Alice in Wonderland: Το θαύμα του Τιμ Μπάρτον... δεν έγινε

Μακράν του να αποτελεί το σκοτεινό παραμύθι που όλοι περιμέναμε, η Αλίκη του Τιμ Μπάρτον είναι μια χαριτωμένη παιδική ταινία, με επαρκή τρισδιάστατα γραφικά, προβλέψιμο σενάριο και μάλλον αδιάφορες ερμηνείες.
Alice in Wonderland: Το θαύμα του Τιμ Μπάρτον... δεν έγινε
του Λουκά Τσουκνίδα

Για ακόμη μία φορά το παραμύθι του Λιούις Κάρολ παίρνει σάρκα και οστά σε μικρή ή μεγάλη οθόνη, τώρα όμως διά χειρός Τιμ Μπάρτον, ενός σκηνοθέτη που έμοιαζε από καιρό σαν ο καταλληλότερος για το ρόλο. Ήταν; Νομίζω ότι εξαρχής, το όραμα της Ντίσνεϊ δε θα μπορούσε ποτέ να ταυτιστεί με όσα ο Μπάρτον έχει δείξει ότι θέλει να κάνει με τις ιστορίες που αναλαμβάνει να εικονογραφήσει. Απ' την άλλη πάλι, ούτε κι εκείνος έχει δείξει συνέπεια, έχοντας αποτύχει τις περισσότερες φορές να υπερβεί τον τίτλο του σκοτεινού στυλίστα και να κάνει μια πραγματικά ολοκληρωμένη ταινία απ' όλες τις απόψεις. Και σα να μην έφτανε αυτό, είναι κι αυτός ο ανεξήγητος έρωτάς του για τον Τζόνι Ντεπ...

Κατ' αρχήν η Αλίκη (Μία Βασικόφσκα) του Μπάρτον δεν είναι παιδάκι, αλλά έφηβη, την οποία οι συγγενείς προετοιμάζουν για έναν καλό αρραβώνα με ευκατάστατο, ευγενή μα χλιαρό νέο. Τη μέρα που δέχεται την επίσημη πρόταση μπροστά σε όλους τους καλεσμένους, εκείνη σπάει και το βάζει στα πόδια ξοπίσω από ένα λαγό. Ο λαγός την οδηγεί, πού αλλού, στην γνώριμή της Χώρα των Θαυμάτων που πλέον λέγεται Κάτω Χώρα και δεν της είναι και πολύ γνώριμη. Δυστυχώς η Αλίκη δε θυμάται την προηγούμενη επίσκεψή της κάτι που στενοχωρεί το λαγό, την κάμπια και τον Τρελοκαπελά (Τζόνι Ντεπ). Παρ' όλα αυτά, αφού αναρωτηθούν αν πρόκειται για την ίδια Αλίκη, της εξηγούν το λόγο που την κατέβασαν κάτω. Θα πρέπει να φέρει εις πέρας την αποστολή που λέει το μελλοντολόγιο, να σκοτώσει το δράκο ανατρέποντας την άθλια βασιλεία της Κόκκινης Βασίλισσας (Έλενα Μπόναμ Κάρτερ) και φέρνοντας εκείνη της Λευκής (Αν Χάθαγουεϊ). Έλα όμως που δε νιώθει και πολύ έτοιμη να αναλάβει τις ευθύνες της...
 
[Το trailer της ταινίας]


Η Μία Βασικόφσκα βάζει τα δυνατά της, είναι γοητευτική κι εύθραυστη αρχικά, μα δε μεταμορφώνεται ποτέ πραγματικά σε μια γυναίκα που θα πάρει τη ζωή της στα χέρια της. Ο Τζόνι Ντεπ προσθέτει τον Τρελοκαπελά στη λίστα με τους μισότρελους, ακατάληπτους μαλλιάδες που έχει παίξει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σε όλη την καριέρα του, ενώ ο Κρίσπιν Γκλόβερ, όσο αλλόκοτος κι αν είναι, δεν κάνει το σκοτεινό σκοτεινότερο. Ούτε η υδροκέφαλη Έλενα Μπόναμ-Κάρτερ μα ούτε κι η αρρωστημένα λευκή Αν Χάθαγουεϊ. Κι έτσι η “Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων”, αν εξαιρέσουμε το λίγο αίμα που χύνεται κατά διαστήματα, δεν αποκτά ποτέ το χαρακτήρα που υποδηλώνει, λανθασμένα προφανώς, η παρουσία του Μπάρτον στο τιμόνι.

Αναμενόμενα ίσως, παραμένει απ' την αρχή μέχρι το διδακτικό ευτυχισμένο τέλος μια ταινία της Ντίσνεϊ, κομπλέ με τα χρώματα, τα χαριτωμένα άσχημα ομιλούντα ζωάκια, το νηπιακό χιούμορ και την αισιοδοξία για ένα καλύτερο, διασκεδαστικότερο μέλλον υπό τη Λευκή Βασίλισσα. Σεναριακά η ιστορία εξελίσσεται ευθέως, χωρίς ανατροπές, προς ένα τέλος που μας έχει ανακοινωθεί εξαρχής και γνωρίζουμε φυσικά την έκβασή του. Το θέμα είναι αν η Αλίκη θα μάθει τίποτε απ' την εμπειρία της, κάτι που να εφαρμόσει αποτελεσματικά μόλις επιστρέψει στον πάνω κόσμο. Φυσικά μαθαίνει και μαζί της μαθαίνουμε κι εμείς ή μάλλον τα παιδιά μας, για τα οποία είναι πραγματικά φτιαγμένη η Αλίκη του Μπάρτον. Είναι μια χαριτωμένη παιδική ταινία, με επαρκή τρισδιάστατα γραφικά και εικονογραφία που, αν δεν τη συγκρίνει κανείς με του “Avatar”, ικανοποιεί με την όψη και την ποικιλία της. Δεν εντυπωσιάζει ούτε θ' αλλάξει το σινεμά όπως το ξέρουμε, ενώ ο σκηνοθέτης της δε μοιάζει σε κανένα σημείο της ταινίας να είχε τέτοιες προθέσεις.

Η “Αλίκη” του Τιμ Μπάρτον δεν είναι ένα σκοτεινό παραμύθι, απλώς η ανανεωμένη έκδοση μιας παλιάς ιστορίας. Παραμένει όμως μια καλή ταινία για τα παιδιά και τους συνοδούς τους.

Βγαίνουν ακόμη: 
- Το εκπληκτικό κορεάτικο θρίλερ The Chaser, το κατασκότεινο αστυνομικό δράμα του Αντουάν Φουκουά Brooklyn's Finest, το απλώς απαράδεκτο θρίλερ μυστηρίου του Ρίτσαρντ Κέλι The Box και το Guilt του Βασίλη Μαζωμένου.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v