Public Enemy No1: Οι γκανγκστερικές... ερμηνείες κάνουν τη διαφορά

Το πρώτο μέρος της διλογίας - βιογραφίας του διαβόητου γάλλου γκάνγκστερ Ζακ Μερίν, δια χειρός Ζαν-Φρανσουά Ρισέ, δεν ξεφεύγει από την παγίδα των περισσότερων βιογραφιών, σώζεται, όμως, από τις συγκλονιστικές ερμηνείες του και ανοίγει την όρεξη για το δεύτερο.
Public Enemy No1: Οι γκανγκστερικές... ερμηνείες κάνουν τη διαφορά
του Λουκά Τσουκνίδα

«Κάποια απ' τα τεκταινόμενα σ' αυτήν την ταινία βασίζονται σε μυθιστόρημα. Δεν είναι δυνατό να απεικονίσει κανείς με όλη της την πολυπλοκότητα, τη ζωή ενός άνδρα, τον οποίο ο καθένας μας αντιλαμβάνεται διαφορετικά.» Μ' αυτή την ηττοπαθή ανακοίνωση ξεκινά η πρώτη απ' τις δύο ταινίες του Ζαν-Φρανσουά Ρισέ για την ταραχώδη, φυσικά, ζωή του διαβόητου γάλλου γκάνγκστερ Ζακ Μερίν. Το εν λόγω μυθιστόρημα είναι το «Instict de Mort», ένα αυτοβιογραφικό γκανγκστερικό έπος, που ο «Δημόσιος Κίνδυνος» εξέδωσε απ' τη φυλακή το 1977, ομολογώντας στις σελίδες του γύρω στους 40 φόνους με το άλλοθι όμως της μυθιστορηματικής γραφής. Ήταν ένα μόνο απ' τα παιχνίδια που του άρεσε να παίζει με τις αρχές και τα μίντια, καθώς εξελισσόταν από οξύθυμο ληστή τραπεζών σε ψυχρό σούπερ-σταρ του παγκόσμιου εγκλήματος.

Σ' αυτό το βιβλίο λοιπόν, βασίζεται το «Public Enemy No1: Part 1», το πρώτο μέρος της διλογίας του Ρισέ και του σεναριογράφου του Αμπντέλ Ραούφ Νταφρί, όπου επιχειρούν να μας μυήσουν στις απαρχές του χαρακτήρα που λεγόταν Ζακ Μερίν και τη μετάβασή του απ' το αστικό οικογενειακό περιβάλλον στ' άδυτα του παριζιάνικου υπόκοσμου μέχρι την πρώτη του μεγάλη απόδραση απ' τις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Κεμπέκ.

Η πρώτη σκηνή που παρακολουθούμε, παράλληλα με τους τίτλους, είναι η διακριτική, προσεκτική, συνάντηση του μεταφιεσμένου Μερίν και της συντρόφου του. Οι δυο τους μπαίνουν σ' ένα αυτοκίνητο, ξεκινούν την πορεία τους και σ' ένα φανάρι ο χαλαρός πλέον γκάνγκστερ δίνει την προτεραιότητα σ' ένα φορτηγατζή που του τη ζητά προκαλώντας την έκπληξη της κοπέλας. Λίγο μετά, η κουκούλα ανοίγει και τέσσερις οπλισμένοι άντρες στοχεύουν το έκπληκτο ζευγάρι...

Εκεί, ο Ρισέ κόβει απότομα και γυρίζει πίσω στο χρόνο, μας δείχνει το νεαρό Ζακ ενώ υπηρετεί τη θητεία του στην Αλγερία κόντρα στους αντάρτες του Απελευθερωτικού Μετώπου. Η αφήγηση συνεχίζεται γραμμικά, παρακολουθούμε την επιστροφή στο Παρίσι, την ένταξή του στο τοπικό οργανωμένο έγκλημα, τις περιπέτειές του με τις γυναίκες, την πρώτη του φυλάκιση και την τελική, χωρίς ενοχές πλέον, παράδοση στο λάιφ-στάιλ του παρανόμου. Πριν φτάσουμε έτσι, στο «...η συνέχεια στο επόμενο» έχουμε μπροστά στα μάτια μας τον διαμορφωμένο πια Ζακ Μερίν, υποψήφιο «Δημόσιο Κίνδυνο Νο1»...

