τους. Ακόμη και ο Στιβ Όστιν με τον Γκάρι Ντάνιελς ή ο διπλός πράκτορας Ντολφ Λούντγκρεν ρίχνουν αρκετές μπουνιές για να διαπιστωθεί ότι δεν είναι κακοί δεύτερης διαλογής, αλλά σοβαροί ξυλοδάρτες κι ισάξιοι των καλών.

Το σενάριο είναι εντελώς προσχηματικό και εξυπηρετεί απόλυτα τα βίαια ξεσπάσματα και τη ζητούμενη δράση, ενώ οι πινελιές χιούμορ που ο Σλάι μαζί με τον συν-σεναριογράφο του επιχείρησαν να βάλουν στη συνταγή λειτουργούν από ανεπαρκώς έως καθόλου, αφού ο μοναδικός πρωταγωνιστής με στοιχειώδεις ερμηνευτικές ικανότητες είναι ο Τζέισον Στέιθαμ. Πιο αστεία στιγμή, είναι μάλλον η εμφάνιση του Άρνι και το πείραγμα που του εξαπολύει ο Σλάι περί πολιτικών φιλοδοξιών. Το ξύλο πάντως είναι χορταστικό και διακρίνει κανείς την επιρροή του κατς και των μικτών πολεμικών τεχνών, απ' όπου προέρχονται τρεις απ' τους συμμετέχοντες στα σούτια, ο Ράντι Κουτίρ, ο Στιβ Όστιν και ο Αντόνιο Ροντρίγκο Νογκέιρα. Εκρήξεις, πιστολίδια, κακές ατάκες και απρόκλητη χρήση μπότοξ ολοκληρώνουν την εικόνα.

Το “The Expendables” είναι η ταινία ακριβώς που περιμέναμε από τότε που ανακοινώθηκε. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Να 'ναι καλά ο Σιλβέστερ που έχει το κουράγιο να το κάνει ξανά και ξανά.

Η ταινία βγαίνει στις ελληνικές αίθουσες στις 17 Αυγούστου.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v