City of Men: Στο δρόμο που χάραξε ο Μερέγιες

Μετά το "City of God" του Φερνάντο Μερέγιες, μία ακόμη ταινία της νέας βραζιλιάνικης σχολής έρχεται να σκιτσάρει τη ζωή στις φαβέλες, με λιγότερο κυνισμό, μικρότερες δόσεις βίας και μεγαλύτερη έμφαση στο μελοδραματικό στοιχείο.
City of Men: Στο δρόμο που χάραξε ο Μερέγιες
του Λουκά Τσουκνίδα

Πριν από μερικά χρόνια, μια βραζιλιάνικη ταινία για τ' άδυτα των συμμοριοκρατούμενων παραγκουπόλεων, έκανε το γύρο του κόσμου κι αγκαλιάστηκε από κοινό και κριτικούς. Δυστυχώς, η μοίρα ενός έργου είναι συχνά συνυφασμένη με το στιλ του περισσότερο, παρά με το περιεχόμενο. Το “City of God”, του Φερνάντο Μερέγιες, έκανε τις φαβέλες τρέντι με ταχύτητα εφάμιλλη των κουνημένων πλάνων του και μαζί με τον αποτροπιασμό για την αλόγιστη βία (που βλέπουμε και ξαναβλέπουμε σε δεκάδες μέρη του κόσμου κάθε μέρα) καλλιέργησε τη γοητεία του απαγορευμένου και το ρομαντικό μύθο του αντισυμβατικού βίου.

Πρόσφατα, ο δήμαρχος του Σάο Πάολο ξερίζωσε τις διαφημιστικές πινακίδες απ' τους πυκνοκατοικημένους λόφους κι εκατοντάδες ξύλινα παραπήγματα φωτίστηκαν ξανά απ' τον ήλιο κι έγιναν αντιληπτά απ' τον υπόλοιπο κόσμο. Και όχι, οι φαβέλες δεν είναι όμορφο μέρος να ζει κανείς, ούτε τα μισοεγκατελλειμένα, σαπισμένα αρχοντικά της Αβάνας. Ώρα είναι να εισβάλλουν η κατασκευαστική και πολιτιστική ελίτ της Βραζιλίας και να τις αναμορφώσουν, κόβοντας και πουλώντας λοφτς με θέα και υπαίθριο τζακούζι.

Μετά την επιτυχία του “City of God”, ο Μερέγιες, η Κάτια Λουντ και άλλοι σκηνοθέτες ή σεναριογράφοι της νέας γενιάς του ντόπιου σινεμά, δημιούργησαν μια τηλεοπτική σειρά αντίστοιχης αισθητικής και θεματολογίας, το “City of Men”. Ένας απ' αυτούς, ο Πάουλο Μορέλι, σκηνοθέτησε πρόσφατα την ομώνυμη ταινία, που προέκυψε απ' αυτήν τη σειρά. Δεν έφτασε βέβαια στο επίπεδο δημιουργικότητας του Μερέγιες, αλλά έκανε μια απόλυτα ικανοποιητική προσπάθεια.

Ο Άτσε κι ο Γουάλας είναι δυο έφηβοι φίλοι που επιβιώνουν, ορφανοί από πατέρα, στις φαβέλες που κρέμονται στους λόφους πάνω απ' την παραλία του Ρίο. Ο Άτσε έχει ένα γιο με την, επίσης ανήλικη, Κρις κι αναρωτιέται μήπως ήταν πολύ νωρίς για να γίνει πατέρας. Ο Γουάλας πάλι, κλείνει όπου να 'ναι τα 18 του χρόνια και για να βγάλει ταυτότητα με επώνυμο, θέλει να βρει τον πατέρα του, που δε γνώρισε ποτέ. Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος των συμμοριών ξεσπά στον λόφο τους κι οι ίδιοι, αν και άμαχοι από επιλογή, αναγκάζονται να μπλεχτούν στα πυρά. Τα πράγματα μπλέκονται πιο πολύ όταν ο Γουάλας ανακαλύπτει τον πατέρα του και το μυστικό του...

