Mamma Mia: Για νοσταλγούς των '70s

Με πλοκή δανεισμένη από παλαιότερη ταινία, που έχει διασκευαστεί έτσι ώστε να "χωρέσει" όσο το δυνατόν περισσότερα τραγούδια των Άμπα, τα οποία υπηρετούνται από την πλοκή αντί για το αντίθετο, το Mamma Mia είναι, εν δυνάμει, ένα καλό μουσικό σόου που παραμένει, όμως, μάλλον κακό σινεμά.
Mamma Mia: Για νοσταλγούς των 70s
του Λουκά Τσουκνίδα

Το μιούζικαλ είναι ένα θεαματικό κινηματογραφικό είδος, που στην ακμή του έδωσε στο κοινό πολλούς εξαιρετικούς ερμηνευτές, μουσικούς και χορευτές, ένα ολόκληρο σταρ-σίστεμ ανεξάρτητο απ' τον υπόλοιπο κινηματογράφο. Από τότε μέχρι σήμερα, αν και δεν ξέφτισε τελείως, η παραγωγή των μουσικοχορευτικών ταινιών συρρικνώθηκε σημαντικά και μαζί οι απαιτήσεις του κοινού απ' αυτές. Τη δεκαετία του '70, όταν η βιομηχανία των μιούζικαλ είχε ήδη γίνει βιοτεχνία, το σουηδικό συγκρότημα των Άμπα βρέθηκε στο προσκήνιο του ευρωπαϊκού μουσικού κόσμου, μετά από μια νίκη στο διαγωνισμό της Γιουροβίζιον του 1974. Εικοσιτέσσερα χρόνια μετά, ο κινηματογράφος νιώθει στο πετσί του τις συνέπειες της πτώσης του μιούζικαλ και της ανόδου των Άμπα. Μάμα μία!

Για να είμαι δίκαιος, η ταινία της Φιλίντα Λόιντ δεν είναι παρά μια μεταφορά του, δικής της σκηνοθεσίας επίσης, τζούκμποξ-μιούζικαλ “Mama Mia!”, που έκανε τεράστια επιτυχία σε διάφορες σκηνές σε όλον τον κόσμο. Οπότε δεν είχε και πολύ ανοιχτό πεδίο να δουλέψει. Η πλοκή είναι δανεική από μια παλιότερη ταινία κι έχει διασκευαστεί έτσι ώστε να χωρέσουν ενδιάμεσα όσο γίνεται περισσότερα απ' τα σαχλοτράγουδα (με την καλή έννοια) των Άμπα ήταν δυνατό. Πολύ ωραία. Αυτό είναι, εν δυνάμει, ένα πολύ καλό μουσικό σόου. Παραμένει όμως, πολύ κακό σινεμά.

Η ιστορία είναι απλή. Η Ντόνα (Μέριλ Στριπ) είναι μια παλιά χίπισσα και τραγουδίστρια, που πλέον διατηρεί παραδοσιακό ξενώνα με την κόρη της Σοφία (Αμάντα Σέιφριντ) σε απροσδιόριστο ελληνικό νησί. Η Σοφία ετοιμάζεται να παντρευτεί με τον Σκάι (Ντόμινικ Κούπερ) αλλά δεν υπάρχει κανείς να τη συνοδεύσει ως το ιερό αφού δε γνωρίζει ποιος είναι ο πατέρας της. Έτσι, ψαχουλεύει σ' ένα παλιό ημερολόγιο της μάνας της και βρίσκει τρεις πιθανούς μπαμπάδες, τον Σαμ (Πιρς Μπρόσναν), τον Χάρι (Κόλιν Φερθ) και τον Μπιλ (Στέλαν Σκάρσγκαρντ). Τους καλεί στο γάμο ερήμην της Ντόνα, εκείνοι έρχονται και η ζωή όλων γίνεται ένα μπάχαλο... μέχρι, φυσικά, το ευτυχισμένο τέλος.