[Το trailer της ταινίας]

Αν και μια βιογραφική ταινία δεν μπορεί θεωρητικά να ξεφύγει απ' την αποσπασματική αφήγηση μεμονωμένων περιστατικών και τη σύμπτυξη μίας ολόκληρης ζωής —σχεδόν μίας εν προκειμένω— σε 2 κινηματογραφικές ώρες, έχουμε δει κατά καιρούς απόπειρες για κάτι διαφορετικό. Ο Ρισέ δεν επιλέγει να κάνει κάτι τολμηρό, ανακοινώνει την προδιαγεγραμμένη ήττα του, παίρνει όσα θεωρεί πιο σημαντικά για τη σκιαγράφηση του ήρωά του κι αποφασίζει να ξεκινήσει με κάτι δυνατό, μία πρόγευση του τέλους. Ο χοντρούλης μεσήλικας με την περούκα και το μουστάκι που κοιτάζει αποσβολωμένος τους σκοπευτές του φορτηγού είναι ο αδύνατος νεαρός με τα τραχιά χαρακτηριστικά που, στην επόμενη σκηνή, διατάσσεται να κάνει τ' ακατονόμαστα στ' όνομα της πατρίδας και της γαλλικής αποικιοκρατίας στην Αλγερία.

Δεν ξέρω τι ακριβώς είχαν στο μυαλό τους οι Ρισέ και Νταφρί, όμως τελικά καταφέρνουν να μας δώσουν μια εικόνα για το ποιόν του Ζακ Μερίν, τα ελαττώματα και τα προτερήματά του, τον προσωπικό κώδικα τιμής του, την περιφρόνησή του για ό,τι τον περιόριζε και την άνεση με την οποία έπαιζε το ρόλο του αγαπημένου γκάνγκστερ των πρωτοσέλιδων. Είναι βέβαια, μια εικόνα σχηματική, αλλά τουλάχιστον δεν είναι ούτε επιτηδευμένα αρνητική ούτε επιτηδευμένα θετική.

Σ' αυτό ίσως συντελεί και η παρουσία του Βενσάν Κασέλ, ο οποίος είναι το συστατικό που ανυψώνει την ταινία από ένα μέτριο γκανγκστερικό έπος σε ένα φιλμ που σε προκαλεί να το δεις μέχρι το κατά συνθήκη τέλος, την θρασύτατη πρώτη απόδραση και τα παρελκόμενά της. Ο γάλλος ηθοποιός με το πλαστικό πρόσωπο μπαίνει στο πετσί του Ζακ Μερίν —ή τουλάχιστον μας πείθει απόλυτα γι' αυτό— και αποδίδει όσο καλύτερα μπορεί τις αλλαγές στην προσωπικότητά του μέσα από τα επιλεγμένα περιστατικά, που δεν επαρκούν από μόνα τους. Δίπλα του, εκτός απ' τον «βαρύ» Ζεράρ Ντεπαρντιέ, ο Ζιλ Λελούς κι η Σεσίλ ντε Φρανς στέκονται άψογα στο ρόλο του φίλου και διαφθορέα και της αφοσιωμένης συντρόφου στο έγκλημα αντίστοιχα. Απόδειξη ότι οι καλοί ηθοποιοί μπορούν να κάνουν τη διαφορά.

Το «Public Enemy No1: Part 1» είναι το πρώτο μισό μιας ενδιαφέρουσας βιογραφικής διλογίας, δε συγκλονίζει, αλλά ανοίγει την όρεξη για τη συνέχεια.

Βγαίνουν ακόμη:
- Η βασανιστικά μακροσκελής, πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Τσάρλι Κάουφμαν, το «Synecdoche, New York». Ενδιαφέρον, φιλοσοφημένο, αλλά και κουραστικό εν τέλει παρά την εξαιρετική ερμηνεία του Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν στον κεντρικό τραγικό ρόλο.
- Το «Crank 2: High Voltage», σίκουελ του εξωφρενικού, καταιγιστικού θρίλερ με τον Τζέισον Στέιθαμ, αντάξιο του πρώτου —ο άνθρωπος ψάχνει να βρει ποιος έχει την καρδιά του! Το «Crossing Over», η νέα εξόφθαλμα διδακτική ταινία για το δράμα και το μεγαλείο του να είσαι μετανάστης στην Αμερική, απ' τον πολλά υποσχόμενο κάποτε Γουέιν Κρέιμερ. Το συγκεχυμένο αισθηματικό δράμα «El Pasado» του Έκτορ Μπαμπένκο, το ρώσικο «Tulpan», το ιστορικό-επετειακό «Capitães de Abril» της Μαρία ντε Μεντέιρος για το πορτογαλλικό πραξικόπημα του 1974 και το «Κάτω από το Μακιγιάζ σου» του Βαγγέλη Σεϊτανίδη.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

v