[Το trailer της τανίας]

Σε αντίθεση με το κυνικό πορτραίτο του Μερέγιες (η σύγκριση είναι αναπόφευκτη), ο Μορέλι επιλέγει να σκιτσάρει ένα μελόδραμα, εστιάζοντας στη φιλία και την έλλειψη πατρικής φιγούρας μέσα στο βίαιο περιβάλλον της φαβέλας. Ο ένας πιτσιρικάς έχει χάσει τον πατέρα του από σφαίρα κι έτσι αποφεύγει να κρατήσει όπλο, όμως βρίσκεται με την ευθύνη ενός γιου πριν την ώρα του. Ο άλλος ψάχνει να βρει τον δικό του πατέρα, να νιώσει ότι ανήκει κάπου διαφορετικά, αφού ο εξάδερφός του είναι το σκληρό αφεντικό του λόφου. Οι δυο τους βοηθούν ο ένας τον άλλον, ενώ εμβόλιμα, παρακολουθούμε σκηνές απ' τη σειρά σε ρόλο φλας-μπακ στην εποχή που ήταν μικρά παιδιά.

Η κάμερα τους παρακολουθεί εναλλάξ καθώς οι δρόμοι τους φαίνεται να χωρίζουν για πρώτη φορά στη ζωή τους. Αν και οι σαπουνοπερίστικες ανατροπές στο σενάριο (βραζιλιάνοι είναι, τι να κάνουμε) μοιάζουν εκ πρώτης όψεως τραβηγμένες, δεν είναι ίσως τελείως απίθανες μέσα στο κλειστό, εσωστρεφές σκηνικό του γκέτο, όπου οι άνθρωποι τρακάρουν διαρκώς ο ένας πάνω στον άλλο.

Όσον αφορά την κινηματογράφηση, ο Μορέλι είναι πιο πειθαρχημένος απ' τον προκάτοχό του, οι σκηνές βίας έρχονται σπάνια κατά πάνω μας και δυστυχώς δε χτίζει ποτέ μια στοιχειώδη αγωνία (παρ' ότι μας ξαφνιάζει μια ή δυο φορές) μέσω της εικόνας. Τα μεγάλα πλάνα απ' την πόλη προς την παραγκούπολη δίνουν το στίγμα των απόκληρων ενώ τα χρώματα δε θα μπορούσαν να μην είναι καμμένα απ' τον δυνατό ήλιο της βραζιλιάνικης μητρόπολης.

Οι δυο μικροί πρωταγωνιστές (Ντάγκλας Σίλβα και Νταρλάν Κούνια), ερχόμενοι από τη σειρά κι έχοντας παίξει (11χρονοι τότε) και στο “City of God”, είναι απόλυτα πειστικοί, όπως και το υπόλοιπο καστ. Οι δυο κεντρικοί χαρακτήρες άλλωστε, είναι αρκετά προσεγμένοι και πέφτουν σε πολύ λιγότερα κλισέ (πλην του τέλους ίσως) απ' όσα θα μπορούσαν να έχουν πέσει.

Μια καλή ταινία απ' τη νέα παραγωγή μιας ανερχόμενης κινηματογραφικής σχολής.

Βγαίνουν ακόμα: 
- Το ντοκιμαντέρ του Μάρτιν Σκορτσέζε για τους Ρόλινγκ Στόουνς, “Shine a Light”. Είχα μεγάλες αμφιβολίες, μιας και δε μ' αγγίζει όλη αυτή η αγιοποίηση των δεινοσαύρων, αλλά νομίζω (αν και δεν είδα όλη την ταινία) ότι ο Μάρτι κατάφερε να κάνει κάτι πολύ ενδιαφέρον και, εκτός σκηνής, συχνά απομυθοποιητικό. 
- Η, βασισμένη σ' ένα αληθινό γεγονός κανιβαλλισμού, ταινία του Μάρτιν Βάις, “Rohtenburg”. Απλοϊκή ψυχαναλυτική προσέγγιση και κλισέ απεικόνιση ενός περιστατικού, που είναι ό,τι πιο αρρωστημένο έχω δει ποτέ. Φάτε τη σκόνη μας γιαπωνέζοι. 
- Η αμερικάνικη εκδοχή μιας ακόμα ασιατικής ταινίας τρόμου, το “Shutter” και η επανέκδοση του φιλμ νουάρ του Ζιλ Ντασέν, “Η Νύχτα και η Πόλη”.


Μπείτε στη συζήτηση

σχόλια

Απόρρητο
v