[Το trailer της ταινίας]

Όλα αυτά διαδραματίζονται σ' ένα πολύ όμορφο τοπίο, δανεισμένο απ' την υπέροχη ύπαιθρο της Σκοπέλου, που προσθέτει στην πιθανή γοητεία μιας καθαρά ψυχαγωγικής μουσικής ταινίας. Το πρόβλημα όμως, είναι στο μουσικό κομμάτι. Αντίθετα με το πρόσφατο οσκαρικό “Dreamgirls”, όπου τα τραγούδια (ορίτζιναλ τα πιο πολλά) υπηρετούν την πλοκή ή το (αν και όχι μιούζικαλ) “Good Night and Good Luck” του Τζορτζ Κλούνι, όπου τα κομμάτια που ακούγονται στο διπλανό στούντιο ηχογράφησης λειτουργούν ως συναισθηματική διέγερση παράλληλα με τα φορτισμένα γεγονότα, στο “Mamma Mia!” η πλοκή και το μέσο το ίδιο υπηρετούν τα τραγούδια. Όλα είναι αφορμή για ν' ακουστεί το επόμενο χιτ. Οι Άμπα δεν είχαν συγκεκριμένο κόνσεπτ για όλο το ρεπερτόριό τους, εκτός κι αν η απλοϊκή ερμηνεία του έρωτα που κατακλύζει την ποπ κουλτούρα μπορεί να θεωρηθεί ως τέτοιο. Το τραγούδι δεν έρχεται σαν ξέσπασμα συναισθημάτων που προκλήθηκαν απ' την αφήγηση ή τους χαρακτήρες. Είναι προκαθορισμένο, έως υπερβολικά στημένο κι οι σκηνές λειτουργούν σαν ίντρο και τίποτε παραπάνω.

Μέσα σ' αυτό το δισδιάστατο κατασκεύασμα, ηθοποιοί με μεγάλες δυνατότητες προσπαθούν με το ζόρι να βρουν χώρο για κάποιου είδους ερμηνεία, με μπροστάρισσα τη Μέριλ Στριπ. Θεωρώ ότι, όπως κι ο Ντε Νίρο, η Στριπ δεν έχει ίχνος κωμικής φλέβας και οι προσπάθειές της ν' αποδείξει το αντίθετο εξαντλούνται σε μια μανιέρα που την περιορίζει τρομερά. Ίσως είχε ανάγκη να κάνει μιούζικαλ, ίσως πάλι ήθελε απλά τη δουλειά, πάντως η μουσική κωμωδία δεν είναι το είδος της. Επιπλέον το χιούμορ είναι παρωχημένο, όσο και το θέμα με τους χίπιδες που συμβιβάστηκαν. Για τους τρεις άντρες τι να πω. Αν πέρασαν καλά στη Σκόπελο, τότε άξιζε τον κόπο.

Ένα ευχάριστο αφιέρωμα στους Άμπα αλλά κακό σινε-μιούζικαλ, κατάλληλο για φανς των Σουηδών, νοσταλγούς των σέβεντιζ που τα μπερδεύουν με τα έιτιζ λόγω αλτζχάιμερ ή όσους ήθελαν να δουν την παράσταση και δεν μπόρεσαν να πάνε.

Βγαίνουν ακόμα: 
- Το θρίλερ μυστηρίου και συνωμοσιολογίας “Like Minds”. Περνιέται ίσως για έξυπνο, αλλά δεν κάνει τίποτε άλλο απ' το να κερδοσκοπεί πάνω στην αοριστολογία του. 
- Ακόμα ένα ηρωικό ιστορικό έπος απ' την Κίνα, το “Warlords” με τους Τζετ Λι και Άντι Λάου, αλλά μεταγλωττισμένο στην αγγλική, όπως οι ταινίες του Μπρους Λι. Γιατί; Δεν κατανοώ. 
- Το μεξικάνικο “Malos Habitos” του πρωτάρη Σιμόν Μπρος και το απαράδεκτο θρίλερ, αλλά ευτυχώς μικρό, “Awake”. 
- Δύο επανεκδόσεις, το “Rear Window” του Άλφρεντ Χίτσκοκ και το “Woman of the Dunes” του Χιρόσι Τεσιγκαχάρα.
Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v